Ποιός πέρασε καλά το Σαββατόβραδο;

Ποιός πέρασε καλά το Σαββατόβραδο;

bet365

Ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει στο gazzetta.gr για τον τελικό του Κυπέλλου και θέτει το ερώτημα: «ποιός πέρασε καλά το Σαββατόβραδο;».

Το ποδόσφαιρο, στη μορφή που το ξέρουμε, το επινόησαν πριν ενάμισι αιώνα οι άνθρωποι, γιατί; Για να περνάνε καλά. Είναι ο απώτατος προορισμός του Παιγνιδιού. Να περνάνε καλά, όσοι εμπλέκονται μέσα κι όσοι ασχολούνται απέξω. Η ερώτηση, τώρα. Ποιος πέρασε καλά το Σαββατόβραδο, απ’ όσους ενεπλάκησαν κι απ’ όσους ασχολήθηκαν, στον τελικό που υποτίθεται πως σε κάθε τόπο είναι κορυφαίο event στη χρονιά;

Οι Τριπολιτσιώτες; Σιχτίρισαν. Οι Ολυμπιακοί; Σιχτίρισαν. Οι τρίτοι; Σιχτίρισαν. Εκείνοι που συνδέονταν επαγγελματικά, υπό την όποια ιδιότητα, με το ματς; Σιχτίρισαν. Προς τι, λοιπόν; Ένα ποδόσφαιρο που υφίσταται και τελείται για να περνάει καλά ο κύριος Βαγγέλης κι ο κύριος Σάββας (που πιστεύω πως, αν ψυχαναλυθούν, ούτ’ αυτοί πέρασαν καλά…) δεν το χρειάζεται κανείς. Είναι ένα ψεύτικο πράγμα. Και ψεύτικο δεν εννοείται, μόνον, το κομμάτι-διαιτησία.

Επίσης ψευτιά είναι ότι λίγη παραπανίσια ένταση παιγνιδιού, παραπανίσια σε σχέση με τον έτσι κι αλλιώς απελπιστικά χαμηλό ελληνικό μέσον όρο, έκανε να πέφτουν κάτω σαν τα ακέφαλα κοτόπουλα, ποιοι; Ποδοσφαιριστές, των ομάδων που υποτίθεται πως μαζί με τον ΠΑΟΚ συγκροτούν το top-3 αυτή τη στιγμή στη χώρα. Πολύ απλά σημαίνει ότι, περισσότερο απ’ το να δουλεύουν στις πρόβες, κοροϊδεύουν. Ο περίγυρος τους κάνει ήρωες με την ήσσονα προσπάθεια. Εύκολοι ήρωες της καφετέριας. Αν 11 Μαίου οι top της σκηνής πέφτουν κάτω, τότε τι να πουν οι άσημοι ήρωες της εφετινής Football League των 42 αγωνιστικών;

Φυσικά, με τους διαιτητές δεν χωρεί έλεος. Όχι τόσο στα λάθη τους όσο, πολύ περισσότερο εκεί, στις συμπεριφορές τους. Για ένα λόγο. Ότι είναι οι μόνοι στον χώρο, που τα λεφτά τους τα ‘χουν σίγουρα. Οι μόνοι. Ποδοσφαιριστής στη Σούπερ Λιγκ, μπορεί και να μη πληρωθεί. Προπονητής στη Σούπερ Λιγκ, ή γυμναστής ή φυσικοθεραπευτής, μπορεί και να μη πληρωθεί. Υπάλληλος σε ΠΑΕ της Σούπερ Λιγκ, μπορεί και να μη πληρωθεί. Steward σε γήπεδο της Σούπερ Λιγκ, μπορεί και να μη πληρωθεί. Δημοσιογράφος που καλύπτει ματς της Σούπερ Λιγκ, μπορεί και να μη πληρωθεί. Ο διαιτητής όμως, βρέξει-χιονίσει, θα πληρωθεί. Όχι στη Σούπερ Λιγκ. Και στη Β’. Και στη Γ’. Θα πληρωθεί. Κι όχι, αφού δουλέψει. Προτού! Ειδάλλως, ματς δεν αρχίζει. Ομαδούλες, εδώ κι εκεί, ματώνουν κάθε Κυριακή, κάνουν εράνους, για να προκαταβάλουν και να μη μηδενιστούν.

Με τον ποδοσφαιριστή, δηλαδή με συμπεριφορές νέων ανθρώπων, ενίοτε νεότατων, μπορεί κανείς να είναι αυστηρός. Αμείλικτος, όχι. Για τον εξής λόγο. Οι ποδοσφαιριστές (κατά κόρον οι Ελληνες ποδοσφαιριστές, οι ξένοι έχουν τον δικό τους κόσμο…) είναι αυτοί, οι μέσα, στους οποίους καταλήγει συσσωρευμένη όλη η αρρωστημένη πίεση απέξω. Αν δεν το πάρετε, ο πρόεδρος θα θυμώσει. Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο σχέσεων, ο ποδοσφαιριστής που νιώθει να πνίγεται σαν σε εφιάλτη, θα πιαστεί απ’ όπου βρει για να γλιτώσει την οργή που έρχεται. Θα κάνει ό,τι μπορεί, όχι για τη δόξα, όχι για το χρήμα, όχι για το κλαμπ, μονάχα για το τομάρι του. Να το γλιτώσει, τη συγκεκριμένη ημέρα. Όχι να το σώσει οριστικά. Το μόνο που αληθινά και οριστικά σώζει, είναι το εξωτερικό. Ο Μανιάτης του σήμερα είναι, όσο μένει εδώ και δεν φεύγει, ο Τοροσίδης του χθες. Βλέπει, σε στιγμές, τον εαυτό του στην TV και δεν τον αναγνωρίζει.

Το πλαίσιο σχέσεων μοιάζει ολόιδιο, και με τον κύριο Ιβάν που ήλθε να κάνει παρέα στον κύριο Βαγγέλη. Να παίξουν αντίπαλοι στη Monopoly του ποδοσφαίρου. Κι αυτός, θύμωσε που δεν το πήραν. Θύμωσε και, επειδή θύμωσε, απολύει αλλά δεν πληρώνει τον Δώνη. Θα είναι ίδιο, το πλαίσιο, και με τον κύριο Δημήτρη που έρχεται αύριο-μεθαύριο καβαλάρης στο άσπρο άλογο για να μπει ξανά στο παιγνίδι που τόσο πολύ του αρέσει. Κι εκείνος θα θυμώνει όταν δεν θα το παίρνουν. Αυτομάτως συνεπώς, αφού στη Monopoly είναι αδύνατον όλοι να είναι συγχρόνως ικανοποιημένοι, όσοι θα τρέχουν για να γλιτώσουν την οργή θα πολλαπλασιαστούν. Θα πέφτουν ο ένας επάνω στον άλλον! Μαζί, αναπόφευκτα, θα πολλαπλασιαστούν κι οι δημοσιογράφοι που θα τρέχουν (με χαμηλότερο δείκτη φυσικής κατάστασης…) για να γλιτώσουν το επαγγελματικό ξύλο. Και τότε, με τρεις, υπάρχει ο εξτρά κίνδυνος να τις τρως και να μη ξέρεις καν, αν δεν αφήνουν την κάρτα τους, από ποιον είναι!

Το κοινό στην Ελλάδα είναι εθισμένο ότι «αυτό είναι το ποδόσφαιρο». Ενας αχταρμάς. Ποδόσφαιρο και παραποδόσφαιρο. Μαγκιά και ψευτομαγκιά. Αθλητικότητα και απατεωνιά. Κόσμος και υπόκοσμος. Τώρα, άμεσα, το κακό δεν διορθώνεται. Ο εθισμός αντέχει. Το καφέ στη γειτονιά, μου λέει ο μαγαζάτορας, εξακολουθεί να μαζεύει τον πολύ κόσμο στο δίωρο Πλατανιάς-Ολυμπιακός, όχι στο δίωρο Νάπολι-Φιορεντίνα ή Αρσεναλ-Τσέλσι. Σαν τσιγάρο. Ξέρεις τι ζημιά κάνει, αλλά δεν το κόβεις. Πολλοί το ‘χουν κόψει, ωστόσο. Οι στατιστικές το επιβεβαιώνουν. Το ίδιο και στη μπάλα. Ένα κομμάτι κοινού, νέοι ιδίως, προφανώς έχει απεξαρτηθεί.

Είναι ένα κομμάτι που, λίγο-λίγο, διαισθάνεται κανείς πως μεγαλώνει. Εις βάρος του παλαιού που, λίγο-λίγο κι αυτό, συρρικνώνεται. Θα πάρει μια κάποια υπομονή. Μια γενιά, οπωσδήποτε. Ως την εποχή που οι απεξαρτημένοι θα γίνουν οι βασικοί καταναλωτές ποδοσφαίρου. Θα γίνουν η «ζήτηση» που θα βάλει τους δικούς της απαιτητικούς όρους στην «προσφορά». Τότε, μου έλεγε ένας καλός φίλος το Σάββατο στο ΟΑΚΑ, θέλουν δεν θέλουν το ποδόσφαιρο θα έχει (ένα αισιόδοξο παράδειγμα πώς η ζήτηση θα επιβληθεί στην προσφορά) instant replay. Και θα γελάμε, όταν θα θυμόμαστε τα παλιά.

Είναι, η επόμενη παραγωγική γενιά, η μοναδική ρεαλιστική ελπίδα.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Αλέξης Σπυρόπουλος
Αλέξης Σπυρόπουλος

Ο Αλέξης Σπυρόπουλος έζησε τη μισή ζωή του στην Καλλιθέα. Ζει την άλλη μισή στη Νέα Σμύρνη. Αιτία του περάσματος απ’ τη μία όχθη της Συγγρού στην απέναντι, ο γάμος. Η σύζυγός του, εκ γενετής Νεοσμυρνιά, τον αποκαλεί «οικονομικό μετανάστη».

Ξεκίνησε να δουλεύει, προτού κλείσει τα 19. Συνεχίζει να δουλεύει, στα 49. Αυτά τα 30 χρόνια, πραγματοποίησε όσα ονειρεύτηκε. Για τα επόμενα 30, ο φόβος του είναι ότι ονειρεύεται αυτό που δεν θα μπορέσει να πραγματοποιήσει. Κάποτε ν’ αποσυρθεί στην ησυχία του, κανένα να μη ενοχλεί και κανείς να μη τον ενοχλεί.

Ένα σπιτικό (μία γυναίκα, τέσσερα παιδιά, ένας γάτος) και…μια τρόικα είναι, προς το παρόν, τα ρητά απαγορευτικά. Συνεχίζει, λοιπόν. Τουλάχιστον ως την ημέρα που το κοινό, αναγνώστες, ακροατές, τηλεθεατές, users ή όπως αλλιώς θα λέγονται στο μέλλον, θα τον ξωπετάξει από τον χώρο με τις κλωτσιές.