Γκούροβιτς: «Έπαιξα μπουνιές με την κατάθλιψη»!

Γκούροβιτς: «Έπαιξα μπουνιές με την κατάθλιψη»!

bet365

Είναι πάντα ενδιαφέρον όταν ο κακός κερδίζει την παράσταση και ο Μίλαν Γκούροβιτς μιλάει στο gazzetta.gr για τη νίκη στον μεγαλύτερο καβγά της ζωής του, τη στιγμή που το μυαλό του εξερράγη και όλες τις εκείνες τις φορές που έμπαινε στο γήπεδο για να το… τερματίσει!

Ουδείς μπορούσε να αμφισβητήσει τη φυσική του παρουσία. Πολλές φορές ένιωθες πως έπαιζε απλώς και μόνο με το βάρος και την αύρα της απειλής που κουβαλούσε η γλώσσα του σώματός του. Εξάλλου ακόμα και τώρα, στα 42 του χρόνια, τον κοιτάς και αντιλαμβάνεσαι πως είναι ο τύπος με τον οποίο δεν αστειεύεσαι. Ο Μίλαν Γκούροβιτς δεν έχει καμία σχέση με τους νεόκοπους stars που συνήθως ασχολούνται με βαθιά ζητήματα της ζωής όπως ο εαυτός τους, η πρόκληση του να βγάλεις την τέλεια selfie στα αποδυτήρια ή να γράψεις κάτι τσιτάτο στα social media, οι δυσκολίες της φήμης, κλπ. Τουναντίον, από πολύ νωρίς υποχρεώθηκε να πηγαίνει με τη βελόνα στο κόκκινο, όχι μόνο για να κάνει την υπέρβαση και να ξεφύγει από τη μετριότητα αλλά για να επιβιώσει σε μια χώρα όπου δεν μπορούσε καλά - καλά να επικοινωνήσει!

Νέο παιχνίδι στα φρουτάκια! Το «Rise of Olympus» προσγειώθηκε στην Sportingbet.gr!

Ο Μίλαν ήλθε στην Ελλάδα το 1993 σε ηλικία 17 ετών ως παιδί του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, ανδρώθηκε μπασκετικά στο κλειστό της Τζον Κένεντι κι εν συνεχεία έφτασε στο σημείο να κατακτήσει την κορυφή του κόσμου στο πλευρό του Πρέντραγκ Κίνη Στογιάκοβιτς και του Μάρκο Λάτση Γιάριτς. Πλέον μοιράζεται τη γνώση στην ακαδημία μπάσκετ που διατηρεί στο Βελιγράδι και μιλάει στο gazzetta.gr για τα λάθη και τα πάθη του, τις στιγμές που ξέφυγε, το Περιστέρι που μπήκε κατά λάθος στη ζωή του και αποκαλύπτει τη μεγαλύτερη νίκη της ζωής του, αυτήν κόντρα στην κατάθλιψη!

Έχεις δοκιμάσει να ψάξεις τον εαυτό σου στο YouTube; Αν πατήσεις Milan Gurovic, το πρώτο video που θα σου βγάλει είναι…
«(μας διακόπτει) το ξύλο με την Πρόκομ, το ξέρω».

Στο ίδιο video πανηγυρίζεις ένα καλάθι στο ντέρμπι της Σερβίας κάνοντας σαν να μην ακούς μπροστά στους οπαδούς της Παρτίζαν!
«Είμαι ένας πολύ συναισθηματικός τύπος. Τις περισσότερες φορές, λοιπόν, αυτά τα συναισθήματα μού έχουν δημιουργήσει προβλήματα… Ό,τι έγινε με την Πρόκομ ήταν ένα μεγάλο λάθος! Αντιμετωπίζαμε την Τούροφ στους τελικούς της Πολωνίας, όλη τη χρονιά τους έβαζα 30 πόντους σε κάθε παιχνίδι και ο Κελάτι είχε τρελαθεί! Με έπιασε πριν από τον πρώτο τελικό και μου είπε "μεγάλε, ό,τι έκανες, έκανες"! Ε, δεν άντεξα! Του είπα "φίλε μου, θα το κάνω και πάλι. Εσένα, ειδικά, θα σου βάζω συνέχεια 30 και 40 πόντους". Του το υποσχέθηκα, το έκανα ξανά και στον δεύτερο τελικό έγινε ό,τι έγινε».

Τελικά είσαι τρελός;
«Μερικές φορές ναι, μερικές φορές όχι (γέλια)! Δεν ξέρω πώς να εξηγήσω αυτή την κατάσταση! Έξω από το γήπεδο είμαι όπως με βλέπεις μπροστά σου, ένας αρκετά ήσυχος τύπος όμως δεν ξέρω τι γινόταν μέσα μου όταν έπαιζα. Ίσως να είχα ένα ζώο, ένα κτήνος που δεν μπορούσα να ελέγξω!!! Στα σοβαρά, ο λόγος ήταν ότι ήθελα πάντα να κερδίζω. Αυτή, ακριβώς ήταν η αιτία που είχα κάποιες… εκρήξεις και δεν ήμουν τόσο ήσυχος».

Οι σύγχρονοι παίκτες έχουν αρχ…α;
«Νομίζω ναι. Δες, για παράδειγμα, τους δυο καλύτερους Έλληνες παίκτες, τον Σπανούλη και τον Διαμαντίδη! Δεν χρειάζεται να πούμε κάτι άλλο… Μεγάλα αρχ…α. Όχι απλώς αρχ…α. Μεγάλα αρχ….α! Τους σέβομαι πολύ, όπως και τον Πρίντεζη. Μεγάλος σεβασμός και για τους τρεις».

Ποιο ήταν το αγαπημένο σου μπινελίκι όλα αυτά τα χρόνια;
«Ε, το picku materi. Είναι το δικό μας, το τυπικό το σέρβικο».

Αν ερχόμουν στο σπίτι που μεγάλωσες στο Νόβι Σαντ, τι αφίσες θα έβρισκα; Ποιος ήταν το πρότυπό σου;
«Ο Κούκοτς χωρίς αμφιβολία! Ήταν ο καλύτερος και ο πιο ολοκληρωμένος παίκτης. Έβλεπα τις κινήσεις που έκανε όταν έπαιζε στη Γιουγκοπλάστικα, στα 19 του κι έμενα με το στόμα ανοιχτό! Ήταν το είδωλό μου όμως όταν μεγάλωσα, τα ξεπέρασα όλα αυτά. Ήθελα απλώς να είμαι ο Μίλαν Γκούροβιτς, να είμαι ο εαυτός μου και να έχω τη δική μου ταυτότητα».

Τι σημαίνει για σένα η φράση «πεθαίνω στο παρκέ»; Πως την αντιλαμβάνεσαι;
«Είναι τόσο σκληρή που πρέπει να τη νιώθεις στο 100% για να την πεις! Σίγουρα κανείς δεν θα πεθάνει στο γήπεδο αλλά οι προπονητές προσπαθούν να πάρουν το μέγιστο από σένα. Αν, λοιπόν, δίνεις το 100%, σημαίνει ότι έχεις πιθανότητες να βελτιωθείς. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλος τρόπος για να τα καταφέρεις».

Τι ήταν αυτό που σιχαινόσουν ως παίκτης;
«Ίσως τα meetings πριν από τους αγώνες. Τώρα που το σκέφτομαι καλά, ναι! Ήταν το χειρότερο για μένα. Ο εφιάλτης μου! Ξέρεις, όταν μαζευόμασταν δυο μέρες πριν τους αγώνες και βλέπαμε την ανάλυση στο video. Έλα τώρα… Αν είσαι επαγγελματίας, ξέρεις τι έχεις απέναντί σου και ποιον θα ανταγωνιστείς. Πρέπει να είσαι έτοιμος κάθε στιγμή, χωρίς video και αναλύσεις».

Με ποιον προπονητή σου θα ήθελες να κάτσεις ένα βράδυ και να πιείς μια ωραία, σερβική ρακή;
«Με τον Ζέλικο! Δεν πίνω αλκοόλ αλλά δεν θα έχανα την ευκαιρία. Ο Ομπράντοβιτς είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και δεν μιλάω μόνο για τις γνώσεις του στο μπάσκετ. Θα το έκανα επίσης με τον Σάκοτα και τον Πεδουλάκη».

O Ντανιέλε Ντε Ρόσι έχει παραδεχτεί πως «θα ήθελα να χτυπήσω με μπαστούνι στα δόντια όσους ανεβάζουν live Instagram από τα αποδυτήρια». Συμφωνείς μαζί του;
«Εννοείται! Θα τον κοπάναγα σίγουρα! Μπορείς να το φανταστείς να το κάναμε εμείς όταν παίζαμε με τους Αμερικανούς στην Ιντιανάπολις; Φαντάζεσαι να κάναμε κάτι τέτοιο στην εθνική Γιουγκοσλαβίας; Αδύνατο! Ο Ντίβατς θα μας σκότωνε όλους».

Πως θα περιέγραφες τον Μίλαν Γκούροβιτς σε κάποιον που δεν σε έχει δει να παίζεις;
«Μερικές φορές προσπαθώ να εξηγήσω στον Μάρκο Γκούντουριτς και σε άλλα νέα παιδιά ποιος ήμουν και τι έκανα. Είναι τόσο νέοι για να ξέρουν ποιος ήμουν πραγματικά και είναι δύσκολο να προσπαθήσεις να το αποδώσεις».

Από ποια δυσκολία πήρες το μεγαλύτερο μάθημα της ζωής σου;
«Ήταν το 2004 όταν υπέγραψα στην Παρτίζαν και είχα, ας πούμε, μια μικρή κατάθλιψη. Είμαι ένας πολύ ανοιχτός άνθρωπος, δεν έχω πρόβλημα να μιλήσω για το πρόβλημά μου όμως πολλοί δεν μιλούν γιατί φοβούνται και πιστεύουν ότι δεν είναι καλό για την εικόνα τους. Όχι αδελφέ μου! Είναι καλό, πρέπει να μιλήσεις για να ανακουφίσεις τη ψυχή σου και να διώξεις το βάρος από τους ώμους σου. Είναι νορμάλ για τους περισσότερους από εμάς, σε κάποια φάση της καριέρας μας να περάσουμε κατάθλιψη. Προσωπικά, ξέρω πολλούς! Εκείνη την περίοδο ήμουν 29 ετών και ήμουν πραγματικά χάλια! Δεν μπορούσα να δώσω το 100%. Σκέψου όμως πως ήμασταν παιδιά που ήλθαν στην Ελλάδα σε ηλικία 16-17 ετών, ήμασταν μόνοι μας, χωρίς τις οικογένειές μας, δεν ξέραμε τη γλώσσα και πίσω στην πατρίδα είχαμε πόλεμο…. Σε αυτή τη δουλειά, εξάλλου, είσαι πάντα υπό πίεση αφού πρέπει πάντα να κερδίζεις. Ε, το μυαλό μου εξερράγη! Έπρεπε να παίξω μπουνιές μαζί της (χαμογελά)».

Πως το ξεπέρασες;
«Προσπάθησα να κάνω θετικές σκέψεις…. Δεν μου αρέσει να καταφεύγω σε φάρμακα ή θεραπείες. Απλώς νομίζω ότι αν κάνεις θετικές σκέψεις, μπορείς να το ξεπεράσεις».

Ποιον συμπαίκτη σου αγάπησες περισσότερο από κάθε άλλον;
«Τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Ήταν ο καλύτερος συμπαίκτης μου κι ένας σπουδαίος τύπος που πάντα προσπαθεί να σε βοηθήσει να γίνεις καλύτερος. Όλοι τον σέβονται και για μένα θα είναι πάντα ξεχωριστός».

Πώς γίνεται κανείς φίλος σου;
«Αν καπνίζει ένα τσιγάρο…».

Τι λέει ο Μίλαν όταν βλέπει τον Γκούροβιτς στον καθρέφτη;
«Ας παίξουμε μπάσκετ! Ένας με έναν, εδώ και τώρα».

Και τι απαντάει ο Γκούροβιτς στον Μίλαν;
«Μην τα βάζεις μαζί μου! Θα σε κερδίσω».

Τι θα έλεγες αν είχες μπροστά σου τον 17άχρονο Μίλαν ενώ ετοιμάζεται να αφήσει την πατρίδα για να έλθει στην Ελλάδα και να κυνηγήσει τα όνειρά του;
«Προσπάθησε σε παρακαλώ να είσαι έξυπνος! Να είσαι καλός, να δουλεύεις σκληρά και να μην κάνεις τα λάθη που έκανα εγώ… Έκανα πολλά λάθη, το αναγνωρίζω όμως ήμουν μόνος μου. Δεν είχα δίπλα μου κανέναν να με συμβουλεύσει και να μου πει ότι αυτό είναι καλό και αυτό όχι… Αν τα παιδιά μου γίνουν παίκτες, πλέον ξέρω τι να τους πω».

Αντιλαμβάνεσαι ότι εσύ, ο Πέτζα, ο Γιάριτς, ο Τάρλατς και ο Τόμιτς βοηθήσατε το ελληνικό μπάσκετ να ανέβει επίπεδο;
«Όχι, όχι! Άκουσε με… Η ελληνική λίγκα ήταν αυτή που μας βοήθησε, όχι εμείς. Στη Γιουγκοσλαβία είχαμε πόλεμο και εμπάργκο, το πρωτάθλημά μας έπεφτε, επομένως η ελληνική λίγκα και η ομοσπονδία μάς βοήθησαν να φτάσουμε εκεί που φτάσαμε και δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ».

Παρεμπιπτόντως, με τον Μαλατρά που πήρες το επώνυμό του είχες κάποια επαφή;
«Πρόσφατα έμαθα ότι πέθανε πριν κάποια χρόνια».

Πώς μπήκε το Περιστέρι στη ζωή σου;
«Ένας Έλληνας που σπούδαζε στο Βελιγράδι και μιλούσε σέρβικα με πλησίασε έπειτα από ένα παιχνίδι και με ρώτησε αν μου άρεσε η πιθανότητα να παίξω μπάσκετ στην Ελλάδα και μάλιστα για τον Ολυμπιακό! Σκέφτηκα πως είναι αδύνατον, ότι μου έλεγε ψέματα! Εν τέλει ήλθα στην Αθήνα γνωρίζοντας ότι ο Ολυμπιακός είχε… ερυθρόλευκα όμως η πρώτη μου φανέλα ήταν κίτρινη και μπλε! "Φίλε, δεν είναι Ολυμπιακός αυτό" του είπα κι εκείνος μου απάντησε πως θα παίξω εδώ και ότι αν είμαι καλός, μια μέρα θα πάω στον Ολυμπιακό (γέλια)! Μάλλον μου έκανε χάρη γιατί έπαιξα σε μια τρομερή ομάδα. Το αγαπώ το Περιστέρι, η καρδιά μου είναι κίτρινη και μπλε, τέλος».

Τελειώνει το παιχνίδι με την Team USA στο Μουντομπάσκετ της Ιντιανάπολις κι εσύ τους έχει «εκτελέσει» έπειτα από ένα απίστευτο τρίποντο… παραλήρημα. Πρώτες σκέψεις;
«Λένε πως οι Αμερικανοί δεν έπαιξαν με την… κανονική ομάδα τους όμως σου θυμίζω ότι είχαν οκτώ All-Stars! Τον Πιρς, τον Ρέτζι, τον Μπεν Ουάλας, τον Μάικ Φίνλεϊ που είχε πάρει δαχτυλίδι με τους Σπερς… Κατάλαβα τι έγινε εκείνο το βράδυ έπειτα από πολλά-πολλά χρόνια. Εκείνη τη στιγμή κερδίσαμε απλώς ένα παιχνίδι και περάσαμε στην επόμενη φάση, πλέον όμως κάθομαι κι αναρωτιέμαι καμιά φορά "τι έγινε ρε παιδιά"»;

Πως θες να κλείσουμε;
«Θέλω να πω σε όλους τους Έλληνες ότι σας αγαπώ πολύ. Είστε αδέλφια μας και θα είστε για πάντα».

PHOTO CREDITS: Intime Sports, Γιώργος Ματθαίος

 

BASKET LEAGUE Τελευταία Νέα