Βαγγέλη, τζάμπα τα ξενύχτια
Προ της συνεργασίας του με τον Άρη, εκείνον τον Οκτώβρη του 2012, ο Βαγγέλης Αγγέλου δεν αποτελούσε και το πιο αγαπητό πρόσωπο στο ευρύ κοινό της ομάδας. Στην πραγματικότητα, δεν ήθελαν να τον βλέπουν επειδή στο μυαλό τους διατηρούταν η εικόνα του εριστικού παίκτη που προκαλούσε τα πλήθη και ξεπερνούσε τα όρια του ευ αγωνίζεσθαι για να φύγει νικητής από το παρκέ.
Αυτό αποδείχθηκε την πρώτη φορά που ήρθε… σαν φίλος στο Nick Galis Hall ως συνεργάτης του Μίλαν Μίνιτς πριν από περίπου 16 χρόνια. Εκείνη την ημέρα κάθισε στον καναπέ των γραφείων της ΚΑΕ, πέρασε από μπροστά του ένας εκπρόσωπος οργανωμένων οπαδών και του ζήτησε τον λόγο της παρουσίας του. Τότε ο Αγγέλου κατάλαβε ότι παραμένει… persona non grata και τελικώς δεν μακροημέρευσε στον Άρη.
Για να φθάσουμε στον Οκτώβρη του 2012. Οι σχέσεις του (προέδρου της ΚΑΕ) Λευτέρη Αρβανίτη με τον προπονητή Βαγγέλη Αλεξανδρή ήταν ανάλογες με αυτές μεταξύ… Ιράν και Ισραήλ, ήρθε και ο αποκλεισμός από το Κύπελλο από την Κηφισιά κι έτσι αποτέλεσε παρελθόν από την ομάδα. Η εισήγηση για τον Βαγγέλη Αγγέλου προϋπήρχε αλλά με πολλές επιφυλάξεις ο Αρβανίτης αποφάσισε την πρόσληψή του.
Ο Αγγέλου δεν δυσκολεύτηκε να μπει στο κλίμα, στα χέρια του η ομάδα έκανε άλματα βελτίωσης κι έτσι ήρθε η αποδοχή από τη μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου. Στην πραγματικότητα ανέλαβε περισσότερες ευθύνες σε σχέση με αυτές που επωμίζεται ένας συνηθισμένος προπονητής. Δεν λειτούργησε εξάλλου ως απλός προπονητής γιατί πάντα θέλει να έχει τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης. Ασχολούταν από τη διατύπωση των επίσημων ανακοινώσεων έως και τη μουσική που θα ακουγόταν από τα μεγάφωνα του γηπέδου πριν από έναν αγώνα.
Ζυγίζοντας τα δεδομένα του Άρη και αναζητώντας ένα πλάνο που θα έβγαζε την ομάδα από την κρίση δημιούργησε τις λεγόμενες ομάδες εργασίας κι έκρινε απαραίτητο να χωριστεί η αγορά του μπάσκετ σε δύο κατηγορίες. Στους φίλους και στους… μη φίλους του Άρη σε μια ομολογουμένως ακραία προσέγγιση του ζητήματος. Δεδομένων των οικονομικών προβλημάτων και της αδυναμίας εισροής μεγάλων κεφαλαίων στην ΚΑΕ, ξεκαθάρισε ότι η μοναδική εφικτή επιλογή ήταν η εφαρμογή μοντέλου ανάλογου με αυτό της Παρτιζάν, της Ζελέζνικ ή του Ερυθρού Αστέρα.
Τότε ο Άρης είχε στη δύναμή του τον Λευτέρη Μποχωρίδη που θεωρούταν ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά ταλέντα αλλά και τον Αλέξανδρο Βεζένκοφ. Ο Αγγέλου επέμενε ότι είναι μονόδρομος για την ομάδα να αποκτήσει ό,τι καλύτερο υπάρχει στη Βόρεια Ελλάδα κι έτσι αναπτύχθηκαν σχέσεις με συλλόγους από την Κατερίνη, τη Δράμα, τις Σέρρες κλπ. Πίστευε ακράδαντα στο ταλέντο του Στέλιου Πουλιανίτη ενώ είχε ακούσει τα καλύτερα λόγια για ένα ψιλόλιγνο παιδί που ήταν στα χέρια του Θόδωρου Ροδόπουλου, τον Κώστα Μήτογλου. Επί τούτου είναι απαραίτητο να σημειωθεί ο μεγάλος σεβασμός του Αγγέλου στο πρόσωπο του Ροδόπουλου.
Κι έτσι άρχισαν τα ξενύχτια. Στο μυαλό του Αγγέλου ο Μήτογλου θα εξελισσόταν το επόμενο βασικό 4αρι της Εθνικής Ελλάδας. Δίχως υπερβολή, κίνησε γη και ουρανό για την απόκτησή του. Το ποσό των 50.000 ευρώ που απαιτούσε ο Θόδωρος Ροδόπουλος για την παραχώρηση του Μήτογλου ήταν μεγάλο για τις οικονομικές δυνατότητες του Άρη ο οποίος κυνηγούσε το ευρώ με… το τουφέκι. Ο Αγγέλου προχώρησε σε επαφές με εξωδιοικητικούς παράγοντες του Άρη οι οποίοι ούτως ή άλλως χρηματοδοτούσαν την ομάδα αλλά κάποια στιγμή ήρθαν κι έσκασαν. Άλλοι παράγοντες που είχαν τη δυνατότητα της οικονομικής υποστήριξης αρνήθηκαν να συνεισφέρουν. Μετά από συνάντηση με τον Ντίμη Παπαιωάννου, ο τελευταίος δεσμεύτηκε να δώσει τα 20 από τα 50 χιλιάρικα.
Παρότι χτύπησε πολλές πόρτες, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τα 30 χιλιάρικα. Ο δε Αρβανίτης έχοντας στο μυαλό του το ban από τη ΦΙΜΠΑ, το ποσό των 432.000 ευρώ που χρειαζόταν για την ανάκλησή του, το χρέος στην εφορία που έθετε σε κίνδυνο την αδειοδότηση της ΚΑΕ, αλλά και τα λεφτά που χρειαζόντουσαν για τη στελέχωση της ομάδας, δεν του περίσσευαν αυτά τα 30 χιλιάρικα. Τελικώς πείστηκε ότι έπρεπε να δεσμευτεί αυτό το ποσό, ο Ροδόπουλος έριξε νερό στο κρασί του σε ότι αφορά τον τρόπο είσπραξης των χρημάτων και ο Μήτογλου εντάχθηκε στον Άρη.
Τότε ο Αγγέλου ήταν τρισευτυχισμένος κι έλεγε ότι υπάρχει ένα σχέδιο και ο Άρης εξασφάλισε το μέλλον του. Το πρώτο σενάριο ήταν να… κάνει άνδρες τους Βεζένκοφ, Μποχωρίδη, Μήτογλου, Πουλιανίτη, Φλιώνη (συν κάποια ακόμη παιδιά) και εκτιμούσε ότι με την πλαισίωσή τους με φιλόδοξους Αμερικανούς ο Άρης θα λανσάρει στο ελληνικό μπάσκετ ένα μοντέλο που θα εντυπωσιάσει τα πλήθη. Θεωρούσε βέβαιη την εξέλιξη των παιδιών αλλά και την περαιτέρω ανάπτυξη της παραγωγικής διαδικασίας διότι ο Άρης θα αποκτούσε τη φήμη της εφαρμογής του καλύτερου μπασκετικού project. Το δεύτερο σενάριο ήταν να βελτιώσει τόσο πολύ αυτούς τους παίκτες και μέσα από την πώλησή τους να εξασφαλιστούν χρήματα τα οποία θα «ξελάσπωναν» τον Άρη.
Μόνο που εκείνο το καλοκαίρι του 2013 ο Μήτογλου ήταν 17 ετών και δεν μπορούσε να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο. Έτσι οι δύο πλευρές υπέγραψαν ένα ιδιωτικό συμφωνητικό το οποίο δέσμευε τον πατέρα του παίκτη να δώσει στον Άρη το ποσό των 50.000 ευρώ σε περίπτωση που ο γιος του αγωνιστεί σε άλλη ελληνική ομάδα. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε η προοπτική του Wake Forest, αυτή προέκυψε στην πορεία. Τα υπόλοιπα επεισόδια αυτής της ιστορίας γράφτηκαν τις τελευταίες ημέρες λόγω της απόκτησης του παίκτη από τον Παναθηναϊκό.
Επί της ουσίας, η συγκεκριμένη υπόθεση στοιχειοθετεί ένα χαμένο στοίχημα για τον Άρη. Από την πρώτη στιγμή έγινε αντιληπτό ότι ο Μήτογλου δεν θα έβαζε στην εξίσωση εκείνη την προσπάθεια που έκαναν οι «κίτρινοι» για να τον αποκτήσουν. Τα δε λόγια που ακουγόντουσαν τότε περί σεβασμού της ευκαιρίας που έδωσε ο Άρης ήταν για λαϊκή κατανάλωση. Αυτό αποδείχθηκε αρχικά από την άρνηση υπογραφής επαγγελματικού συμβολαίου αναγκάζοντας τον Άρη να το καταθέσει μονομερώς (έτσι απλά για να δικαιολογήσει την προσπάθειά του και γνωρίζοντας ότι τα ευρωπαϊκά αθλητικά δικαστήρια είναι κάθετα αντίθετα των μονομερών ενεργειών) και να του το επιδώσει στο σπίτι του και η απόλυτη επιβεβαίωση ήρθε από το γεγονός ότι ο Άρης τα έμαθε όλα τελευταίος. Όπως δηλαδή συμβαίνει συνήθως με τον απατημένο σύζυγο.
Η όλη ιστορία αναδεικνύει ένα μεγάλο πρόβλημα της αθλητικής Νομοθεσίας η οποία δομήθηκε με σκοπό να ευεργετεί α) τους ισχυρούς παίκτες του ελληνικού μπάσκετ, β) τους μάνατζερ και γ) τους νεαρούς παίκτες. Εδώ και πολλά χρόνια, ένας νεαρός παίκτης μόλις ενηλικιωθεί έχει το δικαίωμα να υπογράψει σε όποια ομάδα θέλει ανεξαρτήτως του τι μπορεί να έχει κάνει γι’ αυτόν μια άλλη.
Τι συμβαίνει λοιπόν. Οι ατζέντηδες κάνουν… πάρτι και προσεγγίζουν τα παιδιά πριν αυτά κλείσουν το 13ο έτος της ηλικίας τους, γι’ αυτόν τον λόγο πριν από μερικούς μήνες ξέσπασε ο Γιώργος Καλαϊτζής. Πουλάνε φούμαρα για μεταξωτές κορδέλες στους γονείς οι οποίοι έχουν τη φιλοδοξία να δουν τον κανακάρη τους στα υψηλά πατώματα του ελληνικού μπάσκετ. Κι έτσι από πολύ μικρή ηλικία τα παιδιά είναι υποχείρια των ατζέντηδων.
Οι δε πλούσιες ομάδες δεν έχουν λόγο να επενδύσουν στην παραγωγική διαδικασία γιατί μπορούν να αποκτήσουν ένα ταλέντο δίχως να πληρώσουν την ομάδα η οποία επένδυσε σ’ αυτόν. Οι χαμένοι της ιστορίας είναι οι ομάδες που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να δώσουν μεγάλα συμβόλαια και φυσικά το ελληνικό μπάσκετ καθώς λειτουργώντας σε ομάδα με πολύ υψηλές απαιτήσεις, τα περισσότερα παιδιά «πνίγονται» στον βυθό της ελληνικής (μπασκετικής) θάλασσας.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, ούτε το προηγούμενο καθεστώς - αυτό που έδινε στις ομάδες απόλυτα δικαιώματα και οι νεαροί παίκτες ήταν δέσμιοι των αποφάσεών τους - ήταν λογικό. Φαίνεται όμως ότι στην Ελλάδα, σε επίπεδο αθλητικής Νομοθεσίας, είμαι ανίκανοι να βρούμε τη μέση λύση και νομιμοποιούμε τις ακρότητες.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.