Εικοσάχρονοι με γκρίζους κροτάφους

Εικοσάχρονοι με γκρίζους κροτάφους

bet365

Ο Νίκος Παπαδογιάννης καμαρώνει για τους μεγάλους μικρούς της Εθνικής Νέων και προσπαθεί να μαντέψει την πνευματική ηλικία των Κόνιαρη-Χαραλαμπόπουλου.

Ήταν ακόμη υγρό το μελάνι του προηγούμενου σχολίου μου για την Εθνική Νέων, όταν φρόντισαν παίκτες και προπονητές να το επιβεβαιώσουν μέχρι κεραίας, τελείας και παύλας. Θυμάστε τι έγραφα τη Δευτέρα, όταν ακόμη το μικρό Ευρωμπάσκετ βρισκόταν στην πρώιμη φάση του;

Η ομάδα θα πάει μπροστά, το ίδιο και οι παίκτες της ατομικά, εάν ακολουθήσει τα χνάρια της ελληνικής σχολής, αγνοώντας τα κελεύσματα μίας εποχής που δεν μας ταιριάζει. Δεν γίνεται να παίξει ξαφνικά run and gun, τρέχουμε και σουτάρουμε, όταν έχει σύσσωμη γαλουχηθεί με την πατροπαράδοτη λογική.

Πιστεύω ότι η πρώτη Εθνική που έπεσε στη συγκεκριμένη παγίδα ήταν η Ανδρών, όταν προσπάθησε να απεμπολήσει τα εγγενή χαρακτηριστικά των παικτών της στο όνομα μίας στρεβλής και ψευδεπίγραφης αγωνιστικής ανανέωσης. Όχι τόσο προσώπων, όσο ιδεών.

Ο εκτροχιασμός ξεκίνησε το 2012, όταν η «επίσημη αγαπημένη» υποχρεώθηκε από τη συγκυρία να παρουσιαστεί απροετοίμαστη και κουρασμένη στο Προολυμπιακό τουρνουά του Καράκας, Ιούνιο μήνα.

Ο Ηλίας Ζούρος επιχείρησε να μεταλαμπαδεύσει στην Εθνική εκείνου του καλοκαιριού τη συνταγή του Ολυμπιακού που είχε μόλις κατακτήσει τον ευρωπαϊκό τίτλο. Στην προσπάθειά του να κερδίσει χρόνο, πόνταρε στους αυτοματισμούς και στο οίστρο των «ερυθρολεύκων» παικτών, νέων (Παπανικολάου, Σλούκας, Μάντζαρης) και λιγότερο νέων (Σπανούλης, Πρίντεζης).

Έτσι όμως πέρασαν σε δεύτερη μοίρα τα στοιχεία που ατσάλωσαν την Εθνική τα προηγούμενα χρόνια. Η κακή αγωνιστική κατάσταση των αναντικατάστατων παικτών που ενσωματώθηκαν κατάκοποι από το ιταλικό πρωτάθλημα (Ζήσης, Μπουρούσης, Φώτσης) υπογράμμισε το πρόβλημα.

Ο Ολυμπιακός του 2011-2 είχε στη μηχανή του δύο Αμερικανούς μετρ του «σκεπτόμενου μπάσκετ» (Χάινς, Λο), έναν σπουδαίο μπλοκέρ που θωράκιζε τα μετόπισθεν (Ντόρσεϊ) και έναν φόργουορντ που συνδύαζε μυαλό και μούσκουλα (Άντιτς). Τι από όλα αυτά διέθετε η Εθνική Ελλάδας;

Όπως ήταν επόμενο, η ασουλούπωτη Εθνική σκόνταψε στο πρώτο ύπουλο εμπόδιο και αποκλείστηκε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου.

Το νερό μπήκε τότε σε λάθος αυλάκι και η αγωνιστική σύγχυση πολλαπλασιάστηκε το 2013, στα χέρια του πελαγωμένου Αντρέα Τρινκιέρι. Ο Ιταλός απέτυχε στη Σλοβενία, αλλά άξιζε μία δεύτερη ευκαιρία. Ήταν ο μοναδικός που έμεινε μόλις 1 καλοκαίρι στο πόστο.

Ο Φώτης Κατσικάρης παρέλαβε μία Εθνική αίφνης αλλεργική στο «ξύλο» και ξεχαρβαλωμένη από κρίση ταυτότητας. Η άφιξη του Γιάννη Αντετοκούνμπο έφερε ακόμα περισσότερη σύγχυση στη φιλοσοφία της ομάδας.

Η τελευταία ευκαιρία για μεγάλη διάκριση χάθηκε το 2015, όταν η Εθνική προσπάθησε να ισορροπήσει σε δύο βάρκες και συνειδητοποίησε ότι ήταν πολύ δύσκολο να συνυπάρξουν στο ίδιο παρκέ το μπάσκετ των Σπανούλη-Ζήση με το μπάσκετ του Αντετοκούνμπο.

Πλέον, είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε παρακάτω. Ο αρχηγός Μπουρούσης είναι ουσιαστικά ο τελευταίος πρεσβευτής της παλαιάς σχολής, ο μοναδικός σπεσιαλίστας του «πέντε-εναντίον-πέντε» στην ομάδα του 2017.

Αποστολή του θα είναι να υπενθυμίζει στους υπόλοιπους τι ακριβώς σημαίνει «ελληνική σχολή». Το dvd του χθεσινού αγώνα των Νέων θα είναι ένα θαυμάσιο επιχείρημα στη φαρέτρα του.

«Σκεπτόμενο μπάσκετ» (και συγγνώμη για τον βαρβαρισμό) δεν σημαίνει απαραίτητα άμυνα, αργός ρυθμός και ξύλο.

Σκεπτόμενο μπάσκετ παίζει μία ομάδα όταν χρησιμοποιεί τη σκέψη για να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματά της και να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες του αντιπάλου. Όποια και αν είναι αυτά, όποιες και αν είναι αυτές.

Σκεπτόμενο μπάσκετ παίζουν και οι Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς, ιδίως φέτος που χαλιναγώγησαν τον ασυγκράτητο αυθορμητισμό τους. Σκεπτόμενο μπάσκετ έπαιζε και η Εθνική του Γκάλη και του Γιαννάκη.

Το σκεπτόμενο μπάσκετ της Εθνικής Ανδρών του 2017 θα πρέπει να περιλαμβάνει πολλούς αιφνιδιασμούς, ασταμάτητο τρέξιμο, hi-energy λογική, πιεστική άμυνα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του γηπέδου.

Δεν θα είναι σκεπτόμενο μπάσκετ η επίθεση μισού γηπέδου για μία ομάδα που έχει για ακρογωνιαίο λίθο τον Γιάννη Αντετοκούνμπο αλλά της λείπει το τρίποντο, όπως δεν θα ήταν σκεπτόμενο μπάσκετ η τυφλή τρεχάλα για την τετραπέρατη τετράδα των Διαμαντίδη, Παπαλουκά, Ζήση, Σπανούλη.

Επιστρέφω στο χθεσινό ματς της Εθνικής Νέων για να ολοκληρώσω τη σκέψη μου. Στα τελευταία δέκα λεπτά του προημιτελικού, η ελληνική ομάδα έπαιζε χωρίς ψηλούς. Οι μοναδικοί διαθέσιμοι, Καρράς και Χρηστίδης, αποσύρθηκαν στον πάγκο, ώστε να βγουν στα χαρακώματα οι καιμκάζι.

Τον ρόλο του σέντερ ανέλαβε υπηρεσιακά ο φορτωμένος με 4 φάουλ από το 54-63 Χαραλαμπόπουλος, ενώ «τεσσάρι» έπαιζε ο Σκουλίδας, απέναντι σε μία Λιθουανία που είχε στην πεντάδα της τον σπουδαίο Μπιρούτις των 2μ13 (ένα υβρίδιο Βαλανσιούνας) και τον επίσης ταλαντούχο Έκοντας των 2μ07.

Το ελληνικό σχήμα έμοιαζε αυτοκτονικό, αλλά είχε ένα πλεονέκτημα που εν τέλει έκανε τη διαφορά. Αντιμέτωπη με έναν αντίπαλο που έπαιζε κυρίως με το ένστικτο, η Εθνική μας κατέθεσε αποθέματα φαιάς ουσίας.

Το έχω γράψει αμέτρητες φορές και επιμένω: δεν πιστεύω τόσο στην ψυχή, όσο στο μυαλό. Η μεγάλη καρδιά δεν αρκεί, όταν λείπει το σχέδιο.

Διαβάστε την εξίσωση ανάποδα και πείτε μου πόσες πιθανότητες υπήρχαν να χάσει ελληνική ομάδα τέτοιο ματς, με πλεονέκτημα 10 πόντων στο 33ο λεπτό. Αν μη τι άλλο, θα τροφοδοτούσε μεθοδικά τους δύο ψηλούς μέχρι να σβήσει ο ήλιος.

Οι Λιθουανοί έκαναν το ακριβώς αντίθετο. Στην τελική ευθεία του αγώνα, σχεδόν όλες οι επιθέσεις των παιδιών από τον βορρά εκδηλώθηκαν με περιφερειακά σουτ και πάντως μακριά από τη φωτιά.

Στα δικά τους μετόπισθεν, πλήρωσαν ακριβά το «βαρύ» σχήμα, αφού ήταν δύσκολο να ακολουθήσουν τη διαρκή κίνηση των 5 Ελλήνων διεθνών στην περιφέρεια και τα διαδοχικά pick’n’roll.

Όταν οι σχετικά αργοί Λιθουανοί ψηλοί απομακρύνονταν από το ζωγραφιστό, άφηναν χώρο για τα μπασίματα του Μουράτου ή έχαναν κρίσιμα ριμπάουντ, όπως αυτό –το καθοριστικό- που μάζεψε στο τέλος ο Κρητίκαρος Κόνιαρης. Οι γκαρντ της ελληνικής ομάδας μάζεψαν 9 επιθετικά ριμπάουντ!

Ναι, η Εθνική μας έβαλε «μεγάλα σουτ», αλλά τα περισσότερα από αυτά έγιναν υπό ευνοϊκές προϋποθέσεις, από τους κατάλληλους παίκτες, εξ ου και το ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό στα τρίποντα (11/23).

Τέσσερις Έλληνες παίκτες είχαν μαζί 0/15 εντός παιδιάς, ολογράφως μηδέν στα δεκαπέντε, αλλά μόνο ένας από αυτούς (ο συνήθως αξιόπιστος σουτέρ Σκουλίδας) είχε το ελεύθερο για να σουτάρει στο τέλος.

Τις υπόλοιπες προσπάθειες ανέλαβαν οι Κόνιαρης, Χαραλαμπόπουλος, Μουράτος, χωρίς να βγουν από τη λεγόμενη «comfort zone» του παιχνιδιού τους. Ο πρώτος απειλούσε απ’έξω, ο δεύτερος ποστάριζε ανελέητα, ο τρίτος δοκίμαζε μπούκες.

Το κοντέρ των τριών μπροστάρηδων έγραψε 18/37 σουτ, όταν οι υπόλοιποι «γαλανόλευκοι» είχαν μόλις 9/32. Καθαρά και ξάστερα. Ούτε διαιτησία ούτε τίποτε.

Επιπρόσθετα, η ελληνική ομάδα υπέπεσε σε μονοψήφιο αριθμό λαθών (8), ενώ το -9 στον απολογισμό των ριμπάουντ θεωρείται ικανοποιητικό, τηρουμένων των αναλογιών.

Η ομάδα που δεν είχε ψηλούς σούταρε 46 δίποντα και μόλις 23 τρίποντα. Η ομάδα με τα θηρία που δέσποζαν στη ρακέτα επιχείρησε 28 δίποντα και 35 τρίποντα.

Ποια από τις δύο έπαιξε λοιπόν «σκεπτόμενο» και ώριμο μπάσκετ; Πώς έγειρε η πλάστιγγα υπέρ του αδυνάμου; Ελληνική σχολή σημαίνει, να παίζει ο 20χρονος σαν να είναι 5-10 χρόνια μεγαλύτερος.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Νίκος Παπαδογιάννης
Νίκος Παπαδογιάννης

Ανέμων, υδάτων και ακραίων καιρικών φαινομένων το ανάγνωσμα. Μπήκατε στο λημέρι του μπάσκετ, αλλά κινδυνεύετε να διαβάσετε ό,τι άλλο βρέξει ο ουρανός. Το πορτοκαλί ένδυμα υποχρεωτικό, το χαμόγελο προαιρετικό. Εδώ δεν χαϊδεύουμε αυτιά, ούτε κρύβουμε λόγια. Αυτές είναι οι αρχές μας. Αν σας αρέσουν, αφήστε τα έγχρωμα γυαλιά στην είσοδο και κοπιάστε. Αν δεν σας αρέσουν, έχουμε κι άλλες.

Μοναδικός απαράβατος κανόνας είναι ότι όλα επιτρέπονται.