Εθελοντής για το απόσπασμα

Εθελοντής για το απόσπασμα

Εθελοντής για το απόσπασμα

bet365

Ο Γιάννης Ντεντόπουλος αναλύει τις αιτίες που η Εθνική ομάδα δεν έχει ακόμη προπονητή και εξηγεί γιατί η Ομοσπονδία, με τη συνολική στάση της, σαμποτάρει τις ίδιες της τις προσπάθειες.

Πριν προχωρήσουμε σε οποιαδήποτε άλλη συζήτηση και για να αποφύγουμε τους αβασάνιστους αφορισμούς, πρέπει να συμφωνήσουμε σε μια θεμελιώδη διαπίστωση: η θέση του Ομοσπονδιακού προπονητή, σε οποιαδήποτε Εθνική ομάδα, ειδικά μέσα στο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια, δεν προσφέρει πια ελκυστική επαγγελματική προοπτική. Ειδικά σε έναν προπονητή που βρίσκεται σε μια γόνιμη φάση της επαγγελματικής του καριέρας.


Ποιος θα προτιμήσει ένα πόστο λόγω του οποίου μπορεί να βρίσκεται στο προσκήνιο μόνο για ένα μήνα, όταν έχει την ευκαιρία να διεκδικήσει το καλύτερο δυνατό συμβόλαιο σε έναν σύλλογο που θα του προσφέρει και υψηλότερη αμοιβή αλλά και την ευκαιρία να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή για δέκα μήνες;


Η κατάσταση γίνεται πλέον χειρότερη με την διαμάχη της FIBA με την Euroleague και κατ' επέκταση το Eurocup, δηλαδή τις διοργανώσεις που συγκεντρώνουν τις κατά τεκμήριο ισχυρότερες ομάδες.
Ειδικά από την στιγμή που η διεθνής Ομοσπονδία ετοιμάζεται να προσθέσει εμβόλιμους αγώνες πρόκρισης, το πρόβλημα (για τους προπονητές) γίνεται ακόμη μεγαλύτερο,αφού δεν είναι δα και τόσο εύκολο να εξασφαλίσουν άδεια παράλληλης απασχόλησης, δηλαδή να αφήνουν, στα μέσα στη σεζόν, τις ομάδες τους για να εξυπηρετήσουν τις συγκεκριμένες απαιτήσεις.


Μια ακόμη παράμετρος που αποτελεί επιπλέον εμπόδιο για όποιον αναλάβει μια Εθνική ομάδα, είναι ότι δεν μπορεί να κάνει προγραμματισμό. Πού να ξέρει πόσοι και ποιοι από τους πρωτοκλασάτους παίκτες θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν άδεια; Από το ΝΒΑ, αδύνατον. Από την Euroleague ή το Eurocup, πλέον, χλωμότατο. Συν τοις άλλοις τα τελευταία χρόνια, ακόμη κι εκείνοι οι παίκτες πρώτης γραμμής που δεν αποσύρθηκαν νωρίς από την Εθνική ομάδα της πατρίδας τους, περιοδικά αποζητούν ένα διάλειμμα για να ξεκουράσουν το κορμί τους από το φορτωμένο πρόγραμμα. Να κάνουν το απαραίτητο σέρβις στον οργανισμό τους.


Όλοι αυτοί οι αστάθμητοι παράγοντες, σαφώς και δεν επιτρέπουν στον (Ομοσπονδιακό) προπονητή να νιώσει την σιγουριά ότι θα διεκδικήσει τους στόχους που του θέτει η εκάστοτε Ομοσπονδία με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις. Ενίοτε, το τελικό αποτέλεσμα είναι και προϊόν συγκυρίας, ειδικά αν δεν έχει γίνει ο κατάλληλος προγραμματισμός.


Ο Ετόρε Μεσίνα, που έχει ακόμη δυο χρόνια συμβόλαιο με τους Σπερς, ενημέρωσε ότι μετά το φετινό Ευρωμπάσκετ θα αποχωρήσει από το τιμόνι της Εθνικής Ιταλίας, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να κάνει “κοπάνα” από τα “σπιρούνια”, όσο το πρωτάθλημα του ΝΒΑ θα είναι σε εξέλιξη.
Πάνω-κάτω, το ίδιο επιχείρημα επικαλέστηκε η ΤΣΣΚΑ για να μην δώσει άδεια στον Δημήτρη Ιτούδη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που προσέγγισε η ελληνική Ομοσπονδία, στην προσπάθεια να βρει την καλύτερη λύση για το θέμα του προπονητή.


Αυτή όμως είναι η μία όψη του νομίσματος η οποία είναι ίδια για όλες τις Ομοσπονδίες της Ευρώπης. Από εκεί και πέρα, η κάθε μία (Ομοσπονδία) κανονίζει την πορεία της. Προσαρμόζει τις απαιτήσεις της με βάση το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης και κινείται με “όπλο” τις δυνατότητες της (οικονομικές ή αγωνιστικές), την ευελιξία της ή ακόμη και την αξιοπιστία της. Και κάπου εδώ ξεκινάει το δικό μας μαρτύριο.


Αντί, κάτω από αυτές τις αντίξοες συνθήκες, η ελληνική Ομοσπονδία να προσπαθήσει να κάνει το πόστο του προπονητή της Εθνικής Ελλάδας, όσο πιο γοητευτικό γίνεται (αφού καλό υλικό υπάρχει), το μόνο που καταφέρνει με τους χειρισμούς της είναι το κάνει να θυμίζει εκτελεστικό απόσπασμα.


Και δεν είναι μόνο οι δηλώσεις (πρόσφατες και παλαιότερες) που απαξιώνουν το ρόλο του προπονητή, λες και πρόκειται για “αναγκαίο κακό”, ή για ένα αξεσουάρ, το οποίο, αν μπορούσε, ευχαρίστως θα είχε καταργήσει. Είναι η διαχρονική στάση της απέναντι στους ανθρώπους που κλήθηκαν να αναλάβουν αυτή τη δουλειά. Το έχει συνήθεια να απαξιώνει το ρόλο τους λες και πρόκειται για την τελευταία τρύπα του ζουρνά.


Για να μην πάμε μακριά, από την χρυσή εποχή του Γιαννάκη και μετά, κανείς δεν θυμάται έναν Ομοσπονδιακό που να ολοκλήρωσε την προσπάθειά του, χωρίς να έχει υποστεί “bulling”. Να έφυγε, έστω με ένα απλό και ανθρώπινο “αντίο”, χωρίς να νιώσει ότι τελεί υπό αποδόμηση.


Ο “δράκος”, επειδή πήγε στον Ολυμπιακό, δεν άκουσε ούτε ένα “ευχαριστώ” για τις αξέχαστες επιτυχίες. Ο Γιόνας Καζλάουσκας, μετά τα χαμόγελα του χάλκινου στο Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας (2009), μέσα σε έναν χρόνο έγινε “Υπνάουσκας”. Ο Ηλίας Ζούρος, μετά την (όντως) οδυνηρή ήττα από την Νιγηρία στο Προολυμπιακό της Βενεζουέλας, δέχθηκε πρωτοφανή και σκαιότατη επίθεση από τον αείμνηστο αρχηγό των εθνικών ομάδων, Γιώργο Κολοκυθά, ο οποίος ζητούσε μέχρι και συγνώμη από τους έμπειρους διεθνείς παίκτες. Ο Αντρέα Τρινκέρι πήγε την ΕΟΚ στα Δικαστήρια για να διεκδικήσει τα χρήματά του μετά την απομάκρυνσή του που ακολούθησε την μοναδική του παρουσία , στο Ευρωμπάσκετ της Σλοβενίας (2013). Ο Φώτης Κατσικάρης, είδε την καριέρα του να δοκιμάζεται μετά από τρεις σεζόν στις οποίες η ομάδα αποκλείστηκε στο πρώτο νοκ άουτ και δεν πέτυχε τους στόχους που τέθηκαν.


Διαχρονικά, ο προπονητής της Εθνικής έπαιζε το ρόλο του αλεξικέραυνου, ώστε όλοι οι υπόλοιποι να βγαίνουν στεγνοί και ατσαλάκωτοι. Και μέσα από αυτή την τοξική εξίσωση δεν βγάζω , ούτε απαλλάσσω το δημοσιογραφικό σινάφι, το οποίο ανέκαθεν είχε την κλίση να επιλέγει εύκολους στόχους. Και (κυρίως) στην Ελλάδα, αποδεδειγμένα ο προπονητής είναι ο πιο εύκολος (στόχος) απ' όλους, ειδικά αν πρόκειται για κάποιον που είναι ή ξένος, ή χαμηλών τόνων και δεν προκαλεί φόβο.


Φυσικά, στις επιλογές που έγιναν τα τελευταία χρόνια μπορούν να μπουν διαβαθμίσεις καταλληλότητας. Δεν κάνουν όλοι για όλα. Ωστόσο, το ίδιο προφανώς ισχύει σε όλα τα πόστα μιας ομάδας, όχι μόνο για αυτό του προπονητή.


Παρεμπιπτόντως, επειδή είναι πρόσφατες οι αναδρομές στο έπος του '87, οι οποίες συνοδεύθηκαν και με μνήμες από τους θριάμβους του 2005, 2006, ας πούμε και τούτο: Αν κατάλαβα καλά το μεν '87 τα καταφέραμε γιατί υπήρξε ένα πλάνο (αναπτυξιακό) το οποίο μπήκε σε εφαρμογή από το 1983, εφαρμόστηκε και υποστηρίχτηκε, όπως και ο κόουτς Πολίτης, παρά τις όποιες σφαλιάρες ήρθαν στην πορεία. Για τον δε άθλο του 2005 οι βάσεις μπήκαν το 2004, όταν ο Γιαννάκης, προχώρησε σε ανανέωση και μπόλιασε την ομάδα με νοοτροπία μακριά από τις κουτοπόνηρες λογικές επιλογής αντιπάλων. Ήταν προσπάθειες με μια συγκεκριμένη λογική και κατεύθυνση η οποία εκπορευόταν από τον προπονητή, ο οποίος ήταν εκεί για να δείξει προς ποια κατεύθυνση θέλουμε να βαδίσουμε κι όχι απλά για να κοουτσάρει 6-7 παιχνίδια. Η υποστήριξη της Ομοσπονδίας ήταν και στις δυο περιπτώσεις κάτι παραπάνω από απαραίτητη, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσαν να γίνουν τομές σε όλα τα επίπεδα.


Με αυτά και με εκείνα, τελειώνει ο Ιούνιος και η Εθνική μας είναι η μόνη που έχει μπροστά της το Ευρωμπάσκετ, αλλά δεν έχει προπονητή. Είναι αληθές ότι ο Παναγιώτης Γιαννάκης, “ο καταλληλότερος “ σύμφωνα με την κοινή γνώμη, δεν μπήκε καν στο κάδρο γιατί είναι “persona non grata”, για τον Γιώργο Βασιλακόπουλο. Είναι όμως και ψευδές ότι η ΕΟΚ δεν κατέβαλε προσπάθειες να καλύψει αυτό το κενό. Προσέγγισε και τον Ιτούδη και τον Μπαρτζώκα, τα δυο πιο ισχυρά ελληνικά ονόματα στην διεθνή αγορά. Δεν απέσπασε θετική απάντηση. Συζήτησε με τον Δημήτρη Πρίφτη, ο οποίος περνάει μια δύσκολη συγκυρία και σαφώς είναι υποχρεωμένος να κοιτάξει το μέλλον το δικό του και της οικογένειάς του, τώρα που έχει αυτή τη δυνατότητα. Κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει, ειδικά όταν όλοι ξέρουν ότι η Ομοσπονδία έχει απαιτήσεις full time με αμοιβή part time (και αν).

Θυμάμαι, στο περσινό Προολυμπιακό του Τορίνο, ο Άζα Πέτροβιτς μας είχε εξομολογηθεί: «είχα αποφασίσει να αποσυρθώ από την προπονητική. Αλλά επειδή κανένας δεν δεχόταν να αναλάβει αυτή την ομάδα, με πίεσαν (Βράνκοβιτς, Ράτζα και σία) να μπω μπροστά.Το μόνο που προσπάθησα ήταν να δημιουργήσω το κατάλληλο κλίμα». Η Εθνική Κροατίας απέκλεισε κι εμάς και την οικοδέσποινα Ιταλία και προκρίθηκε στο Ολυμπιακό τουρνουά του Ρίο. Δεν τη λες όμως και (φωτεινό) παράδειγμα προς μίμηση.

Εν πάση περιπτώσει, μα σήμερα, μα αύριο, μα δυο μέρες πριν ξεκινήσει η προετοιμασία, προπονητής θα βρεθεί. Δεν υπάρχει περίπτωση να πάει στο Ελσίνκι ακέφαλη η Εθνική. Μπορεί μάλιστα, αυτός που θα αναλάβει, να διαθέτει όλα τα εχέγγυα για να την κουμαντάρει. Υπάρχουν πολλοί ικανοί Έλληνες προπονητές, διαφόρων ηλικιών. Το θέμα όμως είναι ότι αυτό που συμβαίνει δεν είναι φυσιολογικό, όπως προσπαθούν να μας το παρουσιάσουν με σοφιστείες και τεχνάσματα που αποτελούν “εκλογίκευση, που σκοτώνει τη λογική”. Ακόμη κι αν, μέσα σε αυτή την αναμπουμπούλα, η “γαλανόλευκη” πάει να παίξει χωρίς άγχος, καταφέρει να καταρρίψει όλους τους νόμους της λογικής και κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο, θα είναι κατά τύχη. Σαν ένα ραντεβού στα τυφλά. Κι όχι προϊόν σχεδίου και οργανωμένης προσπάθειας, όπως όντως είχε συμβεί το 1987 ή το 2005.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Γιάννης Ντεντόπουλος
Γιάννης Ντεντόπουλος