Η κριτική είναι σαν τη βροχή

Η κριτική είναι σαν τη βροχή

Βασίλης Βλαχόπουλος Βασίλης Βλαχόπουλος
Η κριτική είναι σαν τη βροχή

bet365

Βλέποντας την αντίδραση του Δημήτρη Πρίφτη και την ενόχλησή του για την κριτική που ασκείται στην ομάδα του, ο Βασίλης Βλαχόπουλος ζυγίζει τα δίκια και τα άδικα του προπονητή του Άρη.

Λένε ότι η κριτική είναι σαν τη βροχή. Μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη αλλά και να καταστρέψει τις ρίζες. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι προφανές ότι ο Δημήτρης Πρίφτης εκτιμά ότι η κριτική που ασκείται στην ομάδα του αγγίζει τα όρια της ισοπέδωσης και δεν λειτουργεί προς τη σωστή κατεύθυνση, αυτήν της ανάπτυξης.

Είναι αλήθεια ότι ο κόουτς του Άρη δεν (μας) έχει συνηθίσει σε ξεσπάσματα, πιθανολογώ ότι μάλλον έχει φτάσει στα όριά του. Στη συγκεκριμένη γωνιά έχει γίνει η προσωπογραφία του, κατατέθηκαν προβληματισμοί, γράφτηκαν μπόλικες αράδες κριτικής, δίχως όμως να ισοπεδωθούν πρόσωπα και καταστάσεις αλλά καυτηριάζοντας αγωνιστικές συμπεριφορές.

Έχουμε ξαναγράψει ότι ο Πρίφτης δεν άγεται και φέρεται αναλόγως των προθέσεων και των συναισθημάτων των φιλάθλων.Επιβεβαιώνει την άποψη που θέλει τους προπονητές να βαδίζουν σ’ έναν μοναχικό δρόμο. Δύσκολα θα υψώσει τις μπουνιές του, ακόμη δυσκολότερα θα πανηγυρίσει με τους φιλάθλους, ενώ θα αποφύγει τα… καραγκιοζλίκια που θα ενισχύσουν τυχόν σχέσεις δεσμού του με τον «λαό».

Από την άλλη πλευρά, αντιμετωπίζει δυσκολία στην αποδοχή του… περίγυρου. Κυρίως του απαιτητικού, του γκρινιάρη φιλάθλου. Αυτό το περιβάλλον υπάρχει σε κάθε εμπορική ελληνική ομάδα. Ναι, πολλές φορές είναι άδικο.

Γενικά, οι νίκες και οι τίτλοι θρέφουν τους φιλάθλους κι όταν σταματήσει η σίτιση τότε αρχίζουν τα προβλήματα. Ωστόσο, αν λείπει η προσδοκία, το όραμα, η απαίτηση, τότε έρχεται η αδιαφορία και η απαξίωση, καταστάσεις πολύ χειρότερες από την (κάποιες φορές) άδικη κριτική.

Ο Πρίφτης ανέφερε πολλές φορές τη λέξη «ρεαλισμός». Σαφώς και υπάρχουν πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν την έλλειψη ρεαλιστικής προσέγγισης των πραγμάτων. Αυτό είναι ελληνικό ιδίωμα. Συμβαίνει παντού.

Για παράδειγμα, ο Άρης προκρίθηκε στους «16» του Champions League έναντι της Στρασμπούρ. Η γαλλική ομάδα πηγαίνει στον τελικό του Πρωταθλήματος επί τέσσερα συναπτά έτη, πέρυσι έπαιξε στον τελικό του Eurocup. Δεν είναι αμελητέα ποσότητα αλλά επικράτησε η αίσθηση ότι είναι τα… Τρίκαλα της Γαλλίας. Γι’ αυτό και θεωρήθηκε αυτονόητη η νίκη με +19 στη Θεσσαλονίκη.

Πηγαίνοντας δε στη Rhenus Sport Arena για τον δεύτερο αγώνα, οφείλω να ομολογήσω ότι την ατμόσφαιρα που δημιούργησαν αυτοί οι πουρκουάδες, οι ξενέρωτοι οι Γάλλοι, δύσκολα τη βρίσκεις στην Ελλάδα. Επί δύο ώρες, έξι χιλιάδες κόσμος ήταν στο πόδι, έβγαζαν τα λαρύγγια τους, χωρίς ακρότητες και σε μια άκρως αθλητική ατμόσφαιρα.

Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι ο Άρης χάθηκε στο παρκέ, επιβεβαίωσε ότι είναι μια ασταθέστατη ομάδα. Οπότε, είναι αδύνατο να μη γίνει κριτική. Πάνω στον εκνευρισμό που νιώθει ο απλός φίλαθλος, προφανέστατα θα είναι και σκληρή. Σε άλλες χώρες λένε… «οκ, πάμε για το επόμενο». Στην Ελλάδα, η κουλτούρα του κόσμου οδηγεί σε άλλες αντιδράσεις.

Χθες ο Πρίφτης μίλησε για μιζέρια, για την άρνηση αποδοχής των καλών στιγμών από τον κόσμο, την ισοπεδωτική κριτική που δέχεται η ομάδα του. Πράγματι υπάρχουν πολλές στιγμές όπου η μιζέρια αναδύεται σαν μια δυσάρεστη οσμή. Αυτή πηγάζει από το γεγονός ότι ο Άρης είναι μια ομάδα υψηλών απαιτήσεων με δύσκολο κόσμο που δεν αντέχει άλλο το στάσιμο και επιζητεί απεγνωσμένα την πρόοδο. Είναι όμως ο ίδιος κόσμος που μετά τον τελικό του Κυπέλλου χειροκρότησε την ομάδα.

Που θέλω να καταλήξω. Μπασκετικά, ο Άρης πέρασε από συμπληγάδες, σύρθηκε στο χώμα, προσπάθησε να πατήσει στα πόδια του, είναι σε μια διαρκή μάχη με τις παθογένειές του και με τις απαιτήσεις της εποχής. Στις σκέψεις του κόσμου, φέτος ο πήχης τοποθετήθηκε ψηλά και βάσει αυτού ασκεί κριτική. Γιατί ο σύλλογος διανύει μια δύσκολη εποχή κι αυτή την περίοδο το τμήμα μπάσκετ είναι το μοναδικό που μπορεί να του δώσει όραμα με συνέπεια να γίνεται ακόμη πιο απαιτητικός και σκληρός στην κριτική του.

Μέσα σε αυτό το κοινό υπάρχει κι ένα μέρος φιλάθλων που κρίνουν και κατακρίνουν αναλόγως του παρελθόντος, αρνούμενοι να συμβιβαστούν με την πραγματικότητα. Είτε γιατί δεν παρακολουθούν την εξέλιξη του αθλήματος και νομίζουν ότι ο χάρτης του μπάσκετ συνεχίζει να περιορίζεται σε 5-6 χώρες, είτε γιατί θέλουν να είναι «κολλημένοι» στο παρελθόν, σε πρόσωπα παλιότερων δεκαετιών. Δεν είμαι σύμφωνος αλλά…

… Καλώς ή κακώς όμως, αυτή η αύρα του παρελθόντος κράτησε τον Άρη και δεν είναι είδος μίας χρήσης. Ή την έχεις ή δεν την έχεις. Κι όταν είσαι σε μια ομάδα με τόσο έντονη παράδοση και ιστορία κάποια πράγματα πρέπει να τα ξέρεις και να τα διαχειρίζεσαι.

Όπως για παράδειγμα την υψηλή προσδοκία του κόσμου η οποία (φέτος) γκρεμίστηκε έπειτα από τα πρώτα δείγματα γραφής και τώρα αντιμετωπίζει εξίσου μεγάλο πρόβλημα συμβιβασμού με την πραγματικότητα και την ύπαρξη μιας μέτριας ομάδας. Χθες, στο πρώτο ημίχρονο οι φίλαθλοι αγανάκτησαν και στο δεύτερο χειροκροτούσαν και αποθέωναν. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα του γηπέδου και του ελληνικού αθλητισμού. Είμαστε των άκρων.

Ο Πρίφτης δεν είναι ευθυνόφοβος. Ίσα-ίσα που ανέλαβε την ευθύνη για συγκεκριμένα πράγματα και καλά έκανε γιατί του ανήκει. Όπως είχα γράψει και για τον Νίκο Αναστόπουλο, έχω την αίσθηση ότι πολλά βράδια παίρνει φόρα και βαράει το κεφάλι του στον τοίχο για κάποιες (πολλές ή λίγες δεν έχει σημασία) επιλογές που έκανε.

Απλά, στην παρούσα φάση, δεν είναι ηλίθιος για να βγει και να μιλήσει με λεπτομέρειες. Αν όμως του δινόταν η ευκαιρία να γυρίσει τον χρόνο πίσω, θα άλλαζε ένα μεγάλο ποσοστό των κινήσεών του.

Το βασικό επιχείρημα του για την αγωνιστική αστάθεια της ομάδας είναι οι τραυματισμοί και επί τούτου, κανείς δεν μπορεί να του δώσει άδικο. Ο Άρης θα ήταν πολύ διαφορετικός αν υπήρχε ο υγιής Σανικίντζε. Μεγάλο πλήγμα. Κι ας γίνομαι κουραστικός γράφοντάς το ξανά και ξανά. Είναι ο μοναδικός από τους τωρινούς παίκτες του Άρη που θα μπορούσε να χτίσει γραμμή σύνδεσης μεταξύ ψηλών-κοντών. Να αξιοποιήσει παίκτες που κινούνται χωρίς την μπάλα στην baseline (σ. σ. Μαρμπλ) ή αυτούς που όταν παίρνουν την μπάλα ψηλά τελειώνουν τη φάση (σ. σ. Μπάκνερ). Οι τραυματισμοί σε συνδυασμό με το επίπεδο των επιλογών διαμόρφωσαν ένα δύσκολο σκηνικό.

Ακόμη και σήμερα, ο Άρης δεν έχει γίνει ομάδα γιατί δεν αποκτήθηκε ποτέ παίκτης ανάλογων χαρακτηριστικών. Αν ήταν, δεν θα εμφάνιζε αυτά τα αγωνιστικά σκαμπανεβάσματα. Για παράδειγμα, όλοι συγκρίνουμε τη φετινή με την περσινή ομάδα και στεκόμαστε σε πρόσωπα. Λάθος. Με μια εξαίρεση, τον Οκάρο Ουάιτ.

Το προσόν της περσινής ομάδας ήταν ότι με άριστα το «10» έπαιζε από το «6» έως το «10». Η φετινή κινείται από το «2» έως το «8». Γιατί πέρυσι όλοι ξεκίνησαν μαζί τον Αύγουστο του 2015 και τελείωσαν μαζί τον Ιούνιο του 2016. Φέτος οι αλλαγές άρχισαν από τον Οκτώβρη.

Κι έτσι η περσινή ομάδα είχε ομοιογένεια και η φετινή ακόμη τη ψάχνει. Η περσινή ομάδα είχε ψυχολογία ενώ η φετινή δεν την απέκτησε ποτέ. Την περσινή χρονιά οι φίλοι του Άρη «κατάπιαν» συντριβές, φέτος δεν χώνεψαν ούτε πρόκειται να χωνέψουν τις δύο ήττες από τον ΠΑΟΚ. Με υποθετικά σενάρια δεν γράφεται ιστορία αλλά ο Άρης θα ήταν πολύ διαφορετικός αν δεν έκανε εκείνες τις ήττες από Ρέθυμνο και ΠΑΟΚ.

Εν τέλει, αυτή είναι η ομάδα φέτος. Μπορεί την Τετάρτη να ρίξει μια 20αρα στη Βιλερμπάν και μετά από μία εβδομάδα στη Γαλλία να παλεύει να κρατήσει τη διαφορά. Μπορεί να χάσει από τα Τρίκαλα με 15-16 πόντους και μετά να κερδίσει την ΑΕΚ.

Μετά τον αγώνα με τη Στρασμπούρ, ο Βλαδίμηρος Γιάνκοβιτς ρωτήθηκε για το κάκιστο πρόσωπο που παρουσίασε ο Άρης για τρία δεκάλεπτα. «Παιδιά, θετική ενέργεια χρειάζεται η ομάδα», είπε. Κάτι παραπάνω θα ξέρει...

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Βλαχόπουλος
Βασίλης Βλαχόπουλος

Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία στα τελευταία χρόνια της… λαδόκολλας. Χάριν οικονομίας, το λευκό χαρτί χρησιμοποιούταν σε έκτακτες και ιδιαιτέρως σοβαρές καταστάσεις, ούτως ή άλλως ήταν δυσεύρετο. Πρόλαβε τη διαδικασία αποστολής των φαξ, αλλά και τις πρώτες συσκευές κινητής τηλεφωνίας με τη λαστιχένια κεραία που θύμιζαν στρατιωτικούς ασυρμάτους.

Παρακολουθεί όλες… τις μπάλες, αλλά η αδυναμία του είναι η πορτοκαλί, η σπυριάρα, λόγω της ειδοποιού διαφοράς μεταξύ ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Στο μπάσκετ ΠΑΝΤΑ κερδίζει ο καλύτερος. Στο ποδόσφαιρο, μπορεί να κερδίσει ο πιο τυχερός.

ΥΓ: Οσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα περιοδικά κι αν πέσουν στα χέρια του, το «Τρίποντο» ήταν, είναι και θα είναι το κορυφαίο forever and ever.