Ου στρογγυλοκαθίσεις
Στις ουσιαστικές διαφορές μεταξύ μπάσκετ και ποδοσφαίρου συμπεριλαμβάνεται και η ευχέρεια κινήσεων στην ενίσχυση των ομάδων. Στο μπάσκετ, εφόσον διαθέτεις χρήμα και τεχνογνωσία είναι σχετικά εύκολο να ισχυροποιηθείς διότι αυτή τη δυνατότητα σου προσφέρουν οι κανονισμοί. Αντιθέτως, στο ποδόσφαιρο έχει μόλις δύο ευκαιρίες, όσες είναι και οι μεταγραφικές περίοδοι.
Στην περίπτωση του μπασκετικού Άρη υπήρξε ένα διάστημα όπου η λέξη «αποσυμφόρηση» χρησιμοποιούταν σε καθημερινή βάση και πιστοποιούσε α) τη δυσκολία διαχείρισης του υλικού και β) τη βεβαιότητα ότι εκείνο το υλικό ήταν αδύνατο να αποκτήσει χημεία. Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο δύο αποχωρήσεων (σ. σ. Μπάκνερ, Μαρμπλ) δίχως βέβαια να αφαιρείται από την εξίσωση και η οικονομική προέκταση των δύο ζητημάτων.
Σήμερα, ούτε έναν μήνα μετά, η ομάδα «φωνάζει» ότι χρειάζεται ενίσχυση διότι αποδείχθηκαν πράγματα επί των οποίων είχαμε τοποθετηθεί καιρό τώρα και διαπιστώνεται ότι είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι τα αγωνιστικά κενά μπορούν να καλυφθούν εκ των έσω. Γιατί.. φωνάζει από χιλιόμετρα το πρόβλημα στην οργάνωση του παιχνιδιού, γιατί επίσης ο Άρης είναι από τις χειρότερες ομάδες του Πρωταθλήματος στον τομέα των επιθετικών ριμπάουντ.
Ο Δημήτρης Πρίφτης δεν ανήκει στη συνομοταξία των προπονητών που βάζουν το μαχαίρι στο λαιμό του εκάστοτε ιδιοκτήτη. Σέβεται και με το παραπάνω το κάθε ευρώ που μπαίνει στο ταμείο. Βέβαια η λεγόμενη αποσυμφόρηση του ρόστερ αποτελούσε και δική του επιθυμία γιατί – όπως κάθε προπονητής έτσι και ο Πρίφτης – έχει τις αδυναμίες του και τα δόγματά του σχετικά με τον ρόλο που θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένοι Έλληνες παίκτες με τους οποίους συμπορεύεται εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια.
Τώρα είναι τουλάχιστον περιττό να ασχοληθούμε με όλα όσα έλαβαν χώρα από το ξεκίνημα της αγωνιστικής περιόδου διότι και για τον Άρη είναι πολύ πιο φρόνιμο να κοιτάξει το παρόν και το μέλλον. Έχει στα χέρια του την πρόκριση στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας αλλά και το «χαρτάκι» που του αποδίδει τον τίτλο του απόλυτου αουτσάιντερ, κυρίως όμως την ευκαιρία να αποκτήσει και πάλι στενούς δεσμούς με το κοινό που τον υποστηρίζει δια φωνής και… οβολού. Αν όμως επαναλάβει εμφανίσεις αντίστοιχες με αυτή κόντρα στην Σκαϊλάινερς, πολύ φοβάμαι ότι θα απομυθοποιηθεί πιο γρήγορα και από τον Ντέβιν Μαρμπλ.
Είναι οφθαλμοφανές ότι ο Άρης χρειάζεται ενίσχυση. Ακόμη και η Δημήτρης Πρίφτης (που συνήθως επικαλείται τις υπάρχουσες ισορροπίες) το παραδέχθηκε ανοιχτά και ζήτησε να γίνει όσο το δυνατόν το συντομότερο. Στην εξίσωση μπήκε όμως και ο οικονομικός παράγοντας, αυτό επιτάσσει και η διαφορετικότητα της καθημερινότητας του Άρη. Πέρυσι κινούταν στα όρια της υπερβολής, φέτος χαρακτηρίζεται τουλάχιστον «λιτή». Οι… παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι εδώ και δύο μήνες ο Άρης ανεβαίνει τον δικό του «Γολγοθά». Δοκιμάζονται σχέσεις και συνεργασίες, οι καθ’ ύλην αρμόδιοι εγγυήθηκαν ότι σύντομα η κατάσταση θα επιστρέψει σε επίπεδα φυσιολογικής ροής και ο λόγος τους έγινε αποδεκτός από τους άμεσα ενδιαφερόμενους.
Εν τέλει, αγωνιστικά είναι προφανές ότι ο Άρης μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στην οργάνωση του παιχνιδιού αλλά και κάτω από τη ρακέτα με την προσθήκη δύο παικτών. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει η δυνατότητα επιπλέον επένδυσης και θα απαντηθεί αναλόγως των κινήσεων στις οποίες θα προχωρήσουν οι «κίτρινοι», όταν αυτό το ζήτημα μπει σε καθεστώς προτεραιότητας.
Πάμε στο ποδόσφαιρο. Απέναντι στον Πανσερραϊκό, η ομάδα του Αναστόπουλου έκανε ίσως το πιο ουσιαστικό πρώτο ημίχρονο της χρονιάς συνδυάζοντας την κατοχή της μπάλας σε επίπεδα 70%-30% με δημιουργία ευκαιριών, την επίτευξη τριών τερμάτων και την αποφυγή ατομικών λαθών που (στους προηγούμενους αγώνες) έδιναν την ευκαιρία κόντρα επιθέσεων στον εκάστοτε αντίπαλο.
Μόνο που η σωστή ανασταλτική λειτουργία ήταν… εξαίρεση στον κανόνα και δεν διαφοροποιεί την ευρύτερη άποψη περί αναγκαιότητας στον τομέα της ενίσχυσης. Μέχρι στιγμής, ο Άρης μπορεί να ισχυριστεί ότι προχώρησε στην απόκτηση ενός παίκτη-εγγύηση. Του Πίτου Γκαρσία. Είναι δεδομένη η αξία του Αργεντίνου και ο Νίκος Αναστόπουλος ουσιαστικά μπορεί να προβλέψει αυτά που μπορεί να δώσει ο έμπειρος μέσος.
Επί της ουσίας όμως ο Άρης δεν μπορεί να μπει σε αγωνιστικά πειράματα σε ότι αφορά τις θέσεις στις οποίες είναι υποχρεωμένος να ενισχυθεί. Ο Ούγκο Σόουζα μπορεί να εξελιχθεί σε μια πρώτης τάξεως λύση, επί του παρόντος όμως είναι ένας ποδοσφαιριστής με επτάμηνη απουσία από επίσημους αγώνες ο οποίος υστερεί στον τομέα των παραστάσεων και είναι άγνωστος μεταξύ αγνώστων στην ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα.
Κατ’ επέκταση, ο Άρης είναι αναγκαίο να προχωρήσει στην προσθήκη εγγυημένων λύσεων. Στα χρόνια του στον Ατρόμητο, ο Πίτου Γκαρσία «έμαθε» να παίζει και ως ανασταλτικός μέσος, αλλά αυτό δεν τον βαφτίζει «κόφτη». Και ο Άρης έχει ανάγκη έναν από δαύτους, θα του χρειαστεί λόγω και του βεβαρημένου προγράμματος που ακολουθεί.
Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για το κέντρο της άμυνας. Μέχρι στιγμής, ο Ραούλ Μπράβο δεν έχει χάσει… δευτερόλεπτο από τους επίσημους αγώνες, ενώ με την ίδια ακριβώς συνέπεια βρίσκεται στον αγωνιστικό χώρο και ο Ιντζίδης. Με εξαίρεση τον σημερινό αγώνα (18/1) με τον Πανσερραϊκό, η αμυντική τετράδα αντιμετώπισε πολλά προβλήματα στους αγώνες που προηγήθηκαν, οπότε είναι αναγκαίο να προστεθεί μια βασική επιλογή.
Πολλοί αναρωτιούνται τους λόγους για τους οποίους οι «κίτρινοι» στράφηκαν στη ξένη αγορά, συνυπολογίζοντας και τον περιορισμό των πέντε ξένων στην 11αδα. Η απάντηση είναι απλή. Από την ελληνική αγορά, εκτιμήθηκε ότι με εξαίρεση τους Αβραάμ Παπαδόπουλο, Στάθη Ταυλαρίδη δεν υπάρχουν αξιόπιστες λύσεις.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Νίκος Αναστόπουλος έκρινε ότι είναι προτιμότερο να θυσιάσει τον ρόλο κάποιου από τους υπάρχοντες ξένους (σ. σ. δεν είναι τυχαίο ότι ο Νέτο έχει περιορισμένο χρόνο συμμετοχής) και να κυνηγήσει την απόκτηση ξένου στόπερ που θα του λύσει ένα από τα πιο ουσιαστικά αγωνιστικά προβλήματά του.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.