torecilla

Η συγκλονιστική ιστορία της Βιρχίνια Τορεσίγια: Από το έρεβος του πόνου, στον ήλιο της ελπίδας

Μαριλένα Καλόπλαστου

Από τη διάγνωση του όγκου στον εγκέφαλο, στη νίκη ζωής, κι από εκεί στο σοβαρό τροχαίο της μητέρα της που την καθήλωσε σε αναπηρικό αμαξίδιο. Η Βιρχίνια Τορεσίγια άνοιξε την καρδιά της στον «Guardian» κατά τη βράβευσή της ως την Καλύτερη Ποδοσφαιρίστρια της Χρονιάς.

13 μήνες. 30 κύκλοι ακτινοθεραπείας, 15 κύκλοι χημειοθεραπείας. Ποιας διοργάνωσης ποδοσφαίρου ο βαθμός δυσκολίας θα μπορούσε έστω να συγκριθεί με αυτό; Η Βιρχίνια Τορεσίγια διαγνώστηκε με όγκο στον εγκέφαλο, όμως πάλεψε σκληρά και αναδείχθηκε αναμφίβολα MVP. Τη δεύτερη ημέρα του νέου χρόνου καθώς κρατούσε στα χέρια της το βραβείο του «Guardian» για την Κορυφαία Ποδοσφαιρίστρια της Χρονιάς, μίλησε όχι μόνο για το σοβαρό θέμα υγείας που αντιμετώπισε, μα και για το τροχαίο δυστύχημα που ανάγκασε τη μητέρα της να κινείται με αναπηρικο αμαξίδιο. Ατύχημα που συνέβη λίγο αφότου η ίδια άρχισε να βγαίνει από το τούνελ.

Η Ισπανίδα μεσοεπιθετικός εξιστορείται τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής της. Τον φόβο, την ελπίδα, τις τύψεις, τη δύναμη.

Ήταν Ιούνιος του 2021, μια Πέμπτη. Η Μάρι, η οποία είχε μετακομίσει στη Μαδρίτη για να φροντίζει την κόρη της, επρόκειτο να αναχωρήσει τη Δευτέρα. Οι χειρότερες ημέρες επιτέλους ήταν πίσω τους. Υπήρξε μποτιλιάρισμα, η κυκλοφορία επιβραδύνθηκε και σταμάτησε, και η Τορεσίγια άκουσε τα ηχητικά σήματα λίγο πριν ένα λευκό φορτηγάκι χτυπήσει το πίσω μέρος του αυτοκινήτου της. Το κεφάλι της Μαρί αιμορραγούσε και δεν ένιωθε τα πόδια της. Την απελευθέρωσε η πυροσβεστική, μεταφέρθηκε στην εντατική, χειρουργήθηκε το επόμενο πρωί και παρέλυσε από τη μέση και κάτω.

Θα περνούσα τον καρκίνο 15 φορές περισσότερο, για να ξαναπερπατήσει η μαμά μου

«Ήμουν βυθισμένη», λέει η μεσοεπιθετική της Ατλέτικο Μαδρίτης και μετά η φωνή της έσπασε και η όρασή της θόλουσε καθώς τα μάτια της πλημμύρισαν με δάκρυα.
«Θα περνούσα τον καρκίνο 15 φορές περισσότερο. Δεκαπέντε, ε. Θα έκανα 30 χημειοθεραπείες για να ξαναπερπατήσει η μαμά μου. Το υπόσχομαι, το υπόσχομαι. Με όλη μου την καρδιά. Τρία χρόνια χημειοθεραπεία. Πέντε! Δεν με νοιάζει. Μακάρι να μπορούσε να ξανασταθεί στα πόδια της», συγκλονίζει.

«Όταν συνέβη το ατύχημα, ήθελα να τα παρατήσω όλα», συνεχίζει. «Είπα στον σύλλογο: "Δεν θέλω να συνεχίσω". Είπα στους γονείς μου ότι ήθελα να τα παρατήσω, να πάω σπίτι μου. Μου είπαν: "Ούτε να το σκέφτεσαι"».

Έξι μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2022, 683 ημέρες από τον τελευταίο της αγώνα, σχεδόν δύο χρόνια αφότου της είπαν ότι δεν θα ξαναπαίξει ποτέ ποδόσφαιρο, η μεσοεπιθετικός της Ατλέτι, επέστρεψε στους αγωνιστικούς χώρους στον τελικό του ισπανικού Super Cup. «Όταν οι άνθρωποι λένε ότι είμαι μαχήτρια, ένα παράδειγμα, είναι υπέροχο», λέει. «Αλλά ο πόνος που ένιωσα: δεν είναι ο καρκίνος στο σώμα μου, είναι όλα όσα ξεπέρασα ψυχολογικά, όλα όσα πέρασα με τη μητέρα μου. Αυτό είναι δύσκολο, ειλικρινά. Πολύ, πολύ, πολύ, πολύ δύσκολο».

Η διάγνωση που άλλαξε τη ζωή της, που άλλαξε την ίδια, ήρθε τον Μάιο του 2020 κατά τη διάρκεια του lockdown. «Ο αυχένας μου πονούσε, ο πόνος πήγαινε στο κεφάλι μου. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Στον διάδρομο ένοιωθα ζαλάδα και αδιαθεσία. Σκέφτηκα: "Κάτι δεν πάει καλά"», θυμάται. «Έκαναν αξονική τομογραφία και μου είπαν ότι έχω όγκο, αλλά είναι καλοήθης. Μπορούν να τον αφαιρέσουν, χωρίς πρόβλημα. Σε τέσσερις, πέντε μήνες θα προπονούμαι ξανά.Βγαίνω από την εγχείρηση, όλα πήγαν καλά. Κάνω ένα βίντεο που λέει ότι είχα έναν όγκο, αλλά είναι εντάξει. Μια εβδομάδα αργότερα, επιστρέφω για να περιποιηθώ το τραύμα και μου λένε ότι είναι κακοήθης»!

Δεν γνώριζε τι ακριβώς είναι η ακτινοθεραπεία. Ήξερε ότι ο καρκίνος σκοτώνει ανθρώπους, ότι η χημειοθεραπεία σε χτυπάει δυνατά. Έκλαιγε. «Τι θα γίνει αν δεν μπορέσω να ανταπεξέλθω στη χημειοθεραπεία; Κι αν πεθάνω;», ρωτούσε τη μαμά της. Και εκείνη με όλη την ψυχραιμία και τη δύναμη του κόσμου της απαντούσε: «Μπα, η χημειοθεραπεία δεν είναι τίποτα. Χαλάρωσε». Προσπαθούσε να την «κοροϊδέψει», ώστε να μην αισθάνεται τόσο άσχημα, να μην υποφέρει τόσο πολύ.

«Η ακτινοθεραπεία γινόταν απευθείας στο σημείο του όγκου- η χημειοθεραπεία, πφφφ, ήταν μακρά. Οι πρώτοι κύκλοι ήταν εντάξει, οι πέντε τελευταίοι ήταν φρικτοί. Ήμουν τόσο κουρασμένη. Οι άμυνές μου ήταν χαμηλές, δεν με άφηναν να βγω έξω. Αν κολλούσα Covid θα μπορούσα να πεθάνω», περιγράφει.

Ήμουν σε κατάθλιψη. Δεν έτρωγα, δεν κοιμόμουν. Το να παίζω ήταν μια υποχρέωση

Η Ισπανίδα μεσοεπιθετικός έχασε τα μαλλιάτης, έχασε 16 κιλά. Ήταν αδύναμη, ευάλωτη. «Είχα την υποστήριξη της Ατλέτικο: αν δεν την είχα, δεν θα ήμουν εδώ. Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να μπουν στα νοσοκομεία. Ο θείος μου πέθανε μετά από πέντε μήνες επειδή δεν μπορούσε να νοσηλευτεί. Πέθανε από καρκίνο του προστάτη», συνεχίζει την ανατριχιαστική περιγραφή.

Δύσκολα μπορεί κάποιος να συνειδητοποιήσει την τεράστια ψυχική δύναμη, το σθένος που χρειάστηκε να δείξει για να συνεχίσει να προχωρά. Διαγνώστηκε με καρκίνο, πέθανε ο αδερφός της μητέρας της, νικά τον καρκίνο, έρχεται το δυστύχημα. Μπαίνει η μητέρα της εντατική για δύο εβδομάδες. Στη συνέχεια
έξι μήνες στο νοσοκομείο του Τολέδο, για αποκατάσταση, για να την προετοιμάσουν για τη ζωή στο αναπηρικό αμαξίδιο.

«Ήμουν πάντα θετική, αλλά έγινα ένα πολύ αρνητικό άτομο. Κατηγορούσα τον εαυτό μου. Γιατί; Επειδή οδηγούσα», λέει παρότι δεν είχε ευθύνη για το τρακάρισμα κάτι που διαβεβαίωσε και ένας από τους αξιωματικούς της Guardia Civil που χειρίζεται την υπόθεση. Κι όμως εκείνη επιμένει να λέει «Ναι, αλλά εγώ οδηγούσα». Και συνεχίζει: «Και η μαμά μου είχε έρθει στη Μαδρίτη για μένα, για να με προσέχει. Δεν συγχώρεσα ποτέ τον εαυτό μου. Τελείωσα τη χημειοθεραπεία, ήμουν πολύ αδύναμη, πολύ, πολύ αδύναμη, ζύγιζα 40 κιλά, δεν μπορούσα να φάω. Έμεινε για να ξανασταθώ στα πόδια μου. Και όταν άρχισα να νιώθω ότι είμαι πάλι καλά, ότι μπορώ να συνεχίσω ...»

Ο καρκίνος την πόνεσε, αλλά το ατύχημα της μητέρας της είναι αυτό που την επηρέασε πραγματικά. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί η ζωή της δίνει μια δεύτερη ευκαιρία και μετά συμβαίνει αυτό. Ήταν δύσκολο να το αποδεχτεί. Να το εξηγήσει. Να το διαχειριστεί.

Όπως λέει στον «Guardian» όσο πάλευε με τον καρκίνο δεν πήγε σε ψυχολογό. Ήξερε τι αντιμετώπιζε. Αλλά όταν συνέβη αυτό, δεν ήξερε τι να κάνει. Ήταν βυθισμένη. Έπεσε σε κατάθλιψη. Δεν ήθελε να βγει από το σπίτι. Πήγαινε για προπονήσεις καθοδηγούμενη από ένα τεράστιο «πρέπει». Ήταν η δουλειάτης. Ωστόσο ήθελε απλώς να είναι σπίτι με την οικογένειά της. «Ήμουν σε κατάθλιψη. Δεν έτρωγα, δεν κοιμόμουν. Το να παίζω ήταν μια υποχρέωση».

Η υποχρέωση ήταν μέρος της σωτηρίας. «Μετά από ένα χρόνο αγώνα, δεν μπορούσα να πετάξω λευκή πετσέτα. Δεν μπορούσα να εγκαταλείψω το ποδόσφαιρο για χάρη της συναισθηματικής κατάστασης των γονιών μου. Μου είπαν: "Μετά από όλα όσα πέρασες, πρέπει να αποδείξεις τη δύναμη της ανθρώπινης θέλησης". "Αυτό είσαι εσύ", είπε ο πατέρας μου. Τα έκανα όλα γι' αυτούς»

Ο αγώνας της, ο αγώνας τους, έγινε κάτι πολύ μεγαλύτερο. Πολύ εμπνευσμένο. Τον Ιανουάριο, προς το τέλος του τελικού του ισπανικού Σούπερ Καπ απέναντι στην Μπαρτσελόνα, την πρώην ομάδα της, έπαιξε ξανά. Η Τορεσίγια το θυμάται και χαμογελάει. Εκείνο το «Βιρχίνια, κάνε ζέσταμα, μπαίνεις». Δεν είχε σκεφτεί ως εκείνη την στιγμή ότι θα μπορούσε να της προκαλέσει τόσο άγχος και τόσο ενθουσιαμό παράλληλα. Πετάχτηκε όρθια, έτρεξε πίσω από τον πάγκο, πέταξε το μπουφάν της. Με δυσκολία θυμόταν να κάνει έστω τα βασικά. Ή έτσι ένιωθε μετά από δύο χρόνια απουσίας.

Ο κόσμος σηκώθηκε στις κερκίδες σαν μια γροθιά. Ένα παρατεταμένο χειροκρίτημα ακολουθούμενο από το όνομά της. Καθώς περίμενε στην γραμμή, η Αλέξια Πουτέγιας πλησίασε για να την αγκαλιάσει. Οι συμπαίκτριές της τής έδωσαν το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Είχαν απομείνει πέντε λεπτά, το παιχνίδι είχε κριεθί, η ομάδα της είχε υποστεί μια βαριά ήττα. Κανείς δεν νοιαζόταν όμως.

Ονειρεύομαι να παίξω και να δω τη μαμά μου εδώ, τον μπαμπά μου δίπλα της

«Ήθελα οι άνθρωποι να δουν ότι είχα ξεπεράσει τον καρκίνο και ότι θα μπορούσαν να το κάνουν κι αυτοί. Ήταν μια ιστορική στιγμή, μια εικόνα που θα υπάρχει για πάντα στο ποδόσφαιρο γυναικών. Πάντα ήθελα να είμαι ένα πρότυπο. Πάντα. Ήθελα να γίνει γνωστό το όνομά μου. Δυστυχώς, η ζωή με υπέβαλε σε κάτι άλλο, αλλά αυτό σήμαινε ότι έγινα σύμβολο για την υπέρβαση. Ήμουν στο σούπερ μάρκετ και ένας άνθρωπος με σταματάει και μου λέει: "Βιρχίνια, κοίτα: η αρχηγός μου". Μου δείχνει το τηλέφωνό του, μια φωτογραφία μου, φαλακρή, με το περιβραχιόνιο. Δεν θα το φανταζόμουν ποτέ, αλλά είναι ένα από τα ωραιότερα πράγματα. Έχει πραγματικά αξία», λέει.

Και συνεχίζει σερβίροντας την αλήθεια τς ωμή και σκουπίζοντας τα δάκρυά της στο μανίκι της μπλούζας της: «Ξεπέρασα τον καρκίνο. Η ζωή μας έχει αλλάξει. Με έκανε άλλον άνθρωπο, πιο συνεπή. Βλέπω φως στην άκρη του τούνελ, κάθε μέρα και καλύτερα. Ένα χρόνο μετά το ατύχημα της μητέρας μου, δεν λέω ότι είμαστε υπερ-ευτυχισμένοι, αλλά είμαστε σταθεροί. Οι άνθρωποι δεν το συνειδητοποιούν μέχρι να συμβούν άσχημα πράγματα. Η μαμά μου είναι καλά. Είναι μαχήτρια. Και ο μπαμπάς μου, είναι η ψυχή του σπιτιού. Είμαστε εντάξει, συνεχίζουμε. Είμαι εδώ, κάθε μέρα, προπονούμαι και το απολαμβάνω. Οι άνθρωποι λένε: "Είναι η στιγμή σου, Βιρχίνια". Δεν θέλω καν να είναι η στιγμή μου. Θέλω απλώς να δουλεύω, να αγωνίζομαι, να είμαι με τους ανθρώπους μου».

Στο δεξί μηρό της υπάρχει ένα τατουάζ: "Σταμάτα να υπάρχεις".

"Ναι", λέει χαμογελόντας και δείχνει τον αριστερό της μηρό, "και άρχισε να ζεις".

«Υπάρχουμε - πρέπει να ζήσουμε. Θυμάμαι ότι στα 18 μου σκεφτόμουν: "Πού θα είμαι στα 25 μου;". Ή θυμάμαι να επιστρέφω από ένα Παγκόσμιο Κύπελλο στα 21 και στα 26, ένα κορίτσι που τα είχε όλα. Δεν μπορείτε να το φανταστείτε αυτό. Ή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς να γράφω: "2020, πόσο καλό ακούγεσαι". Και μετά κοίτα: Το 2020 και το 2021 ήταν φρικτά, ήρθε το 2022 και συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να περιμένω τίποτα. Η ζωή το έφερε αυτό. Χαίρομαι που ξεπέρασα έναν όγκο και μπορώ να δώσω φωνή σε όσους αγωνίζονται. Η ζωή με έκανε να καταλάβω πράγματα που δεν είχα καταλάβει ποτέ πριν».

Όσο για το ποδόσφαιρο; Όλες εκείνες οι ιστορίες που το θέλουν το «πιο σημαντικό ασήμαντο» πράγμα στη ζωή. Για την Βιρχίνια δεν είναι ανούσια κλισέ. Χάρη στο ποδόσφαιρο οι γιατροί είπαν ότι είναι πιο δυνατή να αγωνιστεί.

«Έφευγα από το σπίτι κάθε μέρα. Κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας ήμουν τόσο αδύναμη, αλλά πήγαινα πάντα στους αγώνες μας. Αυτό μου έδωσε ζωή. Να βλέπω τους φίλους μου να προπονούνται, να παίζουν, να ξέρω ότι το μέλλον μου ήταν εκεί έξω. Στην αρχή, δεν πίστευα ότι ήταν τόσο άσχημα. Ναι, τα μαλλιά μου έπεσαν. Αλλά συνέχισα να προπονούμαι, έκανα πράγματα. Όταν άρχισα να χάνω βάρος, όταν δεν μπορούσα να φάω, εκεί είναι που όλα αλλάζουν».

Το γήπεδο παρέμεινε. Η ερυθρόλευκη φανέλα με το όνομά της. Οι συμπαίκτριές της. Ο κόσμος. Η συμμετοχή της ως τώρα μετριέται σε λεπτά, όχι αγώνες, αλλά δεν την νοιάζει. Θα συνεχίσει να παλεύει μαζί και παράλληλα με την οικογένειά της.

«Ξέρουν ότι θα τα καταφέρουμε, θα συνεχίσουμε. Με τραβάνε. Όταν επιστρέφω σπίτι από ένα παιχνίδι που δεν έχω παίξει και παίρνω τηλέφωνο κλαίγοντας και λέω: "Μπαμπά, δεν μπορώ να παίξω ποδόσφαιρο", είναι αυτός που λέει: "Μετά από όλα όσα έχεις κάνει, δώσε χρόνο στον εαυτό σου: θα γίνει". "Μου είπαν: "Πρέπει να ξαναπαίξεις ποδόσφαιρο για να έρθουμε να σε δούμε να παίζεις". Και είναι αλήθεια: ονειρεύομαι να παίξω και .. να δω τη μαμά μου εδώ, τον μπαμπά μου δίπλα της, να με βλέπουν να παίζω μετά από όλα όσα περάσαμε. Και τώρα βρισκόμαστε στο σωστό μονοπάτι».

*Ο/H Ποδοσφαιριστής/ρια της Χρονιάς του Guardian είναι ένα βραβείο που απονέμεται σε έναν παίκτη/παίκτρια που έχει κάνει κάτι αξιοσημείωτο, είτε ξεπερνώντας τις αντιξοότητες, είτε βοηθώντας τους άλλους, είτε δίνοντας το αθλητικό παράδειγμα.

Ακολούθησε το GWomen στο instagram

Στείλε μας νέα, ιδέες, προτάσεις, απορίες για τον γυναικείο αθλητισμό στο [email protected]