Coach Blatt!

Coach Blatt!

bet365

Σε όλη του τη ζωή πήγαινε κόντρα στο ρεύμα. Τίποτα παράλογο, λοιπόν, σε αυτό που έκανε στο Μιλάνο. Η Μαριάννα Αξιοπούλου παρουσιάζει τον Ντέιβιντ Μπλατ.

Pick and roll…

Δεν ένιωθε ποτέ το Ισραήλ ως πατρίδα του… Ακόμα κι όταν κάθε Κυριακή ακολουθούσε τη μαμά του στο εβραϊκό σχολείο, σκεφτόταν περισσότερο πότε θα έρθει η ώρα γυρίσει σπίτι για να βάλει και πάλι τις αδελφές του να παίξουν εναντίον του στην μπασκέτα που είχαν στην αυλή. Εκείνες αν προτιμούσαν να διαβάζουν και να εξελίσσουν το φυσικό ταλέντο που είχαν στις ξένες γλώσσες, δεν του έφερναν αντίρρηση. Παρότι ήταν η πλειοψηφία στο σπίτι. Το παιχνίδι κρατούσε συνήθως μερικές ώρες και ο Ντέιβιντ Μπλατ κατόρθωνε σε παιδική ακόμα ηλικία να βγάζει το απωθημένο του. Αργότερα, ανέβαινε σπίτι, κλεινόταν στο δωμάτιό του και με το ραδιοφωνάκι δίπλα στο αυτί του άκουγε τις μεταδόσεις των παιχνιδιών των Σέλτικς.

Από τη Βοστώνη στο Τελ Αβίβ η απόσταση δεν μπορεί να μετρηθεί ρεαλιστικά. Ούτε, όμως, η ζωή του Μπλατ κύλησε ρεαλιστικά. Περισσότερο αντισυμβατικές και κόντρα στη λογική έμοιαζαν οι περισσότερες αποφάσεις του. Και συνήθως είχαν σχέση με το μπάσκετ. Οι εικόνες από τη μακρινή παιδική του ηλικία επέστρεφαν κάθε φορά που κοιτούσε ως πατέρας πλέον, τα δικά του παιδιά να παίζουν. Πάλι οι γυναίκες είχαν την πλειοψηφία. Τρεις εναντίον ενός και σε ένα θεωρητικό μονό, ο γιος του θα κέρδιζε. «Είναι εκπληκτικός παίκτης. Καλύτερος απ’ ό,τι ήμουν εγώ», λέει ο Μπλατ, για τον 17χρονο Ταμίρ που είναι ο εκλεκτός για να βάλει τέλος στην καριέρα του πατέρα του. «Είναι το όνειρό μου. Να γίνω προπονητής του και μετά να τα παρατήσω».

Στην οικογένεια το μπάσκετ είναι προτεραιότητα. Πώς θα μπορούσε διαφορετικά, αφού ακόμα και η Κινερέτ, η μητέρα της οικογένειας, ήταν κάποτε στο παρκέ; «Ήταν παίκτριά μου. Αλλά για να το ξεκαθαρίσω, αργότερα αρχίσαμε να βγαίνουμε». Όσο για τις τρεις κόρες; Πήραν από νωρίς διαφορετικό προσανατολισμό, αλλά δεν έχασαν την ευκαιρία να προειδοποιήσουν τον μπαμπά τους. «Με πήραν τηλέφωνο από το Μεξικό… Μου είπαν «μπαμπά, μετανιώσαμε που είδαμε τη Ρεάλ στον ημιτελικό». Και τι να μου έλεγαν; Τις μεγάλωσα να είναι ειλικρινείς. Είναι λογικό να τρομοκρατήθηκαν». Έπρεπε, όμως, να έχουν λίγη περισσότερη πίστη. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που ο Ντέιβιντ Μπλατ θα ανέτρεπε τα προγνωστικά.

Full court press!

Κοιτώντας την άκρη του αντίπαλου πάγκου, οι αναμνήσεις δεν θα ήταν ευχάριστες. Ο Ρούντι Φερνάντεζ, ο Φελίπε Ρέγιες και λιγότερο ο Σέρχιο Ροντρίγκεζ έπρεπε να είναι περισσότερο υποψιασμένοι. Μπορεί να έλειπε ο JR Holden ή ο Αντρέι Κιριλένκο, αλλά εκείνος ο μελαχρινός, ώριμος άντρας με τις ρυτίδες στο μέτωπο ξέρει από εκπλήξεις. Τον Σεπτέμβριο του 2007 είχε συμβάλλει στο να συντελεστεί μια μεγαλύτερου μεγέθους, ακόμα και από την χθεσινή. Η Ρωσία μέσα στη Μαδρίτη ανάγκαζε τη Παγκόσμια Πρωταθλήτρια του 2006 σε ήττα και ανέβαινε στην κορυφή της Ευρώπης. Ο Ντέιβιντ Μπλατ λίγους μήνες πριν έμοιαζε με επαναστάτη κόντρα σε κάθε είδους προκατάληψη.

«Με κοιτούσαν σα να έχω τρία κεφάλια! Δεν είναι παράλογο… Ένας τύπος που ανατράφηκε στην Αμερική την εποχή του ψυχρού πολέμου, με εβραϊκή καταγωγή και ισραηλινό διαβατήριο γίνεται προπονητής σε χώρα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Ε, δεν το λες και φυσιολογικό!». Κι όμως, το φαινομενικά αφύσικο ζευγάρωμα έδωσε τρία μετάλλια στη Ρωσία (σ.σ. μαζί με το αργυρό στο Ευρωμπάσκετ του 2011 και στην Ολυμπιάδα του 2012) και κράτησε έξι χρόνια! Σε αυτά τα χρόνια, ο Ισραηλινός τεχνικός παραιτήθηκε δύο φορές. Την πρώτη ήταν για εκφοβισμό, ώστε να σταματήσουν οι ομάδες να βάζουν εμπόδια στο δρόμο του. Τη δεύτερη επειδή είχε πια κουραστεί.

«Έζησα μια σπουδαία εμπειρία σε κάθε επίπεδο. Αθλητικό, πολιτιστικό, ανθρώπινο, ακόμα και πολιτικό. Με δεδομένο το υπόβαθρό μου, το να είμαι κομμάτι της χώρας και να συνδράμω σε μια επιτυχία ήταν καταπληκτικό». Στη Ρωσία, ο Μπλατ δούλεψε στο σύνολο των Εθνικών ομάδων και όχι μόνο σε εκείνη των ανδρών. Θεωρεί «παιδί του» τον Φριτζόν, είχε εμμονή με τον Αντρέι Κιριλένκο, όμως μεγάλη του αδυναμία ήταν ο Σεργκέι Μόνια. Ο αρχηγός του, όπως τον αποκαλούσε.

Εκείνος που τον δυσκόλεψε περισσότερο, ήταν ο Αλεξέι Σβεντ. «Την πρώτη μέρα ήρθε με μακριά μαλλιά. Του είπα… «Κουρέψου, αλλιώς σε κόβω απ’ την ομάδα. Το έκανε. Μετά από δύο χρόνια, ήρθε και πάλι με το ίδιο στυλ. Του είπα το ίδιο. Αρνήθηκε. Τον κράτησα γιατί είναι σπουδαίος παίκτης και τον χρειαζόμουν. Το αγαπούσα αυτό το παιδί». Μάλλον γιατί του θύμιζε τον εαυτό του…

Back pick!

Δίπλα σε ένα γήπεδο αμερικάνικου ποδοσφαίρου, ένας γεροδεμένος νέος κοιτάζει μάλλον καταθλιπτικά την προπόνηση της ομάδας του γυμνασίου. Μέχρι πριν μερικούς μήνες ήταν μέρος της και πολύ περισσότερο, ήταν το αστέρι της. Ένα ατύχημα προσπαθώντας να κάνει θαλάσσιο σκι με τους φίλους του, έβαζε τέρμα στη σύντομη καριέρα του. Ένα σπασμένο μπουκάλι του έσκισε τον βραχύ περονιαίο και ένα παιδί που πήγαινε από το χόκεϊ στον στίβο και από το ποδόσφαιρο στο μπάσκετ, βρέθηκε στο πουθενά.

«Ήμουν πολύ καλός στην υποδοχή. Λάτρευα αυτό το άθλημα και ήμουν καλός. Είχα μέλλον. Ξαφνικά, βρέθηκα να μην μπορώ να κάνω τίποτα. Ήταν δύσκολο για μένα γιατί είχα συνηθίσει πάντα να είμαι στα γήπεδα. Η ιδέα ότι έπρεπε να κάθομαι και να κοιτάζω με κατέβαλλε, όμως την ίδια στιγμή με έκανε πιο αποφασισμένο. Μου έδωσε κίνητρο να ξεπεράσω ό,τι είχα κάνει μέχρι τότε».

Το κίνητρο δεν ήρθε μόνο του. Οι ώρες που άκουγε τους Σέλτικς στο ραδιόφωνο και οι… επιβλητικές νίκες επί των αδελφών του έβρισκαν ξαφνικά νόημα. Εκεί, δίπλα στο γήπεδο ποδοσφαίρου, θα δεχόταν την πρώτη του πρόταση. Με έναν όρο… Να κουρευτεί! «Ήταν η καλύτερη συμβουλή που μου έδωσαν ποτέ! Δεν είναι το θέμα ότι δεν μπορείς να παίξεις με μακριά μαλλιά. Είναι η αίσθηση ότι έχεις πειθαρχία και ακολουθείς κάποιους κανόνες. Για να είσαι μέρος μιας ομάδας, κάνεις θυσίες. Αυτό μου ζήτησε ο Φιλ Μορέσι κι έκτοτε ήταν για μένα μέντορας. Με δίδαξε πώς να εκτιμώ το παιχνίδι και πολλά ακόμα για τη ζωή».

Ο Ντέιβιντ Μπλατ θα έβρισκε μια καινούργια καριέρα στο μπάσκετ, ίσως και καλύτερη από εκείνη που αναγκαστικά είχε αφήσει στο ποδόσφαιρο. Και ο Μορέσι το είχε αντιληφθεί από νωρίς… «Ήταν χωρίς αμφιβολία ο καλύτερος παίκτης που είχα ποτέ στο γυμνάσιο. Το πιο σπουδαίο του πλεονέκτημα ήταν η αντίληψη που είχε για το παιχνίδι. Ήταν ικανός να βλέπει τι θα γίνει πολύ πριν οποιοσδήποτε στο γήπεδο το καταλάβει».

Inside game!

Οι αρχές που πήρε από τον Μορέσι έβαλαν τις βάσεις για τη μετέπειτα προπονητική του καριέρα. Ο Ντέιβιντ Μπλατ ξεκίνησε από το Ισραήλ το 1993, δούλεψε στη Χάποελ Γκαλίλ Ελιόν, φοίτησε στην πορεία δίπλα στον Πίνι Γκέρσον στη Μακάμπι, ανέλαβε την «ομάδα του λαού» για δύο χρόνια, έφυγε για τη Ρωσία και τη Ντιναμό Αγίας Πετρούπολης, ρίσκαρε στην Ιταλία, απέτυχε στην Ελλάδα, δοκίμασε στην Τουρκία, επέστρεψε στη Ρωσία και από έδεσε στο Τελ Αβίβ.

Σχεδόν 20 χρόνια συμπληρώνονται από τότε που αποφάσισε να σταματήσει το μπάσκετ, σε ηλικία 34 ετών, και να αφοσιωθεί στην προπονητική. «Υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων και προπονητών. Εκείνοι που βλέπουν το μακρύ κι εκείνοι που κοιτάζουν το άμεσο. Εγώ βλέπω το άμεσο και όχι τη γενική εικόνα ενός παιχνιδιού. Δεν με νοιάζει η γενική εικόνα, παρά μόνο η επόμενη φάση. Κάνω προπόνηση κάθε μέρα επί μήνες και με νοιάζει η λεπτομέρεια. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Συχνά μου λένε γιατί αγχώνεσαι, ενώ το σκορ είναι είκοσι πόντους; Έχουν δίκιο. Όμως κάποια επόμενη φορά μπορεί να είναι δύο πόντους».

Διαμόρφωσε τη φιλοσοφία του μέσα από εμπειρίες, παραστάσεις, παρατηρήσεις και αποτυχίες. Τη διαμόρφωσε, όμως, και μέσα από εξαντλητική δουλειά και διαπροσωπικές σχέσεις. «Ο Ντέιβιντ ξέρει πότε να ρίξει χαστούκι, αλλά και πότε να ακούει. Δουλεύει ασταμάτητα για το μπάσκετ, δεν σκέφτεται τίποτα άλλο εκτός από το μπάσκετ», σχολιάζει ο Αλόν Στέιν, εκ των βοηθών του στη Μακάμπι, ενώ το ισχυρό του σημείο είναι η επαφή που έχει με τους παίκτες του.

«Δεν χρειάζεται να πω εγώ ποιος είναι ο Ντέιβιντ. Είναι δίπλα σου όταν στον χρειάζεσαι, ξέρει να σε ανεβάζει, όταν τον χρειάζεσαι. Είναι ο πρώτος που φτάνει στο γήπεδο και ο τελευταίος που φεύγει. Δουλεύει πιο σκληρά από οποιονδήποτε στην ομάδα. Πραγματικά απολαμβάνω να παίζω για εκείνον», θα πει ο Οχαγιόν κι αν η δική του προσωπικότητα θεωρείται μικρή για να έχουν αξία τα λόγια του, ο Άντονι Πάρκερ κουβαλάει ειδικό βάρος.

«Όλοι με ρωτάνε ποιος είναι ο αγαπημένος μου προπονητής και εγώ θα πω ο Ντέιβιντ Μπλατ. Ποτέ δεν έπαιρνε το μερίδιο που του άξιζε στις επιτυχίες μας. Είναι ένας από τους κορυφαίους προπονητές στον κόσμο». Ευτυχώς τόσες ώρες στο κολέγιο δεν πήγαν χαμένες…

Give and go…

Σε εκείνη την πιο κρίσιμη απόφαση που καλούνται να πάρουν τα παιδιά σχεδόν 18 ετών στην Αμερική, ο Ντέιβιντ θα αποδείκνυε για πρώτη φορά το ασυμβίβαστο του χαρακτήρα του, το ανατρεπτικό του μυαλού του. Έβλεπε τα πράγματα διαφορετικά και πιθανόν στο φινάλε αυτό να κάνει τη διαφορά. Το Χάρβαρντ του πρόσφερε αθλητική υποτροφία. Ο Μπλατ την απέρριψε. «Πήρα τη σωστή απόφαση. Ήθελα να συνδυάσω με τον καλύτερο τρόπο το αθλητικό κομμάτι με το εκπαιδευτικό και ήμουν αρκετά έξυπνος για να αντιληφθώ ότι το Πρίνστον είχε καλύτερη ομάδα μπάσκετ και εξίσου καλό σχολείο. Κι έτσι το διάλεξα».

Στο κολέγιο τα μαθήματα του Ντέιβιντ περιλάμβαναν πολύ διάβασμα και πολύ θεωρία. «Σπούδασα αγγλική φιλολογία και μέχρι και σήμερα τη χρησιμοποιώ. Πολλές φορές, ψάχνω τις αναφορές που έχω για να εκφράζω πράγματα στους παίκτες μου». Ανάμεσα σε όσα έμαθε στο κολέγιο, είναι να εκτιμά σωστά τις καταστάσεις. Κι έτσι είχε από νωρίς αντιληφθεί ότι δεν πρόκειται να παίξει στο ΝΒΑ. Συνεπώς, απ’ το να πεθάνει για ένα όνειρο, προτίμησε να ζήσει μια πραγματικότητα. Όσο περίεργη, ξένη ή μακρινή κι αν του φαινόταν…

«Ποτέ δεν ήταν μέρος της συνείδησής μου. Έβαζα λεφτά στον κουμπαρά για υποστηρίξω το Ισραήλ, αλλά να μείνω εκεί; Ούτε καν μου είχε περάσει απ’ το μυαλό, ούτε το θεωρούσα στόχο ζωής». Η πρόταση ήρθε απρόσμενα. Χωρίς καν να το ξέρει, ο Μπομπ Γκονέν, προπονητής τότε ισραηλινής ομάδας, τον παρακολουθούσε. «Σε είδα να παίζεις. Θες να έρθεις το καλοκαίρι στο Ισραήλ», τον ρώτησε μετά από ένα ματς στη Νέα Υόρκη τον νεαρό πλέι μέικερ κι εκείνος χωρίς ιδιαίτερο δισταγμό το ξεστόμισε…

«Γιατί όχι;». Στο Ισραήλ ο Ντέιβιντ Μπλατ θα δούλευε εθελοντικά στην αρχή στα χωράφια και θα έπαιζε μπάσκετ το απόγευμα. Όταν τον κούρασε το πρωινό ξύπνησα άφησε τα χωράφια κι έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο, με τη ρουτίνα να παραμένει ίδια το απόγευμα. «Αποδείχθηκε η καλύτερη απόφαση που πήρα ποτέ στη ζωή μου». Μαζί με την επόμενη…

Run and gun!

Η καθημερινή στολή εργασίας του πήγαινε… Αναδείκνυε το γυμνασμένο σώμα του και θα έκανε περήφανη τη μαμά! Ο Ντέιβιντ Μπλατ επέστρεψε στην Αμερική το 1984 και εγκαταστάθηκε στην Ατλάντα. Έγινε παιδί του ωραρίου και του κουστουμιού και δούλεψε ως πωλητής της Xerox. Άντεξε, μάλιστα, δύο ολόκληρα χρόνια. Μετά αποφάσισε χωρίς δεύτερες σκέψεις. Σαν μια ομάδα του, που τρέχει στον αιφνιδιασμό και σουτάρει χωρίς λογική!

«Η μαμά μου ήταν εναντίον της απόφασής μου και οι φίλοι μου με ρωτούσαν «τι στο διάολο σκέφτομαι»… Ποιος θα τους αδικούσε; Μιλάμε, άλλωστε, για το Ισραήλ στη δεκαετία του ’80 με το μεσανατολικό να είναι ένα καυτό ζήτημα, αλλά και για μια ακόμα ιδιαιτερότητα. «Γνώριζα πως με την επιστροφή μου έπρεπε να καταταγώ στο στρατό. Κανείς δεν χαιρόταν γι’ αυτό. Εγώ ήμουν έτοιμος. Ζεις μόνο μια φορά κι ένιωθα πως είναι μια εμπειρία ζωής που θα θυμάμαι για πάντα. Κι έτσι ήταν!».

Στην επιστροφή του στο Ισραήλ, ο Ντέιβιντ Μπλατ έπαιξε ακόμα εφτά χρόνια και παράλληλα για να έχει κι ένα έξτρα εισόδημα έκανε τον προπονητή σε μικρές ηλικίες. Η καριέρα του διακόπηκε όπως κάποτε ξεκίνησε. Με έναν τραυματισμό… «Όταν ήμουν μαθητής στη λογοτεχνία, ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία κι εκείνο που με επηρέασε περισσότερο στη ζωή μου, ήταν η Ιλιάδα. Ο Αχιλλέας ήταν πάντα ο ήρωας μου. Μάλλον θα έπρεπε να το περιμένω ότι θα τελειώσει η καριέρα μου με μια ρήξη αχίλλειου τένοντα».

Strong side!

Επιστροφή σε εκείνο το παιδί που προκαλούσε τις αδελφές του για ένα δύο εναντίον ενός παιχνίδι και τις κέρδιζε! Στον έφηβο που κουρεύεται για να βρει θέση στην ομάδα, στο κολεγιόπαιδο που διαβάζει αγγλική φιλολογία και τα παρατάει όλα για μια άγνωστη πρόκληση, στον προπονητή που απαιτεί από τον πιο ελπιδοφόρο παίκτη του να «μαζευτεί», στον τρελό Εβραίο Αμερικάνο που αναλαμβάνει τη Ρωσία, στον coach που λατρεύουν οι παίκτες, σε εκείνον που βλέπει την κάθε επόμενη στιγμή. Και σε αντίθεση με τις κόρες του, ο Ντέιβιντ Μπλατ έβλεπε τη στιγμή να έρχεται!

 

Τελευταία Νέα