«Ευλογία να συνεχίζω την κληρονομιά του Μπέρι»!

«Ευλογία να συνεχίζω την κληρονομιά του Μπέρι»!

Gazzetta team

Οι γεννημένοι το '90 και μετά δεν θα θυμούνται (και πιθανώς δεν θα γνωρίζουν) τι πάει να πει «Ουόλτερ Μπέρι» για το ελληνικό μπάσκετ. Αν ρωτήσεις έναν... μεγαλύτερο και γνώστη του αθλήματος μπορεί να σου πει πολλά και βασικά, όπως ότι ήταν ένας εκ των κορυφαίων Αμερικανών σκόρερ που διέπρεψε εκείνη την δεκαετία στα ελληνικά παρκέ. Ένα, όμως, δεν θα παραλείψουν να σου πουν: «κάτι σαν σουτ».

Ναι. Αυτό το «κάτι σαν σουτ», απερίγραπτο κι αποτελεσματικό ταυτόχρονα, χαρακτήριζε τον άνθρωπο που φόρεσε τις φανέλες των Άρη (1991, 1996-97), Ολυμπιακού (1992-93, 1995-96), ΠΑΟΚ (1993-94, 1998-97), Ηρακλή (1994-95) και Μακεδονικού (2000) κι έκανε τα γήπεδα να... σείονται από το «Ω, Μπέρι Μπέρι» που ακουγόταν.

Ο «The Truth», αντισυμβατικός, ολίγον τι... τρελός, αλλά άρρηκτα συνδεδεμένος με το καλάθι, λατρεύτηκε από τους Έλληνες οπαδούς κι αρκετοί είναι ακόμα που αν τους ζητήσεις να σου φτιάξουν ένα TOP 5 με τους κορυφαίους ξένους της Α1 δεν θα ξεχάσουν να βάλουν το όνομά του μέσα!

Λίγα χρόνια αργότερα, και με το «YearChallenge» να σαρώνει στα social media από κόσμο που θυμάται τον εαυτό του πριν από 10, 20 ή και 30 χρόνια, έρχεται ένας άλλος Μπέρι στο ελληνικό πρωτάθλημα για να καταπλήξει τα πλήθη.

Μπορεί η φήμη του αγωνιστικά να μην έχει φτάσει ακόμα εκείνη του προκατόχου του, σίγουρα, όμως το γεγονός ότι αποτελεί τον πρώτο σκόρερ της κατηγορίας (με την λήξη του α' γύρου) σίγουρα κάτι λέει.

Χαμηλών τόνων, «killer» στο παρκέ και εσωστρεφής (καμία σχέση δηλαδή με τον συνεπώνυμό του), ο Ντέβιον Μπέρι φορά την φανέλα του Πανιωνίου και προσπαθεί να βοηθήσει την ομάδα της Νέας Σμύρνης στην «μάχη» της επιβίωσης στην Basket League. Δύο σεζόν νωρίτερα είχε βρεθεί και στον Κολοσσό, αλλά η συνεργασία του με τους Ροδίτες έληξε άδοξα.

Ο ίδιος ήθελε ακόμα μόνο μια ευκαιρία στην Ελλάδα να αποδείξει τι μπορεί να κάνει και να «καθαρίσει» το όνομά του και το gazzetta.gr παρουσιάζει την ζωή του, μέσα από τα λόγια του ίδιου!

image

«Ο Θεός ειχε διαφορετικά πλάνα για εμάς»

Με την ολοκλήρωση του α' γύρου του πρωταθλήματος, ο Πανιώνιος έχει πετύχει μόλις 3 νίκες σε 13 αγωνιστικές και βρίσκεται στην 11η θέση της βαθμολογίας. Οι «κυανέρυθροι» ήταν πολύ κοντά στο να πανηγυρίσουν κάποιες φορές, όπως με την Κύμη, το Περιστέρι και τον ΠΑΟΚ, αλλά οι λεπτομέρειες έκαναν τελικά την διαφορά. Βέβαια, όλα είναι και λίγο θέμα τύχης, όπως το φινάλε που δόθηκε στο κλειστό του Χολαργού, με τον Ζερμέιν Λοβ να πετυχαίνει ένα ασύλληπτο καλάθι στη λήξη του αγώνα.

«Ήταν τυχερό! Τι να πω... Ίσως ο Θεός είχε διαφορετικά πλάνα για εμάς. Μας πόνεσε, πίστευα ότι είχαμε την νίκη», παραδέχεται ο Ντέιβιον Μπέρι, που είχε ευστοχήσει σε τρίποντο νωρίτερα κι είχε βάλει την ομάδα του μπροστά με ένα πόντο.

Πλέον, όμως, δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο από το να γυρίσει σελίδα. «Πρέπει να κρατήσουμε το κεφάλι ψηλά τώρα, γιατί αρχίζει ο β' γύρος. Μεταξύ μας είμαστε καλά. Είμαστε ενωμένοι, παίζουμε ο ένας για τον άλλον. Θέλουμε να κάνουμε, όμως, μερικές νίκες ακόμα. Είναι απογοητευτικά τα αποτελέσματα που έχουμε ως τώρα, ήμασταν τόσο κοντά σε κάποια ματς! Θα μπορούσαμε να είχαμε άλλα αποτελέσματα, αλλά αυτό είναι το μπάσκετ. Πρέπει να μάθουμε από την κάθε ήττα. Έχουμε δρόμο ακόμα και πρέπει να συνεχίζουμε έτσι, για να ολοκληρώσουμε δυνατά τη σεζόν. Πρέπει να συνεχίσουμε την σκληρή δουλειά και να μην κοιτάμε το παρελθόν».

image

«Ω, Μπέρι Μπέρι»!

Ο 27χρονος γκαρντ των «κυανέρυθρων» πραγματοποιεί μια εκπληκτική σεζόν και βρίσκεται στην πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ, αφού έχει πετύχει 243 πόντους ή αλλιώς 18.7 κατά μέσο όρο. Το όνομά του φιγουράρει, επίσης, δεύτερο στο σύστημα αξιολόγησης, με 238 βαθμούς, ενώ την 8η αγωνιστική της Basket League πήρε το βραβείο του MVP (μαζί με τον Φιλ Γκος του ΠΑΟΚ), αφού οδήγησε τους Νεοσμυρνιώτες στη νίκη επί της παλιάς του ομάδας, του Κολοσσού (88-80).

Για εκείνον, όμως, μικρή σημασία έχουν αυτά. «Είτε σκοράρω 4 είτε 20 πόντους, η αυτοπεποίθησή μου είναι η ίδια. Δεν αλλάζει το πως προσεγγίζω ένα ματς. Αυτό το βραβείο δεν θα το έπαιρνα χωρίς τους συμπαίκτες μου. Έτσι νιώθω! Μου αρέσουν οι συμπαίκτες μου και δεν θα τα κατάφερνα χωρίς αυτούς», ενώ το μόνο πράγμα που σκέφτεται κάθε φορά στο παρκέ είναι η «Νίκη! Ούτε το σκοράρισμα ούτε κάτι αλλο. Δεν σκέφτομαι πολλά. Βλέπω ένα ματς την φορά και προσπαθώ να είμαι όσο πιο συγκεντρωμένος γίνεται».

Με τις εμφανίσεις του, μοιραία αρκετοί έχουν αναφωνήσει το παλιό «Ω, Μπέρι Μπέρι». Κι αν ο ίδιος, λόγω ηλικίας, μπορεί να μην γνωρίζει πολλά για την πάλαι ποτέ δόξα του ελληνικού πρωταθλήματος, νιώθει μεγάλη τιμή με αυτή την αναγνώριση. «Είμαι ευλογημένος! Μακάρι να συνεχίσω την κληρονομιά του. Μου αρέσει όταν ο κόσμος το λέει αυτό. Πώς γίνεται να μην σου αρέσει; Δείχνει πόσο παθιασμένοι είναι οι οπαδοί με το παιχνίδι και δείχνουν σεβασμό σε εμένα. Γι' αυτό παίζω σκληρά κάθε φορά, να τους δείξω κι εγώ το σεβασμό μου».

image

«Δεν ήθελα να είμαι ένας ασήμαντος στους δρόμους»

Οι πρώτες του αναμνήσεις με το μπάσκετ είναι συνυφασμένες με τον θείο του. Ήταν ο άνθρωπος που τον έφερε σε επαφή με την πορτοκαλί μπάλα κι έκτοτε τη λάτρεψε. «Άρχισα μπάσκετ εξαιτίας του θείου μου. Συνηθίζαμε να πηγαίνουμε βόλτες και παίζαμε μπάσκετ. Από τότε ήξερα ότι ήθελα να το ακολουθήσω», αναφέρει με νοσταλγία.

«Ο θείος μου ήταν σαν πατέρας για εμένα, ήταν δίπλα μου», λέει και η συγκίνηση κάνει την εμφάνισή της. «Ο πατέρας μου με την μητέρα μου δεν τα πήγαιναν πολύ καλά και χώρισαν. Έπειτα, γνώρισε τον πατριό μου, ο οποίος ήταν πολύ υποστηρικτικός σε όλα. Πάντα είχα κάποιον που ήταν σαν πατέρας για εμένα στη ζωή μου».

Με την μητέρα του και την αδερφή του είναι πολύ κοντά και οι γυναίκες της ζωής του είχαν έρθει τα Χριστούγεννα στην Αθήνα, για να περάσουν μαζί τις γιορτές, κάτι που έκανε τον ίδιο πολύ χαρούμενο. Μεγαλωμένος στο Όκλαντ, θέλει να αφήσει πίσω τις δύσκολες στιγμές και να κοιτάξει με αισιοδοξία το μέλλον που τού ανήκει.

«Όποιος γνωρίζει το Όκλαντ, ξέρει και πόσο εύκολο είναι να αποτύχεις και να μην καταφέρεις τίποτα, να μείνεις στάσιμος. Πάλι καλά, η μητέρα μου πάντα με απασχολούσε με διάφορα, με έβαλε στον αθλητισμό. Δεν ήθελα να είμαι κάποιος που θα είναι στους δρόμους και θα είναι ασήμαντος», σχολιάζει και προσθέτει: «Υπάρχει αρκετή βία, αλλά η βία υπάρχει παντού, σωστά. Ήταν πολύ σκληρά εκεί. Αγαπώ, όμως, την πόλη που μεγάλωσα, δεν θα την άλλαζα για τίποτα! Την αγαπώ, νιώθω πως είναι το καλύτερο μέρος για μένα».

Υποστηρίζει, άραγε, και την ομάδα της πόλης του, δηλδή τους Ουόριορς; «Στηρίζω τους Ουόριορς, αλλά υποστηρίζω τον καλό μου φίλο, τον Ντέιμιαν Λίλαρντ, που είναι στους Μπλέιζερς», λέει και χαμογελάει.

image

«Μπορεί να μην ήμουν καλός για το ΝΒΑ, αλλά για τον υπόλοιπο κόσμο»

Η συζήτηση πηγαίνει στο ΝΒΑ και ο χρόνος γυρνάει πέντε χρόνια πίσω: Το 2014, που είχε δηλώσει συμμετοχή στο draft της κορυφαίας λίγκας, αλλά δεν άκουσε ποτέ το όνομά του από τα χείλη του κομισάριου, Άνταμ Σίλβερ. «Η αλήθεια είναι πως δεν με πείραξε. Η δύσκολη χρονιά ήρθε μετά το draft στην Ιταλία».

Η πρώτη του επαγγελματική σεζόν τον βρήκε στην Τορίνο. Ένα μέρος στο οποίο ποτέ δεν ένιωσε οικεία και ποτέ δεν ταίριαξε. Χωρίς συγκεκριμένο λόγο, έτσι ίσως ήταν γραφτό.

«Δεν ένιωθα άνετα, δεν ταίριαξα στην ομάδα, ήμουν νευρικός... Ήταν η πρώτη μου επαγγελματική χρονιά εκτός ΗΠΑ κι απλά δεν μου άρεσε η κατάσταση», δηλώνει κι ακόμα και τώρα καταλάβαινες από το ύφος του ότι δεν θυμάται αυτή την εμπειρία με χαρά. «Ήταν πιθανώς η πιο δύσκολη στιγμή μου. Όλα ήταν καινούρια και πολύ απλά δεν ήθελα να βρίσκομαι εκεί. Ήταν πολύ άβολα για εμένα».

Στην συνέχεια επέστρεψε στην G-League (Red Claws, Raptors 905), σε μια προσπάθεια να βρει συμβόλαιο στο ΝΒΑ. «Πήγα στην G-League και πέρασα καλά. Έπαιξα καλά και ένιωσα πιο ελεύθερος. Είναι δύσκολο, όταν είσαι τόσο νέος και πρέπει να ταξιδέψεις τόσο μακριά από την πόλη σου. Δεν είχα κανέναν μαζί μου να με βοηθήσει. Δεν ξέρω πως τα κατάφερα εκείνον τον χρόνο. Μπορεί το μυαλό σου να παίζει παιχνίδια, αλλά στο τέλος της ημέρας πρέπει να ηρεμείς. Το μόνο που ήθελα ήταν να παίζω καλά. Ήθελα να αναδειχθώ! Μπορεί να μην ήμουν μια καλή προσθήκη για το ΝΒΑ τελικά, αλλά για τον υπόλοιπο κόσμο εκεί έξω, για την Ευρώπη».

Σίγουρα, όμως, έχει και καλές στιγμές να θυμάται και δύο είναι αυτές που ξεχωρίζει. «Πέρυσι, όταν έφτασα στους τελικούς της G-League! Ο Στάκχαουζ ήταν εκπληκτικός κόουτς για μένα, όλος ο οργανισμός των Ράπτορς ήταν ο καλύτερος που έχω βρεθεί ποτέ προσωπικά. Και τώρα έχω καλές στιγμές με τον Πανιώνιο. Μου αρέσει η ομάδα, η πόλη, όλα!».

image

«Μια μέρα ίσως γίνω καλός προπονητής»!

Όσο για τα χρόνια του ως μαθητής; «Μού άρεσαν τα χρόνια στο High School (σ.σ. Hayward) και το Κολλέγιο. Έπαιξα καλά. Είχα πολύ καλούς προπονητές και συμπαίκτες τριγύρω μου, ειδικά το Κολλέγιο ήταν ίσως η καλύτερη περίοδος στη ζωή μου! Νιώθεις ελεύθερος, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να διαβάζεις και να παίζεις μπάσκετ».

Διάβασμα λέει και αυτό που δεν ξέρει ίσως ο κόσμος είναι ότι έχει ειδικευτεί στις Τεχνικές Πωλήσεις στο Weber State της Γιούτα. Ο ίδιος περιγράφει με χαρά: «Στην ουσία μαθαίνεις μεθόδους για το πως να πουλήσεις κάτι καλά, ποιος είναι ο σωστός τρόπος να προσεγγίσεις έναν πελάτη. Είναι ένα πολύ πετυχημένο πρόγραμμα, ειδικά στην Γιούτα. Ήταν μια ωραία εμπειρία».

Όσο για το αν το αξιοποιήσει μετά το μπάσκετ; Μάλλον... όχι, αφού η πορτοκαλί μπάλα τον έχει κερδίσει για τα καλά και το να απομακρυνθεί από τα παρκέ δεν μοιάζει να είναι στα σχέδιά του.

«Μετά το μπάσκετ, θα ήθελα να γίνω προπονητής. Έχω, όμως, τις άκρες μου στη Γιούτα, αν θελήσω ποτέ να ακολουθήσω αυτό το επάγγελμα. Δεν το έχω αποκλείσει, αλλά τώρα σκέφτομαι το μπάσκετ και ίσως να γίνω ένας καλός κόουτς μια ημέρα. Ποτέ δεν ξέρεις!».

image

«Στον Κολοσσό “χάλασαν” το όνομά μου, ρωτήστε τον Πανιώνιο ποιος είμαι»

Την πρώτη του γνωριμία με το ελληνικό κοινό την είχε τη σεζόν 2016-17. Τότε, είχε φορέσει τα θαλασσί του Κολοσσού Ρόδου, αλλά η συνεργασία αυτή άντεξε μόλις δύο μήνες και η πικρία του είναι εμφανής ακόμα και σήμερα. Σαν να αναρωτιέται ακόμα το γιατί.

«Για να πω την αλήθεια, πέρασα καλά. Ήταν ωραία! Αγωνιστικά, όμως, δεν ένιωθα ελεύθερος. Δεν ένιωσα πως μού δόθηκε μια δίκαιη ευκαιρία. Μερικοί ήξεραν πως μου συμπεριφέρονταν, ενώ άλλοι επέλεξαν να μην ασχοληθούν. Δεν μετανιώνω και δεν μισώ κανέναν, αλλά δεν μου αρέσει όταν κάποιος λέει ψέματα και λέει πως είμαι “έτσι” ως παίκτης, “αλλιώς” ως χαρακτήρας.

Δεν μίλησαν καλά για μένα. Μετά τη Ρόδο, πήγα στη Γερμανία (σ.σ. Τούμπιγκεν). Επτά ομάδες με ζήτησαν μετά τον Κολοσσό, αλλά είχαν αρνητικό feedback για εμένα. Ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό, γιατί να το κάνεις;», λέει με έκπληξη και απορία. «Είναι οκ να μην με θες στην ομάδα σου, αλλά μην λες άσχημα πράγματα για έναν παίκτη που δεν σου έκανε κάτι κακό. Δεν ήταν ειλικρινείς μαζί μου, “χάλασαν” το όνομά μου λίγο. Ήμουν αυτός που ήμουν, δεν άλλαξα. Δεν έχω πρόβλημα αν δεν θέλεις να παίξω στην ομάδα σου, αλλά μην λες πράγματα που δεν είναι αλήθεια για μένα. Αυτό ήταν κάτι που με πείραξε», και η ενόχλησή του, σε συνδυασμό με μια στεναχώρια, είναι αρκετά εμφανής.

«Ρωτήστε πως είμαι στον Πανιώνιο! Πόσο καλός συμπαίκτης και άνθρωπος είμαι. Δεν προσπαθώ να κάνω κάτι λάθος. Είμαι εδώ για να παίξω μπάσκετ. Αυτό που ήθελα μόνο ήταν άλλη μια ευκαιρία στην Ελλάδα. Ήθελα να είμαι εδώ».

Η καλή του ψυχολογία αποτυπώνεται και στο παρκέ και ο Αμερικανός συμπληρώνει: «Νιώθω σαν το σπίτι μου εδώ, είμαι πιο άνετος. Είναι όλοι καλοί μαζί μου, ακόμα και οι τρεις προπονητές που είχα στον Πανιώνιο. Πώς να μην βγω στο παρκέ μετά και να μην παίξω σκληρά για ανθρώπους που μου φέρονται καλά;».

image

«Ό,τι πιο σημαντικό ο γιος μου»!

Ο Ντέβιον Μπέρι κάνει αυτό που είχε ανάγκη: Μια νέα αρχή στην Ελλάδα και «φτιάχνει» πάλι το όνομά του, ενώ δεν σταματά στιγμή να τονίζει πως «Νιώθω σαν να είμαι στο σπίτι μου. Ο Πανιώνιος είναι ένας μεγάλος σύλλογος, μου φέρονται όλοι καλά, μου αρέσει η διοίκηση, οι οπαδοί είναι “τρελοί”! Ειλικρινά μου αρέσει πολύ εδώ!».

Και που να έβλεπε και το «Αρτάκης» να... ασφυκτιά από ζωή! Διαφορές, όμως, των «Πανθήρων» με την διοίκηση έχουν αποστασιοποιήσει τους οργανωμένους από το γήπεδο. «Ελπίζω να έρθουν πάλι όλοι μαζί να μας υποστηρίξουν, γιατί το χρειαζόμαστε. Δεν ξέρω πολλά για το τι έγινε, αλλά ξέρω πως η ομάδα θα τους εκτιμήσει αν επιστρέψουν κι έχουμε 100% την στήριξή τους».

Όσο για τις διαδοχικές αλλαγές που αντιμετώπισε η ομάδα της Νέας Σμύρνης, τόσο στον πάγκο (Χουγκάζ, Φραγκιάς, Οικονόμου), όσο και στο ρόστερ, ένα είχε να πει: «Πρέπει να τα αντιμετωπίζεις όλα όσο πιο επαγγελματικά γίνεται, να συνεχίζεις τις προπονήσεις σου και να δουλεύεις. Δεν μπορώ να ελέγξω τι γίνεται στο “παρασκήνιο”, αλλά όσα γίνονται μέσα στο παρκέ. Εγώ κάνω την δουλειά μου».

Το Νο.3 κοσμεί την πλάτη του στην κυανέρυθρη φανέλα, αλλά «Είπα απλά δώστε μου έναν αριθμό (γέλια). Το αγαπημένο μου νούμερο είναι το 15, αλλά ήθελα έναν νέο αριθμό. Δεν υπάρχει κάποιο νόημα πίσω από αυτό».

Ίσως να δηλώνει μια νέα αρχή; «Ναι, ίσως», λέει και γελάει, ενώ στο μυαλό του πάντα υπάρχει ένας απώτερος σκοπός για ό,τι κάνει. Και αυτός σχετίζεται με τον 8χρονο γιο του, τον Ντέβιον Μπέρι Τζούνιορ.

Ο 27χρονος γκαρντ δεν μπορεί να τον βλέπει συχνά, κάτι που τον στεναχωρεί, αλλά τον «κουβαλά» για μια ζωή πάνω του. «Το τατουάζ που απεικονίζεται ο γιος μου είναι ίσως το πιο σημαντικό για εμένα. Δεν έχω την ευκαιρία να τον βλέπω συχνά. Είναι μια υπενθύμιση πως δεν παίζω μόνο για εμένα, αλλά και για εκείνον και την οικογένειά μου».