Πριν τη Συρία ο Ερντογάν εισέβαλε στο Netflix

Χρήστος Κιούσης Χρήστος Κιούσης
Πριν τη Συρία ο Ερντογάν εισέβαλε στο Netflix
Δεν υπάρχει καθεστώς που να μη χρησιμοποίησε την τέχνη και σύγχρονη πολιτική ηγεσία που να μην αξιοποίησε την τηλεοπτική και κινηματογραφική εικόνα. Πόσο on demand είναι η on demand τηλεθέαση και πως ο Σουλτάνος προπαγανδίζει στο σαλόνι μας;

Επιστροφή στοιχήματος* στον αγώνα Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ - Λίβερπουλ και 200+ ειδικά στοιχήματα! (21+, *Ισχύουν Όροι και Προϋποθέσεις)

Οι τελευταίες δραματικές εβδομάδες στη Συρία, ο τόσο κοντινός μας πόλεμος και οι πολύ κοντινές σε εμάς συνέπειες δεν ήταν ένα ξαφνικό ξέσπασμα της τουρκικής στρατιωτικής μηχανής, οι Τούρκοι διαχρονικά σπανίως κάνουν «ξαφνικά» πράγματα χωρίς προετοιμασία και στρατηγική συνέπεια. Μεταξύ άλλων μαθαίνουν από τους καλύτερους, τις τακτικές των μεγάλων αποικιοκρατικών δυνάμεων και φυσικά των Η.Π.Α. και της Ρωσίας. Δε θα παραστήσω τον γεωπολιτικό αναλυτή, θα βρείτε στα ελληνικά τηλεπαράθυρα τέτοιους να προαλείφονται για μια βουλευτική έδρα, θα γράψω για αυτό που ξέρω λίγο καλύτερα από άλλα πράγματα στη ζωή μου, για την τηλεόραση.

Όταν ο αμερικανικός κολοσσός που λέγεται Netflix άρχισε να γιγαντώνεται, δύο πράγματα είχε απόλυτη ανάγκη. Περιεχόμενο και τοπική αγορά. Έπρεπε δηλαδή να φύγει από τα στενά όρια των studios των Η.Π.Α. και φυσικά να αναζητήσει κοινό σε αγορές εκτός της αμερικανικής. Πέρα των τεράστιων αγορών της Ινδίας με την πλούσια κινηματογραφική παράδοση και της Κίνας με τις ιδιαιτερότητες και τους περιορισμούς της ψηφιακής πολιτικής του καθεστώτος, ανοίγονταν και στην Ευρώπη και στην Ασία τοπικές αγορές με μεγάλη δυναμική και υψηλά ποσοστά τηλεθεάσεων.

Το παράδειγμα της μεγάλης επιτυχίας του Casa de Papel οδήγησε το Netflix στη δημιουργία μεγάλων γραφείων στη Μαδρίτη και μεγάλων επενδύσεων σε ισπανόφωνο περιεχόμενο που έχει και τεράστιο έρεισμα στο πολυπληθές λατινόφωνο κοινό των Ηνωμένων Πολιτειών. Όταν γίνονται τέτοιου είδους ανοίγματα σε τηλεοπτικές αγορές τα πράγματα εξελίσσονται, όπως σε έναν νέο εκδοτικό οίκο που ανοίγει με κάποια επιχορήγηση. Πρέπει να εκδοθεί περιεχόμενο ακόμα κι αν δεν είναι ποιοτικά αξιόλογο μόνο και μόνο για να δημιουργηθεί.

Μια ακόμα τεράστια αγορά της Ευρασίας με κινηματογραφική παράδοση αλλά και συγκλονιστική επιρροή της τηλεθέασης στην κοινωνία είναι η Τουρκία. Μια κινηματογραφική και τηλεοπτική αγορά που απευθύνεται όχι μόνο στους κατοίκους της χώρας, αλλά σε όλο το τουρκικό έθνος με διασπορά σε πολλές χώρες του κόσμου και τεράστιες παροικίες στην κεντρική Ευρώπη. Το τουρκικό στρατιωτικό καθεστώς έχει χρησιμοποιήσει συχνά και με μεγάλη επιτυχία το τηλεοπτικό μέσο και με ειδησεογραφικό και με περιεχόμενο μυθοπλασίας. Υπάρχει δε χαραγμένη στρατηγική για τη διάδοση της τουρκικής γλώσσας, που εξυπηρετείται άριστα από τις τουρκικές παραγωγές και τη μεταγλώτιση κι όχι υποτιτλισμό ξένων προγραμμάτων.

Η σειρά «Boru» (Wolf) είναι μια τουρκική μίνι σειρά που μπορείτε να βρείτε στο μπουκέτο του Netflix και όταν τη δείτε, θα αντιληφθείτε πιστεύω ότι οι Τούρκοι αντιγράφουν τους καλύτερους! Η σειρά πραγματεύεται τη δράση μιας επίλεκτης τουρκικής στρατιωτικής μονάδας και η αφήγηση ξεκινά με ένα συγκλονιστικό γεγονός της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας, την τρομοκρατική επίθεση στο club Reina της Κωνσταντινούπολης. Μια επίθεση που «έγραψε» στην καρδιά ακόμα και των πιο ευρωπαίων στη σκέψη κατοίκων της οικουμενικής μεγαλούπολης, μια επίθεση που έκανε ακόμα και τους επικριτές του τουρκικού στρατιωτικού καθεστώτος, ακόμα και ξένους τουρίστες, να επιζητούν μεγαλύτερη στρατιωτική παρουσία και προστασία στους δρόμους και στις πλατείες της καθημερινότητας.

Στο «Boru» θα απολαύσετε σκηνές δράσεις όμοιες με τις καλύτερες αμερικανικές σειρές, θα θαυμάσετε την υπεροχή της τουρκικής στρατιωτικής μηχανής και του υπερσύγχρονου εξοπλισμού της και φυσικά θα ακούσετε και θα δείτε πολλά για τον «κίνδυνο» και τον «εχθρό». Το σενάριο συμπεριλαμβάνει συχνές πυκνές αναφορές σε Κούρδους τρομοκράτες, Γκιουλενιστές προδότες και ξένους υποκινητές που επιβουλεύονται την τουρκική δημοκρατία με πραξικοπήματα και επιθέσεις. Φυσικά επειδή πρώτα φεύγει η ψυχή και μετά το τηλεοπτικό χούι, όλα τα παραπάνω πατριωτικά ανδραγαθήματα συνοδεύονται με υψηλές δόσεις μελούρας, έρωτα και pop – folk τουρκικής μπαλάντας, μουσικού είδους που οι Τούρκοι λατρεύουν να ακούν ακόμα και στο κοσμοπολίτικο Nishantasi της Πόλης.

Ο «εχθρός» δεν έχει ποτέ συγκεκριμένο πρόσωπο, είναι πάντα ύπουλος και αδίστακτος αλλά αυτό έχει να κάνει με τους «κούρδους τρομοκράτες». Ο πραγματικός εχθρός της Τουρκικής δημοκρατίας που περιγράφεται και ονοματίζεται με μεγαλύτερη ακρίβεια είναι οι Δικαστές. Ό,τι κακό συμβαίνει εντός της Τουρκίας προέρχεται από τους διεφθαρμένους δημόσιους λειτουργούς που δεν «υπακούν» στην εκλεγμένη από το λαό ηγεσία κι από Δικαστές που τολμούν να καταδικάζουν στρατιωτικούς ηγέτες, οι οποίοι σε ενδιαφέρουσα σημειολογία της σειράς ονομάζονται «Πρόεδροι».

Αν περιηγηθείτε στο ψηφιακό μπουκέτο του Netflix θα δείτε ότι οι Τούρκοι αντιγράφουν αμερικανικές και ισραηλινές κυρίως σειρές (που κι αυτές αμερικανοποιούνται αργότερα με παράδειγμα τις παραγωγές του Gideon Raff), παραλείποντας συχνότερα από άλλους να δώσουν υπόσταση και χαρακτήρα στον εχθρό, προφανώς για να μην ταυτιστεί κανείς με τους ανεπιθύμητους. Επίσης είναι ηλίου φαεινότερον ότι το «Boru» και οι όμοιές του τηλεοπτικές παραγωγές χρηματοδοτούνται απευθείας από το τουρκικό πεντάγωνο, όπου πολύ πιθανά υπάρχει ειδικό γραφείο επεξεργασίας κι έγκρισης σεναρίων και τηλεοπτικών format. Ο τουρκικός πατριωτισμός όπως κι ο αμερικάνικος περνάει από την κινηματογραφική και τηλεοπτική οδό με μια σημαντική διαφορά. Στην Τουρκία δεν τολμάει ή δεν επιτρέπεται να εμφανιστεί καλλιτεχνική αντιπολίτευση όπως στις Η.Π.Α. και προφανώς καμιά Μέρυλ Στρηπ και κανένας Τζωρτζ Κλούνευ δε θα διανοηθεί να εκφωνήσει πύρινες ατάκες κατά του Προέδρου. Η Τουρκία είναι μια χώρα σε εμπόλεμη κατάσταση πολύ καιρό τώρα και οι «Λύκοι» της καιροφυλακτούν.

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.