Η ανωνυμία δίνει φτερά;

Η ανωνυμία δίνει φτερά;
Πότε εγκαταστάθηκε ως φυσιολογική η ανωνυμία και η αναπαραγωγή της στο δημόσιο λόγο και πόσο ανεκτική είναι η δημοκρατία μας;

Δε θυμάμαι πότε ακριβώς η υπογραφή άρχισε να γίνεται ανεπιθύμητο βάρος στο δημόσιο λόγο. Πιθανώς όταν ακόμα έφηβος διάβαζα στις παραπολιτικές στήλες των μεγαλύτερων εφημερίδων ειδήσεις και εσωτερικές πληροφορήσεις με τα αρχικά γράμματα ή τα ψευδώνυμα των συντακτών ως υπογραφή. Πάλι όμως ήταν ευρέως γνωστό ποιος υπέγραφε, τι και ποιος ήταν ο ιθύνων νους πίσω από αυτά τα μικρά «χτυπήματα» στις στήλες των παραπολιτικών.

Κάνοντας ένα άλμα στο χρόνο και στο σήμερα το ανυπόγραφο είναι ο κανόνας, το ψευδώνυμο και το avatar είναι το σύνηθες και σε πολλές περιπτώσεις το επιχορηγούμενο ή το μισθοδοτούμενο. Μίλησα πρόσφατα δημοσίως κι έπεσαν να με φάνε πλήθος «δημοκρατικών φωνών» περί λογαριασμών social media σε pay roll πολιτικών κομμάτων αλλά ελάτε τώρα, εμένα περιμένατε να το πω; Δεν ξέρετε ήδη εσείς οι πολύ πιο δραστήριοι από μένα στα κοινωνικά δίκτυα, ότι δεν υπάρχει κανένα κόμμα εξουσίας που να μην έχει γραφείο και συνεργάτες εντεταλμένους να δημιουργούν fake λογαριασμούς, να αγοράζουν fake followers και να δημιουργούν κλίμα στο digital περιβάλλον είτε αυτό είναι ποσταρίσματα σε συγκεκριμένα topics είτε σχόλια κάτω από συγκεκριμένα άρθρα;

Δεν μπορώ να γνωρίζω αν είναι περισσότερο δραστήριοι στα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΚΙΝΑΛ και λίγο με νοιάζει, όταν η συνηθέστερη αντίδραση σε αυτά που γράφω, είναι ένα απλό ανασήκωμα των ώμων κι ένα «ε και;» Το ξαναγράφω μπας και σε δεύτερη ανάγνωση προκαλέσει περισσότερη σκέψη. Τα κόμματα, που διεκδικούν σε λίγες μέρες την ψήφο μας, μισθοδοτούν ομάδα ανθρώπων με έναν τίτλο, ας τον πούμε «Ομάδα Επικοινωνίας», για να κρύβονται πίσω από χυδαία πολλές φορές avatars, να αγοράζουν με χρήματα κρατικής επιχορήγησης και ιδιωτών «φίλων» fake followers και να υβρίζουν, να χυδαιολογούν και να συκοφαντούν κατά παντός αντιφρονούντα.

Θα πει κάποιος, «καλά ρε Κιούση νομίζεις μόνο πληρωμένοι λογαριασμοί σε κράζουν;» Όχι βέβαια έχω την τιμή και τη χαρά να έχω και διαφωνούντες και υβριστές που γράφουν με δική τους βούληση. Αν αυτοί λέγονται Νίκος Παππάς, Νίκος Παπαδογιάννης, Βασίλης Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μελάγιες (τυχαία τα παραδείγματα), δεν τρέχει και τίποτα. Άλλες φορές ιδρώνει το αυτί μου, γιατί διακρίνω ένα δίκιο, μια δική μου αστοχία, μια δική μου γκέλα κι άλλες φορές δεν «ακούω» τίποτα. Σε κάθε περίπτωση όταν γράφεις και υπογράφεις, αυτά είναι φυσιολογικά πράγματα.

Το «ξύλο» εσχάτως έρχεται από λογαριασμούς, γιατί είναι δύσκολο να τους χαρακτηρίσω ανθρώπους, που αυτοτιτλοφορούνται ως δημοκράτες, ως αντισυστημικοί, ως αριστεροί, ως πολλά πράγματα που δε μοιάζουν να είναι. Αντιθέτως οι πραγματικοί άνθρωποι που πραγματικά και αποδεδειγμένα υπήρξαν όλα τα προαναφερθέντα δεν έκρυψαν ποτέ το πρόσωπό τους και δεν παρέλειψαν ποτέ να βάλουν την υπογραφή τους ή τη μη υπογραφή τους. Κι όλα αυτά όταν είχαν να αντιμετωπίσουν ένα πανίσχυρο καθεστώς. Τώρα ποιό ακριβώς είναι το καθεστώς και ποιοί είναι οι αντικαθεστωτικοί;

Ακόμα και αυτοί που υποτίθεται, ότι αντιμάχονται δημόσια ολιγάρχες ως το «νέο καθεστώς», καλό θα ήταν να ξέρουν, ότι για τους συγκεκριμένους ολιγάρχες το μόνο εύκολο είναι να μάθουν ακόμα και το πόσο χαρτί υγείας χρησιμοποιούν καθημερινά, ένα avatar δεν τους εμποδίζει. Αν πάλι κάνουν καριέρα με τις πλάτες άλλων ολιγαρχών, τότε έχουν μια κάποια ασφάλεια μέχρι βέβαια οι αντίπαλοι ολιγάρχες να τα βρουν μεταξύ τους και να αφήσουν τα ψυχοπαίδια τους ξεκρέμαστα. Η σοφή παροιμία λέει, «όταν τσακώνονται οι ελέφαντες, την πληρώνουν τα βατράχια».

Αντιθέτως το νέο καθεστώς πολύ βολεύεται από τη «δημοκρατία» της ανωνυμίας. Πολύ εύκολα ισοπεδώνονται όλοι και όλα, πολλοί εργαλειοποιούνται, γίνονται όλα δυσδιάκριτα μέχρι και η ίδια η ελευθεροτυπία. Αυτήν την τελευταία πολλοί την επικαλούνται, ακόμα κι όταν θελήσουν να γράψουν μια κακοήθεια εναντίον μου ας πούμε. Σιγά το μέγεθος που έχω για να τους εμποδίσω ή να τους περιορίσω την ελευθερία της έκφρασης. Αν φοβούνται μην κινηθώ νομικά, πρώτον δεν έχω τους οικονομικούς πόρους που απαιτεί το κράτος μας και δεύτερον δεν έχω και καμιά ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στην απονομή δικαίου της χώρας μας. Αν βέβαια αποφασίσω σε καμιά ακραία περίπτωση να κινηθώ εγώ ή οποιοσδήποτε μέσω της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, τότε το πιθανότερο είναι να βρεθώ αντιμέτωπος με κανένα ανθρωπάκι, που θα του έχει φτάσει το σκατό στην κάλτσα από το φόβο ή ακόμα χειρότερα με γονείς που θα απολογούνται για κάποιον έφηβο με μπόλικη ψηφιακή «οργή».

Λυπηρό για μένα, όταν άνθρωποι με σημαντική διαδρομή στη δημόσια ζωή και στο δημόσιο λόγο αποφασίζουν να συμμετέχουν στα κοινωνικά δίκτυα με τους κανόνες των social media κι όχι με τους δικούς τους κανόνες. Αυτοί που πάντα ζούσαν κι εργάζονταν ενυπόγραφα, τώρα αναπαράγουν το ανυπόγραφο. Πρόσφατα συνάντησα μια τέτοια περίπτωση και παραξενεύτηκα όταν μου απάντησε, «αυτό που εσύ λες ανυπόγραφο, εγώ το ξέρω και είναι και ψυχούλα, έχει βοηθήσει πολύ κόσμο. Δεν είναι στην πραγματικότητα αυτό που φαίνεται». Αυτό ακριβώς είναι τελικά το πρόβλημά μου. Γιατί άλλο να είναι και άλλο να φαίνεται και πότε ακριβώς αυτό εγκαταστάθηκε ως φυσιολογικό;

Στο πιο «οργισμένο» ψηφιακό μέσο, το twitter υπάρχει ένα μαγικό κουμπί. Λέγεται Σίγαση. Ούτε block, ούτε report για να χαρακτηριστώ αντιδημοκράτης και λογοκριτής. Απλά Σίγαση. Δεν το επιλέγω μόνο για όσους αποφασίσουν να βρίσουν τα ζωντανά και τα πεθαμένα μου, το χρησιμοποιώ και για πρήχτες υπερκόλακες, κουραστικούς τηλεθεατές-τροφοδότες μαλακιών και ανωνύμους αμπελοφιλοσόφους του τίποτα. Μέσα σε ένα γενικότερο πρόβλημα δημοσίου λόγου δεν έχω καμιά πρεμούρα να εξαφανίσω, φιμώσω ή να βρίσω κανέναν, παρά μόνο τους φασίστες-εγκληματίες που η θέση τους είναι στη φυλακή άνευ δικαιώματος στη δημόσια ζωή. Απλά Σίγαση. Τη συστήνω και σε όποιον σιχαίνεται να με βλέπει και να με ακούει. Αυτή η ανεκτικότητα δεν είναι και η πεμπτουσία της δημοκρατίας μας;

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.