Bar, αλλά ψυχραιμία...

Gazzetta team
Bar, αλλά ψυχραιμία...
Μία στις τόσες (πια), καταλήγουμε σε κανένα μπαρ. Με ποτό στο χέρι και παρέα, όπως τον παλιό καιρό, να λέμε ασυναρτησίες όσο περνάει η ώρα όλο και πιο ασυνάρτητες… αλλά λειτουργεί σαν ψυχοθεραπεία η διαδικασία, και το μπαρ το χαβά του, σαν κανονικό μπαρ. Σιγά μη γινότανε ο Γιουνγκ.

Μα είναι πολλά: το να κυνηγάς ένα φευγαλέο τάλιρο με μια απόχη στην κεφάλα που λέγεται «πρόστιμο»/«εφορία»/«δόσεις δανείου»/«ενφιά»/«φιπιά», το να μην έχεις δουλειά ή η δουλειά σου να είναι πέτσα, ο Έμπολα, το ότι δεν συμφέρει/δεν γίνεται να γυρίζονται κινηματογραφικές ταινίες στην Ελλάδα. Με τούτα και με κείνα κανείς δεν συζητάει πια στα μπαρ για τα ωραία παλιακά θέματα όπως π.χ. «δεν υπάρχουν άντρες», «όλα εμείς οι άντρες/γυναίκες τα κάνουμε», «έχουνε χαλάσει οι άντρες/γυναίκες», «ένας στρατός/τοκετός σας χρειάζεται» κλπ κλπ. Οι ανάλαφρες, μισο-ηλίθιες αλλά χαλαρωτικές συζητήσεις έχουν αραιώσει – μας λείπει ένας ευχάριστος έστω και χαζός φίλος που να μην ασχολείται με πολιτική, να λέει ωραία ανέκδοτα με το Μπόμπο.

Ναι όχι, η βραδιά δεν θα γινόταν καλύτερη με το Μπόμπο. Απλώς… μερικές φορές θέλεις να μην είναι σοβαρά τα πράγματα ούτε τα θέματα, ούτε οι συζητήσεις ούτε οι άνθρωποι. Ειδικά στα μπαρ. Όπου σχεδόν πάντα θέλεις να μην είναι σοβαρά τα πράγματα/θέματα/πρόσωπα. Όλη σου η ζωή είναι σοβαρή τα τελευταία χρόνια, ψοφάς για λίγη γελοιότητα.

Λοιπόν δεν ξέρω γιατί τα έγραψα τα παραπάνω – σίγουρα όχι επειδή τα μπαρ που αναφέρονται εδώ είναι γελοία: δεν είναι, καθόλου μάλιστα.

Είναι ωραιότατα, μετρημένα, ντιζαϊνάτα και ψύχραιμα. Άρα, καμία σχέση.
(Αμήχανη σιωπή περίπου τεσσάρων αράδων.)

Μπαρ, μια και το έφερε η κουβέντα: μόνο φίλες, πήγαμε ένα βράδυ στο «310 Street» που έχει πάρει το όνομά του, κατά το νεο-υορκέζικο σύστημα, από το νούμερο του δρόμου – εδώ, της Κηφισίας. Το «310 street» έχει υπέροχα ασπρόμαυρα πλακάκια 60s, πυκνούς θάμνους γύρω-γύρω για να μη σε πιάνει η κηφισι-ίλα, ωραία κοκτέιλ, ψυχραιμία και πολλή άπλα. Η πελατεία είναι κυρίες και κύριοι, με μια γκάμα πιτσιρικάδας «της περιοχής», αλλά βασικά με Το Κοινό Που Βγαίνει Ακόμα: Βορείων Προαστίων; Με ύφος ΒΠ, αλλά από άλλα προάστια; Πάντως με καλές τσάντες, άμα κάνεις τη σούμα από τις τσάντες (της πελατείας) νομίζω έχεις ξεπληρώσει, αν όχι το Εθνικό Χρέος, τουλάχιστον το οικογενειακό σου. Της ευρύτερης οικογένειάς σου (συμπεριλαμβανόμενου και σόι του μπατζανάκη σου καρα-χρεωμένου σε ελβετικό. Φράγκο, όχι εντελβάις).
Άλλο βράδυ βρέθηκα στο «Fabric», νωρίς, και είχε ησυχία – αργότερα λέει γίνεται χαμός, μακάρι τα παιδιά, που είναι και πολύ συμπαθητικά. Ενώ έχει άλλο κοινό και είναι σε εντελώς άλλη περιοχή, κι αυτό μοιάζει ψύχραιμο, σε εναλλακτικό στιλ. Φανταστείτε το «310» σαν διακριτικό κολιέ με μαργαριτάρια και το «Fabric» σαν σκουλαρίκι στη μύτη, όχι χαλκά-τραβάω-γελάδα-μου, περισσότερο προς το μικρό χαλκαδάκι-στο-ένα-ρουθούνι, και θα καταλάβετε…

Τέλος το τρίτο μπαρ λέγεται «Vice Versa», είναι κι αυτό στιλάτο, καμία σχέση με τα δύο παραπάνω αλλά με μια ψυχραιμία στο βάθος: ξεκίνησε με αμέτρητα κοκτέιλ, συνέχισε με μουσικές εκδηλώσεις, τζαμαρίσματα, dj, πάρτι, τα πάντα. Κοκτέιλ έχει ακόμα, πολλά και πολύ ιδιόρρυθμα, για τολμηρούς και μη – έχω ξεχάσει τα ονόματα των κοκτέιλ αλλά είναι τόσο περίεργα που τα παραγγέλνεις για να δεις τι καπνό φουμάρουν, και δεν απογοητεύεσαι. Εκτός από κοκτέιλ έχει ατμόσφαιρα, διάθεση και πιτσιρικάδα, αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα σ’ αυτή τη ζωή, ούτε καν τα μισά.
…Δεν λέω ότι ένα μπαρ θα μας σώσει, ούτε περισσότερα μπαρ – ίσως να μη μας σώζει τίποτα, ίσως να μην έχει σημασία, άρα σωζόμαστε άρα όχι. Λέω ότι τα μπαρ είναι ωραία μέρη, και χρήσιμα. Επικοινωνιακά, χαλαρωτικά, σε κάνουν να αλλάζεις ρότα ή μούρη, να χαμογελάς έστω και απρόθυμα, να αισθάνεσαι μυστηριώδης τυπάκος… και όχι επειδή είσαι ντίρλα, ντε και καλά.

Πηγή: athensvoice.gr