Οι «πεθερόπληκτοι» του ελληνικού κινηματογράφου…

Σινέ Νοσταλγία Σινέ Νοσταλγία
Οι «πεθερόπληκτοι» του ελληνικού κινηματογράφου…
Το Σινέ «Νοσταλγία» ήρθε στο Gazzetta Plus με σκοπό να σας ξεναγεί κάθε εβδομάδα στις πιο αγαπημένες στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου! To ταξίδι στις πιο αγαπημένες ελληνικές ταινίες, που έχουν «ντύσει» όλες μας τις αναμνήσεις συνεχίζεται...

ME THN EΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΗΣ Bergmann Kord

«Δύο φίλοι συζητούν: - Απόλυτη ευτυχία δεν υπάρχει φίλε μου. Εκεί που χαίρεσαι για το θάνατο της πεθεράς σου, σου παρουσιάζονται απο το γραφειο τελετων και σε ρωτάνε: “Παρακαλώ ενημερώστε μας αν θέλετε ταφή, αποτέφρωση ή ταρίχευση". - Οπότε τι απάντησες εσύ; - Κοίτα, είναι πολλά τα έξοδα ... αλλά δεν μπορώ να το ρισκάρω. Και τα τρία φυσικά!». Πρόκειται για κλασικό ανέκδοτο για πεθερές, το οποίο αποτυπώνει ευρηματικά…τα αισθήματα των πεθερόπληκτων, που είχαν την ατυχία να δεινοπαθήσουν στα χέρια της πεθεράς τους. Και όχι σήμερα ή χθες, αλλά διαχρονικά, από το ξεκίνημα…της ιστορίας του ανθρώπου! Κάπως έτσι όμως αποτυπώθηκε και η σχέση πεθεράς-γαμπρού μέσα από τον ελληνικό κινηματογράφο. Με χιούμορ, υπερβολές, αλλά πάντα εύστοχα και ευρηματικά. Ρόλους πεθερόπληκτου ερμήνευσαν με εξαιρετική επιτυχία σπουδαίοι ηθοποιοί, όπως ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, ο Μίμης Φωτόπουλος, ο Νίκος Ρίζος, ο Κώστας Βουτσάς, ο Γιάννης Γκιωνάκης, ο Γιώργος Βρασιβανόπουλος.

«Ο τρελός τα έχει 400…»

Μία από τις πλέον χαρακτηριστικές ερμηνείες του, ως πεθερόπληκτος είχε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στην ταινία «Ο τρελός τα έχει 400», η οποία γυρίστηκε το 1968, σε σκηνοθεσία Κώστα Καραγιάννη, σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη και παραγωγή της Καραγιάννης-Καρατζόπουλος. Την πεθερά του υποδύονταν η Σμάρω Στεφανίδου, σε έναν ρόλο που απέδωσε εξαιρετικά. Η χημεία των δυο τους ήταν τόσο επιτυχημένη στους ρόλους γαμπρού-πεθεράς, που οδήγησε την ταινία αυτή σε σημαντικές εισπράξεις, αφού με 410.000 εισιτήρια βρέθηκε στην 10η θέση ανάμεσα στις 108 ταινίες της σεζόν 1968-1969. Στην ταινία αυτή, ο Κωνσταντάρας υποδύεται τον Λάμπρο Λαμπρέτα, έναν φτωχό οικογενειάρχη, που ζει και με την πεθερά του, η οποία τον ταλαιπωρεί καθημερινά λέγοντάς του ότι είναι τεμπέλης και δεν μπορεί να κάνει τίποτα ουσιαστικό, ώστε να βγάλει την οικογένειά του από την φτώχεια. Κάποια στιγμή όμως ο ίδιος κερδίζει το λαχείο και γίνεται πλούσιος. Ωστόσο δεν μπορεί να αντέξει την χαρά αυτή και του σαλεύει, με αποτέλεσμα να τον κλείσουν σε ψυχιατρική κλινική. Όσο εκείνος είναι έγκλειστος στην κλινική, η γυναίκα του και η κόρη του, με την παρόντρυνση της πεθεράς του «ξεκοκκαλίζουν» τα χρήματα του λαχείου, σκορπώντας τα σε ανούσια πράγματα. Κάποια στιγμή ωστόσο, ο ίδιος γίνεται καλά, επιστρέφει σπίτι του αιφνιδιαστικά και ξεκινά να βάλει μια τάξη στο χάος που έχει δημιουργηθεί. Κι εκεί φυσικά εξελίσσονται κωμικές καταστάσεις, όπου το γέλιο βγαίνει αβίαστα, ενώ οι διάλογοι Κωνσταντάρα – Στεφανίδου είναι φαρμακεροί και ανεπανάληπτοι. Μέσα σε όλα, η σφαλιάρα πάει σύννεφο από τον Κωνσταντάρα σε ανθρώπους που προσπαθούσαν να ξεγελάσουν την οικογένειά του και να της φάνε τα χρήματα. Σφαλιάρες που θα θυμούνται ακόμα έφαγαν από τον Κωνσταντάρα ο Γιώργος Κάππης, ο Θοδωρής Κατσαρδάμης και ο Γιώργος Κυριακίδης, σε σκηνές απίστευτου γέλιου…

«Αμάν, αντιαεροπορικό!»

Άλλο ένα «θρυλικό» δίδυμο γαμπρού-πεθεράς ήταν εκείνο του Μίμη Φωτόπουλου και της Τζέννυς Σταυροπούλου στην ταινία «Το σωφεράκι», η οποία γυρίστηκε το 1953 από την Finos Film, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα. Στην ταινία αυτή, ο Μίμης Φωτόπουλος υποδύεται τον Βάγγο, έναν εργατικό μεν, αλλά γυναικά οδηγό ταξί, ο οποίος δεν μπορεί με τίποτα να βάλει σε τάξη την ζωή του, σκορπώντας αλλόγιστα τα χρήματά του σε γλέντια και διασκεδάσεις. Κάποια στιγμή, παραλίγο να σκοτώσει με το ταξί του μια κοπέλα, την Λέλα (Σμαρούλα Γιούλη), την οποία ερωτεύεται. Ωστόσο, η μητέρα της ίδιας, την οποία υποδύεται η Τζέννη Σταυροπούλου αντιδρά στη σχέση αυτή και δεν τον θέλει τον Βάγγο με τίποτα για γαμπρό της, αφού τον θεωρεί αχαϊρευτο, ενώ θέλει να δώσει την κόρης της σε έναν πλούσιο, αλλά μεγάλο σε ηλικία δικηγόρο. Σκηνές απείρου κάλλους προκύπτουν όταν ο Βάγγος πηγαίνει στο σπίτι της Λέλας να δει αν είναι καλά μετά το ατύχημα, όμως για κακή του τύχη εμφανίζεται η «πεθερά» και τον «λούζει» με άσχημους χαρακτηρισμούς, ενώ του πετάει μέχρι και βάζα στο κεφάλι! Η ιστορία όμως θα εξελιχθεί όπως θα ήθελαν οι δύο ερωτευμένοι, με αποτέλεσμα και η πεθερά του τελικά να αναγκαστεί να βάλει νερό στο κρασί της και να τον αποδεχθεί για γαμπρό της. Το «Σωφεράκι» θεωρείται – και δικαίως – ταινία σταθμός στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ως μια απόλυτα ρεαλιστική ηθογραφία εποχής, κάτι που αποτυπώθηκε και εμπορικά, αφού η ταινία έκοψε 190.000 εισιτήρια και ήρθε πρώτη σε εισπράξεις ανάμεσα στις 22 ταινίες της σεζόν 1952-1953.

«Κι εδώ με κυνηγάς, πανάθεμά σε;»

Ένας ακόμα πεθερόπληκτος – και ίσως από τους πιο…πονεμένους! – ήταν ο Γιώργος Βρασιβανόπουλος. Ίσως να μην σας λέει κάτι το όνομά του, αλλά η φυσιογνωμία του ήταν από τις πλέον χαρακτηριστικές στον ελληνικό κινηματογράφο και σίγουρα θα καταλάβετε ποιος είναι αν σας πούμε ότι ερμήνευσε το ρόλο του Γιαννάκη (του…μπάμια που τον έλεγε και ο Κώστας Βουτσάς) στην ταινία «Η χαρτοπαίχτρα», στην οποία πρωταγωνιστούσε η Ρένα Βλαχοπούλου, στο ρόλο μιας αμετανόητης χαρτοπαίκτρας, η οποία δεν συμπαθεί καθόλου τον Γιαννάκη. Κι αυτό διότι τον θεωρεί γρουσούζη και κάθε φορά που τον βλέπει μπροστά της, «φτύνει τον κόρφο της», φοβούμενη ότι μόλις ξαναπαίξει χαρτιά θα χάσει και πάλι. Και έτσι του φέρεται απότομα, τον κακολογεί, τον λέει προικοθήρα και άλλα τέτοια ωραία που πολλές φορές οι πεθερές ξεστομίζουν για τους γαμπρούς τους – πίσω από την πλάτη τους βεβαίως. Η «Χαρτοπαίχτρα» γυρίστηκε το 1964 από την Finos Film, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη, ο οποίος διασκεύασε το ομώνυμο θεατρικό έργο του Δημήτρη Ψαθά. Μαζί με τους Βλαχοπούλου, Βρασιβανόπουλο, στην ταινία πρωταγωνιστούσαν οι Λάμπρος Κωνσταντάρας, Κώστας Βουτσάς, Χλόη Λιάσκου, Σαπφώ Νοταρά. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 28 Δεκεμβρίου 1964, έκοψε 534.085 εισιτήρια και κατέλαβε την τρίτη θέση στις ταινίες της χρονιάς.

«Πεθερά και αγία…αποκλείεται»!

Το 1968 ωστόσο γυρίστηκε και η πλέον χαρακτηριστική ταινία του είδους, με τον τίτλο «Ο πεθερόπληκτος», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Γιάννης Γκιωνάκης. Την πεθερά του ταλαίπωρου ανθρωπάκου υποδύονταν η Μαρίκα Κρεβατά. Η υπόθεση ήταν η εξής: Ένας νεαρός δικηγόρος (Γιάννης Γκιωνάκης) αναζητεί διέξοδο στην ποίηση, για να αντέξει τη γκρίνια της πεθεράς του (Μαρίκα Κρεβατά) και τα προβλήματα που δημιουργούν η γυναίκα του (Κλεώ Σκουλούδη) και η οικιακή βοηθός (Δέσποινα Στυλιανοπούλου). Όταν αναλαμβάνει μια υπόθεση διαζυγίου, στην οποία η πεθερά ευθύνεται για το χωρισμό της κόρης της, χάνει την ψυχραιμία του, φέρνοντας στο μυαλό του τα δικά του προβλήματα και, από συνήγορος μετατρέπεται σε κατήγορο, με αποτέλεσμα να τον κλείσουν σε κλινική. Κατά τύχη, ένας μουσικός θα ανακαλύψει τους στίχους του, οι οποίοι θα μελοποιηθούν από τον Γιώργο Ζαμπέτα και θα γίνουν επιτυχημένα τραγούδια, όπως το «ο πεθερόπληκτος». Η πεθερά του θα βρει καινούργιο σύζυγο (Βασίλης Αυλωνίτης) και το γεγονός αυτό θα αλλάξει προς το καλύτερο τη ζωή του ταλαιπωρημένου δικηγόρου.

«Φέρτε τη Μαρίνα…να με σκίσει»

Ίσως το κορυφαίο δίδυμο γαμπρού-πεθεράς ωστόσο ήταν εκείνο που ενσάρκωσαν στην ταινία του 1961 «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός», ο Νίκος Ρίζος και η Γεωργία Βασιλειάδου. Δύο σπουδαίοι ηθοποιοί, με μια εξαιρετική χημεία μεταξύ τους, αποτύπωσαν μια από τις πλέον χαρακτηριστικές σχέσεις γαμπρού-πεθεράς με απίστευτες ατάκες και διαλόγους, που κυριολεκτικά μπορούν να ισοπεδώσουν τον θεατή από τα γέλια. Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: Η κόρη του Κλέαρχου (Βασίλης Αυλωνίτης) και της Μαρίνας (Γεωργία Βασιλειάδου) έχει παντρευτεί έναν καλόκαρδο αλλά κοντούλη νεαρό, τον Μάχο (Νίκος Ρίζος), τον οποίο η Μαρίνα περιφρονεί βαθύτατα και συνεχώς πιστεύει πως απατάει την κόρη της (Έλσα Ρίζου). Η αλήθεια είναι όμως ότι ο Κλέαρχος είναι αυτός που ξενοκοιτάει και μάλιστα την γοητευτική ζωντοχήρα γειτόνισσα (Πόπη Λάζου), η οποία του δίνει ελπίδες χωρίς να προχωράει σε κάτι ουσιαστικό. Ο Κλέαρχος κανονίζει να πάνε με τον γαμπρό του στα Καμένα Βούρλα, δήθεν για να τον προσέχει, αλλά στην πραγματικότητα πάει για να συναντήσει την γειτόνισσα. Εκεί όμως καταφτάνει η Μαρίνα με την κόρη της και αρχίζουν τα μπερδέματα. «Φέρτε μου τη Μαρίνα να τη σκίσω» φώναζε μεθυσμένος ο Μάχος στην παραλία των Καμμένων Βούρλων όπου διασκέδαζε με δυο γυναίκες, όταν ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά του η Μαρίνα και η δήλωσή του γίνεται… «φέρτε τη Μαρίνα…να με σκίσει».

Περιμένουμε σχόλια, απόψεις και παρατηρήσεις στο mail μας

Σινέ Νοσταλγία
Σινέ Νοσταλγία