Δεν ψήνει τα media και τα social media, αλλά ψήνει τους ποδοσφαιριστές του

Δεν ψήνει τα media και τα social media, αλλά ψήνει τους ποδοσφαιριστές του

Δεν ψήνει τα media και τα social media, αλλά ψήνει τους ποδοσφαιριστές του

bet365

Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για τον “αντιεμπορικό” δρόμο του Ντιτιέ Ντεσάν, ο οποίος ήταν μια φυσική συνέχεια της ποδοσφαιρικής πορείας του, και τον οδήγησε εκεί που είχε φτάσει, παίζοντας καλή άμυνα, και ως ποδοσφαιριστής: στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Σε ένα τουρνουά που δεν ήταν Μουντιάλ των προπονητών, δεδομένου ότι αυτοί δεν έγιναν συχνά οι βασικοί πρωταγωνιστές στα βασικά θέματα των συζητήσεων που γέννησε η αγωνιστική δράση στη διάρκεια των τελευταίων τριάντα ημερών, αυτός που έβαλε την Luis Vuitton χειροποίητη θήκη φύλαξης του Παγκοσμίου Κυπέλλου στις αποσκευές του είναι ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους (3ος στη σχετική λίστα, πίσω από τον Γιόακιμ Λεβ της Γερμανίας και τον Τίτε της Βραζιλίας) προπονητές, ο οποίος όμως ήταν ένας εκ των πιο υποτιμημένων σε δημοφιλία και αναγνώριση της δουλειάς του. Στην πραγματικότητα πριν από αυτό το τουρνουά τον Ντιτιέ Ντεσάν δεν τον υποστήριζαν θερμά ούτε οι Γάλλοι ποδοσφαιρόφιλοι. Ακόμη και αυτοί που δεν γκρίνιαζαν για την παραμονή του στην Εθνική μετά την απώλεια του Euro 2016, ζητούσαν εκ των προτέρων από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία να τον αντικαταστήσει με τον “θέλω κάποτε να καθοδηγήσω ως προπονητής τη Γαλλία” Ζινεντίν Ζιντάν στην περίπτωση που δεν κατακτούσε το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Το ποδόσφαιρο που μας παρουσίασε δεν ήταν ψυχαγωγικό, επειδή δεν βασιζόταν στο δημιουργικό μέρος του παιχνιδιού. Η βασική ιδέα της Γαλλίας για την κατάκτηση της νίκης δεν ήταν το ποδόσφαιρο που βασίζεται στην κατοχή της μπάλας. Ο Ντιντιέ Ντεσάν δεν σχεδίαζε επιθέσεις. Σχεδίαζε άμυνες. Κι αυτό το αγωνιστικό πλάνο δεν είναι ελκυστικό το 2018, όχι μόνο επειδή το παγκόσμιο κοινό έχει κουραστεί να βλέπει τέτοια πλάνα να αποδεικνύονται επιτυχημένα στη διάρκεια της τελευταίας 15ετίας, στον βαθμό που να μεγαλώνει το ρεύμα αυτών που τα αποστρέφονται, αλλά και επειδή από αυτή τη Γαλλία, με αυτό το δημιουργικό ταλέντο, ο πλανήτης είχε άλλες προσδοκίες. Οι αμύητοι περίμεναν άλλου τύπου γαλλικό ποδόσφαιρο από αυτό που παρουσίασε στα γήπεδα της Ρωσίας η ομάδα του Ντεσάν. Οσοι όμως θυμούνταν την συνταγή της τελευταίας 4ετίας ήξεραν τι αγωνιστικό πλάνο να περιμένουν. Οι βασικές απορίες για τη Γαλλία σε σχέση με αυτό το Μουντιάλ ήταν δύο: οι ηττημένοι του 2016 είχαν προλάβει να χτίσουν χαρακτήρα νικητή στη διάρκεια της τελευταίας 2ετίας; Θα δικαιωνόταν αυτή η “παίζουμε “τόσο όσο” επιθετικά για να κάνουμε νίκες διαφοράς του ενός γκολ” ιδέα του Ντεσάν; Το βράδυ της 15ης Ιουλίου, σε συνέχεια των προηγούμενων έξι επεισοδίων, η Γαλλία που έφτιαξε ο 49χρονος προπονητής προσκόμισε ακόμη μια απόδειξη για τον χαρακτήρα, το πνεύμα και την ωριμότητά της στη διαχείριση των αγώνων και έληξε την συζήτηση με τρόπο, δηλαδή με σκορ, εντυπωσιακό. Πέτυχε τέσσερα γκολ σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου κι ας κράτησε τη μπάλα πολύ λιγότερο (35%-65%) από την αντίπαλό της, κι ας σούταρε μισές φορές συγκριτικά με την Κροατία (7-14). Ο Ντεσάν κέρδισε και την τελευταία παρτίδα με τον τρόπο του, με αυτό το οικονομικό ποδόσφαιρο που παρουσιάζει και η λήξη του παιχνιδιού τον βρήκε για ακόμη μια φορά να στέκεται με ειλικρίνεια μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα και να παραδέχεται αυτό που είχε δει προηγουμένως όλος ο πλανήτης, δίχως καμιά προσπάθεια να σε βγάλει τρελό ή να σε πείσει ότι αυτό που έκανε η Γαλλία στο τερέν ήταν άλλο από αυτό που είδες και κατάλαβες.

Σαν να πατούσε στα χνάρια του Εμέ Ζακέ, του προπονητή με τον οποίο είχε σηκώσει ως αρχηγός το Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Ντεσάν δεν νοιάστηκε ούτε για την περιορισμένη αναγνώριση της δουλειάς του, ούτε για την περιορισμένη προβολή, ούτε για τα υποτιμητικά σχόλια για το αγωνιστικό πλάνο του. Εμεινε ανεπηρέαστος, επένδυσε πάνω στα βασικά χαρίσματά του στην προπονητική, που είναι τα σχετικά με το man management, και παρέμεινε πιστός στην εφαρμογή του βασικού αγωνιστικού πλάνου του: ανασταλτική λειτουργία στην οποία συμμετείχαν όλοι πλην του Μπαπέ, άμυνα σε βάθος και κόντρα επίθεση με ταχύτατη μετάβαση προκειμένου να εκμεταλλευτεί τα γκάζια του 19χρονου wonder boy και του Γκριεσμάν. Εγινε πλέον πασιφανές και γι' αυτό είναι αυταπόδεικτο ότι ο Ντεσάν εμπνέει τους ποδοσφαιριστές του. Πώς αλλιώς θα έπειθε τον Γκριεσμάν ότι δεν θα είναι εκείνος αλλά θα είναι ο – μικρότερος – Μπαπέ ο “ελεύθερος”, και ότι ο σούπερ στάρ της Ατλέτικο θα πρέπει να μαρκάρει; Πώς αλλιώς θα έπειθε τον Πογκμπά για να πειθαρχήσει σε έναν ρόλο που είχε περισσότερη ανασταλτική δράση από όση είχε συνηθίσει τελευταία στην ποδοσφαιρική ζωή του;

Σαν έτοιμος από καιρό για να ανταπεξέλθει στην ειδική κατάσταση της πίεσης που του ασκήθηκε προτού ακόμη αρχίσει το τουρνουά σε σχέση με τις επιλογές του για την αποστολή και το βασικό σχήμα, ο Ντεσάν παρουσίασε στο ευρύ κοινό τον Παβάρ και τον Λούκας Ερνάντεζ, ξανάκανε “εξαροκτάρι” τον Πογκμπά, και διατήρησε στην θέση του κεντρικού επιθετικού τον σέντερ φορ χωρίς τελική προσπάθεια Ζιρού. Ηξερε ότι παίζει την τελευταία του ζαριά στον γαλλικό πάγκο και αποφάσισε να επιμείνει μέχρι την τελευταία στιγμή να την ρίχνει με το στιλ του και να μη κάνει καμία “πολιτικά ορθή” επιλογή από αυτές που θα έκαναν πιο ελαφριά την κριτική στην περίπτωση που επέστρεφε στη Γαλλία με άδεια χέρια.

Μια ομάδα που είχε συνηθίσει στη διάρκεια των προηγούμενων ετών να ζει με εσωτερικά προβλήματα έφτασε να κάνει επίδειξη ομαδικού πνεύματος σε κάθε της στιγμή εντός και εκτός τερέν στη Ρωσία. Μια νεανική ομάδα, η οποία ερχόταν από μια απώλεια τροπαίου με τρόπο σχετικά οδυνηρό στη χώρα της το 2016 συμπεριφέρθηκε ως νικήτρια σε κάθε δοκιμασία που της έβαλαν τα παιχνίδια του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ενα γκρουπ στο οποίο συμμετείχαν παιδιά με καταγωγή από ένα σωρό διαφορετικές χώρες συμπεριφέρθηκε ως ομάδα, της οποίας η συνοχή, η επικοινωνία και η τακτική προσήλωση έφτασαν στο κορυφαίο επίπεδο, αυτό της Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας.

Αν η καριέρα του στην Εθνική Γαλλίας σταματούσε εδώ, τον Ντιντιέ Ντεσάν δεν θα τον θυμόμασταν ως νεωτεριστή, ως καινοτόμο. Δεν θα τον θυμόμασταν ως έναν προπονητή που επινοεί ποδόσφαιρο. Θα τον θυμόμαστε όμως ως έναν πραγματιστή προπονητή, του οποίου το μάνατζμεντ είναι μια φυσική συνέχεια της πορείας του με τα ποδοσφαιρικά παπούτσια, ως έναν προπονητή που μπορεί να μην εμπνέει media και followers αλλά εμπνέει ποδοσφαιριστές · κι είναι οι ποδοσφαιριστές αυτοί που κερδίζουν τα παιχνίδια και τους τίτλους, όχι τα media και τα social media.

Ο αθόρυβος “νεροκουβαλητής”, όπως τον είχε βαφτίσει ο Ερικ Καντονά επειδή ήταν ο ορισμός του αποτελεσματικού αμυντικού μέσου που έκοβε τη μπάλα και έραβε αμέσως μια ταχύτατη αντεπίθεση για την ομάδα του, αντιλαμβάνεται το ποδόσφαιρο με τον ίδιο τρόπο ως προπονητής. Μπορεί το επιθετικό μέρος του ποδοσφαίρου του, από το οποίο απουσιάζουν οι σύνθετες επιθέσεις, να μην είναι αρκετό για να πάρει όση λάμψη παίρνει ο Γκουαρδιόλα, αλλά το σχέδιό του αποδείχθηκε αρκετό για να ενθαρρύνει την ποιότητα της γενιάς που είχε στα χέρια του και να του δώσει το προνόμιο να σηκώσει για δεύτερη φορά στη ζωή του το Παγκόσμιο Κύπελλο, να γίνει μέλος του πολύ κλειστού κλαμπ των “το έχω σηκώσει και ως παίκτης και ως προπονητής” ποδοσφαιρανθρώπων, μετά τον Ζαγκάλο και τον Μπεκενμπάουερ, και να επιστρέψει στην πατρίδα του με το καμάρι ότι είναι αυτός που την ξανάκανε Παγκόσμια Πρωταθλήτρια για δεύτερη φορά στην Ιστορία.

Πίσω στο 1998, ο δικός του προπονητής, ο Εμέ Ζακέ δεν έτυχε μεγάλης προβολής και αναγνώρισης. “Ο προπονητής της μεγάλης ομάδας του Ζιντάν” ήταν πάντοτε η ιστορική αναφορά του. Με τον Ντεσάν όμως δεν είναι έτσι. Διότι δεν είχε κανέναν “Ζιντάν”. Στον δρόμο για τη Ρωσία τα αστέρια της δικής του Γαλλίας έλαμπαν λιγότερο από τα αστέρια της Γαλλίας του '98. Ο Ζακέ είχε πολύ περισσότερους έτοιμους και ώριμους παίκτες, περισσότερους ψημένους πρωταθλητές. Ο Ντεσάν μπορεί να μη γίνει ποτέ ως προπονητής όσο δημοφιλείς είναι οι σημερινοί σταρ της προπονητικής, αλλά η ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2018 είναι βέβαιο ότι θα του αποδώσει την αναγνώριση της συνεισφοράς του. Ακόμη όμως και αν δεν τον αναγνωρίσει ποτέ όσο του πρέπει η πλατιά μάζα, θα τον έχουν αναγνωρίσει όσο του πρέπει αυτοί που πρέπει: οι ποδοσφαιριστές του.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σαμπράκος
Βασίλης Σαμπράκος

Έχει συμπληρώσει 3 δεκαετίες στην αθλητική δημοσιογραφία. Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά έργα, δεν λειτουργεί στην δημοσιογραφία για να εκφράζει οπαδικά αισθήματα ή συλλογικές προτιμήσεις. Γράφει και μιλάει για όλους, απευθυνόμενος προς όλους. Και τρελαίνεται στην ιδέα ότι υπάρχει κάπου ένας άνθρωπος, μια μέθοδος ή ένα εργαλείο που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα και βαθύτερα το ποδόσφαιρο. Πάνω από όλα, ο Βασίλης Σαμπράκος συστήνεται ως ο συγγραφέας του “Εξηγώντας το θαύμα” ή “The Miracle 2004”, ενός βιβλίου που έφτασε να σταθεί ανάμεσα στα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία του 2022 στην Αγγλία.