Για 20 λεπτά η Ελλάδα ήταν καλύτερη του Βελγίου

Για 20 λεπτά η Ελλάδα ήταν καλύτερη του Βελγίου

Για 20 λεπτά η Ελλάδα ήταν καλύτερη του Βελγίου

bet365

Εντυπωσιασμένος από το 46’-75’ διάστημα του αγώνα των Βρυξελλών, ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για το σχέδιο και το θάρρος του Μίκαελ Σκίμπε, ο οποίος αλλάζει τη νοοτροπία της Εθνικής και την ξανακάνει αποτελεσματική και Ομάδα.

Στην σημασία αυτού του αγώνα είχα αναφερθεί από την παραμονή της αναμέτρησης της Ελλάδας με το Βέλγιο. Στην πρώτη ανάγνωση, το αποτέλεσμα του Σαββάτου επιτρέπει στην Εθνική να νιώθει ότι πλέον κρατά την τύχη της, τουλάχιστον για την κατάληψη της 2ης θέσης στον 8ο όμιλο, η οποία λογικά θα οδηγεί στα play offs για την πρόκριση στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2018, στα χέρια της. Διότι χάρη στον βαθμό που πήρε τις Βρυξέλλες, με τον οποίο προσπέρασε τη Βοσνία, τώρα ξέρει ότι μπορεί να καθορίσει την μοίρα της με τα δικά της και μόνο αποτελέσματα δίχως να νοιάζεται για το τι θα συμβεί στους άλλους αγώνες. Η βαθύτερη ανάγνωση αυτής της εμφάνισης όμως είναι εξίσου, ή ίσως πιο σημαντική. Διότι μπορεί αυτή η Εθνική να μην έχει καταφέρει τίποτα ακόμη, σε επίπεδο επιτυχιών και προκρίσεων, αλλά αυτή η εμφάνισή της είναι ένα καθαρό σημάδι ότι επιτυγχάνει το θεμελιώδες: ξαναγίνεται ομάδα, διαμορφώνει χαρακτήρα και μέταλλο, και ξαναβρίσκει έναν κατάλληλο, ικανό, αποτελεσματικό καθοδηγητή.

Δεν είχα “ψηθεί” από τα όσα είχα ακούσει από τους Γερμανούς για την ικανότητα, τις ιδέες και τις μεθόδους του Μίκαελ Σκίμπε. Κι ήταν κυρίως αυτό το γεγονός ο λόγος που έβαζα πολλές επιφυλάξεις στη σκέψη μου πάνω στα όσα είχε δείξει μέχρι το Σάββατο η Εθνική του Σκίμπε. Δεν βιαζόμουν. Ούτε να ενθουσιαστώ με τη νίκη στο φιλικό με την Ολλανδία, ούτε να απογοητευτώ με την ισοπαλία στον εντός έδρας αγώνα με τη Βοσνία. Και φτάσαμε στο χθεσινό παιχνίδι.

Πριν από την έναρξη του ματς τα δύο κύρια ζητούμενα ήταν ένα καλό σχέδιο και μια καλή ψυχική και πνευματική προετοιμασία. Ο Σκίμπε πήρε άριστα, άριστα και στις δύο διαστάσεις της αποστολής του.

Για να αντιμετωπίσει μια ομάδα γεμάτη από ικανότατους μεσοεπιθετικούς, ο Γερμανός έφτιαξε μια 5αδα στην άμυνα, προσθέτοντας τον Σταφυλίδη στην τετράδα των Τοροσίδη, Μανωλά, Παπασταθόπουλου, Τζαβέλλα. Στη φάση κατοχής της μπάλας ο Σταφυλίδης γινόταν αριστερός ακραίος μεσοεπιθετικός. Στην φάση της άμυνας, ο αμυντικός της Αουγκσμπουργκ πάταγε γκάζι για να πάρει θέση ως αριστερός μπακ, για να δίνει την ελευθερία και την επιλογή στον Τζαβέλλα να μετατρέπεται άλλοτε σε τρίτο κεντρικό αμυντικό και άλλοτε να βγαίνει από την αμυντική γραμμή και να ακολουθεί τον Μέρτενς στις κινήσεις που αυτός έκανε ως περιφερειακός επιθετικός. Ο συγχρονισμός μεταξύ των δύο Ελλήνων ήταν τέτοιος, τόσο καλός, που η Εθνική δεν άφησε ποτέ χώρο για να κινηθούν στην αριστερή της πλευρά οι Βέλγοι, παρά μόνο όποτε κάποιος κατάφερνε να νικήσει σε “ένας εναντίον ενός” κατάσταση τον αριστερό μπακ της Ελλάδας, την ίδια ώρα που ο Μέρτενς, ένας από τους πιο καυτούς επιθετικούς αυτή την εποχή στην Ευρώπη, αναγκάστηκε να μείνει σιωπηλός για περίπου 74’ λεπτά, μέχρι να βρει τη στιγμή του και να νικηθεί από τον Καπίνο.

Το σχέδιο του Σκίμπε για την φάση της άμυνας είχε μια επιλογή που μας ξένισε: τον Παναγιώτη Ταχτσίδη. Μια επιλογή που είχε λογική, την οποία αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε από τα πρώτα λεπτά της αναμέτρησης. Χάρη στην παρουσία του Ταχτσίδη, ο οποίος ήταν πολύ περισσότερο, συγκριτικά με τις προηγούμενες φορές του, συγκεντρωμένος στα ανασταλτικά καθήκοντά του, ο Σκίμπε ανακουφίστηκε εξαρχής από τον πονοκέφαλο του ύψους, του εκτοπίσματος και της ικανότητας στο κεφάλι του Φελαϊνί.

Το σχέδιο όμως δεν ήταν καλοσχεδιασμένο μόνο στην φάση της άμυνας. Η Εθνική έπαιξε με σχέδιο και στον λίγο χρόνο που είχε την μπάλα στην κατοχή της στο πρώτο ημίχρονο. Επαιξε τρεις φορές με βαθιά γεμίσματα από την άμυνα, σημαδεύοντας τον Μήτρογλου και τον Μάνταλο, με επιδίωξη να δώσει στους Ελληνες επιθετικούς μια ευκαιρία να πάρουν την μπάλα στον χώρο και να φτάσουν στην αντίπαλη εστία. Και έπαιξε με άμεση μετάβαση από την φάση της άμυνας στη φάση της επίθεσης σε κάθε στιγμή που κατάφερε να κλέψει τη μπάλα στο μεσαίο τρίτο του τερέν, με στόχο να πιάσει ανοργάνωτη την βελγική άμυνα.

Αυτό το σχέδιο πήρε άριστα στο “δεν έχουμε τη μπάλα” μέρος του, κι έδειξε μια ενδιαφέρουσα προοπτική στο “τι κάνουμε όταν πάρουμε τη μπάλα” κομμάτι του, δίχως πάντως να κάνει πολλά με τη μπάλα.

Χάρη σε αυτό το σχέδιο, που βασίζεται στην “τροφοδοτούμε τον Μήτρογλου με όσο το δυνατόν λιγότερες πάσες, όσο γίνεται πιο γρήγορα” αρχή, η Εθνική πήρε προβάδισμα. Και από το 46’ μέχρι το 65’, που το λάθος του Ταχτσίδη την άφησε με παίκτη λιγότερο, η Ελλάδα ήταν ανώτερη του Βελγίου. Στα πρώτα 12’ λεπτά μετά το γκολ του Μήτρογλου η Εθνική όχι απλώς δεν γύρισε πίσω για να βάλει το λεωφορείο μπροστά από την εστία του Καπίνο, αλλά ανέβηκε τέσσερις φορές (52’, 54’, 56’, 57’) στο αντίπαλο μισό για να κάνει επιθετική άμυνα και να καταφέρει να εμποδίσει το χτίσιμο των επιθέσεων των Βέλγων, την ίδια ώρα που επεδίωκε να κλέψει τη μπάλα και να αντεπιτεθεί απέναντι σε ανοργάνωτη άμυνα. Δεν θα μάθουμε ποτέ πώς θα εξελισσόταν και πώς θα κατέληγε το ματς αν δεν απομακρυνόταν από το τερέν ο Ταχτσίδης. Σε αυτό το 20’λεπτο όμως μάθαμε ότι η Εθνική έχει έναν προπονητή που έχει το θάρρος να σχεδιάζει τέτοια παιχνίδια στην έδρα μιας εκ των κορυφαίων, βάσει κατάταξης, ομάδων στον πλανήτη. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο επιμέρους όφελος από αυτή την εμφάνιση: η διαπίστωση ότι στον πάγκο υπάρχει ένας προπονητής που καταφέρνει να εμπνεύσει και να παρακινήσει τους ποδοσφαιριστές του και να τους ενθαρρύνει προκειμένου αυτοί να εκτελέσουν ένα τολμηρό σχέδιο. Ο Σκίμπε αλλάζει τη νοοτροπία μιας ομάδας που κακοποιήθηκε επί 14 μήνες, δηλαδή από την ώρα της αποχώρησης του Φερνάντο Σάντος μέχρι τη στιγμή της πρόσληψής του.

Το αμυντικό μέρος του σχεδίου σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού και το πρώτο 20’λεπτο του β΄ημιχρόνου είναι η βάση για να χτίσει ο Ομοσπονδιακός προπονητής το αγωνιστικό πλάνο για τον “τελικό” της 9ης Ιουνίου στη Βοσνία. Αν το σχέδιο είναι το ίδιο λειτουργικό και αποτελεσματικό, και αν οι ποδοσφαιριστές αγωνιστούν με την ένταση, τη συγκέντρωση, την πειθαρχία, την αυτοκυριαρχία και το πάθος που είχαν απέναντι στους Βέλγους, η Ελλάδα θα κάνει ακόμη ένα βήμα προόδου. Κι αν σταθεί και τυχερή, αυτό το βήμα μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικό και στην πορεία της προς την τελική φάση του Μουντιάλ.

Η εμφάνιση των Βρυξελλών ήταν προφανώς η αρτιότερη και η σημαντικότερη της Εθνικής στη διάρκεια των τελευταίων περίπου 2,5 ετών. Κι ήταν μια εμφάνιση που μοιάζει με συνέχεια και εξέλιξη της έκδοσης που είχε παρουσιάσει ο Σάντος στο προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο. Οχι, δεν είναι λόγος ενθουσιασμού, αλλά ναι, είναι λόγος αισιοδοξίας, και σίγουρα είναι λόγος ανακούφισης. Διότι αυτή η εμφάνιση πείθει, σε συνέχεια των προηγούμενων, ότι η Εθνική βρίσκεται στα χέρια ενός προπονητή που δείχνει σημάδια ικανότητας να γίνει αποτελεσματικός στον πάγκο της.

Για να συμβεί αυτό που συνέβη το βράδυ του Σαββάτου στις Βρυξέλλες χρειάστηκε να συμβούν πολλά, και όχι μόνο να φτιάξει ένα καλό σχέδιο ο Σκίμπε. Χρειάστηκε μια εκπληκτική εμφάνιση από τον Στέφανο Καπίνο, η εντυπωσιακή απόδοση των Μανωλά, Παπασταθόπουλου, Σταφυλίδη, Τζαβέλλα, ο killer Μήτρογλου, η προσήλωση όλων των ποδοσφαιριστών στο σχέδιο με ζηλευτή τακτική πειθαρχία, οι αποτελεσματικές αλλαγές που έκανε ο Γερμανός προπονητής, αλλά και όλα όσα συνέβησαν στους Βέλγους: το λάθος του Ρομπέρτο Μαρτίνεζ να μην ζητήσει κάθετη ανάπτυξη για να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι η Ελλάδα έπαιζε χωρίς 6αρι, με μια σύνθεση που είχε soft κεντρικό άξονα (ο Μαρτίνες τα έβαλε με την κατάσταση του χλοοτάπητα, αλλά αυτό ήταν σε κάθε περίπτωση δική του ατέλεια που δεν το φρόντισε εγκαίρως), η σύγχρονη απουσία των Αζάρ και Ντε Μπρόινε, η αστοχία του Βίτσελ, η γενικότερη αστοχία των Βέλγων που βρήκαν στόχο μόνο στις 5 από τις 17 τελικές προσπάθειες. Οταν παίζεις με μια από τις πιο ποιοτικές ομάδες αυτής της εποχής στον πλανήτη όμως, είναι δεδομένο ότι αν λειτουργήσουν όλα ιδανικά στον αντίπαλο δεν θα έχεις τύχη. Ο προπονητής της αντίπαλης ομάδας μπορεί να κοιτάζει μόνο το κομμάτι της δικής του επιρροής σε ένα παιχνίδι αυτών των απαιτήσεων. Και σε αυτό το κομμάτι ο Σκίμπε πήρε το βράδυ του Σαββάτου κάτι παραπάνω από άριστα. Πιθανόν να έφτιαξε μια από τις καλύτερες παρτίδες της προπονητικής του καριέρας.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σαμπράκος
Βασίλης Σαμπράκος

Έχει συμπληρώσει 3 δεκαετίες στην αθλητική δημοσιογραφία. Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά έργα, δεν λειτουργεί στην δημοσιογραφία για να εκφράζει οπαδικά αισθήματα ή συλλογικές προτιμήσεις. Γράφει και μιλάει για όλους, απευθυνόμενος προς όλους. Και τρελαίνεται στην ιδέα ότι υπάρχει κάπου ένας άνθρωπος, μια μέθοδος ή ένα εργαλείο που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα και βαθύτερα το ποδόσφαιρο. Πάνω από όλα, ο Βασίλης Σαμπράκος συστήνεται ως ο συγγραφέας του “Εξηγώντας το θαύμα” ή “The Miracle 2004”, ενός βιβλίου που έφτασε να σταθεί ανάμεσα στα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία του 2022 στην Αγγλία.