Μετά το Λονδίνο το αντίο;

Μετά το Λονδίνο το αντίο;

bet365

Με την 19η θέση στις αποσκευές τους επιστρέφουν στην Ελλάδα από το Λονδίνο η Βίκυ Αρβανίτη και η Μαρία Τσιαρτσιάνη και η μελαγχολία που αισθανόμαστε δεν είναι για τον αποκλεισμό τους από την 16αδα, αλλά για το μέλλον του ελληνικού μπιτς βόλεϊ. Με τα σημερινά δεδομένα δεν υπάρχει στον ορίζοντα ομάδα που θα μπορέσει να φτάσει στο επίπεδο των Αρβανίτη, Τσιαρτσιάνη τα επόμενα χρόνια και τουλάχιστον για το 2016 δεν φαίνεται κάποια οργανωμένη προσπάθεια όχι μόνο για το γυναικείο αλλά και το ανδρικό μπιτς βόλεϊ...

Η Αρβανίτη είναι 27 ετών και μετράει τρεις συμμετοχές σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Η δεύτερη είναι 30 ετών με δύο συμμετοχές σε Ολυμπιακούς Αγώνες, οπότε βιολογικά θα μπορούσαν άνετα να διεκδικήσουν και τη συμμετοχή τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βραζιλίας. Το ζήτημα είναι πως αργά και σταθερά το ελληνικό μπιτς βόλεϊ χάνει την επαφή του με την κορυφή και τις ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό κι αυτό είναι εν μέρει φυσιολογικό καθώς μια πτωχευμένη χώρα το τελευταίο που σκέφτεται να κάνει είναι να επενδύσει στο μπιτς βόλεϊ και κυρίως να συναγωνιστεί τις παγκόσμιες βιομηχανίες παραγωγής αθλητών όπως οι ΗΠΑ, η Βραζιλία, η Κίνα και η Ρωσία. Αυτή είναι η μια εκδοχή. Η άλλη είναι πως στην ανάγκη της διάκρισης το μπιτς βόλεϊ ανοίγει ευκαιρίες ακόμα και σε... ξυπόλητους αθλητές σε ένα από τα λίγα ολυμπιακά αθλήματα που τα παπούτσια είναι έτσι κι αλλιώς περιττά.

Η επιτυχία για τις Βίκυ, Μαρία είναι τεράστια. Αγωνίστηκαν σε τρεις αγώνες παρουσία 12.000 θεατών και έζησαν μια ακόμα φοβερή εμπειρία. Και οι δύο κουράστηκαν και πόνεσαν για να ζήσουν αυτό το... όνειρο που στο τέλος δεν είχε... θαύμα αλλά έναν... πικρό αποκλεισμό.

Κανείς αποκλεισμός δεν είναι ευχάριστος. Όλοι είναι πικροί και ειδικά εάν οι αγώνες σου κρίθηκαν στις λεπτομέρειες. Στην πραγματικότητα το ελληνικό δίδυμο πήρε τη θέση που του άξιζε με κριτήριο τις τρεις εμφανίσεις του σε έναν πολύ δύσκολο όμιλο.

Νίκησε τις ρωσίδες Βοζάκοβα / Βασίνα και έχασε από τις Κινέζες Ζενγκ Ξι / Ξουε και τις ελβετίδες Κουν / Ζούμγκερ. Οι δυνατότητες τους είναι μεγαλύτερες από τις εμφανίσεις που έκαναν. Είχαν άγχος (ειδικά στην πρεμιέρα με τις ελβετίδες) και το πλήρωσαν ακριβά, όμως, σε ένα ολυμπιακό τουρνουά πρέπει να είσαι και αυστηρός με τον εαυτό σου.

Σε κάθε περίπτωση οι δύο αθλήτριες έδωσαν αυτό που μπορούσαν και οι δυσκολίες αρχίζουν από σήμερα, με την επιστροφή τους στην Αθήνα. Οικονομικά προβλήματα, αβεβαιότητα και η σκέψη ακόμα και για το αντίο από την ενεργό δράση. Αυτό δεν είναι «αποκάλυψη». Είναι η σκέψη που έκαναν εδώ και πολύ καιρό αλλά δεν άφηναν να τους κυριεύει καθώς είχαν μπροστά τους την πρόκριση και μετά τη συμμετοχή στη γιορτή του Λονδίνου.

Η Βίκυ και η Μαρία εδώ και καιρό προσπαθούν να επιβιώσουν όπως τα ψάρια στη στεριά. Χωρίς καμία ουσιαστική βοήθεια από την οικεία ομοσπονδία, με λιγοστούς χορηγούς και τα έπαθλα των διεθνών τουρνουά να φτάνουν ίσα, ίσα για να καλύψουν τα αεροπορικά τους εισιτήρια σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Για τα... μάτια του κόσμου αγωνίστηκαν στα τελικά του Πανελληνίου πρωταθλήματος που έγιναν στην Κεραμωτή και θύμισαν πρωτάθλημα τζούνιορς πριν από δέκα χρόνια. Ουσιαστικό αντίπαλο δεν έχουν εντός των τειχών ούτε καν για φιλικά προετοιμασίας. Η κατάσταση στο άθλημα εντός των τειχών είναι απελπιστική και τίποτα δεν θυμίζει τις παλιές καλές εποχές με τα τουρνουά σε Ρόδο, Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Ξυλόκαστρο.

Πολύ πιστεύουν πως το μπιτς βόλεϊ είναι μια... απάτη, ένα πανηγυράκι. Αυτό πιστεύουν πολλοί άνθρωποι άσχετοι με το βόλεϊ. Το πιστεύουν, όμως, και οι προπονητές του βόλεϊ αλλά και οι παράγοντες που ασχολούνται με το βόλεϊ. Ξέρετε γιατί;

Διότι και οι δύο συμπαθείς κατηγορίες δεν έχουν καμία επαφή με το άθλημα. Στο μπιτς βόλεϊ δεν υπάρχει σύλλογοι και άρα παράγοντες. Επίσης, οι προπονητές έχουν ουσιαστικό μεν ρόλο αλλά εντελώς διακριτικό και αυτό δεν ελκύει τα μεγάλα ονόματα ή δεν δημιουργεί ανοικτή αγορά όπως στο βόλεϊ σάλας.

Όταν πάντως ένα άθλημα λόγω της φύσης του μπορεί να προσελκύσει χιλιάδες κόσμο με την ίδια ευκολία σε μια παραλία, στην πλατεία Συντάγματος, στην Κόκκινη πλατεία, στην Αψίδα του Θριάμβου σε Παρίσι και Βερολίνο και έξω από τα Ανάκτορα του Μπάκινγχαμ σίγουρα δεν το περνάς απαρατήρητο.

Με άλλα λόγια το μπιτς βόλεϊ έχει εντελώς διαφορετική δομή και οι κλασικοί βολεϊκοί παράγοντες δεν το θεωρούν άθλημα καθώς δεν έχει καμία θέση για αυτούς.

Στην πραγματικότητα μιλάμε για ένα εντελώς διαφορετικό άθλημα από το βόλεϊ σάλας και δεν είναι τυχαίο πως μεγάλοι βολεϊμπολίστες δε μπόρεσαν να περπατήσουν στην άμμο και μεγάλοι μπιτσβολίστες δεν μπόρεσαν να «κλειστούν» στη σάλα. Ακόμα και όσοι τα κατάφεραν όπως ο θρυλικός Καρς Κίραλι ή οι ολλανδοί Σχιούλ, Νάμερντορ είναι η εξαίρεση στον κανόνα.

Όσο μάλιστα περνούν τα χρόνια η εξέλιξη των δύο αθλημάτων είναι εκ διαμέτρου αντίθετη σε όλα τα επίπεδα, σε όλα τα τεχνικά στοιχεία, στην ταχύτητα, στην προετοιμασία και γενικά σε όλη τη φυσιογνωμία τους. Δεν είναι τυχαίο πως ο Ολλανδός Σχιούλ σε μια πρόσφατη συνέντευξη του είπε πως όταν ξεκίνησε το μπιτς βόλεϊ μετά το 2003 και ύστερα από το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο με την Εθνική Ολλανδίας το 1996 στην Ατλάνα, ήταν σα να ξεκίναγε ένα νέο άθλημα. Χρειάστηκε να περάσουν επτά χρόνια για να στεφθεί για πρώτη φορά πρωταθλητής Ευρώπης.

Και μπορεί το ελληνικό δίδυμο να αποκλείστηκε από την 16αδα αλλά το μεγάλο... πανηγύρι στο Ολυμπιακό τουρνουά του Λονδίνου τώρα αρχίζει καθώς η ομορφιά του αθλήματος και το υψηλό επίπεδο θα παιχτεί από εδώ και πέρα μέχρι τους τελικούς. Από αυτό το επίπεδο είμαστε πολύ μακριά και όσο περνούν τα χρόνια απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο αφού την τελευταία τετραετία το ελληνικό μπιτς βόλεϊ είναι στον αυτόματο πιλότο, χωρίς καμία οργανωμένη προσπάθεια στις υποδομές αλλά και στο υψηλό επίπεδο.

Το θετικό για το μπιτς βόλεϊ αλλά και για το βόλεϊ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου είναι τα γεμάτα γήπεδα και όλοι οι αγώνες γίνονται παρουσία από 10.000 έως 15.000 θεατές.

Αυτό δείχνει πως και τα δύο αθλήματα είναι εμπορικά αν και στο βόλεϊ σάλας πολλά έχουν μείνει στάσιμα τα τελευταία χρόνια. Δείχνει επίσης τη θέληση των Βρετανών να αγκαλιάσουν και άλλα αθλήματα εκτός από το ποδόσφαιρο και εν πάση περιπτώσει να κάνουν ότι δεν μπορέσαμε εμείς το 2004. Να αξιοποιήσουν τη δυναμική των «νέων» αθλημάτων και να επενδύσουν σε νέες θέσεις εργασίας αλλά και ευκαιρίες για διακρίσεις στην αθλητική τους βιομηχανία.

Προχθές βράδυ έβλεπα στο κρατικό κανάλι τους δύο Έλληνες σκοπευτές Νίκο Μαυρομάτη, Ευθύμη Μίττα να μιλούν για τις επιτυχίες που έχουν κάνει τα τελευταία χρόνια. Τα παλικάρια έχουν καταφέρει να κατακτήσουν ένα κάρο μετάλλια και όπως είπαν με πολύ αυθορμητισμό και παράπονο «καμία αθλητική εφημερίδα δεν μας έχει αφιερώσει ποτέ λίγο χώρο». Πως να σας αφιερώσει όταν τα πρωτοσέλιδα είναι αφιερωμένα σε κάθε κοτσάνα που είπε ο τελευταίος ποδοσφαιρικός παράγοντας;

Αυτά είναι τα «εγκλήματα». Δεν φταίει μόνο η Ελλάδα που πτώχευσε, ούτε που δεν έχουμε χρήματα για να λειτουργήσουν τα γυμναστήρια και οι πισίνες. Φταίνε πρωτίστως οι εκφραστές κι οι πρεσβευτές του αθλητισμού.

Φταίει η έλλειψη γνώσεων και σεβασμού. Φταίει το κεφάλι μας το ξερό και η έλλειψη γνώσεων και αθλητικής παιδείας. Και να θυμάστε κακά και καλά σπορ δεν υπάρχουν. Υπάρχουν κακοί και καλοί άνθρωποι, σχετικοί και άσχετοι με τον αθλητισμό, κακή και καλή διάθεση για να κάνουμε κάτι ξεχωριστό.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Κώστας Ασημακόπουλος
Κώστας Ασημακόπουλος

Τον Νοέμβριο του 1989 και σε ηλικία 22 ετών πέρασα το κατώφλι της εφημερίδας «Φίλαθλος» με ρεπορτάζ ποδοσφαίρου και από το τέλος της χρονιάς ανέλαβα… τυχαία και το βόλεϊ. Από τότε «μπλέχτηκα» στο φιλέ με ένα ατελείωτο ρεπορτάζ που αισίως έκλεισε 20ετία. Δέκα χρόνια στον «Φίλαθλο», τρία στο «Βήμα» και από το 2002 στο «Goal News». Οι τηλεοπτικοί σταθμοί SΤΑR, ΑΝΤ1, Μακεδονία, Alpha Digital και Channel 9 ήταν πάντα το… χόμπι, αλλά η αμεσότητα των ραδιοφωνικών εμπειριών σε Sprint Fm, Alpha Σπορ, Champions 89.2, Σούπερσπορ FM και τώρα στον Σέντρα FM 103,3 δεν συγκρίνονται με τίποτα.

Καλό σερβίς, λοιπόν για να πάει καλά η μέρα…