Το Παγκόσμιο των «αποδείξεων»!

Αντώνης Καλκαβούρας Αντώνης Καλκαβούρας
Το Παγκόσμιο των «αποδείξεων»!
Ο Αντώνης Καλκαβούρας επιχειρεί να σταχυολογήσει τα αίτια του 9ου διαδοχικού αποτυχημένου καλοκαιριού για την «επίσημη αγαπημένη», που πλέον ψάχνει μία γενναία υπέρβαση – και σε εξωαγωνιστικό επίπεδο – για να μην συμπληρώσει δεκαετία χωρίς διάκριση.

Στη ζωή, όπως συνηθίζει να λέει στις απανταχού «αγορεύσεις» του, ο Γιάννης Ιωαννίδης και φυσικά στον αθλητισμό, το παν είναι να βελτιώνεσαι συνεχώς και να μην μένεις στάσιμος. Για την Εθνική ομάδα, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η πρόοδος συνιστούσε απλά την συμμετοχή στις μεγάλες διοργανώσεις, επομένως η πρώτη πρόκριση σε Mundobasket (1986), αποτέλεσε την απαρχή για μία εκτόξευση που είχε αφετηρία το χρυσό μετάλλιο στο Eurobasket του 1987.

Ήταν τότε που ο Γκάλης, Γιαννάκης, ο Φασούλας, ο Φάνης και τα άλλα παιδιά (υπό την καθοδήγηση του μακαρίτη Κώστα Πολίτη) έβαλαν τα θεμέλια μίας κοινωνικοαθλητικής «επανάστασης» στην Ελλάδα, την οποία αξιοποίησε στο υψηλότερο επίπεδο, ο τότε γενικός γραμματέας της ΕΟΚ, Γιώργος Βασιλακόπουλος.

Στην 11ετία που ακολούθησε, το μπάσκετ όχι απλά μπήκε μέσα σε όλα τα ελληνικά σπίτια, αλλά έγινε το εθνικό μας άθλημα κι αυτή η αγάπη, είχε άμεσο αντίκτυπο στην παραγωγική διαδικασία του αθλήματος, που καθιέρωσε το ελληνικό μπάσκετ στην «ελίτ» της Ευρώπης σε διασυλλογικό κι εθνικό επίπεδο (σε όλες τις ηλικίες) και ταυτόχρονα «γέννησε» μία ντουζίνα παικτών που πάτησαν ακόμη και στην κορυφή του κόσμου (χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο εφήβων του 1995).

Πέραν των δύο μεταλλίων, από το 1986 έως το 1998, η «γαλανόλευκη» ήταν συνεπής στις διακρίσεις σε όλα μεγάλα ραντεβού, ενώ ακόμη κι όταν έφτασε η ώρα της φυσιολογικής «κοιλιάς» (1999-2002), η Ελληνική ομοσπονδία έκανε την κατάλληλη κίνηση, δίνοντας τα κλειδιά του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος στον άνθρωπο που συνέδεσε όσο κανένας άλλος το όνομά του με τις επιτυχίες της Εθνικής ομάδας.

Συγχωρήστε μου την φλυαρία για τα όσα συντελέστηκαν κοντά δύο δεκαετίες πίσω, αλλά πιστέψτε με έχουν άμεση σύνδεση με το τι συμβαίνει τα τελευταία 10 χρόνια και το ελληνικό μπάσκετ, δεν μπορεί να δει χαΐρι.

Η επιστροφή του «δράκου» στην θέση του ομοσπονδιακού τεχνικού τέσσερα χρόνια μετά από το τέλος της πρώτης του θητείας, επετεύχθη χάρη στον συγχωρεμένο Γιώργο Κολοκυθά, που τότε εκτελούσε χρέη υπευθύνου Εθνικών ομάδων και ο οποίος ήταν ο μόνος που είχε την προσωπικότητα να επιβληθεί στον Βασιλακόπουλο, που έβλεπε τον Γιαννάκη κι άλλαζε πεζοδρόμιο.

Ο «ρέκορντμαν» σε συμμετοχές με την Εθνική, λοιπόν, υπήρξε θεματοφύλακας της πιο χρυσής πενταετίας στην ιστορία του αθλήματος στην χώρα, καθοδηγώντας την «επίσημη αγαπημένη» σε δύο διαδοχικά ολυμπιακά τουρνουά (5η θέση το 2004 και το 2008), σε δύο μετάλλια (2005 & 2006), σε μία 4η θέση στην Ευρώπη, αλλά και θέτοντας τις βάσεις για την τελευταία μεγάλη στιγμή στην ιστορία της «γαλανόλευκης» (3η θέση στο Eurobasket), το 2009 στην Πολωνία (με προπονητή τον Γιόνας Καζλάουσκας).

Ο αστερίσκος που μπαίνει, βέβαια, σε όλα τα παραπάνω έχει να κάνει με το γεγονός την οκταετία 2002-2010, το "μεγάλο αφεντικό", έπρεπε αναγκαστικά να είναι εκτός Ελληνικής Ομοσπονδίας, πολύ απλά γιατί διετέλεσε για δύο τετραετίες πρόεδρος της ευρωπαϊκής ζώνης της FIBA.

Το 2010, όμως, που έπρεπε να γυρίσει και να έχει αντικείμενο, το ελληνικό μπάσκετ αναγκάστηκε και πάλι να του στρώσει το χαλί, έτσι ώστε να ξανακάτσει στην καρέκλα του προέδρου και εκ των αποτελεσμάτων, όχι απλά να περάσουμε μία αναμενόμενη κρίση, αλλά ουσιαστικά να βυθιστούμε στην εποχή των «πέτρινων χρόνων»!

Τότε δηλαδή που επιτυχία για την Εθνική Ελλάδας, ήταν η οκτάδα στην Ευρώπη και η συμμετοχή σε Παγκόσμιο και Ολυμπιακούς Αγώνες, ισοδυναμούσε με άθλο! Και φυσικά όταν το σενάριο να έχει τον MVP του ΝΒΑ στη σύνθεσή της, δεν παρέπεμπε απλά σε όνειρο θερινής νυχτός, αλλά ανήκε στην σφαίρα του αδυνάτου.

Κι ερχόμαστε σιγά-σιγά στο σήμερα, 33 χρόνια μετά, όταν η ομοσπονδία διοικείται από τον ίδιο άνθρωπο, που σήμερα είναι 80 ετών, έχει βεβαρημένη υγεία και ίσως και γι’ αυτό, δεν ήρθε ποτέ στην Κίνα. Εκεί που η γαλανόλευκη ταξίδεψε με χίλια όνειρα κι ελπίδες, όχι μόνο για να επιστρέψει στο διεθνές προσκήνιο του μπάσκετ, αλλά για να πρωταγωνιστήσει για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια.

Γιατί το World Cup είναι η διοργάνωση των «αποδείξεων»

Καταρχήν, γιατί εδώ στη Σενζέν αλλά και νωρίτερα στη Ναντζίνγκ, αποδείχτηκε ότι όλοι μας (από πρώτους, εμάς τους δημοσιογράφους που αγαπάμε την Εθνική και δεν μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε ψυχρά κι αντικειμενικά, μέχρι τους απανταχού Έλληνες φιλάθλους αλλά και τους ίδιους τους παίκτες και τους προπονητές), υποφέρουμε από την ψευδαίσθηση ότι έχουμε ομάδα από το πρώτο ράφι και δυστυχώς, ταλαιπωρούμε τους εαυτούς μας!

Γιατί συμβαίνει αυτό; Μα πολύ απλά επειδή είμαστε οπαδοί και δεν βλέπουμε καθαρά. Μετά από ουκ ολίγες οδυνηρές αποτυχίες (η εφετινή ίσως είναι η πιο παταγώδης), πρέπει να καταλάβουμε ότι έχουμε απλά ορισμένους καλούς παίκτες σε ατομικό επίπεδο (Καλάθης και Σλούκας) και έναν υπερ-παίκτη (Αντετοκούνμπο), χωρίς αυτό να θεωρηθεί έλλειψη σεβασμού για τον Μπουρούση και τον Πρίντεζη, που υπήρξαν πρωταγωνιστές υψηλοτάτου επιπέδου, αλλά μοιραία βρίσκονται στην δύση μίας σπουδαίας καριέρας.

Στην πραγματικότητα, ωστόσο, απέχουμε αρκετά από το να συγκαταλεγόμαστε στο κορυφαίο επίπεδο, όσον αφορά την ομαδική λειτουργία, αφού παραδείγματα όπως τα πρόσφατα της Αργεντινής, της Τσεχίας (χωρίς Βέσελι) και της Πολωνίας, καταδεικνύουν ότι το ατομικό ταλέντο δεν αποτελεί πανάκεια για την επιτυχία.

Εδώ στην Κίνα, όμως, αποδείχτηκαν πολλά περισσότερα πράγματα τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν, αν θέλουμε κάποια στιγμή (ποιος ξέρει σε πόσα χρόνια), να τραβήξουμε μία γραμμή στο ζοφερό παρελθόν της δεκαετίας 2010-2019 και με φρέσκα πρόσωπα, να κάνουμε μία νέα αρχή, ΤΩΡΑ, που έχουμε την τύχη να διαθέτουμε (και μάλιστα σε καλή ηλικία) έναν από τους πέντε καλύτερους παίκτες στον κόσμο!

Αποδείχτηκε επίσης:

- Ότι χρειαζόμαστε μία «γενναία» υπέρβαση για να αποφύγουμε την απουσία από τρίτο σερί Ολυμπιακό τουρνουά. Με τα χαμένα «εισιτήρια» σε Καράκας (2012) και Τορίνο (2016), η Ελλάδα θα πάρει μέρος σε ένα ακόμη προολυμπιακό (7-12 Ιουλίου του 2020), από το οποίο θα προκύψουν οι τέσσερις τελευταίες ομάδες που θα σφραγίσουν την συμμετοχή τους στο Τόκιο (4 όμιλοι των 5 ομάδων με τον πρώτο να προκρίνεται). Κι όλα αυτά χωρίς περιθώρια για προετοιμασία μεγαλύτερη των 10-15 ημερών και με τους παίκτες να έχουν από λίγες έως καθόλου μέρες για ξεκούραση, μετά το τέλος των εθνικών πρωταθλημάτων.

- Ένας Θεός ξέρει πότε θα ξαναδούμε τον Αντετοκούνμπο με τα γαλανόλευκα. Με δεδομένη την απουσία από τα παράθυρα (προκριματικά του Eurobasket 2021) και αμφίβολη την συμμετοχή του στο προολυμπιακό του επόμενου καλοκαιριού (θα εξαρτηθεί από την έκβαση της σεζόν όσον αφορά την καταπόνηση, τυχόν τραυματισμούς και φυσικά την πορεία των Μπακς), αν ο Γιάννης δεν έρθει, τότε είναι πιθανό να περάσουν μέχρι και τέσσερα χρόνια έως την επόμενη φορά. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2023, αν κι εφόσον προκριθούμε. Κι αυτό γιατί εν τω μεταξύ, είναι πολύ πιθανό να έχει υπογράψει το max συμβόλαιο με το Μιλγουόκι και με 250 εκατομμύρια δολάρια για 5 χρόνια, το Eurobasket του 2021 θα το δει μάλλον από την τηλεόραση! Αν είμαστε εκεί…

- Ότι ο “Greek Freak” ήταν ψυχή τε και σώματι συγκεντρωμένος και αφοσιωμένος στην προσπάθεια της Εθνικής κι έδωσε όλο του το είναι για να στεφθεί η προσπάθεια με επιτυχία. Άλλωστε αν δεν μεσολαβούσε εκείνος και δεν ήθελε διακαώς να παίξει, οι Μπακς θα «επέλεγαν» την ξεκούρασή του. Δεν έδωσε κανένα δικαίωμα βεντετισμού, δεν έκανε κατάχρηση προσπαθειών (ίσα-ίσα που ήταν περισσότερο του αναμενόμενου ομαδικός) και ήθελε τόσο πολύ την διάκριση, που όταν έβγαινε έξω έκανε σαν μικρό παιδί που του παίρνεις το παιχνίδι!

- Ότι αποτύχαμε στην προσπάθεια να πάρουμε το μέγιστο από τον MVP του ΝΒΑ και να αξιοποιήσουμε τα τρομερά ατομικά του προσόντα προς όφελος της ομάδας. Δεν ξέραμε πώς να τον χρησιμοποιήσουμε; Μπορεί! Ωστόσο, οι κανόνες του μπάσκετ εκτός Αμερικής έχουν διαφορετική φιλοσοφία όσον αφορά τις επαφές, την χρήση των χεριών και του κορμιού, ενώ οι άμυνες προσαρμογών και ζώνης, ήταν ξεκάθαρο ότι μπασκετικά, τον έκαναν να φαίνεται πολύ πιο κοινός «θνητός» απ’ όσο στον «μαγικό κόσμο». Απέναντι σε οργανωμένες άμυνες εννοείται ή αλλιώς σε ανθρώπινα τείχη.

- Επιπροσθέτως, εκτιμώ ότι από μόνη της η παρουσία του Γιάννη προσέθεσε επιπλέον βάρος τόσο στους παίκτες (όλοι μπήκαν στην διαδικασία του "step back" για να του δώσουν χώρο και δικαίως σε έναν βαθμό), αλλά κυρίως στους προπονητές, που ενδεχομένως να «πνίγηκαν» μέσα στην πρεμούρα τους να προσαρμόσουν το παιχνίδι της ομάδας πάνω του, με αποτέλεσμα να «ευνουχίσουν» τρόπον τινά παίκτες-κλειδιά με μεγάλη εμπειρία και ειδικό βάρος. Ο Γιάννης Μπουρούσης και ο Κώστας Παπανικολάου ήταν οι μεγάλοι χαμένοι απ’ αυτή την «στόχευση», με τον αρχηγό να μην έχει ουσιαστικό ρόλο και να «αδικείται» από τον τρόπο χρησιμοποίησής του (μ.ο. 4,8π. & 3,3ρ. με μόλις 4 προσπάθειες ανά ματς) και τον “Παπ” (μ.ο. 3,8π., 4,0ρ. & 1,4ασ. με 5/25 σουτ) να θυσιάζεται μπρος στην επιλογή να παίξει τον περισσότερο χρόνο σε θέση “2”.

- Ότι ο Καλάθης είναι στους 2-3 κορυφαίους guard της Ευρώπης και το απέδειξε με όσα έκανε εναντίον της Τσεχίας. Όπως τον κριτίκαρα για τα πρώτα τέσσερα ματς, έτσι τώρα του αναγνωρίζω. Ο Νικ ήταν ο κύριος υπεύθυνος που η Ελλάδα άγγιξε το θαύμα του +12, αλλά ήταν μοιραίος στο ματς με την Βραζιλία και γενικά δεν ήταν σταθερός στο τουρνουά, ενώ φάνηκε ότι δεν μπορεί να συνυπάρξει ουσιαστικά μαζί με τον Αντετοκούνμπο. Του χρόνου θα είναι 30 και παρ’ ότι είναι γερή κράση, δεν ξέρω αν θα έχει την διάθεση να «χάσει» άλλο ένα καλοκαίρι, ειδικότερα αν δεν έχει ξεκαθαρίσει που θα παίξει (τελειώνει το συμβόλαιό του με τον Παναθηναϊκό). Κατά διαβολική σύμπτωση, ήταν ο καλύτερος παίκτης της Εθνικής στα τρία τελευταία ματς που μας στέρησαν την διάκριση: Το 2015 στην ήττα από την Ισπανία (71-73) στον προημιτελικό της Λιλ (14π., 5ρ., 7ασ. & 2κλ. σε 33’). Το 2015 στην ήττα από τη Ρωσία (69-74) στον προημιτελικό της Κωνσταντινούπολης (25π., 5ρ., 7ασ. & 3κλ. σε 36’) και στη νίκη (84-77) χωρίς αντίκρισμα επί της Τσεχίας (27π., 6ρ., 6ασ. & 3κλ. σε 37’) στη Σενζέν (2019).

- Ότι παρά την μεγάλη του διάθεση και την εξαιρετική δουλειά που έγινε στην αποθεραπεία, ο τραυματισμός του στο τουρνουά «Ακρόπολις» δεν επέτρεψε στον Σλούκα να είναι αυτός που θέλαμε όλοι! Συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου, στον οποίο πραγματικά βγάζω τον καπέλο για την άκρως επαγγελματική συμπεριφορά του σε όλη την διάρκεια της προετοιμασίας και των αγώνων.

- Ότι έχουμε χάσει τον σεβασμό της FIBA. Είναι που είναι προβληματική η κατάσταση με την διαιτησία – λόγω της κόντρας με την Euroleague – ήρθε και η εχθρική αντιμετώπιση των “γκρι” στο ματς με την Τσεχία, για να καταδείξει ότι η Παγκόσμια Ομοσπονδία δεν μας υπολογίζει πλέον ως σοβαρό μέγεθος. Το 3ο και το 5ο φάουλ του Γιάννη ανήκουν στην κατηγορία των αμφισβητούμενων και ειδικότερα απέναντι σε ένα τέτοιο όνομα, δεν δίνονται τόσο ελαφρά την καρδία.

- Ότι ο Θανάσης Σκουρτόπουλος επέδειξε απειρία σε αρκετά κομμάτια, κυρίως όσον αφορά την διατύπωση των σκέψεών του στα μέσα ενημέρωσης. Πέρα από την ατάκα «βρείτε μας τρεις κοντούς να τους βάλουμε!», η οποία προφανώς και του ξέφυγε, δεν λες ποτέ μετά από μία αποτυχία ότι η ομάδα είχε σχεδιαστεί με έναν παίκτη απόντα (Ντόρσεϊ), έστω κι αν ισχύει ότι ο Τάϊλερ ενδεχομένως να έδινε στοιχεία που δεν είχαμε. Πολύ απλά γιατί δεν είσαι σε θέση να εξηγήσεις ακριβώς τι εννοείς με αποτέλεσμα να ρίχνεις μόνο σου τον εαυτό σου στην πυρά! Δεν έλειψαν και κάποιες τεχνικής φύσεως εμμονές (όπως πχ. στο σχήμα με τους δύο “Παπ” στις θέσεις “2” και “3”), τις οποίες όμως έχει κάθε προπονητής. Για μένα όμως, αυτά ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενα για έναν προπονητή που δεν έχει δουλέψει ποτέ ξανά ως head-coach με τόσο μεγάλο βάρος και με την ευθύνη να διαχειριστεί ισχυρές προσωπικότητες και να κυνηγήσει έναν πολύ δύσκολο και σημαντικό στόχο. Γι’ αυτό και τον κατατάσσω στην κατηγορία της περιορισμένης ευθύνης. Τηρουμένων των αναλογιών, όμως και με όσα είμαι σε θέση να γνωρίζω, ο 54χρονος τεχνικός κατέθεσε ό,τι είχε και δεν είχε για να φέρει εις πέρας το έργο που ανέλαβε και σε αρκετές περιπτώσεις ξεπέρασε κατά πολύ τον κύκλο των αρμοδιοτήτων που αντιστοιχούν σε έναν προπονητή. Είχε ιδέες, δοκίμασε σχήματα, αναθεώρησε επιλογές, διόρθωσε και πάλεψε με τα πιστεύω του, «πέφτοντας» για πέντε πόντους! Η ιστορία θα γράψει ότι από το 2010 κι εντεύθεν, μετά από τον Καζλάουσκας, τον Ζούρο, τον Τρινκιέρι, τον Κατσικάρη, τον Μίσσα, στις λεπτομέρειες απέτυχε και ο Σκουρτόπουλος. Αν λοιπόν ο Θανάσης είναι πουθενάς, άσχετος ή ταβερνιάρης, όπως γράφεται κατά κόρον τις τελευταίες μέρες στο social media, τότε προφανώς και στην ίδια κατηγορία θα ανήκουν και οι προκάτοχοί του, για τους οποίους θα συμφωνήσετε ότι η καριέρα τους λέει ακριβώς το αντίθετο. Επομένως λίγος περισσότερος σεβασμός δεν βλάπτει ειδικότερα για έναν άνθρωπο που «πήγε» την Εθνική στην Κίνα, υπό πρωτόγνωρα δύσκολες συνθήκες («παράθυρα») και «σκίστηκε» στην δουλειά για να την φτάσει ακόμη παρακάτω. Το ότι τελικά δεν τα κατάφερε, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να στηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ούτε η οικογένειά του είναι σωστό να βιώνει την διαδικτυακή διαπόμπευσή του, επειδή πρέπει οπωσδήποτε να ρίξουμε κάπου την χολή μας. Κι αν ντε καλά πρέπει να το κάνουμε, ας το κάνουμε σε αυτούς που εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες, κρατούν το μαχαίρι αλλά και το καρπούζι… Δεν είναι στραβός ο γιαλός, στην ΕΟΚ αρμενίζουν!

- Ότι παρά την κακή εικόνα και το ανεπιτυχές αποτέλεσμα, μπορούμε να διατηρήσουμε το οικογενειακό κλίμα και να αποφύγουμε τις συγκρούσεις. Για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια, το κλίμα στην αποστολή της Εθνικής ήταν αψεγάδιαστο κι αυτό οφείλεται στην διάθεση και τους χαρακτήρες των παιδιών, αλλά και στην δουλειά του προπονητή και των συνεργατών του. Το ότι αρκετοί παίκτες διαφωνούσαν με κάποιες επιλογές του, δίνει ακόμη περισσότερη αξία σε κάτι που λείπει από την καθημερινή λειτουργία του μέσου Έλληνα: στον σεβασμό στην ανθρώπινη υπόσταση. Το τελικό ταμείο μπορεί να ήταν… μείον, ωστόσο, με την δουλειά του και τον χαρακτήρα του, ο ομοσπονδιακός τεχνικός «κέρδισε» τους παίκτες ως ανθρώπους και «έφτιαξε» μία ζεστή κι ανθρώπινη ατμόσφαιρα. Υπό άλλες συνθήκες το οικοδόμημα θα είχε τιναχτεί στον «αέρα» προ πολλού.

- Ότι οι Αμερικανοί δεν εξεπλάγησαν στο ελάχιστο με τον αποκλεισμό της Ελλάδας του Giannis, από τα προημιτελικά. Η δήλωση αλλά πιο πολύ το ύφος του Κέμπα Ουόκερ στο gazzetta.gr, τα λέει όλα.

- Ότι εν έτει 2019, δεν γίνεται μία ομοσπονδία που πρέπει να διαχειριστεί το μεγαλύτερο κεφάλαιο του ευρωπαϊκού μπάσκετ, να έχει: α) Τρεις με τέσσερις ανθρώπους στην διάθεσή της για να ασχοληθούν με όλα τα ζητήματα της Εθνικής ανδρών! Δηλαδή τους εξής δύο: τον προπονητή Θανάση Σκουρτόπουλο και τον team manager Κώστα Κότση (παράλληλα με την απασχόλησή του στον Ήφαιστο), που επί μήνες ήταν οι μόνοι που «έτρεξαν» όλα τα διαδικαστικά της προετοιμασίας, τις επαφές με τους παίκτες (emails και τηλέφωνα). Την ίδια ώρα που διατηρεί γραφείο Τύπου με διψήφιο αριθμό συναδέλφων.

- Ότι δεν γίνεται ο αρχηγός αποστολής να είναι ένας άνθρωπος που δεν μιλάει λέξη αγγλικά, δεν είναι αναγνωρίσιμος στην διεθνή σκηνή του μπάσκετ. Χάθηκε ο κόσμος να συνοδεύεται η ομάδα από 2-3 αναγνωρισμένους παλαίμαχους διεθνείς μπασκετμπολίστες, που θα «οχύρωναν» την Εθνική σε όλα τα μέτωπα;

Μετά απ’ όλα αυτά, φρονώ ότι το μέλλον της «επίσημης αγαπημένης» προδιαγράφεται εξαιρετικά δυσοίωνο. Η συστράτευση όλων των ανθρώπων που «πονάνε» το μπάσκετ και δεν αντέχουν αυτή την «άρρωστη» κατάσταση στην Ελληνική ομοσπονδία, αποτελεί τη μόνη λύση. Χρόνος υπάρχει ακόμη. Αρκεί να γίνει η κατάλληλη προετοιμασία, γιατί οι εκλογές για το επόμενο Δ.Σ. της ΕΟΚ θα γίνουν σε έναν χρόνο από τώρα…

Υγ.: Quiz: Έχει χόμπι τα τυχερά παιχνίδια και τη συλλογή αποδείξεων! Ποιος;

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Αντώνης Καλκαβούρας
Αντώνης Καλκαβούρας

Στην συγκεκριμένη στήλη θα βρείτε αντικειμενικά καταγεγραμμένη άποψη γύρω από τα μπασκετικά δρώμενα και μπόλικη ανάλυση, ενίοτε σε συνδυασμό και με ρεπορτάζ. Το Gazzetta, άλλωστε, μπορεί να μπήκε στην καθημερινότητα μου στη μέση της έως τώρα δημοσιογραφικής διαδρομής (2008), ωστόσο, εδώ και 13 χρόνια αποτελεί την πιο σύγχρονη και ταχύτερη πλατφόρμα ενημέρωσης και ένα μέσο στο οποίο απολαμβάνω από την πρώτη μέρα να δουλεύω. Και σίγουρα το μόνο από τα πολυάριθμα στα οποία έχω εργαστεί και εργάζομαι (τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδα, περιοδικό), το οποίο εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο, σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται ευχάριστη εμμονή για τους αναγνώστες αλλά και για όλους εμάς τους συντελεστές. Να χαιρόμαστε λοιπόν τη νέα του έκδοσή του και να το εξελίσσουμε συνεχώς!