«Ή θα κερδίσουμε ή θα χάσετε»

Νίκος Παπαδογιάννης Νίκος Παπαδογιάννης
«Ή θα κερδίσουμε ή θα χάσετε»
O Nίκος Παπαδογιάννης αισθάνεται σαν να ταξίδεψε με χρονομηχανή στην εποχή που ο Ολυμπιακός αρνιόταν την ήττα.

Mια φορά κι έναν καιρό, όχι πολύ παλιά, ο Ολυμπιακός ήταν η ομάδα που έγινε ομαδάρα επειδή αρνιόταν την ήττα.

Όποτε έβλεπε τη χοντρή έτοιμη να τραγουδήσει πένθιμα, την έστελνε με μια σπρωξιά στα καμαρίνια και έψαχνε επίμονα μέσα στα σωθικά του, τα δικά του και των αντιπάλων του, ώσπου να ανακαλύψει την τελευταία ικμάδα δύναμη και ελπίδας.

Αυτό το πνεύμα, του «refuse to lose», τον ανέβασε στην κορυφογραμμή της Ευρώπης και τον κράτησε εκεί επί χρόνια, μέχρι που το dna αλλοιώθηκε, στο όνομα κάποιας συζητήσιμης ανανέωσης.

Λίγο πριν φύγει το ταραχώδες και αυτοκαταστροφικό 2019, το μόνο στοιχείο που είχε απομείνει από εκείνη την εποχή των αλησμόνητων ανατροπών ήταν το κουαρτέτο των γενναίων: Σπανούλης, Πρίντεζης, Παπανικολάου, Μιλουτίνοβ.

Όσες φορές οι τέσσερις θεματοφύλακες έμειναν απροστάτευτοι και κλήθηκαν να χορέψουν άγνωστους σκοπούς, ο Ολυμπιακός έμοιαζε με κακέκτυπο του εαυτού του.

Όποτε όμως αυτοί βγήκαν πρώτοι στα χαρακώματα και παρέσυραν με το ταμπούρλο τους δυο-τρεις πρόθυμους συμπαραστάτες, η εικόνα θύμιζε επιστροφή στο παρελθόν.

Στην περίπτωση του Ολυμπιακού, για τον οποίο κάθε πέρυσι μοιάζει και καλύτερα, το πισωγύρισμα δεν αποτελεί αναχρονισμό, αλλά βήμα προς το μέλλον.

Ο Κόνιαρης φόρεσε τα παλιά παπούτσια του Μάντζαρη για να συμπληρωθεί κουιντέτο και ο Ολυμπιακός της 18ης Δεκεμβρίου 2019 έδειχνε σαν Ολυμπιακός ρετρό, με την καλύτερη δυνατή έννοια.

«Αν δεν κερδίσουμε εμείς, θα χάσετε εσείς», έμοιαζε να λέει.

Ο μπαλαντέρ που υπολοιπόταν για να δρομολογηθεί η υπέρβαση στο τέλος ήταν ένα τέρας της άμυνας, καθώς και μία γερή δόση φαιάς ουσίας από τον πάγκο.

Οι «X factors» που έδιωξαν τη χοντρή με τη φάλτσα φωνή εμφανίστηκαν ταυτόχρονα, στο τελευταίο λεπτό του παιχνιδιού, όταν η αχάμπαρη Χίμκι έφτασε στο +9 και νόμισε ότι ξεμπέρδεψε.

Ένα μικρό αλλά καθοριστικό «πείραγμα» του αμυντικού σχεδίου, με την εντολή για παγίδες στη σέντρα απέναντι στον κουρασμένο Σβεντ, έκανε τον Ρώσο σταρ να σαστίσει και το γήπεδο να μικρύνει.

Ο Μπράντον Πολ έγινε μπροστάρης στην άμυνα στα πρώτα 20 μέτρα του γηπέδου, ενώ ο παθιασμένος Μιλουτίνοβ καραδοκούσε στα μετόπισθεν για να ορθώσει ανάστημα ως τελευταίο οχυρό.

Τα τρία απανωτά τρίποντα των Πρίντεζη, Πολ, Σπανούλη θα έμεναν στα αζήτητα, τζούφιο σουβενίρ, αν δεν έπεφταν παράλληλα οι διακόπτες στην άμυνα.

Ο Πολ έβαλε το κορμί του και κέρδισε επιθετικό φάουλ από τον Καράσεφ αμέσως μετά την επαναφορά (στο 90-96), χωρίς να κυλήσει καθόλου χρόνος. Απέμεναν 54 δευτερόλεπτα, άφθονος χρόνος.

Το «νταμπλ τιμ» υποχρέωσε τον Σβεντ να ξεφορτωθεί τη μπάλα μετά το 93-96, ενώ το επιθετικό ριμπάουντ του Γερέμπκο μετά το τούβλο του Καράσεφ έμεινε ανεκμετάλλευτο, αφού ο Σουηδός βρήκε τέσσερα πλοκάμια να του κρύβουν τον ορίζοντα.

Ο Σπανούλης ανέλαβε το σουτ που και οι πέτρες ήξεραν ότι θα έφτανε στο διχτάκι ασάλιωτο, οπότε απέμενε να διευθετηθεί ένα ύστατο αμυντικό θαύμα διάρκειας 19 δευτερολέπτων.

Ο Σβεντ παρέλαβε τη μπάλα και ο Πολ κόλλησε πάνω του σαν βδέλλα. Πήγε από δω ο Ρώσος, τίποτε. Γύρισε από κει, τίποτε. Στην απέλπιδα προσπάθειά του να βρει αχτίδα φωτός, περπάτησε: βήματα.

Και ...τέλος! Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, όλοι γνώριζαν την ταυτότητα του νικητή και ουδείς αμφέβαλλε.

Η Χίμκι κατέρρευσε, όπως θα κατέρρεε οποιαδήποτε ομάδα στη θέση της. Όπως κατέρρευσε πριν από αυτήν, τόσες και τόσες φορές, η εστεμμένη συμπολίτισσα ΤΣΣΚΑ.

Στο πεντάλεπτο της παράτασης, ο Ολυμπιακός έπαιξε μεγαλειώδες μπάσκετ, η κερκίδα χόρευε εκστασιασμένη σαν να είχαμε ξανά 2013 και ο Σβεντ έχτιζε οικοδομή.

Μολονότι ο πολυτάλαντος Ρώσος ισοφάρισε το ρεκόρ της καριέρας του με 36 πόντους, ξεκίνησε το ματς με 1/10 σουτ και αστόχησε στα 7 τελευταία, αν δεν έχασα κάπου το μέτρημα.

Επί 20 λεπτά έπαιξε διαστημικό μπάσκετ, μοίρασε και 9 ασίστ στους κάπως ξαφνιασμένους από τον ουρανοκατέβατο αλτρουισμό συμπαίκτες του, αλλά εν τέλει πιάστηκε αιχμάλωτος.

Όχι από τον νερόβραστο Ολυμπιακό του 2019, αλλά από τον ξαναγεννημένο Ολυμπιακό μιας άλλης εποχής...

Τα θαύματα που έκριναν το παιχνίδι θα μείνουν για πολύ καιρό στις μνήμες των τυχερών που προτίμησαν το ωραιότερο άθλημα του κόσμου από το ανιαρό ποδοσφαιρικό «κλάσικο» της Ισπανίας.

Δεν συζητάμε για τους 7000 προνοητικούς που πήγαν στο γήπεδο, αυτοί θα δυσκολευτούν να σβήσουν σύντομα από τα χείλη το χαμόγελο της ευτυχίας. Ιδίως αν συνδυαστεί με διπλό στο Βελιγράδι.

Ωστόσο, το αποψινό ματς είχε στόρι και στην πρώτη του πράξη, πολλή ώρα πριν οι μονομάχοι φτάσουν να ισορροπούν στο τεντωμένο σχοινί.

Ο Ολυμπιακός μπλόκαρε τη Χίμκι με ένα τολμηρό αμυντικό πλάνο που απαιτούσε σκυταλοδρομία πάνω στον φλογερό Σβεντ, αλλά ανακάλυψε ότι δεν αρκεί ένα Σχέδιο Α όταν ο Ρώσος σταρ αισθάνεται ζεστός.

Μετά την ανάπαυλα του ημιχρόνου, ο Κεμζούρα έπαιξε το ματς στα ζάρια, σαν να βρισκόταν σε χειμερία νάρκη όταν ο Ράις του πήρε το σκαλπ στο ελληνικό ντέρμπι.

Ο Σβεντ ξεφορτωνόταν αυτοστιγμή τον προσωπικό του φρουρό και, πάνω στις αλλαγές, έβρισκε απέναντί του ψηλό αντίπαλο, ανήμπορο να ανταπεξέλθει σε ένα τόσο δύσκολο «κορ α κορ».

Ο Ριντ, ο Βεζένκοφ και ο Μιλουτίνοβ έγιναν ο ένας μετά τον άλλον πόστερ στα 7 τρίποντα του Σβεντ. Δεν φταίνε οι ίδιοι, αλλά ο άνθρωπος που τους έστειλε να περπατήσουν ξυπόλητοι στα αγκάθια.

Μια στο τόσο, ο ηγέτης της Χίμκι αποφάσιζε να βάλει λίγη ποικιλία στη δηλητηριώδη συνταγή του, στήνοντας pick’n’roll που αξιοποιούσαν την αλτικότητα του ανενόχλητου στην πίσω γραμμή Τζέρεμι Έβανς.

Eλαφρώς πελαγωμένος απέναντι σε έναν αντίπαλο που υπερτερούσε σαφώς σε αθλητικά προσόντα, ο Ολυμπιακός άρχισε να αιμορραγεί μετά το +12 του 25ου λεπτού.

Οι μόλις 30 ελληνικοί πόντοι του διαστήματος 20’-38’ θα πρέπει να είναι κάποιου είδους αμυντικό ρεκόρ για τη φετινή Χίμκι, που πίνει τις 100άρες σαν σφηνάκια βότκας.

Οι «ερυθρόλευκοι» κρατήθηκαν ζωντανοί χάρη στο «έτσι θέλω» του Μιλουτίνοβ που βάλθηκε να γκρεμίσει το αντίπαλο καλάθι και στην απαράμιλλη κλάση του Γιώργου Πρίντεζη, ο οποίος πέτυχε ένα σπάνιο 26+7 με μηδέν λάθη.

Τα έξι επιθετικά ριμπάουντ των δύο ψηλών ισοδυναμούσαν με ισάριθμες ανάσες οξυγόνου στην τελική ευθεία του αγώνα. «Αν δεν κερδίσουμε, θα χάσετε».

Αλλά δεν υπήρχε παίκτης του Ολυμπιακού ή της Χίμκι που να έπαιξε καλύτερα απόψε από τον Βασίλη Σπανούλη.

«Ροκ σταρ» τον αποκαλούσε ο σπήκερ της Εuroleague TV και είχε απόλυτο δίκαιο, άσχετα αν ο σχεδόν σαραντάρης κάπτεν θυμίζει περισσότερο σολίστα του εντέχνου.

Μοναδική πηγή δημιουργίας καθ' ό,τι πλαισιωμένος από χαμάληδες γκαρντ, ο Σπανούλης διάβασε τέλεια το παιχνίδι, μοίρασε, σκόραρε, αμύνθηκε, ήταν περισσότερο 27άρης παρά 37άρης.

Όσο για το σουτ της ισοφάρισης, όλο το ΣΕΦ σηκώθηκε να το πανηγυρίσει πριν καλά καλά φύγει η μπάλα από τα χέρια του δράστη. Πίσω στη Μόσχα, ο Βατούτιν θα γέλασε με την καρδιά του.

Τι λέτε, δεν θα προτιμούσε απόψε ο Κουρτινάιτις τον Σπανούλη από τον Σβεντ; Άραγε ο γαλάζιος Πιτίνο του τηλεφώνησε ή ακόμη;

Ας τον απολαύσουμε όσο τον έχουμε λοιπόν τον Βασίλη, εμείς που αγαπάμε το μπάσκετ χωρίς να νοιαζόμαστε για χρώματα και λάβαρα, διότι ο πανδαμάτωρ δεν χαρίζεται σε κανέναν.

Οι ασεβείς παντογνώστες που απαιτούν άμεσο απογαλακτισμό ας πιουν το γαλατάκι τους πριν κοιμηθούν, διότι έχουν πολλά να μάθουν ακόμη από τη ρημάδα τη σπυριάρα.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Νίκος Παπαδογιάννης
Νίκος Παπαδογιάννης

Ανέμων, υδάτων και ακραίων καιρικών φαινομένων το ανάγνωσμα. Μπήκατε στο λημέρι του μπάσκετ, αλλά κινδυνεύετε να διαβάσετε ό,τι άλλο βρέξει ο ουρανός. Το πορτοκαλί ένδυμα υποχρεωτικό, το χαμόγελο προαιρετικό. Εδώ δεν χαϊδεύουμε αυτιά, ούτε κρύβουμε λόγια. Αυτές είναι οι αρχές μας. Αν σας αρέσουν, αφήστε τα έγχρωμα γυαλιά στην είσοδο και κοπιάστε. Αν δεν σας αρέσουν, έχουμε κι άλλες.

Μοναδικός απαράβατος κανόνας είναι ότι όλα επιτρέπονται.