Πεντάδα ομοούσια και αδιαίρετη

Πεντάδα ομοούσια και αδιαίρετη

Γιάννης Ντεντόπουλος Γιάννης Ντεντόπουλος
Πεντάδα ομοούσια και αδιαίρετη
Ο Γιάννης Ντεντόπουλος παρατηρεί ότι η ομάδες που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας της Euroleague,μετά από 18 αγωνιστικές, είναι οι ίδιες που μοιράστηκαν και πέρυσι τις πέντε πρώτες θέσεις μετά το τέλος της regular season. Σύμπτωση;

Ολοκληρώθηκε η 18η αγωνιστική και η πιο απλή διαπίστωση που μπορεί να προκύψει από μια γρήγορη ματιά στον βαθμολογικό πίνακα, είναι ότι οι πέντε πρώτες ομάδες, που στριμώχνονται σε απόσταση δυο νικών, είναι ακριβώς οι ίδιες που μοιράστηκαν τις πέντε πρώτες θέσεις, μόλις τελείωσε η περσινή κανονική περίοδος, η πρώτη που έγινε με το σύστημα pool των 30 αγωνιστικών. Και για να είμαστε και ειλικρινείς μας φαίνεται από δύσκολο έως αναπάντεχο να αλλάξουν τα δεδομένα, παρότι παραμένουν ακόμη 12 αγώνες για την κάθε μία.

Με άλλα λόγια, όσο κι αν ισχυριζόμαστε ότι πρόκειται για έναν συναρπαστικό «μαραθώνιο» ο οποίος απαιτεί αντοχή, διάρκεια και γερό στομάχι και που από καιρό εις καιρόν στολίζεται από κάποια αποτελέσματα που χαρακτηρίζονται «εκπλήξεις», είναι προφανές ότι στο τέλος τα καταφέρνουν εκείνα τα κλαμπ τα οποία έχουν κάποιες συγκεκριμένες προδιαγραφές. Η πρώτη είναι ότι όλες, έχουν στεφθεί (πλέον) τουλάχιστον μια φορά πρωταθλήτριες Ευρώπης, με τελευταία την Φενέρμπαχτσε, η οποία τα κατάφερε πέρυσι, ενώ το γυρόφερνε τρία χρόνια. Άρα λοιπόν, εκτός από το «know how”, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο διαθέτουν βαριά φανέλα, με όσα πλεονεκτήματα αυτό συνεπάγεται. Κυρίως όμως είναι ομάδες ζυμωμένες μέσα από αυτή τη διαδικασία του πρωταθλητισμού, από τα γραφεία μέχρι τις καθαρίστριες.

Λογικά λοιπόν, το βασικότερο ενδιαφέρον σε αυτή την «κούρσα των πέντε» είναι να μάθουμε ποια από αυτές θα μείνει εκτός τετράδας και ποια θα είναι η τέταρτη που θα την συναντήσει στα play offs, αφού είναι δεδομένο ότι αυτό θα είναι θεωρητικά το πιο κλειστό ζευγάρι. Κάτι ανάλογο δηλαδή, με αυτό που συνέβη την περασμένη σεζόν με το ζευγάρι Παναθηναϊκού-Φενέρμπαχτσε, που μονομάχησε χθες στην «Ulker Arena», με νωπές ακόμη τις μνήμες του περσινού «πώς και γιατί».

Αυτές οι πέντε ομάδες λοιπόν, μοιάζουν να ετοιμάζονται να μπουν στο τελευταίο βιράζ και να έχουν αρχίσει να διαγκωνίζονται για το τελευταίο φίνις.

Είναι σαφές ότι σε σχέση με τις περσινές version τους έχουν τα «συν» και τα «πλην» τους τα με τα οποία προετοιμάζονται για να μπουν στο χορό της διεκδίκησης του τροπαίου, μιας και αν ρίξουμε μια ματιά πίσω τους, δύσκολα θα βρούμε κάποια έκτη που να μας πείθει ότι μπορεί να εξελιχθεί σε Λιμόζ του ’93 ή σε Ζαλγκίρις του ’99.

Για παράδειγμα η Ζαλγκίρις του Σάρας, πόσους ακόμη λαγούς μπορεί να βγάλει από το καπέλο της. Η Χίμκι, του Μπαρτζώκα και του Ζβεντ, εκτός από την μακρά απουσία του Ρόμπινσον, δεν δείχνει να έχει τσαγανό που απαιτείται να φτάσει μέχρι το τέλος. Το ίδιο και η Μακάμπι ή η Μπασκόνια αν φτάσουμε μέχρι και τον 9ο της παρέας που έχει ακόμη περιθώρια να πετάξει έξω κάποιον από την οκτάδα.

Κατά σύμπτωση, με βάση την ταυτότητα και το ιστορικό τους, κάθε ομάδα αποτελεί μια ξεχωριστή κατηγορία.

Η πρωτοπόρος ΤΣΣΚΑ, του Δημήτρη Ιτούδη που είναι εθισμένη στον πρωταθλητισμό αλλά φέτος χάνει πιο εύκολα από πέρυσι, παρότι θα περίμενε κανείς ότι ο Σέρχιο Ροντρίγκεζ θα της έδινε μεγαλύτερη αξιοπιστία και συνέπεια από τον Τεόντοσιτς.

Η Φενέρμπαχτσε σε καμία περίπτωση δεν κάλυψε τα κενά του Μπογκντάνοβιτς και του Ούντοχ και γι αυτό δείχνει πιο ευάλωτη συναισθηματικά, κάτι που φαίνεται από τις ήττες ή τις δυσκολίες που συναντά συστηματικά στα εντός έδρας ματς. Ωστόσο με τον Ομπράντοβιτς στον πάγκο δεν ξέρεις ποια θα είναι η πρόοδός της μέχρι τα play off. Πάντως τρόμο δεν προκαλεί.

Ο Ολυμπιακός, παρά τις σημαντικές απουσίες , πορεύτηκε για το μεγαλύτερο διάστημα ως βράχος. Έχει σφυρηλατήσει τα τελευταία έξη χρόνια μια τέτοια ομοιογένεια που εκπορεύεται από τον ελληνικό κορμό και τέτοιους μηχανισμούς που τον βοηθάνε να ξεπερνάει ακόμη και αναπάντεχες ήττες και να είναι εκεί όταν πάει να παίξει με την πλάτη στον τοίχο. Το δικό του ερωτηματικό είναι αν αυτά τα χαρακτηριστικά θα συνεχίσουν να τον πηγαίνουν σαν τυφλοσούρτης στα μεγάλα ματς, όπου το ταβάνι της δυσκολίας ανεβαίνει και η ανάγκη για περισσότερες φρέσκες ιδέες που θα αιφνιδιάσουν τον αντίπαλο, είναι πιο καθοριστική.

Ο Παναθηναϊκός δείχνει να είναι ν είναι η συγκριτικά η πιο βελτιωμένη ομάδα από πέρυσι, αν κρίνουμε το εξελιγμένο αγωνιστικό στυλ που παρουσιάζει. Το μπάσκετ που παίζει που είναι το πιο μοντέρνο και ποιοτικότερο από τότε που έφυγε ο Ομπράντοβιτς και επιπλέον το μπάτζετ περιορίστηκε. Αν δεν είχε την μεγάλη αδυναμία μέσα στο ζωγραφιστό που ξεκάθαρα του στοίχισε (και) το ματς με την Φενέρ, το οποίο πήραν νταηλίδικα ο Βέσελι και ο Τόσμον, επειδή μπορούσαν να πάρουν την μπάλα κοντά στο καλάθι και να τελειώσουν τη φάση, είτε με κάρφωμα, είτε χάρη στην υπεροχή τους στον αέρα, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δικαιούται να προβάλει περισσότερες αξιώσεις από κάθε άλλη φορά. Το πόσο τα πράγματα έχουν μπει σε τάξη, είναι απλό να διαπιστωθεί από το γεγονός ότι οι παίκτες πηγαίνουν στα time out, αμίλητοι, λες και συνεννοούνται με τα μάτια και χωρίς να τσακώνονται, όπως πολλές φορές είχε συμβεί πέρυσι.

Τέλος είναι και η Ρεάλ Μαδρίτης η οποία όχι απλά αντιμετώπισε τόσες πολλές και ποιοτικές ελλείψεις (πχ Γιουλ, Αγιόν,Ράντολφ), αλλά είναι στιγμές που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν πρέπει να τρομάξεις όταν θα γυρίσουν όλοι αυτοί ή να προσεύχεσαι ότι μπορεί να την μπερδέψουν όπως συμβαίνει σε όλες τις ομάδες του κόσμου και στη φάση που έχουν απώλειες και τότε που ξεκινούν οι επιστροφές και είναι απαραίτητο να αναδιανεμηθεί το κέντρο βάρους. Πέρασε δύσκολες φάσεις, αλλά αντεπεξήλθε. Και κυρίως, επειδή έχει συνηθίσει να ξανακάνει τέτοιες διαδρομές την δεκαετία που διανύουμε, έχει την δυνατότητα, όταν πρόκειται να καλύψει τέτοια κενά να πληρώνει και να φέρνει τον Ταβάρεζ και να τον μπαστακώνει κάτω από την ρακέτα όχι ό,τι περισσεύει στην αγορά.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Γιάννης Ντεντόπουλος
Γιάννης Ντεντόπουλος