«Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι»

Αντώνης Κατσίκης
«Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι»

bet365

O Δήμος Nτικούδης κάνει flash-back στη σπουδαία καριέρα του και με μια συνέντευξη 5.298 λέξεων στο gazzetta.gr βάζει τέλος εντός των τεσσάρων γραμμών και ανοίγει το νέο κεφάλαιο της αθλητικής του ζωής.

Ο Δήμος Ντικούδης αποφάσισε να σταματήσει το μπάσκετ, αλλά όχι και να το εγκαταλείψει. Ο Έλληνας φόργουορντ κρέμασε τη φανέλα του, αλλά από τη νέα σεζόν γυρίζει σελίδα στην καριέρα του η οποία θα έχει και αυτή χρώμα πορτοκαλί. Ο νέος αθλητικός διευθυντής της ΑΕΚ γύρισε για λογαριασμό του gazzetta.gr τον χρόνο πίσω και αναφέρθηκε σε... όλα.

«Παιδί του 1987»

Ο Δήμος Ντικούδης γεννήθηκε στις 24 Ιουνίου του 1977 και, όπως για εκατοντάδες άλλους μπασκετμπολίστες, έναυσμα για να ασχοληθεί με το μπάσκετ αποτέλεσε το Ευρωμπάσκετ του 1987. Σε ηλικία 10 ετών ο Ντικούδης είχε την πρώτη του επαφή με την... πορτοκαλί θεά.

«Δοκίμαζα διάφορα σπορ όταν πήγαινα σχολείο. Ζούσα και μεγάλωνα σε μια “αθλητική” πόλη που ο κόσμος λατρεύει τα σπορ. Εκείνη την εποχή γενικότερα στην Ελλάδα επικρατούσε ένα “αθλητικό” κλίμα. Όλοι οι νέοι της εποχής έκαναν κάποιο άθλημα. Η πρώτη μου επαφή με το μπάσκετ ήταν στο σχολείο. Μου άρεσε πολύ το άθλημα, είχα αρχίσει και να ψηλώνω και έτσι, έπειτα από ένα παιδομάζωμα που έγινε από τα σχολικά πρωταθλήματα, βρέθηκα στον Περσέα Λάρισας. Τότε όλοι παίζαμε σε κάποιον σύλλογο. Έτσι άρχισαν και οι πρώτες μεταξύ μας κόντρες μιας και όλοι θέλαμε να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα Λάρισας. Κάθε μέρα που περνούσε εγώ “δενόμουν” και αγαπούσα το μπάσκετ όλο και περισσότερο. Στον Περσέα ήμασταν καλή παρέα, με την καθημερινή προπόνηση και την καλή παρέα είχε αρχίσει να μου αρέσει πολύ αυτό που έκανα».

Η πρώτη αλλαγή…

Τα πρώτα χρόνια επαφής με το άθλημα ήταν εντελώς… ερασιτεχνικά για τον Δήμο Ντικούδη. Τη σεζόν 1992-1993, όμως, ο Έλληνας φόργουορντ άρχισε να αλλάζει επίπεδο σιγά-σιγά.

«Μέχρι τα 15 μου δεν ξεχώριζα στον Περσέα. Δεν ήμουν τίποτα το ιδιαίτερο. Από τα 15 μου και μετά άρχισε να αλλάζει το σώμα μου, ψήλωνα και άρχισα να κάνω ακόμη περισσότερο προπόνηση. Μέσω του Περσέα βρέθηκα στις Μεικτές ομάδες της Θεσσαλίας και εκεί με είδαν οι άνθρωποι της Ολύμπια Λάρισας. Έτσι, δύο καλοκαίρια αργότερα, ήρθε η πρόταση από την Ολύμπια Λάρισας στον Περσέα. Τότε η Ολύμπια Λάρισας αγωνιζόταν στη Β’ Εθνική, ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα της πόλης πίσω από τον Γυμναστικό. Ο Παρασκευάς Μουρατίδης, προπονητής τότε στην Ολύμπια, είχε εισηγηθεί την απόκτηση μου και έτσι άφησα τον Περσέα για την Ολύμπια Λάρισας».

Οι πρώτες σκέψεις για επαγγελματική ενασχόληση

Ως τότε η αλήθεια είναι πως ο Δήμος Ντικούδης δεν είχε σκεφτεί να ασχοληθεί επαγγελματικά με το μπάσκετ. Στα 18 του, όμως, έπρεπε να πάρει μια απόφαση, να κοιτάξει το μέλλον του. Από το σπίτι του δεν τον αποθάρρυναν. Τουναντίον. Όπως παραδέχεται και ο ίδιος είχε μεγάλη βοήθεια ενώ ταυτόχρονα δεν παραμελούσε το σχολείο. «Στην Ολύμπια Λάρισας μπήκα σε άλλους ρυθμούς προπόνησης και το κατάλαβα από την πρώτη κιόλας στιγμή. Ο προπονητής δούλεψε μαζί μου πάρα πολύ και άρχισα και εγώ να σκέφτομαι να ασχοληθώ επαγγελματικά με το μπάσκετ. Είχα μεγάλη στήριξη από το σπίτι μου. Δεν είχα ποτέ πίεση για κάτι από τους γονείς μου και αυτό με βοήθησε ιδιαίτερα. Απλά προσπαθούσαν να παρακολουθώ και τα μαθήματα μου παράλληλα. Κατάφερα να μπω στα ΤΕΦΦΑ και ταυτόχρονα να ασχολούμαι και με το μπάσκετ».

Ζητήσαμε από τον Δήμο Ντικούδη να μας εξηγήσει πως είναι δυνατόν να μπορείς να διαπρέπεις και στο σχολείο ενώ ταυτόχρονα να αφιερώνεις και πάρα πολλές ώρες στο μπάσκετ και η εξήγηση του ήταν ξεκάθαρη.

«Μπορείς να πετύχεις τα πάντα σε αυτή τη ζωή. Είναι θέμα καθαρά του εαυτού σου και κανενός άλλου. Στη συνέχεια εξαρτάται από το πόση δουλειά θα βάλεις στο παρκέ, πόσο θα διαβάσεις και πόσο το “λέει” η καρδιά σου για να πετύχεις. Δεν χρειάζεται να ακούς κανέναν που σε αμφισβητεί. Αυτό που πρέπει να κάνει κάθε νέος είναι να κυνηγάει το όνειρο του».

Η ώρα για το μεγάλο άλμα

Μετά από έναν χρόνο στη Β’ Εθνική και δύο στην Α2, ο Δήμος Ντικούδης είχε «ωριμάσει» μπασκετικά και ένιωθε έτοιμος για το επόμενο βήμα. Το οποίο τελικά θα αποδεικνυόταν «άλμα» για τον ίδιο και την καριέρα του.

«Το καλοκαίρι του 1998 ήμουν 21 χρονών και ήρθαν οι πρώτες προτάσεις για εμένα από ομάδες της Α1. Είχαν ενδιαφερθεί ομάδες και από τη Θεσσαλονίκη και από την Αθήνα. Τελικά η ΑΕΚ ήταν αυτή που με απέκτησε. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα, μπορώ να πω μέσα σε ένα 24ωρο. Τότε οι μέρες ήταν κάπως “περίεργες” για εμένα. Δεν είχα βιώσει άλλωστε ποτέ ξανά το συναίσθημα να μιλούν για εμένα, να συζητάνε οι φίλοι μου για το τι θα κάνω και να βλέπω το πρόσωπο μου στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Τελικά όλα έγιναν πολύ γρήγορα και έτσι υπέγραψα στην ΑΕΚ. Σε ένα πολύ μεγάλο μέγεθος. Πήγαινα στην τότε δευτεραθλήτρια Ευρώπης. Υπέγραψα τετραετές συμβόλαιο, κάτι που με έκανε να πειστώ πως πίστευαν πάρα πολύ σε εμένα».

«Από τα αποδυτήρια…»

Έτσι, το καλοκαίρι του 1998 ο Δήμος Ντικούδης άφησε τη Λάρισα και μετακόμισε στην Αθήνα. Πώς νιώθει άραγε ένα παιδί που αγωνίζεται σε επαρχιακή ομάδα της Α2 και τον ζητάει η δευτεραθλήτρια Ευρώπης; Ποιες οι σκέψεις που υπήρχαν στο μυαλό του καθ’ οδόν για την Αθήνα;

«Το να πάρεις ένα παιδί από την Α2 και να του κάνεις τετραετές συμβόλαιο ήταν σπουδαίο. Πλέον δεν το βλέπουμε συχνά και εύκολα να συμβαίνει αυτό. Τότε οι ομάδες επένδυαν περισσότερο και με μεγαλύτερα ποσά. Είχα άγχος από την ημέρα που υπέγραψα στην ΑΕΚ, αλλά πίστευα πως θα μπορούσα να τα καταφέρω. Το άγχος αυτό με βοήθησε. Το πρώτο σοκ για εμένα ήρθε όταν μπήκα στα αποδυτήρια της ομάδας και μέσα ήταν παίκτες όπως ο Μπάνε Πρέλεβιτς, ο Άγγελος Κορωνιός, ο Τζόε Αρλάουκας και ο Ιάκωβος Τσακαλίδης. Εκεί ήταν που κατάλαβα πως όλα πια έχουν αλλάξει. Παίκτες που τους παρακολουθούσα από την τηλεόραση, ήμουν πια συμπαίκτης τους. Το σοκ ήρθε λοιπόν από τα αποδυτήρια… Στην πρώτη μου σεζόν στην ΑΕΚ είχα προπονητή τον Γιώργο Καλαφατάκη. Το πρώτο τετράμηνο δεν έπαιζα ιδιαίτερα. Στο δεύτερο μισό της σεζόν υπήρξε αλλαγή στην τεχνική ηγεσία της ομάδας και τα ηνία ανέλαβε ο Κώστας Πολίτης. Με την έλευση του άρχισα να παίζω περισσότερο. Στο τέλος εκείνης της σεζόν η ΑΕΚ υπέγραψε με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς. Ένας προπονητής με τεράστιο όνομα, ο οποίος με βοήθησε πάρα πολύ. Με έβαλε στην πεντάδα, μου έδωσε ευθύνες και με βελτίωσε ενώ παράλληλα κάναμε μια ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο Σαπόρτα και το Κύπελλο Ελλάδος. Αυτή μπορώ να πω ότι ήταν η σεζόν που καθιερώθηκα στο μπάσκετ, κλήθηκα στην Εθνική ομάδα, και η χρονιά ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο τρόπο για εμένα. Είχαμε κατακτήσει το Σαπόρτα και το Κύπελλο Ελλάδος με την ΑΕΚ η οποία είχε μείνει για χρόνια μακριά από τους τίτλους».

«Τίτλοι, πίεση, πρωτάθλημα και Σάκοτα»

Το ξεκίνημα του Δήμου Ντικούδη στην ΑΕΚ είναι ιδανικό και η συνέχεια θα γίνει ακόμη καλύτερη…

«Η αλήθεια είναι πως αρχίζω και νιώθω μεγαλύτερη πίεση από όσο ένιωθα στο ξεκίνημα. Και αυτό γιατί είχα περισσότερες ευθύνες πλέον, πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην ομάδα ενώ μετά την κατάκτηση του Σαπόρτα και του Κυπέλλου Ελλάδος είχε μπει ο επόμενος στόχος που ήταν το πρωτάθλημα. Ήταν το επόμενο βήμα για την ομάδα. Όλοι θέλαμε πάρα πολύ να το κατακτήσουμε. Ξέραμε ότι μπορούσαμε. Υπήρξε νέα αλλαγή προπονητή. Στη θέση του Ντούσαν Ίβκοβιτς ήρθε ο Ντράγκαν Σάκοτα, ο οποίος μου έδειξε και αυτός πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη, ακόμη μεγαλύτερη και από αυτή που μου έδειχνε ο Ντούσαν Ίβκοβιτς. Φτάσαμε εκείνη την χρονιά ως το TOP-16 της Ευρωλίγκας».

«Πρωτάθλημα από 0-2»

«Αποκορύφωμα εκείνης της σεζόν (σ.σ. 2001-2002) ήταν η κατάκτηση του πρωταθλήματος. Φτάσαμε στον τελικό και είχαμε πλεονέκτημα έδρας. Αντίπαλος μας τότε ο Ολυμπιακός. Βρεθήκαμε να χάνουμε με 0-2 στη σειρά χωρίς καν να το καταλάβουμε. Δεν είχαμε “εμφανιστεί” θα έλεγα σε εκείνα τα δύο ματς. Το συζητούσαμε πάρα πολύ με τα παιδιά και λέγαμε πως το τρίτο παιχνίδι ήταν όλη η χρονιά για εμάς. Έπρεπε να μείνουμε “ζωντανοί”, δεν υπήρχε γυρισμός. Και εάν καταφέρναμε το 2-1, τότε η πίεση θα πήγαινε στον Ολυμπιακό. Έτσι και έγινε, κάναμε το 2-1, στο τέταρτο ματς ήμασταν καλύτεροι, το αποδείξαμε στο παρκέ και ήρθε το 2-2. Στον τελευταίο τελικό στο γήπεδο μας ξέραμε πως είχαμε το πάνω χέρι και έτσι πήραμε τον τίτλο απέναντι σε έναν σπουδαίο Ολυμπιακό εκείνη τη σεζόν».

Με τη φανέλα των Σέλτικς!

Μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος με την ΑΕΚ, ο Δήμος Ντικούδης ξεκουράστηκε για μερικές ημέρες και στη συνέχεια πέρασε τον Ατλαντικό. Ο λόγος; Για να συμμετάσχει στο camp των Μπόστον Σέλτικς. «Όντως το καλοκαίρι του 2002 με είχαν καλέσει οι Μπόστον Σέλτικς για να πάρω μέρος στις προπονήσεις της ομάδας. Δυστυχώς, μετά από κάποιες εξετάσεις που έκανα, διαπίστωσα πως έχω κάταγμα κοπώσεως και έτσι δεν κατάφερα να παίξω στο summer league. Εάν έπαιζα εκεί, δεν ξέρω τι θα γινόταν. Δεν απογοητεύτηκα, όμως, γύρισα στην Ελλάδα καθώς μπροστά μου είχα μια δύσκολη σεζόν με την ΑΕΚ».

«Είχε κι άλλο, αλλά…»

Την επόμενη σεζόν η ΑΕΚ έφτασε ως τον τελικό του ελληνικού πρωταθλήματος, αλλά δεν κατάφερε να πάρει τον τίτλο τον οποίο κατέκτησε ο Παναθηναϊκός. Για τον Δήμο Ντικούδη, όμως, έμελε να είναι και η τελευταία του χρονιά στην ΑΕΚ μιας και δεν θα ανανέωνε το συμβόλαιο του. «Εγώ ένιωθα ότι έχει κι άλλο. Ένιωθα πως αυτή η ομάδα μπορούσε να κάνει πολλά. Μπορούσαμε να δημιουργήσουμε μια ομάδα δεκαετίας που θα κατάφερνε πάρα πολλά. Ξαφνικά η ομάδα άρχισε να έχει οικονομικά προβλήματα και από εκεί που θέλαμε να δημιουργήσουμε μια δυναστεία, η ομάδα ξαφνικά διαλύθηκε. Είχε έρθει η στιγμή να φύγω. Ακόμη και σήμερα δεν έχω καταλάβει το γιατί διαλύθηκε η ομάδα τότε. Συζητάμε τώρα με παιδιά που ήμασταν στην ομάδα τότε και δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τι ακριβώς έγινε. Έχουμε μείνει όλοι με ένα “γιατί;” χωρίς κανείς να μπορεί να δώσει μια εξήγηση. Μακάρι να μέναμε χρόνια μαζί, αλλά εκείνο το στοίχημα χάθηκε. Κομμάτια του παζλ εκείνης της ομάδας άρχισαν να φεύγουν και κατάλαβα και εγώ πως το κάτι παραπάνω που έψαχνα θα ερχόταν εάν έφευγα για το εξωτερικό».

ΝΒΑ ξανά…

Το καλοκαίρι του 2003 ήταν η τελευταία φορά που ο Δήμος Ντικούδης άγγιξε το… αμερικάνικο όνειρο. Οι Τορόντο Ράπτορς τον κάλεσαν να συμμετάσχει σε summer league και εκείνος έκανε τη δεύτερη προσπάθεια του για να μπει στον «μαγικό κόσμο του ΝΒΑ», αλλά οι απαιτήσεις των ανθρώπων της ομάδας τον έκανε να διστάσει. «Το καλοκαίρι του 2003 με κάλεσαν οι Τορόντο Ράπτορς να πάρω μέρος στο summer league. Έπαιξα κάποια παιχνίδια εκεί. Αλλά οι άνθρωποι της ομάδας μου είπαν πως για να δημιουργήσουν μια πιο ολοκληρωμένη και ξεκάθαρη εικόνα για εμένα, ήθελαν να πάω ξανά στο veteran camp που γινόταν λίγους μήνες μετά. Εγώ δεν ήθελα να ρισκάρω καθώς μετά, εάν δεν με επέλεγαν, οι περισσότερες ομάδες στην Ευρώπη θα είχαν κλείσει τα ρόστερ τους. Έτσι αποφάσισα να αποδεχτώ την πρόταση της Βαλένθια».

Τα τρία χρόνια που έγιναν τελικά… δυόμιση

Οι «νυχτερίδες» έκαναν μια εξαιρετική πρόταση στον Δήμο Ντικούδη και αυτός, όπως και η ΑΕΚ, την αποδέχτηκαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Τελικά, όμως, τη φανέλα της ισπανικής ομάδας τη φόρεσε για δυόμιση σεζόν και αυτές σπαστά. «Η Βαλένθια μου κατέθεσε μια εξαιρετική πρόταση. Δεν το σκέφτηκα σχεδόν καθόλου και την αποδέχτηκα. Έφυγα για την Ισπανία, όπου εκεί έζησα μια εκπληκτική εμπειρία. Μια εμπειρία από την οποία μόνο κέρδισα. Η Βαλένθια είναι μια υπέροχη πόλη με εξαιρετικούς ανθρώπους. Ήταν ένα νέο ξεκίνημα για εμένα και τώρα, μετά από όσα έζησα και στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, εάν γυρνούσα τον χρόνο πίσω θα επέλεγα να μείνω περισσότερα χρόνια έξω. Ζυγίζοντας όσα έζησα, στο εξωτερικό τα πράγματα ήταν καλύτερα. Δεν υπήρχαν κρούσματα βίας και οικονομικής αστάθειας, πράγματα που “σκοτώνουν” στον αθλητή την ευχαρίστηση που του προσφέρει το άθλημα. Στη Βαλένθια εντυπωσιάστηκα από την πρώτη στιγμή. Μου είπαν πως στο γήπεδο μας, το οποίο χωρούσε 8.500 θεατές, είχαν ήδη πουληθεί 8.000 διαρκείας. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση. Είχα πια ξεφύγει από όλα αυτά που ζούσα τα προηγούμενα χρόνια. Σκεφτόμουν μόνο το μπάσκετ. Ούτε τη βία, ούτε τα οικονομικά, ούτε τίποτα. Απολάμβανα την κάθε μέρα. Προπονητής τότε στη Βαλένθια ήταν ο Πάκο Όλμος ενώ είχα τεράστιους συμπαίκτες. Παίκτες όπως ο Τομάσεβιτς, ο Ριγκοντό, ο Άμπιο. Οι απαιτήσεις ήταν πολύ μεγάλες, η ομάδα έπαιζε στην Ευρωλίγκα και εγώ έπρεπε πάλι να αρχίσω από το μηδέν ουσιαστικά και να αποδείξω ποιος είμαι. Ήμουν σίγουρος, όμως, πως είχα κάνει το σωστό για εμένα και την καριέρα μου».

«Με έπεισε ο Ίβκοβιτς»

Σε 17 ματς στην Ευρωλίγκα με τη φανέλα της Βαλένθια ο Δήμος Ντικούδης έχει 11.4 πόντους μέσο όρο και 5 ριμπάουντ. Η ΤΣΣΚΑ Μόσχας τον έβαλε στο «στόχαστρο» της και τελικά τον έκανε δικό της μιας και ο Ντούσαν Ίβκοβιτς επιθυμούσε διακαώς την απόκτηση του.

«Εκείνο το καλοκαίρι με πλησίασε η ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Μίλησα με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο οποίος με έπεισε τελικά και αποδέχτηκα την πρόταση της ρωσικής ομάδας. Ενεργοποίησα μια οψιόν που είχα στο συμβόλαιο μου και έτσι αποδέχτηκα την πρόταση της ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Μου αρέσουν οι αλλαγές και οι προκλήσεις. Έτσι αποφάσισα να αφήσω μια ομάδα που ήταν στην τετράδα του ισπανικού πρωταθλήματος και να υπογράψω στην ομάδα που ήταν πρώτο φαβορί για να πάρει την Ευρωλίγκα. Ήταν πολύ δελεαστικό. Είχα μιλήσει και με τον Θοδωρή Παπαλουκά που ήταν τότε στην ομάδα, αλλά και με τον Νίκο Χατζηβρέττα, ο οποίος είχε παίξει εκεί στο παρελθόν. Με παρότρυναν όλοι τους να πάω. Έτσι πήγα στη Μόσχα. Μεγάλος στόχος της ομάδας ήταν φυσικά η κατάκτηση της Ευρωλίγκας. Το Final Four γινόταν στη Μόσχα, οπότε όλοι θεωρούσαν πως ήμασταν το απόλυτο φαβορί. Θυμάμαι πως είχαμε φτάσει “περπατώντας” στο Final Four. Η ομάδα δεν έχανε πουθενά, κερδίζαμε παντού και με σχετική ευκολία θα έλεγα. Φτάσαμε στο Final Four έχοντας κάνει 54 συνεχόμενες νίκες. Εκεί αντίπαλος μας ήταν η Τάου Κεράμικα. Γενικά εμείς είχαμε συνηθίσει τα παιχνίδια να τα τελειώνουμε νωρίς και εύκολα. Ξαφνικά, όμως, βρεθήκαμε να χάνουμε με δέκα πόντους. Δεν είχαμε βρεθεί ποτέ ξανά σε ανάλογη κατάσταση και πραγματικά αιφνιδιαστήκαμε. Δεν το είχαμε βιώσει ποτέ ξανά και δεν είχαμε απαντήσεις. Αντίθετα η Τάου, μια πολύ σκληρή ομάδα με παίκτες όπως ο Σκόλα, ο Πριχιόνι, ο Ματσιγιάουσκας, ο Καλντερόν, ο Σπλίτερ και ο Μπετς. Ήταν τρομερά σκληρή ομάδα, είχαν διαβάσει εξαιρετικά το παιχνίδι μας και είχαν για όλα μια απάντηση. Χάσαμε και πραγματικά οι μέρες που ακολούθησαν ήταν τραγικές. Έπρεπε μέσα σε όλα να ανασυνταχθούμε για να πάρουμε το πρωτάθλημα και ευτυχώς το καταφέραμε. Πήραμε το πρωτάθλημα, είχαμε κατακτήσει και το Κύπελλο και έτσι τελείωσε η σεζόν. Γνώριζα πως ο Ντούσαν Ίβκοβιτς δεν θα ανανέωνε με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας και ήξερα πως δεν θα συνέχιζα εκεί. Έφυγαν 5-6 παίκτες από εκείνη την ομάδα, μεταξύ αυτών και εγώ».

«Επιστροφή στη Βαλένθια και την… Τάου»

Η Βαλένθια επανήλθε εκείνο το καλοκαίρι και έκανε εκ νέου πρόταση στον Δήμο Ντικούδη, ο οποίος αποφάσισε να επιστρέψει στην ισπανική ομάδα. «Επέστρεψα στην Βαλένθια μετά από έναν χρόνο στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, αλλά η αλήθεια είναι πως η ομάδα δεν ήταν τόσο δυνατή όσο αυτή που είχα συναντήσει την πρώτη φορά. Παρόλα αυτά, καταφέραμε να φτάσουμε ως τον τελικό του Copa Del Rey. Εκεί που πάλι βρήκα απέναντι μου την Τάου, η οποία τελικά πήρε το τρόπαιο. Ήταν μια ομάδα πολύ σκληρή, με σκληρό προπονητή, την είχαμε κερδίσει στη Βιτόρια στην διάρκεια του πρωταθλήματος, αλλά στα μεγάλα παιχνίδια δεν ήθελες να την έχεις αντίπαλο. Το συμβόλαιο μου τελείωσε και τότε ήρθε ο Παναθηναϊκός… ».

«Triple crown με μια τρομερή ομάδα»

Ο Παναθηναϊκός απέκτησε το καλοκαίρι του 2006 τον Δήμο Ντικούδη και ο ίδιος γεμάτος κίνητρα και έχοντας μπροστά του μια τεράστια πρόκληση, επέστρεψε στην Ελλάδα για λογαριασμό των «πρασίνων». «Η αλήθεια είναι πως ένιωθα ένα déjà vu. Και αυτό γιατί πήγαινα σε μια ομάδα που είχε ως στόχο το Triple Crown και το Final Four στο τέλος της σεζόν γινόταν στην έδρα της. Όπως δηλαδή και όταν υπέγραφα στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, δύο χρόνια νωρίτερα. Το είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου αυτό, αλλά όσο κυλούσε η χρονιά διαπίστωνα πως η ομάδα είχε φοβερές δυνατότητες. Είχαμε τότε μια τρομερή ομάδα με απίστευτη χημεία. Στον Παναθηναϊκό βίωσα κάτι διαφορετικό. Η ομάδα είχε κατακτήσει τρεις Ευρωλίγκες τότε, αλλά υπήρχε τεράστια δίψα και θέληση. Το καταλάβαινες στην ατμόσφαιρα, το κλίμα ήταν εκπληκτικό. Με προπονητή τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς έμαθα πολλά. Ένας προπονητής εξαιρετικά απαιτητικός και ένας προπονητής που με βοήθησε να καταφέρω να παίξω στην πρώτη μου χρονιά στην ομάδα ένα από τα καλύτερα μπάσκετ της καριέρας μου. Οι προπονήσεις είχαν τρομερή ένταση, πολλές φωνές, απίστευτες απαιτήσεις. Όλα αυτά εμένα μου άρεσαν, με έκαναν καλύτερο. Και φυσικά με έκαναν καλύτερο και οι συμπαίκτες μου. Η ομάδα ήταν εκπληκτική και εκείνη την χρονιά ξόρκισα και τον κακό μου δαίμονα που με κυνηγούσε τα προηγούμενα χρόνια. Στον ημιτελικό του Final Four της Αθήνας, βρήκαμε απέναντι μας την Τάου. Μια ομάδα που μου είχε στερήσει δύο τίτλους τις προηγούμενες χρονιές. Τρίτη δεν είχε. Κερδίσαμε και φτάσαμε στον τελικό. Η εμπειρία ήταν απίστευτη, το γήπεδο κατάμεστο και η ομάδα έπαιξε εκπληκτικά απέναντι σε έναν σπουδαίο αντίπαλο όπως η ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Καταφέραμε να πάρουμε το τρόπαιο και πλέον θέλαμε και το πρωτάθλημα για να φτάσουμε στον στόχο μας που ήταν το Triple Crown. Ο Ολυμπιακός μας δυσκόλεψε αρκετά, είχαμε δώσει και αρκετή από την ενέργεια μας στο Final Four που είχε γίνει λίγο καιρό νωρίτερα, αλλά θεωρώ πως η φάση που άλλαξε όλη τη σειρά των τελικών και έγειρε την πλάστιγγα οριστικά υπέρ μας ήταν η τάπα του Διαμαντίδη στον Άκερ. Ήταν το highlight εκείνης της σεζόν και η φάση που μας έδωσε τη δύναμη να συνεχίσουμε. Τη δεύτερη χρονιά μου στην ομάδα είχαμε και πάλι στόχο το Triple Crown. Εκείνο το καλοκαίρι έγιναν αλλαγές στο ρόστερ και θα έλεγα πως κάπως μπερδευτήκαμε. Υπήρξαν πολλοί νέοι παίκτες, έγινε ανανέωση στο ρόστερ, υπήρξε ανακατανομή ρόλων με αποτέλεσμα η ομάδα κάπως να μπερδευτεί. Έτσι αποκλειστήκαμε από την Ευρωλίγκα σε ένα παιχνίδι στο Βελιγράδι από την Παρτιζάν. Η χρονιά, όμως, έκλεισε επιτυχημένα αφού πήραμε το νταμπλ. Το τελευταίο τρίμηνο εγώ δεν είχα μεγάλο ρόλο. Προσωπικά μιλώντας, δεν είχα ευχαριστηθεί εκείνη τη σεζόν. Σκέφτηκα εκείνο το καλοκαίρι πως είχα φτάσει πια 31 χρονών. Είχα μέσα μου 3-4 καλά χρόνια μπάσκετ. Δεν ήθελα να είμαι στον πάγκο, ούτε να παίζω 10-12 λεπτά και έτσι αποφάσισα να πάω κάπου ώστε να παίζω περισσότερο».

«Βαλένθια και πάλι»

Το καλοκαίρι του 2008 η Βαλένθια εμφανίστηκε ξανά στο προσκήνιο. Ο Δήμος Ντικούδης αποδέχτηκε την πρόταση και έτσι επέστρεψε στη… φωλιά των «νυχτερίδων» για τρίτη και τελευταία-όπως αποδείχτηκε-φορά στην καριέρα του. «Εκείνη τη σεζόν πήγαν όλα στραβά, στο μήνα επάνω απολύθηκε ο Φώτης Κατσικάρης και ο Τζόνι Ρότζερς που ήταν τεχνικός διευθυντής. Γενικά οι άνθρωποι της ομάδας μετά από 2-3 άσχημα αποτελέσματα αποφάσισαν να κάνουν σαρωτικές αλλαγές. Έτσι έλυσα και εγώ το συμβόλαιο μου. Εκείνη η Βαλένθια κουβαλούσε μια απίστευτη πίεση, έπρεπε να πετύχει πάση θυσία και έτσι υπήρξαν τρομερές αλλαγές στην ομάδα. Εγώ αντέδρασα, πίστευα πως δεν ήταν σωστό αυτό που γινόταν και έτσι έλυσα το συμβόλαιο μου.

Τότε βγήκα και πάλι στην αγορά, υπήρξαν 2-3 προτάσεις από ομάδες του εξωτερικού, οι οποίες, όμως, δεν με κάλυπταν. Τότε ήταν που συζήτησα με τον Πανιώνιο, έναν ιστορικό σύλλογο με μεγάλη παράδοση στο μπάσκετ και έτσι αποφάσισα να επιστρέψω στην Ελλάδα. Τότε ο Πανιώνιος αγωνιζόταν στην Ευρωλίγκα και είχε κληρωθεί σε έναν πολύ δύσκολο όμιλο με ομάδες όπως η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, η Ρεάλ Μαδρίτης, η Εφές και η Παρτιζάν. Δεν καταφέραμε να προκριθούμε ενώ και στο πρωτάθλημα δεν κάναμε κάτι μεγάλο. Τα πράγματα μεταβάλλονταν εκείνο το καλοκαίρι, είχε αρχίσει η κρίση να κάνει την εμφάνιση της και όλα ήταν ρευστά. Στο τέλος εκείνης της σεζόν έφυγε ο Ηλίας Λιανός από την ομάδα και έτσι η επόμενη σεζόν θα ήταν με μικρό μπάτζετ και χαμηλότερους στόχους. Έπρεπε να σκεφτώ τι θα κάνω και εάν έπρεπε να πάω σε άλλη ομάδα. Τότε ήρθε η πρόταση από τον Άρη…».

«Περίεργη σεζόν»

Τη σεζόν 2009-2010 ο Άρης συμμετείχε στο Eurocup ενώ στο πρωτάθλημα τερμάτισε στην έβδομη θέση. Γενικά εκείνη η χρονιά και για τους «κίτρινους», αλλά και για τον 32χρονο πλέον Δήμο Ντικούδη, δεν ήταν καλή. «Η σεζόν εκείνη ήταν κάπως περίεργη. Και για εμένα, αλλά και για την ομάδα. Έγιναν θυμάμαι τρεις αλλαγές προπονητών ενώ εγώ είχα δύο τραυματισμούς. Τόσο ατομικά όσο και ομαδικά δεν πήγαμε καλά. Τερματίσαμε έβδομη στην κανονική περίοδο και στα play off αποκλειστήκαμε στην πρώτη φάση από τον Ολυμπιακό. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα ήθελα και περίμενα στον Άρη, αλλά ειλικρινά δεν μετανιώνω για εκείνη την επιλογή μου. Βασικά δεν μετανιώνω για καμία επιλογή. Δεν θα άλλαζα κάτι στην καριέρα μου και στις επιλογές που έκανα εκτός από αυτό που προανέφερα με το εξωτερικό. Το μπάσκετ είναι ένα ταξίδι και σε αυτό βιώνεις και καλές, αλλά και άσχημες καταστάσεις. Δόξα τω Θεώ οι κακές καταστάσεις που βίωσα στην καριέρα μου ήταν λίγες και γι’ αυτό νιώθω ευλογημένος. Δεν μπορείς να ξέρεις πως και τι θα σου φέρει η ζωή, οπότε ζούσα την κάθε μέρα ξεχωριστά και απολάμβαν αυτό που έκανα. Ειλικρινά νιώθω ευλογημένος».

«Κοιτούσα τη φανέλα να δω εάν ήταν όντως η ΑΕΚ»

Ο Δήμος Ντικούδης επέστρεψε τη σεζόν 2010-2011 στην ομάδα που τον έκανε γνωστό. Στην ομάδα με την οποία κατέκτησε τους πρώτους του τίτλους και με την οποία «δέθηκε» περισσότερο από κάθε άλλη. Στην ΑΕΚ. Η επιστροφή του, όμως, του επεφύλασσε μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη μιας και οι «κιτρινόμαυροι»στο τέλος της χρονιάς υποβιβάστηκαν. «Εκείνο το καλοκαίρι με προσέγγισαν οι άνθρωποι της ΑΕΚ, αλλά δυστυχώς ο όλος σχεδιασμός και όσα μου είχαν πει αποδείχτηκε μια τεράστια φούσκα. Και αυτό γιατί 2-3 μήνες μετά οι παίκτες μείναμε απλήρωτοι, 2-3 έφυγαν και μείναμε κατά κύριο λόγο Έλληνες. Η ομάδα είχε τρομερές ελλείψεις και μετά τα μέσα της σεζόν όλοι κατάλαβαν πως θα παλεύαμε για να μείνουμε στην κατηγορία. Κάναμε ό,τι ήταν δυνατό για να σώσουμε την κατάσταση. Η σεζόν άρχισε με τον Μηνά Γκέκο στον πάγκο και μετά ήρθε ο Άγγελος Κορωνιός. Η ψυχολογία άλλαξε, αλλά τελικά βρεθήκαμε στις θέσεις που οδηγούσαν στην Α2 και δεν καταφέραμε να αποφύγουμε τον υποβιβασμό. Αυτή την ΑΕΚ δεν θέλω να την βάζω στο μυαλό μου. Δίκαια έπεσε κατηγορία και δεν φταίει μόνο το αγωνιστικό. Ήταν απίστευτο όλο αυτό που είχαμε ζήσει εκείνη τη χρονιά. Η ομάδα ήταν χωρίς γήπεδο, παίκτες και πολλά βασικά για να κάνει προπόνηση. Υπήρχαν στιγμές που κοιτούσα τη φανέλα για να δω εάν ήταν όντως η ΑΕΚ αυτή που αγωνιζόμουν ή κάπου αλλού. Πραγματικά ήταν απογοητευτικό αυτό που ζήσαμε τότε για μια τόσο μεγάλη ομάδα. Η ομάδα που σχεδόν 10 χρόνια πριν ήταν πρωταθλήτρια Ελλάδος, έπεφτε κατηγορία. Δεν μπορούσα να το πιστέψω, αλλά ούτε και να το δεχτώ…».

Από τον Δικέφαλο της Αθήνας, σε αυτόν του Βορρά

Ο Δήμος Ντικούδης επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη τη σεζόν 2011-2012, αλλά αυτή τη φορά ήταν για λογαριασμό του ΠΑΟΚ. Μια χρονιά η οποία, ο ίδιος τότε δεν το γνώριζε, έμελε να είναι και η τελευταία αυτής της σπουδαίας καριέρας. «Μίλησα με τον ΠΑΟΚ εκείνο το καλοκαίρι. Μια ομάδα που έπαιζε στην Ευρώπη. Παίξαμε στα προκριματικά της Ευρωλίγκας και στη συνέχεια στο Eurocup. Δυστυχώς η ομάδα αντιμετώπισε κάποια αγωνιστικά προβλήματα. Έτσι δεν ολοκληρώσαμε τη σεζόν με το ρόστερ που την αρχίσαμε. Μπορώ να πω, όμως, ότι τη χρονιά εκεί την ευχαριστήθηκα αρκετά. Έπαιζα σε ένα όμορφο γήπεδο όπως η Πυλαία, έζησα την ατμόσφαιρα των ντέρμπι μεταξύ ΠΑΟΚ και Άρη. Ο ΠΑΟΚ είναι άκρως μπασκετικός σύλλογος, έχει στη διοίκηση του ανθρώπους του μπάσκετ που γνωρίζουν το άθλημα. Ήταν πραγματικά μια πολύ ωραία εμπειρία αυτός ο χρόνος εκεί».

Αποχή και… τέλος!

Ο Δήμος Ντικούδης είχε φτάσει πια στα 35 του. Υπήρχαν ομάδες που ήθελαν να τον αποκτήσουν, αλλά ο ίδιος δεν θέλησε να το συζητήσει. Και έτσι αποφάσισε να μην υπογράψει κάπου…«Μετά το τέλος εκείνης της σεζόν με τον ΠΑΟΚ, άρχισαν από το μυαλό μου να περνάνε διάφορες σκέψεις. Δεν ένιωθα την ίδια τρέλα και την ίδια ανυπομονησία να αρχίσει η επόμενη χρονιά όπως τα προηγούμενα χρόνια. Δεν περίμενα πως και πώς να μπω και πάλι στο παρκέ. Έτσι αποφάσισα να μην υπογράψω κάπου, ήθελα να δω πως θα είμαι εκτός μπάσκετ, πως θα αντιδράσω σε αυτό και τι θα συμβεί.Μου έλειπαν οι αγώνες και η ένταση τους, μου έλειπαν τα ματς, οι κρίσιμες αναμετρήσεις, αλλά όχι τα ξενοδοχεία, οι τραυματισμοί, οι ώρες στις θεραπείες και στα ιατρεία. Έτσι άρχισα να σκέφτομαι την επόμενη ημέρα, μου πήρε καιρό να το συνειδητοποιήσω. Νόμιζα πως η καριέρα μου θα τελείωνε μέσα στα παρκέ, μετά ακριβώς την ολοκλήρωση μιας σεζόν, αλλά τελικά μου βγήκε αλλιώς. Άλλωστε στη ζωή δεν έρχονται όλα όπως τα σχεδιάζουμε. Και εγώ δεν μπορώ να έχω παράπονο, το αντίθετο. Μου έγιναν προτάσεις να παίξω, αλλά δεν μου έβγαινε. Δεν ήθελα να γυρίσω. Και έτσι πήρα την απόφαση μου».

Νέα σελίδα στο μπάσκετ

Ο Δήμος Ντικούδης αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Αλλά όχι και από το μπάσκετ. Πλέον η δράση του θα είναι εκτός των τεσσάρων γραμμών μιας και ανέλαβε χρέη αθλητικού διευθυντή στην ΑΕΚ. «Είχα δεσμούς με την ομάδα στην οποία γίνεται μια νέα προσπάθεια. Ήθελα να βοηθήσω και έτσι αποδέχτηκα την πρόταση που μου έγινε. Θέλω να βοηθήσω όσο και όπως μπορώ ώστε η ομάδα να επιστρέψει στην Α1 και σταδιακά να φτάσει και πάλι εκεί που πρέπει, εκεί που της αξίζει. Εκεί που είναι η θέση της».

«Ξεχωριστό κεφάλαιο η Εθνική, τα καλύτερα μου χρόνια»

Η Εθνική Ελλάδος αποτελεί ένα τελείως ξεχωριστό κεφάλαιο στην καριέρα του Δήμου Ντικούδη. Last but not least που λένε και οι Αμερικανοί. «Στην Εθνική ομάδα έζησα τα καλύτερα χρόνια της μπασκετικής μου ζωής. Η Εθνική ομάδα για εμένα ήταν μια παρέα που ξεκινήσαμε τη σεζόν 1999-2000. Φάγαμε τις σφαλιάρες μας στην αρχή, ζήσαμε τις απογοητεύσεις μας, αλλά χρόνο με τον χρόνο γίναμε καλύτεροι. Και ως ομάδα, αλλά και ως παίκτες. Κουβαλούσαμε ένα βάρος, θέλαμε να φέρουμε ένα μετάλλιο στη χώρα, κάτι που το θέλαμε πολύ και έλειπε για πολλά χρόνια από την Ελλάδα. Το χάσαμε στο τσακ στους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα το 2004, αλλά τα καταφέραμε στο Ευρωμπάσκετ το 2005 στο Βελιγράδι. Ζήσαμε μεγάλες στιγμές. Έζησα έξι διοργανώσεις στην Εθνική ομάδα, όπου η κάθε μια ήταν και μια ξεχωριστή ιστορία. Ήταν φοβερή για τη ζωή όλων μας η περίοδος των δύο μεταλλίων το 2005 στο Βελιγράδι το 2005 και έναν χρόνο αργότερα στο Μουντομπάσκετ του 2006.. Αυτή η ομάδα είχε τρομερό ταλέντο, ήταν απίστευτη παρέα και ειλικρινά νιώθω τυχερός που αποτέλεσα μέλος της».

Ο Δήμος Ντικούδης έγινε τη Δευτέρα (24/7) πατέρας. Η σύζυγος του έφερε στον κόσμο δίδυμα αγοράκια και ο ίδιος... πετάει από χαρά. «Πρόκειται για την καλύτερη στιγμή της ζωής μου. Είναι απίστευτο αυτό το συναίσθημα.Ειλικρινά είναι η πιο έντονη στιγμή της ζωής μου και το πιο έντονο συναίσθημα που έχω αισθανθεί ποτέ μου. Άνθρωποι που έχουν παιδιά με καταλαβαίνουν, αυτοί οι δύο τύποι πλέον είναι το νόημα της ζωής μου. Είμαι ευτυχισμένος».

Ο Νίκος Χατζηβρέττας για τον Ντικούδη...

Αν υπάρχει κάποιος άνθρωπος στο ελληνικό μπάσκετ που ξέρει από την καλή και την ανάποδη τον Δήμο Ντικούδη, αυτός δεν είναι άλλος από τον Νίκο Χατζηβρέττα. Ο παλαίμαχος γκαρντ μίλησε στο gazzetta.gr για τον φίλο και κουμπάρο του.«Με τον Δήμο έχουμε μια πάρα πολύ στενή σχέση. Από την Εθνική Ελπίδων αρχίσαμε μαζί, στη συνέχεια είχαμε το ίδιο δωμάτιο στην Εθνική για 9 χρόνια. Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός με τον Δήμο. Έχει βαφτίσει τον γιο μου, με έχει παντρέψει, οπότε εμείς δεν περιοριστήκαμε στη φιλία μόνο εντός παρκέ. Σε ό,τι έχει να κάνει με τον Δήμο εντός των τεσσάρων γραμμών μπορώ να πω ότι ήταν ένας παίκτης με μεγάλη προσωπικότητα, γεννημένος νικητής, μαχητικός και απόλυτος επαγγελματίας. Όταν έκανε το πρώτο άλμα στην καριέρα του ήταν ένα από τα πιο σύγχρονα 4αρια της εποχής και το απέδειξε σε όλη του την πορεία. Έδειξε συνέπεια στην δουλειά του και ήταν παράδειγμα ο τρόπος που γυμναζόταν και πρόσεχε τον εαυτό του. Εκτός γραμμών ο Δήμος είναι ένα ήσυχο παιδί, με αίσθηση του χιούμορ, καλός στην παρέα, αρκετά ευχάριστος άνθρωπος και έμπιστος. Είχε, όμως, και ένα αρνητικό. Ήταν λίγο γκρινιάρης (γέλια). Εγώ, όμως, είχα μάθει να τον χειρίζομαι και έτσι το ξεπερνούσαμε γρήγορα (γέλια). Περάσαμε πολλά. Πολλές και πολύ έντονες στιγμές, ευχάριστες, αλλά και άσχημες».

Γρήγορες ερωτήσεις, γρήγορες απαντήσεις…

Λάρισα; «Η πόλη μου, εκεί μεγάλωσα, εκεί έμαθα πολλά, εκεί ζουν οι δικοί μου, οι φίλοι μου. Εκεί θα γυρίσω κάποια στιγμή».

Τι σου στέρησε το μπάσκετ; «Δεν θεωρώ πως μου στέρησε κάτι, μου άνοιξε ορίζοντες, ταξίδεψα πολύ και όσα μου στέρησε τα θεωρώ πολύ μικρά σε σχέση με αυτά που μου έδωσε».

Το μεγαλύτερο που σου έδωσε; «Μου έδωσε εμπειρίες και στιγμέςτης οποίες θα τις κρατάω πάντα μέσα μου και πάρα πολλές φιλίες».

Θα άλλαζες κάτι στην καριέρα σου; «Σίγουρα θα είχα κάνει 1-2 διαφορετικές επιλογές στην καριέρα μου, όχι περισσότερες».

Θα ήθελες να παίξεις κάποιο ματς ξανά; «Θα ήθελα να παίξω ξανά τον ημιτελικό ΤΣΣΚΑ-Τάου, αλλά και το ματς της Εθνικής με την Αργεντινή το 2004 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας».

Καλύτερος προπονητής που είχες; «Ήμουν ευλογημένος με τους προπονητές, είχα την τύχη να συνεργαστώ, μεταξύ άλλων, με προπονητές όπως ο Ομπράντοβιτς, ο Ίβκοβιτς, ο Ιωαννίδης, ο Κατσικάρης, ο Σάκοτα, ο Μαρκόπουλος και ο Μπλατ. Οπότε δεν μπορώ να έχω παράπονο. Έμαθα πάρα πολλά από όλους».

Δυσκολότερος αντίπαλος; «Ευτυχώς δεν τον αντιμετώπισα πολλές φορές στην καριέρα μου, αλλά όποτε τον αντιμετώπιζα μου έκανε τη ζωή δύσκολη. Ο λόγος για τον Πάου Γκασόλ. Δεν μπορούσα να τον αντιμετωπίσω με τίποτα. Σου δημιουργεί τρομερά προβλήματα, τρομερός αμυντικός. Μου έκανε φοβερή εντύπωση».

Καλύτερος συμπαίκτης; «Ο κολλητός μου, ο κουμπάρος μου, ο Nίκος Χατζηβρέττας. Αυτόν και την τρέλα του δεν θα την άλλαζα με τίποτα».

Μεγαλύτερη στιγμή στην καριέρα σου; «Το πρωτάθλημα με την ΑΕΚ και το χρυσό στο Βελιγράδι με την Εθνική».

Ποια ερώτηση δεν σου έχουν κάνει ποτέ σε μια συνέντευξη και θα ήθελες να στην κάνουν; «Δεν νομίζω πως έχω κάποια ερώτηση που θα ήθελαν να μου κάνουν σε μια συνέντευξη. Θα ήθελα, όμως, οι αθλητές να έχουν περισσότερο λόγο σε ό,τι αφορά το ελληνικό μπάσκετ. Είτε για θέματα βίας, είτε για θέματα οργανωτικά, είτε γηπέδων είτε ό,τι αφορά το μπάσκετ, θα ήθελα οι αθλητές να ερωτώνται για τα θέματα αυτά».

Aν έγραφες βιβλίο ποιος θα ήταν ο τίτλος; «Η καριέρα μου θεωρώ πως ήταν ένα ταξίδι, το οποίο ξεκίνησε από τα ανοιχτά γηπεδάκια της Λάρισας, μέχρι τα γήπεδα όλου του κόσμου. Οπότε θα έβαζα τίτλο: “Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι”».

Ακόμη μερικά στοιχεία…

*Σταμάτησε το μπάσκετ όντας γεμάτος από τίτλους και παραστάσεις. 11 κούπες σε συλλογικό επίπεδο και δύο μετάλλια με την Εθνική Ανδρών. Ένα χρυσό στο Ευρωμπάσκετ που έγινε στο Βελιγράδι το 2005 και ένα ασημένιο στο Μουντομπάσκετ του 2006.

* Παραδέχεται πως δεν «έχασε» εφηβικά χρόνια, αλλά θα ήθελε να ζήσει λίγο περισσότερο τα φοιτητικά.

*Έχει γενέθλια την ίδια ημέρα (24/6) με τα νεογέννητα δίδυμα παιδιά του.

*Το καλοκαίρι του 2002 ο Δήμος Ντικούδης είχε επιλεγεί στην μικτή Ευρώπης για ένα φιλικό, αλλά ο τραυματισμός δεν του επέτρεψε να πάει. Στη θέση του είχε πάει τελικά ο Μιχάλης Κακιούζης.

*Στο Μουντομπάσκετ του 2006 κόντρα στο Κατάρ είχε κάνει ατομικό ρεκόρ πόντων με τη φανέλα της Εθνικής. Είχε πετύχει 26 στη νίκη της «γαλανόλευκης» με 84-64 στις 19 Αυγούστου σε ματς για την φάση των ομίλων.

*Η Βαλένθια, στην οποία αγωνίστηκε για περίπου 2,5 σεζόν, του έκανε πρόταση συνεργασίας για έξι συνεχόμενα χρόνια. Από το 2003 ως και το 2008. Άλλες φορές ο Έλληνας φόργουορντ την αποδεχόταν και άλλες έλεγε «όχι».

*Με τη φανέλα της Εθνικής Ανδρών είχε 114 συμμετοχές και πέτυχε 957 πόντους (8.39 μέσο όρο).

*Το καλύτερο του παιχνίδι στην Ευρωλίγκα το είχε κάνει στις 12/5 του 2001 σε ένα ματς της ΑΕΚ με την Τσιμπόνα. Ο 24χρονος τότε φόργουορντ είχε πετύχει 30 πόντους, είχε μαζέψει 14 ριμπάουντ και είχε συγκεντρώσει 44 βαθμούς στο σύστημα αξιολόγησης. *Στην Ευρωλίγκα ο αγωνίστηκε με πέντε διαφορετικές ομάδες. ΑΕΚ, Βαλένθια, ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Παναθηναϊκό και Πανιώνιο.

*Στο Eurocup αγωνίστηκε με δύο ομάδες της Θεσσαλονίκης. Άρη και ΠΑΟΚ.

*Ο πρώτους του αγώνας ήταν με την Εθνική Ελπίδων ήταν με αντίπαλο την ομάδα της Εσθονίας στις 7/7/1997 σε ένα διεθνές τουρνουά στη Γαλλία, εκεί όπου η εθνική μας κέρδισε με σκορ 87-81 με τον Ντικούδη να πετυχαίνει 4 πόντους

*Το τελευταίο του ματς με την Εθνική Ανδρών ήταν στο Ευρωμπάσκετ του 2007 στην Ισπανία κόντρα στην Λιθουανία. Η Εθνική μας είχε ηττηθεί με 78-69 με τον ίδιο να πετυχαίνει 10 πόντους.

 

BASKET LEAGUE Τελευταία Νέα