«Έρχομαι... αύριο στην Ελλάδα!»

Αντώνης Καλκαβούρας
gazzetta default image fallback

bet365

Ο αρχηγός της εθνικής ομάδας των Σκοπίων και πρώην παίκτης της ΑΕΚ, Πέρο Άντιτς, αποκαλύπτει στο gazzetta.gr το μυστικό της παρέας του ΜακΚάλεμπ και χαρακτηρίζει την Ένωση μεγάλο «σχολείο»!

Ξεκίνησε την καριέρα του από τα τμήματα υποδομής της Ραμποτνίσκι Σκοπίων και ύστερα από σύντομο πέρασμα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε ηλικία 19 ετών, ο Ντούσαν Σάκοτα τον έφερε στην ΑΕΚ (2001). Στην Ένωση κατέκτησε το πρωτάθλημα του 2002, έπαιξε στην Ευρωλίγκα και απέκτησε τις σημαντικότερες βάσεις για το υπόλοιπο της καριέρας του.

Ο λόγος για τον 29χρονο σέντερ της FYROM, Πέρο Άντιτς, ο οποίος (μ.ό. 10,7π. & 8,6ρ. με 25% στα τρίπ.), μαζί με τον 3ο σκόρερ του Ευρωμπάσκετ, Μπο ΜακΚάλεμπ (μ.ό. 21,3π.), είναι τα πιο σημαντικά πρόσωπα της ομάδας-έκπληξη της διοργάνωσης. Ο πρώην παίκτης της ΑΕΚ, της Ακαντέμικ Σόφιας, της Λοκομοτιβ Κούμπαν και της Σπάρτακ Αγίας Πετρούπολης, που προς το παρόν δηλώνει... άνεργος, μίλησε στο gazzetta.gr από το Βίλνιους για την πορεία των Σκοπίων, τις πολιτικές διαφορές με την Ελλάδα, τις αναμνήσεις του από την τετραετία στην Ένωση και την επόμενη σελίδα της καριέρας του...

Κατ’ αρχήν, θα θέλαμε να σε ρωτήσουμε αν βαθιά μέσα σας, περιμένατε αυτή την επιτυχημένη πορεία στο Ευρωμπάσκετ;

«Για να είμαι ειλικρινής, όχι! Ήρθαμε στη Λιθουανία με στόχο να για την πρόκριση στην επόμενη φάση της διοργάνωσης και σε καμία περίπτωση δεν πιστεύαμε σε αυτό το... παραμύθι που ζούμε όλες αυτές τις μέρες! Είμαι πολύ χαρούμενος που καταφέραμε να κάνουμε αυτό το ιστορικό βήμα και αυτή τη στιγμή που μιλάμε, έχουμε εξασφαλίσει τη συμμετοχή μας στα προημιτελικά μιας τόσο μεγάλης διοργάνωσης. Είναι εκπληκτικό συναίσθημα και είμαι πολύ ευτυχής που το βιώνω».

Όλες αυτές τις μέρες, νιώθεις σαν να συμμετέχεις σε μια σχολική εκδρομή στην οποία περνάς αξέχαστες στιγμές;

«Πες το ψέματα! Ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι έως τώρα, θα έχουμε τόσο επιτυχημένη πορεία... Ποιος θα φανταζόταν ότι θα κερδίζαμε παραδοσιακές δυνάμεις του μπάσκετ, όπως η Ελλάδα και η Κροατία. Αφήστε στην άκρη τις πολιτικές διαφορές που έχουμε με την Ελλάδα και σκεφτείτε ποιοι είμαστε και ποιους παίκτες διαθέτουν οι αντίπαλοί μας, και θα καταλάβετε... Ειδικότερα, για τα νέα παιδιά αυτής της Εθνικής ομάδας, είναι κάτι το απίστευτο. Είναι ένα απατηλό όνειρο που έγινε πραγματικότητα».

Κατά την άποψή σου όλα άρχισαν μετά τη νίκη σας επί της Ελλάδας;

«Να σου πω την αλήθεια, όχι. Θεωρώ ότι πιο σημαντική ήταν η νίκη επί της Κροατίας, γιατί με αυτήν “ξεχρεώσαμε” την ήττα από το Μαυροβούνιο στην πρεμιέρα και κερδίσαμε ένα από τα θεωρητικά φαβορί για τις δύο πρώτες θέσεις του ομίλου μας. Ο αρχικός μας στόχος ήταν να κερδίσουμε τη Βοσνία και τη Φινλανδία και από κει και πέρα, να παλέψουμε όσα περισσότερα παιχνίδια μπορούμε. Αυτό το αποτέλεσμα μας έβαλε σε έναν ρυθμό και εν συνεχεία η νίκη επί της Ελλάδας μάς έκανε να πιστέψουμε περισσότερο στις δυνατότητές μας».

Τελικά, όμως, από φαβορί στα χαρτιά, η Ελλάδα και η Κροατία έπαιξαν μεταξύ τους έναν «τελικό» για να μάθουμε ποια ομάδα θα προκριθεί στην επόμενη φάση...

«Γι' αυτό είναι ο ωραίος ο αθλητισμός... Γιατί τίποτε δεν είναι δεδομένο, μερικές φορές η έκπληξη είναι εφικτή και ο καθένας μπορεί να κερδίσει τον οποιοδήποτε αντίπαλο και να βιώσει μοναδικά συναισθήματα».

Στο ματς με την Ελλάδα, πάντως, σεληνιαστήκατε...

«Πέρα από τις πολιτικές διαφορές που μας χωρίζουν όσον αφορά το όνομά της πατρίδας μου, απέναντι σε μια ανανεωμένη πλην όμως ποιοτική ομάδα, θέλαμε πολύ να δείξουμε ότι είμαστε ανταγωνιστικοί. Όλα κύλησαν ομαλά γιατί τόσο εμείς, όσο και τα παιδιά της Εθνικής σας ομάδας, δεν αναμιγνύουν την πολιτική με τον αθλητισμό. Προσωπικά έπαιξα τέσσερα υπέροχα χρόνια στην Ελλάδα με τη φανέλα της ΑΕΚ και ουσιαστικά με τον Ζήση και τον Μπουρούση μεγάλωσα! Χάρηκα πολύ που τους συνάντησα ξανά ύστερα από δύο χρόνια και ξανάπαιξα αντίπαλός τους! Δώσαμε έναν δυνατό αγώνα, παίξαμε καλύτερα και κερδίσαμε».

Στα Σκόπια, όμως, η νίκη σας πανηγυρίστηκε σαν εθνικός θρίαμβος...

«Αυτά παντού γίνονται! Ο κόσμος αρέσκεται να δίνει εθνικές διαστάσεις στις αθλητικές νίκες, για να εκτονώνεται, να πανηγυρίζει και να ξεφεύγει από τα προβλήματα της καθημερινότητας. Μεταξύ των παικτών μέσα στο γήπεδο και στο ξενοδοχείο δεν έγινε τίποτε. Οι Έλληνες μας συνεχάρησαν, όπως θα κάναμε κι εμείς αν μας κέρδιζαν. Εμείς απλά, ίσως να πανηγυρίσαμε λίγο παραπάνω, αλλά αυτό είναι λογικό γιατί κερδίσαμε μία από τις κορυφαίες εθνικές ομάδες στην Ευρώπη, με μεγάλη ποιότητα, παράδοση και σπουδαίες επιτυχίες στο πρόσφατο παρελθόν».

Ποιο είναι το μυστικό αυτής της ομάδας, πέρα από την καλή άμυνα και τον Μπο ΜακΚάλεμπ;

«Γνωριζόμαστε μεταξύ μας και παίζουμε μαζί πολλά χρόνια. Ακόμη και τα νέα παιδιά που προστέθηκαν φέτος σε αυτή την ομάδα και δεν έχουν περάσει τα σύνορα της χώρας για να παίξουν σε ευρωπαϊκούς συλλόγους, “έδεσαν” αμέσως με μας τους υπόλοιπους και πολύ γρήγορα αποκτήσαμε πολύ καλή “χημεία”. Ο καθένας μας αισθάνεται ίσος απέναντι στους άλλους, από τον Μπο ΜακΚάλεμπ που βγάζει εκατομμύρια, έως τον τελευταίο παίκτη της δωδεκάδας που αμείβεται με 500 ευρώ το μήνα! Στην Εθνική είμαστε όλοι μαζί και δεν υπάρχουν διακρίσεις! Άλλωστε δεν πληρωνόμαστε ή δεν παίρνουμε ημερήσια αποζημίωση, όπως οι παίκτες των περισσότερων ομάδων. Παίζουμε για την πατρίδα μας και δίνουμε και την ψυχή μας...»

Από αγωνιστικής πλευράς, ποιο είναι το στοιχείο εκείνο που έως τώρα έχει κάνει τη διαφορά;

«Η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα του ΜακΚάλεμπ στο ένας εναντίον ενός, οι ψηλοί μας που μπορούν να σουτάρουν τρίποντα, καθώς επίσης και το ότι κάποιες στιγμές και οι πέντε παίκτες που βρίσκονται στο παρκέ, έχουν έφεση στο μακρινό σουτ, γεγονός που προκαλεί έξτρα δυσκολία στην αντίπαλη άμυνα. Και φυσικά, η άμυνα! Από κει αρχίζει και τελειώνει το παιχνίδι μας. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε την τρίτη καλύτερη αμυντική επίδοση στη διοργάνωση».

-Πώς σας υποδέχτηκαν οι υπόλοιποι αντίπαλοι στο Βίλνιους; Στο ξενοδοχείο όπου διαμένετε, έχουν καταλύσει οι
11 από τις 12 αποστολές και ανάμεσα στους ΝΒΑers της Ισπανίας (6), της Γαλλίας (5), της Τουρκίας (4), της Γερμανίας (2), της Ρωσίας (2), της Σλοβενίας (1), της Ελλάδας (1) και της Γεωργίας (1), βρίσκονται και κάποιοι άγνωστοι τύποι που μέχρι τώρα δεν είχαν κάνει αισθητή την παρουσία τους στο διεθνές προσκήνιο...

«Όταν ήρθαμε στη Λιθουανία για το Ευρωμπάσκετ, ήμασταν “ανύπαρκτοι” και “ανυπόστατοι” μπασκετικά! Κανένας δεν μας υπολόγιζε και αυτό ήταν λογικό! Κερδίζοντας, όμως και φτάνοντας στη β' φάση του τουρνουά, αρχίσαμε να κερδίζουμε το σεβασμό και πλέον τώρα, όλοι ξέρουν τουλάχιστον πού... “πέφτει” η Μακεδονία ή η FYROM, όπως μας αποκαλείτε στην Ελλάδα! Αντιμετωπίσαμε το κάθε παιχνίδι ξεχωριστά, φτάσαμε έως εδώ και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε χωρίς να κοιτάμε μακριά! Αν πέσουμε στην παγίδα και αρχίσουμε να μιλάμε για μεγαλεπήβολους στόχους, τότε αυτομάτως θα την πατήσουμε. Τώρα όλοι μάς υπολογίζουν και δεν έχουμε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Επομένως, βήμα-βήμα, παιχνίδι με το παιχνίδι. Ό,τι και να γίνει από δω και στο εξής, είμαστε ήδη επιτυχημένοι».

Πού θα παίξεις φέτος; Αν δεν κάνουμε λάθος, ακόμη δεν έχεις βρει ομάδα...

«Είναι επιλογή μου! Είχα αρκετές προτάσεις πριν από την έναρξη του Ευρωμπάσκετ, αλλά επειδή είμαι ο αρχηγός, ήθελα να αφοσιωθώ ψυχή τε και σώματι στην Εθνική ομάδα και να αποφασίσω μετά πού θα παίξω. Αν με θέλει κάποια ελληνική ομάδα, αύριο το πρωί έρχομαι στην Αθήνα! Έχω φοβερές αναμνήσεις από αυτή την εκπληκτική πόλη, οι Έλληνες είναι ωραίοι άνθρωποι και θεωρώ τη χώρα σας δεύτερη πατρίδα μου».

Στην Ελλάδα άλλωστε ανδρώθηκες μπασκετικά σε επαγγελματικό επίπεδο και κατέκτησες τους πρώτους σου τίτλους. Τι θυμάσαι από αυτή την τετραετία;

«Τι να σου πρωτοπώ... Πέρα από τους προαναφερθέντες, πρέπει να σου πω ότι συνεργάστηκα με εξαιρετικούς επαγγελματίες! Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω; Από τον Ντούσαν Σάκοτα που με εμπιστεύτηκε και με έφερε στην Ελλάδα, από τον Φώτη Κατσικάρη που είναι σπουδαίος coach και το αποδεικνύει με την πορεία του στο κορυφαίο πρωτάθλημα της Ευρώπης, από τον φοβερό “θεωρητικό”, τον Γιάννη Σκουρτόπουλο, από τον εξαιρετικό scouter και πλέον πρώτο προπονητή, τον Δημήτρη Πρίφτη που είναι και στο team της Εθνικής σας ομάδας, από τον καλύτερο γυμναστή, τον Γιάννη Μεριχωβίτη, από ποιον; Είχα και φοβερούς συμπαίκτες... Τον Κακιούζη, τον Ντικούδη, τον Ταπούτο, τον Τσιάρα, τον Μπιλμπά, τον J.R. Χόλντεν, τον Μπετς... Όλοι ήταν μεγάλοι “δάσκαλοι” για μένα και η ΑΕΚ γενικότερα, το μεγαλύτερο “σχολείο”!»

 

Τελευταία Νέα