13ος και... τυχερός ο Ζούρος

13ος και... τυχερός ο Ζούρος

Gazzetta team
13ος και... τυχερός ο Ζούρος

bet365

Ο Ηλίας Ζούρος ντεμπουτάρει ως χεντ κόουτς της Εθνικής σε μεγάλη διοργάνωση και το gazzetta.gr θυμάται τι έχουν πετύχει οι προηγούμενοι 12 Έλληνες προπονητές σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα.

Η ελληνική ομοσπονδία σπάνια έχει ξεφύγει από την ελληνική αγορά και παραδοσιακά εμπιστεύεται για τη θέση του εθνικού προπονητή «παπούτσι από τον τόπο μας». Οι μοναδικοί κόουτς στην 75χρονη ιστορία του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος που δεν είχαν ελληνική καταγωγή ήταν ο Αμερικανός Ρίτσαρντ Ντουξάιρ στη δεκαετία του ’70 και ο τέως εκλέκτορας, ο Λιθουανός Γιόνας Καζλάουσκας.

Παρουσιάζοντας λοιπόν τα κατορθώματα των Ελλήνων προπονητών σε Ευρωμπάσκετ, κάνουμε ταυτόχρονα και μια αναδρομή στις στιγμές που σημάδεψαν την Εθνική ομάδα. Άλλωτσε με εξαίρεση το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Ντουξάιρ το 1979, στο οποίο κατακτήθηκε η ένατη θέση και το τελευταίο μετάλλιο του ελληνικού μπάσκετ, το χάλκινο στα γήπεδα της Πολωνίας το 2009 με κόουτς τον Γιόνας Καζλάουσκας, σε όλα τα υπόλοιπα Ευρωμπάσκετ η Εθνική ομάδα καθηγούνταν από Έλληνα προπονητή.

Ο Ηλίας Ζούρος γίνεται ο 13ος Έλληνας κόουτς σε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και θέλει να αποδειχθεί και τυχερός οδηγώντας την ομάδα σε μια επιτυχία, παρά τις τεράστιες απουσίες που έχει να καλύψει και την έλλειψη πλειάδας ηγετών στο ρόστερ. Λίγο πριν πέσει στη μάχη στα γήπεδα της Λιθουανίας, το gazzetta.gr επιχειρεί αναδρομή στο τι έκαναν οι δώδεκα προηγούμενοι.

1997, 2005, 2007
Παναγιώτης Γιαννάκης

Αποχώρησε από την Εθνική ομάδα ως παίκτης με λυγμούς στα γήπεδα της Ατλάντας στην πρώτη του ολυμπιακή συμμετοχή, αλλά η διαδρομή του στα γαλανόλευκα δεν διακόπηκε. Η ελληνική ομοσπονδία τού έδωσε το χρίσμα του εθνικού προπονητή αμέσως μετά και έτσι ξεκίνησε νέα καριέρα από την κορυφαία θέση που μπορεί να έχει Έλληνας κόουτς. Στο Ευρωμπάσκετ της Ισπανίας κοούτσαρε τον Φάνη Χριστοδούλου (στο Μουντομπάσκετ της Αθήνας είχε υπό τις οδηγίες του τον Παναγιώτη Φασούλα) και τη νέα μεταβατική γενιά του ελληνικού μπάσκετ που είχε πια… μεγαλώσει και κατάφερε να οδηγήσει και πάλι την Ελλάδα στην τετράδα, με τη Γιουγκοσλαβία να αποτελεί μια ακόμα φορά δήμιο μας.

Ο «δράκος» επέστρεψε στην Εθνική ομάδα το 2004 για να επανέλθουν οι επιτυχίες. Όπερ και εγένετο. Μετά την πέμπτη θέση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, ήρθε ο μεγάλος θρίαμβος του Βελιγραδίου, όταν το… μπάσκετ επέστρεψε! Μια παρέα παικτών που έβαζαν το «εγώ» κάτω από το «εμείς» έφθασε στο χρυσό και ξεπέρασε τον πήχη την επόμενη χρονιά κατακτώντας τη δεύτερη θέση του κόσμου.

Η… μαγιά ωστόσο χάλασε από το καλοκαίρι του 2007, όταν ο συνδικαλισμός έμπλεξε την Εθνική ομάδα σε έναν πόλεμο μεταξύ ΕΟΚ-ΠΣΑΚ-ΣΕΠΚ, δηλητηρίασε τις σχέσεις όλων των εμπλεκόμενων και άρχισε να τρώει σαν σαράκι το υγιές πνεύμα των προηγούμενων χρόνων. Στην Ισπανία, μια μάλλον αυστηρή διαιτητική αντιμετώπιση στον ημιτελικό με τους διοργανωτές εκμηδένισε τις ελπίδες για πρόκριση στον τελικό, και στον μικρό τελικό για τέταρτη συνεχόμενη φορά χάσαμε τον ενθουσιασμό και την ευκαιρία για ένα μετάλλιο.

1981, 2003
Γιάννης Ιωαννίδης

Ο πιο επιτυχημένος Έλληνας προπονητής σε συλλογικό επίπεδο δεν είχε ανάλογες επιτυχίες με την Εθνική ομάδα. Στο ντεμπούτο του με τα γαλανόλευκα στο Ευρωμπάσκετ του 1981 της Τσεχοσλοβακίας δεν ήταν ακόμα αρκετά έμπειρος, αλλά είχε αναπτύξει τα τρικ για να αναδειχθεί σε κορυφαίο κόουτς. Η μαγιά της ομάδας του ’87 άρχισε να διαμορφώνεται, αλλά αυτός που έκανε τη διαφορά ήταν ο Ιωαννίδης, που πήρε την πρόκριση για την τελική φάση χρησιμοποιώντας χαμηλό σχήμα με τους Γιαννάκη, Γκάλη, Κορωναίο ταυτόχρονα στην πεντάδα. Στην τελική φάση οι έξι σερί ήττες από Τσεχοσλαβακία, Γαλλία, Αγγλία, Ισραήλ, Ισπανία, Πολωνία καταδίκασαν την ομάδα στην ένατη θέση.

Το 2003 η Εθνική θέλησε να επιστρέψει μετά τα δυο προηγούμενα άσχημα τουρνουά σε Ντιζόν και Αττάλεια, αλλά η Σουηδία δεν αποδείχθηκε περισσότερο γούρικη. Στο πρώτο νοκ άουτ ματς με την Ιταλία, η αστοχία από τη γραμμή του τριπόντου είναι τέτοια, ώστε ο Ιωαννίδης σηκώνει τα χέρια ψηλά και η Εθνική παίζει σε αγώνες κατάταξης για να καταλήξει πέμπτη.

1999, 2001
Κώστας Πετρόπουλος

Η ομοσπονδία προτίμησε να πορευθεί από το καλοκαίρι του 1999 με δίδυμο στην τεχνική ηγεσία, τον Κώστα Πετρόπουλο στη θέση του προπονητή και τον Γιάννη Ιωαννίδη τεχνικό σύμβουλο. Ο «Νουρέγιεφ» δεν είχε μεγάλη αυτονομία στις αποφάσεις του, αλλά το όνομά του συνδέθηκε με τα δύο πιο αποτυχημένα Ευρωμπάσκετ της σύγχρονης ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ. Το «ναυάγιο της Ντιζόν» μνημονεύεται ακόμα, με τις τρεις διαδοχικές ήττες από Γερμανία, Τσεχία και Λιθουανία να στέλνουν άρον άρον την ελληνική αποστολή στη βάση της, μένοντας πρώτη φορά τόσο νωρίς μετά το ’87 εκτός συνέχειας. Το 2001 στην Τουρκία το ξεκίνημα ήταν καλύτερο, αλλά στο πρώτο νοκ άουτ ματς με τη Γερμανία οι Νοβίτσκι-Φέμερλινγκ κάνουν πάρτι, ο Παπαλουκάς χάνει κρίσιμες βολές και οι διεθνείς επιστρέφουν και πάλι με σκυμμένο κεφάλι.

1995
Μάκης Δενδρινός

Ανέλαβε την Εθνική ομάδα λίγες μέρες πριν από το Μουντομπάσκετ του ’94 και την οδήγησε στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας βαδίζοντας ουσιαστικά στα χνάρια του προκατόχου του, Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου, ο οποίος είχε αποχωρήσει λίγες μέρες πριν από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Καναδά λόγω διαμάχης με τον Φασούλα. Μια θέση στο βάθρο χάθηκε στον ημιτελικό με τη Γιουγκοσλαβία, με τους Έλληνες διεθνείς και τους φιλάθλους στις εξέδρες του ΟΑΚΑ να φωνάζουν λόγω της εχθρικής διαιτησίας. Στον μικρό τελικό η Κροατία μια ακόμα φορά μάς στέρησε ένα μετάλλιο.

1989, 1991, 1993
Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου

Διαδέχθηκε τον Κώστα Πολίτη στον πάγκο της πρωταθλήτριας Ευρώπης το 1987 Εθνικής ομάδας, ενάμιση χρόνο μετά το χρυσό του ΣΕΦ. Επί έξι χρόνια και 99 αναμετρήσεις ήταν ο εθνικός κόουτς, καταλαμβάνοντας την τέταρτη θέση ανάμεσα στους προπονητές με τις περισσότερες συμμετοχές. Το 1989 στη Γιουγκοσλαβία η «επίσημη αγαπημένη» έδειξε ότι το προ διετίας χρυσό δεν ήταν τυχαίο και πως η Ελλάδα δεν πρόκειται να αποτελούσε διάττοντα αστέρα του ευρωπαϊκού στερεώματος, αλλά θα ήταν πλέον μόνιμο μέλος της ελίτ.
Στο Ζάγκρεμπ η Εθνική κέρδισε τους Σοβιετικούς στον ημιτελικό με το κρίσιμο τρίποντο του Χριστοδούλου, αλλά ηττήθηκε στον τελικό από τους πανίσχυρους γηπεδούχους Γιουγκοσλάβους. Στην Ιταλία το 1991 η Εθνική πλήρωσε τις δύο ήττες από Τσεχοσλοβακία, Γαλλία και έτσι περιορίστηκε στην πέμπτη θέση. Στο τελευταίο Ευρωμπάσκετ της εθνικής του καριέρας, κλήθηκε να κοουτσάρει το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα για πρώτη φορά χωρίς τον Νίκο Γκάλη. Στη Γερμανία χάθηκε η ευκαιρία για μια θέση στον τελικό στον χαμένο ημιτελικό με τους γηπεδούχους, αλλά και την κατάρρευση που επήλθε στον μικρό τελικό με τους Κροάτες.

1983, 1987
Κώστας Πολίτης

Η επιτυχία του ’87 εκτόξευσε την καριέρα, το όνομα και φυσικά την υστεροφημία του Κώστα Πολίτη, που απέκτησε το προσωνύμιο «εθνικός κόουτς» μετά την επιτυχία που είχαν οι Γκάλης, Γιαννάκης, Χριστοδούλου, Φασούλας και οι άλλοι διεθνείς στο ΣΕΦ. Είχε θητεύσει και στο Ευρωμπάσκετ του 1983, αλλά παρά την παρουσία των περισσοτέρων εκ των θριαμβευτών του ’87, η Εθνική τερμάτισε στην ενδέκατη θέση. Στο τσάλεντζ ράουντ του 1985 η «γαλανόλευκη» αποκλείστηκε, αλλά στο 1987 ήρθε η… άνοιξη του ελληνικού μπάσκετ και του ελληνικού αθλητισμού γενικότερα με το χρυσό μετάλλιο που έκανε την Εθνική ομάδα «επίσημη αγαπημένη».

1975
Βαγγέλης Νικητόπουλος

Κατά τη βραχύβια παραμονή του στον πάγκο της Εθνικής (τρεις μήνες) κοουτσάρισε την ομάδα στο Ευρωμπάσκετ του 1975 στο Βελιγράδι. Η δωδέκατη θέση που κατέλαβε η Εθνική και η μόλις μία νίκη (επί της Πολωνίας) σε σύνολο επτά αγώνων σε μια από τις χειρότερες παρουσίες σε Ευρωμπάσκετ, δεν άφησε και πολλά περιθώρια για τον Βαγγέλη Νικητόπουλο, ο οποίος ολοκλήρωσε την καριέρα του στα γαλανόλευκα με ρεκόρ 10-17, αλλά έκανε σπουδαία καριέρα σε ΑΕΚ και Σπόρτιγκ.

1973
Κώστας Μουρούζης

Η «αλεπού των πάγκων» καθοδήγησε τις περισσότερες κορυφαίες ομάδες της εποχής, ενώ ήταν κόουτς της Εθνικής σε 40 αγώνες συνολικά στη διετία 1973-74. Έλαβε μέρος στο Ευρωμπάσκετ του 1973 στη Βαρκελώνη ως ομοσπονδιακός τεχνικός, αλλά η Εθνική δεν ξεχώρισε τερματίζοντας στην 11η θέση με μόλις 2 νίκες στο ενεργητικό της σε σύνολο 7 αναμετρήσεων.

1967
Μίσσας Πανταζόπουλος

Θήτευσε στον πάγκο της Εθνικής Ανδρών σε διάστημα 14 ετών (1956-1969)σε 40 αγώνες (20 νίκες - 20 ήττες), αλλά είχε την τύχη να κοουτσάρει μόλις σε ένα Ευρωμπάσκετ, αυτό του 1967 στη Φινλανδία. Με ρεκόρ 3-6 η Εθνική τερμάτισε στη δωδέκατη θέση.

1961, 1965, 1969
Φαίδωνας Ματθαίου

Ο «πατριάρχης του ελληνικού μπάσκετ» έζησε ως παίκτης το χάλκινο μετάλλιο της Αιγύπτου το 1949 και κοουτσάρισε την Εθνική σε τρία Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα. Το 1961 στο Βελιγράδι οι διεθνείς τερμάτισαν στη 17η θέση, με τις δύο νίκες επί Αγγλίας και Σουηδίας να σώζουν τα προσχήματα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στη Σοβιετική Ένωση η Εθνική τερμάτισε όγδοη χωρίς να ξεχωρίσει ιδιαίτερα, ενώ το 1969 έναν χρόνο μετά τον πρώτο συλλογικό τίτλο για την Ελλάδα, κατακτήθηκε η δέκατη θέση στο τελευταίο μεγάλο τουρνουά για τον Φαίδωνα Ματθαίου, ο οποίος κάθισε συνολικά 103 φορές στον πάγκο της Εθνικής σε μια διαδρομή –με διακοπές– 14 συνολικά ετών (1959-1973).

1951
Βλαδίμηρος Βάλλας

Ο πρώτος μετεμφυλιακός προπονητής ανέλαβε την καθοδήγηση της ομάδας για έξι συνολικά χρόνια και στο πρώτο Ευρωμπάσκετ μετά το χάλκινο μετάλλιο της Αιγύπτου, στη Γαλλία το 1951. Η Εθνική κέρδισε μόνο στην πρεμιέρα την Πορτογαλία με 81-35 και έκτοτε με έξι συνεχόμενες ήττες κατέληξε στην όγδοη και τελευταία θέση.

1949
Γιώργος Καρατζόπουλος

Ο σπουδαγμένος στο Μόντρεαλ του Καναδά κόουτς δεν μακροημέρευσε στον πάγκο της Εθνικής, καθώς έμεινε μόλις έναν χρόνο. Σύμφωνα με τον «αστικό μύθο», επηρεασμένος από το αμερικανικό ποδόσφαιρο είχε καθιερώσει να χρησιμοποιεί μια πεντάδα για την επίθεση και μια για την άμυνα, αλλά μετά το πρώτο ματς συνειδητοποίησε ότι η σκέψη του δεν ήταν τόσο αποδοτική. Οδήγησε τη «γαλανόλευκη» στο χάλκινο μετάλλιο, τη μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού αθλητισμού μέχρι το Ευρωμπάσκετ του 1987 σε ένα τουρνουά που διεξήχθη με μόλις επτά ομάδες.

 

Τελευταία Νέα