Το υπερπολύτιμο χαμένο όπλο
Διάβασα, άκουσα, πολλά μετά την αποτυχία του Παναθηναϊκού στο Ισραήλ. Αντιλαμβάνομαι τους λόγους για τους οποίους οι νέες γενιές των φίλων του Παναθηναϊκού είναι πολύ πιο οργισμένες, πεινασμένες, αντιδραστικές, συγκριτικά με όλους εμάς τους 35άρηδες και μεγαλύτερους από εμάς. Έχουμε δει πολύ χειρότερα: και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Ήταν «χορτασμένες» όμως,οι γενιές του ‘80 και του ’90 παρά τις κατά καιρούς εκρήξεις τους. Δεν προϋπήρχε η 13ετία του Ολυμπιακού, δεν αντιμετώπιζαν τόσα προβλήματα στην καθημερινότητά τους, δεν υπήρχαν τα blogs, το διαδίκτυο, δεν ήταν της μόδας τα «ντου». Υπερβολές, πολλές υπερβολές, όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. Για τη «μεγαλύτερη ξεφτίλα», για «ανίκανους» παίκτες, για τον προπονητή. This is football, ειδικά στον ευρωπαϊκό Νότο. Δοκάρι και μέσα «θεοί», δοκάρι και έξω (Νίνης) «άχρηστοι».
Μα, ας μη γελιόμαστε. Το αποτέλεσμα είναι πάντα η αφορμή για την έκρηξη όταν το καζάνι σιγοβράζει. Και το αποτέλεσμα καθορίζει σχεδόν τα πάντα. Ανεξαρτήτως παικτών, παραγόντων, προπονητή. Τώρα, λοιπόν, πολύ νωρίς, ήρθε η ώρα για να αντιληφθούν όλοι τι θα λείψει περισσότερο από τον εφετινό Παναθηναϊκό. Ποιο ήταν το μεγαλύτερο όπλο της ομάδας κατά τη διάρκεια της πολυμετοχικότητας, μέχρι δηλαδή και τον Δεκέμβριο του 2010, γιατί ο Παναθηναϊκός έφτασε στην κατάκτηση του νταμπλ.
Πολλοί θα πουν «διότι πήρε Σισέ, Λέτο, Κατσουράνη μετά τον Ζιλμπέρτο της πρώτης σεζόν, διότι ο ο Ολυμπιακός ήταν ανύπαρκτος, ο Κόκκαλης έφευγε και στη διαιτησία ο Πατέρας το έφερε στο 50-50». Δεν διαφωνώ. Να προσθέσω το σημαντικότερο; Διότι είχε αντοχές στις «στραβές»! Αντοχές και ενότητα στην κερκίδα του, η οποία είχε και τα ανάλογα αποτελέσματα στα ΜΜΕ, τα οποία σε μεγάλο βαθμό (όσο κι αν κάποιοι δεν θέλουν να το παραδεχτούν) επηρεάζουν την ατμόσφαιρα στους οπαδούς και κατ’ επέκταση στο εσωτερικό των ομάδων.
Ο Παναθηναϊκός άντεξε την πρώτη χρονιά της πολυμετοχικότητας, παρότι του «βγήκε» μόνο μία μεταγραφή (Ζιλμπέρτο) και τα λάθη του Αντωνίου (κυρίως) και του Τεν Κάτε (δευτερευόντως) στις μεταγραφές ήταν πάμπολλα. Και στην επιλογή των παικτών και στο κόστος τους. Άντεξε παρά τον πρώτο στην ιστορία του αποκλεισμό στο Κύπελλο από ομάδα β΄κατηγορίας (Πανσερραϊκός), παρά τις εντός έδρας ήττες από υποδεέστερους αντιπάλους και τη διαιτητική «σφαγή» στον πρώτο γύρο. Χωρίς Σισέ, Λέτο, Κατσουράνη έφτασε μια ανάσα από τον προημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ με αντίπαλο τη Βιγιαρεάλ.
Να θυμηθούμε ενδεκάδα Μιλάνου; Γκαλίνοβιτς, Νίλσον, Σπυρόπουλος, Βύντρα, Γκούμας, Σαριέγκι, Ζιλμπέρτο Σίλβα, Σιμάο, Καραγκούνης (63΄ Σαλπιγγίδης), Γκάμπριελ (85΄ Τζιόλης), Μάντζιος (90΄+ Ρουκάβινα). Από τους 14, σήμερα θα γλίτωναν τις ύβρεις μόνο τρεις: ο Ζιλμπέρτο, ο «Σάλπι» και ο Ρουκάβινα που ήταν σχετικά αγαπητός! Να θυμηθούμε και ενδεκάδα Βρέμης, όπου ο Τεν Κάτε είχε παραδώσει μαθήματα; Γκαλίνοβιτς, Νίλσον, Σπυρόπουλος, Σαριέγκι, Βύντρα, Σιμάο, Ζιλμπέρτο Σίλβα, Τζιόλης, Καραγκούνης (79' Γκούμας), Γκάμπριελ (75' Μουν), Μάντζιος (88' Σαλπιγγίδης).
Να θυμηθούμε και αρχή δεύτερης σεζόν με Τεν Κάτε στον πάγκο; Τριάρα από τη Σπάρτα Πράγας, πρόκριση μετά κόπων και βασάνων, τριάρα και από την Ατλέτικο Μαδρίτης, αποβολή Σισέ στη ρεβάνς της Ισπανίας, γκρίνια, αδυναμία Τεν Κάτε να αξιοποιήσει τον Γάλλο, γκέλες, ήττα με κατεβασμένα χέρια από τον Ολυμπιακό (Μήτρογλου) στο «Γ. Καραϊσκάκης», αποπομπή Τεν Κάτε, χαμός.
Άντεξε σε όλα αυτά ο Παναθηναϊκός. Άντεξε και μετά τα «πήγαιν’ έλα» Πατέρα-Βγενόπουλου, άντεξε και με Τζίγκερ και Κωνσταντόπουλο πέρυσι το καλοκαίρι, άντεξε και μετά την πεντάρα στη Βαρκελώνη, τις ήττες από την Κοπεγχάγη, τα «παραιτούμαι-μένω» του θολωμένου Νίκου Νιόπλια. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι άντεξε ακόμη και μετά τη φυγή των «δύο», ότι ανέκαμψε, ότι δεν βοηθήθηκε από τους «αστάθμητους παράγοντες» στον αλησμόνητο προημιτελικό Κυπέλλου με την ΑΕΚ και στο ντέρμπι του «Γ. Καραϊσκάκης». Έχω διαφορετική γνώμη: άντεξε μέχρι το «ντου» στην ήττα από τον Ολυμπιακό Βόλου. Ο Φερέιρα και ο αποκλεισμός από την Ευρώπη βοήθησαν τον Παναθηναϊκό να συνέλθει ποδοσφαιρικά, αλλά όλα τελείωσαν όταν χάθηκε το κίνητρο μετά το «κάλυπτα και εγώ τον Κατσουράνη».
Τώρα, λοιπόν, θα καταλάβουν όλοι το τεράστιο όφελος της (διαδικασίας) της πολυμετοχικότητας: το όραμα, την ελπίδα, τη συσπείρωση στην κερκίδα, τη στήριξη στις στραβές. Αυτά (και όχι τα λεφτά!) στα οποία στηρίχθηκε κυρίως και η ΑΕΚ του Ντέμη που έκανε πρωταθλητισμό και ο ΠΑΟΚ του Ζαγοράκη που έφτασε για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του ’80 να κάνει πρωταθλητισμό. Αυτά δεν υφίστανται πλέον. Γιατί, όπως έχει πει και ένας φίλος (και το έχω ξαναγράψει) «αυτά τα τρία χρόνια ο Παναθηναϊκός έκανε 70% σωστά σε όλους τους εκτός γηπέδου τομείς, δηλαδή οπαδοί-διαιτησία-ΜΜΕ και 30% σωστά στο ποδοσφαιρικό τμήμα, ενώ στη σεζόν με Πεσέιρο ήταν ακριβώς το αντίστροφο». Τα αποτελέσματα τα ξέρουμε…
Και για να το… γυρίσει ο Παναθηναϊκός, χρειάζονται εντός και εκτός ομάδας στοιχεία τα οποία διέθετε η ομάδα που κατάφερε να πάρει ένα πάρα πολύ δύσκολο πρωτάθλημα, αναστρέφοντας το κλίμα, δημιουργώντας «μπετόν» νοοτροπία στα αποδυτήρια, αποξενωμένη από τη μεγάλη μάζα των φίλων της, με επικριτική-αρνητική διάθεση από την πλειονότητα των ΜΜΕ: το 2004. Τώρα, όμως, δεν έχει ούτε το έμψυχο δυναμικό στην Παιανία ούτε το στελεχικό δυναμικό στην ΠΑΕ ούτε τις δομές για να τα καταφέρει, και ετοιμάζεται για μια εκκίνηση σεζόν που θυμίζει πολύ εκείνη την ημέρα του φιλικού με τη Βίλεμ το καλοκαίρι του 2003, όταν υπήρξαν άνθρωποι που είχαν πετάξει τη φανέλα στα μούτρα του Κριστόφ Βαζέχα.
Υ.Γ. Όχι, δεν… δικεώθηκα, όπως μου είπαν ορισμένοι φίλοι για το κείμενο της προηγούμενης Τρίτης με τίτλο «Αξιόπιστος; Μόνο ο ΠΑΟΚ!», όπου κατέγραψα την εκτίμηση-πρόβλεψή μου για τα τρία ευρωπαϊκά ματς της εβδομάδας. Διότι κάποια στιγμή στην Ελλάδα πρέπει να μάθουμε να αξιολογούμε τα ποδοσφαιρικά παιχνίδια όχι βάσει του σκορ, αλλά με πρώτιστα κριτήρια την εικόνα, τη λειτουργία, την απόδοση των αντιπάλων. Διαφορετικά πράγματα είχα στο μυαλό μου για τον Δικέφαλο όταν τον χαρακτήριζα «αξιόπιστο», όχι αυτό που είδαμε με την Καρπάτι Λβιβ. Θα πει κάποιος: «Μα δεν είναι αξιόπιστη μια ομάδα, όταν στα πλέι οφ του Europa League δεν αποδίδει σύμφωνα με τις δυνατότητές της, αλλά τελικά νικά φαινομενικά εύκολα 2-0;» Ίσως κάποιοι να το βλέπουν έτσι, υπάρχει λογική, δεν είναι κάτι απίστευτο. Περίμενα, όμως, καλύτερα και περισσότερα. Και στην κυκλοφορία της μπάλας και επιθετικά. Το θετικό για τον Δικέφαλο είναι ότι ο Μπόλονι μου φαίνεται απόλυτα ρεαλιστής. Προπονητής που έχει συνειδητοποιήσει απόλυτα τις δυνατότητες του ρόστερ του και δεν… τρελαίνεται με μια κεφαλιά του «Κλάους», μια καλή εμφάνιση του Λαζάρ (λόγω μίας και μοναδικής καταπληκτικής πάσας στον Αντελίνο με τη Βελερένγκα, αλήθεια πού ήταν ο Ρουμάνος εναντίον της Καρπάτι;), με έναν «κεραυνό» του Βιεϊρίνια, με ένα «μαγικό» του Γκαρσία, με ένα τάκλιν του Κοντρέρας. Τύπος που δεν επηρεάζεται από τα πρωτοσέλιδα, τους πανηγυρισμούς της κερκίδας, τη (σαγηνευτική πάντα, αλλά επικίνδυνη πολλές φορές) τρέλα της πόλης. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η τριάδα Ζαγόρ-Βρύζα-Κωνσταντινίδη: ξέρουν ποδόσφαιρο, βλέπουν ποδόσφαιρο, αναλύoυν ποδόσφαιρο, δεν παραμυθιάζονται.
Η διατήρηση του κορμού της ομάδας και δη του Βιεϊρίνια, η διαφαινόμενη πρόκριση στους ομίλους, η μεταγραφή φορ που (ακόμη…) έρχεται, και οι διοικητικές εξελίξεις παρέχουν στον ΠΑΟΚ ένα τεράστιο όπλο συγκριτικά με τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ: όραμα, δίψα, κίνητρα ισχυρά. Μπορεί να κάνει εφέτος πρωταθλητισμό! Αρκεί να το πιστέψει, να μην αρκεστεί στα λίγα και να αποφύγει το χρόνιο πρόβλημα όλων των ελληνικών ομάδων. Την υπερβολή. Μόνο αυτή μπορεί να τον οδηγήσει και σε πατατράκ αν δεν προσέξει στην Ουκρανία.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta. Ακολούθησέ μας και στο Google News.
