Bοηθήστε τη Μασουντέ να παίζει μπάσκετ...

Δήμος Μπουλούκος
Bοηθήστε τη Μασουντέ να παίζει μπάσκετ...

bet365

To G-Weekend Journal επισκέφτηκε τον Ανοιχτό Κέντρο Προσφύγων στον Ελαιώνα και καταγράφει στιγμές που θα μείνουν για καιρό χαραγμένες στη μνήμη...

Μπαίνοντας στο Κέντρο Φιλοξενίας των προσφύγων δεκάδες σκέψεις στριφογύριζαν στο μυαλό μου. Τόσο εγώ, όσο κι οι περισσότεροι Ελληνες έχουμε παρακολουθήσει το δράμα τους μόνο μέσα από τις τηλεοπτικές εικόνες και δεν το έχουμε ζήσει από κοντά, όπως οι νησιώτες ή οι κάτοικοι σε περιοχές που γειτονεύουν με τους χώρους συγκέντρωσης.

Ετσι η ιδέα του Προέδρου της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής Σπύρου Καπράλου να δωρίσει παπούτσια, αντιανεμικά αλλά και να κατασκευάσει γήπεδα μπάσκετ στον Ελαιώνα, ήταν μία ευκαιρία να έρθω λίγο πιο κοντά σε αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, που παράτησαν σπίτια, συγγενείς και φίλους και κυρίως μία ολόκληρη ζωή για να μπουν μέσα σε μία βάρκα με το όνειρο ενός καλύτερου μέλλοντος, μακριά από τη βία και τον πόλεμο.

Για την ακρίβεια, δεν ήξερα τι ακριβώς θα συναντήσω και διαβαίνοντας την πύλη των εγκαταστάσεων, οι ματιές μου ήταν δεόντως διερευνητικές. Τα περισσότερο οικήματα ήταν άδεια, τα μεγάλα παραλληλόγραμμα κοντέινερ που τους φιλοξενούν ήταν έρημα, με ανοιχτές πόρτες και παράθυρα. Οπως μας εξήγησαν οι άνθρωποι που εργάζονται εκεί, τη συγκεκριμένη περίοδο οι περισσότεροι είχαν φύγει συνεχίζοντας το ταξίδι τους για μία καλύτερη ζωή στην κεντρική Ευρώπη και μόνο καμία 40αριά είχαν ξεμείνει στον Ελαιώνα.

Προχωρώντας πιο μέσα, ένιωθα κάπως παράξενα, σα να με κοιτούσαν κάποιοι, αλλά χωρίς να τους βλέπω εγώ. Φτάνοντας στον κεντρικό χώρο, εκεί όπου κάτω από δύο μεγάλα υπόστεγα, είναι τα τραπέζια της σίτισης αλλά και το μέρος όπου περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας τους, είχα τις πρώτες συναντήσεις.

Αντίκρισα δύο οικογένειες, περίπου 10 άτομα, με όλα τα κορίτσια και τις γυναίκες να φορούν την χαρακτηριστική μαντίλα. Μας κοιτούσαν αλλά δεν πλησίαζαν και συνέχισαν να στέκονται γύρω από έναν κύκλο που είχαν φτιάξει με καρέκλες. Τίποτα δεν πρόδιδε τι μπορεί να είχαν τραβήξει στη Συρία (από εκεί ήρθαν) και την τεράστια περιπέτεια μέχρι να φτάσουν στην Ελλάδα. Δύο κανονικές οικογένειες, με αξιοπρέπεια και σοβαρότητα που αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν όλα, επειδή κάποιοι άλλοι πολεμούν, δημιουργώντας χιλιάδες θύματα και εκατομμύρια ξεριζωμένους.

Ακόμα και όταν άνοιξα τα κουτιά με τα παπούτσια που εξασφάλισε η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή από πόρους της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και του προγράμματος για την ανακούφιση των προσφύγων, κανείς από τους πρόσφυγες δεν έκανε κίνηση προς την κατεύθυνση τους. Μόνο μετά τις έντονες παραινέσεις των ανθρώπων της ΕΟΕ να πλησιάσουν για να πάρουν τα παπούτσια και τα αντιανεμικά που δικαιούνται, ξεκίνησαν δειλά – δειλά να πλησιάζουν.

Τότε ήταν που είδα για πρώτη φορά τη Μασουντέ, ένα κοριτσάκι 7-8 ετών, ντυμένη αρκετά βαριά για την εποχή με σκούρα ρούχα και με την μαντίλα να καλύπτει τα πλούσια μαύρα μαλλιά της, που ήταν πλεγμένα σε μία κοτσίδα που έφτανε ως τη μέση της. Αντιθέτως με τους υπόλοιπους, δεν κατευθύνθηκε προς τα παπούτσια, αλλά πήγε στις μπάλες. Πήρε μία πορτοκαλί του μπάσκετ, άρχισε να την χτυπά κάτω με δύναμη και να επιχειρεί με τα δύο της χέρια να βάλει καλάθι, σε ένα από τα τέσσερα γήπεδα που κατασκεύασε η Ολυμπιακή Επιτροπή!

Με αρκετό πείσμα, έπιανε τη μπάλα κι έκανε συνεχώς σουτ. Δεν σταματούσε με τίποτα κι αυτό το πείσμα της με έκανε να την κοιτώ κι εγώ επίμονα! Ηταν φανερό ότι για τη Μασουντέ δεν συνέβαινε τίποτα άλλο εκείνη τη στιγμή στον κόσμο. Ολος ο κόσμος ήταν μία μπάλα μπάσκετ κι ένα καλάθι...

Στην αρχή ομολογώ ότι απόρησα... Οσο περνούσε η ώρα, αντί να κουράζεται, συνέχιζε το μπάσκετ με μεγαλύτερη δύναμη και περισσότερη επιμονή. Παρατηρώντας τις κινήσεις της, κατάφερα τελικά να αντιληφθώ τι συμβαίνει!

Η Μασουντέ δεν έπαιζε μπάσκετ, η Μασουντέ εκείνη τη στιγμή ζούσε! Μέσω της πορτοκαλί μπάλας και του καλαθιού έδειχνε ότι είναι δυνατή, ότι αναπνέει, ότι τα καταφέρνει. Ηθελε απλώς να αδειάσει το μυαλό της, να αφήσει πίσω της όσα σκέεφτεται καθημερινά, όσα βλέπει σε εφιάλτες το βράδυ. Ακόμα κι όταν την φώναξαν να διαλέξει ένα ζευγάρι παπούτσια, αδιαφόρησε και συνέχισε το παιχνίδι της.

Μόνο όταν πάτησαν στο γήπεδο κάποια άλλα προσφυγόπουλα, μεγαλύτερα σε ηλικία από αυτήν, αναγκάστηκε να σταματήσει. Την μπάλα, όμως, δεν την άφησε ποτέ από τα χέρια της...

Λίγο αργότερα, μιλώντας με την υπεύθυνη λειτουργίας του Ανοιχτού Κέντρου Προσφύγων Ανθή Καραγγελή μπόρεσα να κατανοήσω πλήρως τον ψυχικό κόσμο του μικρού κοριτσιού. «Μπορεί εμείς να θεωρούμε ως πολυτέλεια τον αθλητισμό, αλλά για αυτούς τους ανθρώπους είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς μπορούν να εκτονώσουν την αρνητική ενέργεια που έχουν. Έρχονται από χώρες πολέμου και κουβαλούν αρνητικές εικόνες, άρα λοιπόν είναι σημαντικό να έχουν έναν χώρο να αθληθούν και να εκτονωθούν αλλά και να νιώσουν ότι μπαίνουν σε μία κανονικότητα.»

Να λοιπόν μία χρησιμότητα του αθλητισμού που μέχρι τότε δεν είχα αντιληφθεί και την έβλεπα μπροστά στα μάτια μου. Το μπάσκετ βοηθούσε τη Μασουντέ να ξεχάσει, να ζήσει, να συνεχίσει τον κανονικό ρυθμό ζωής. Και δεν ήταν μόνο η μικρή Σύρια αλλά όλοι οι υπόλοιποι πρόσφυγες που το έριξαν στο μπάσκετ και οι γυναίκες στα... μήλα. Με τη βοήθεια των Ολυμπιονικών που είχαν ανταποκριθεί στο κάλεσμα της ΕΟΕ το παιχνίδι φούντωσε, με φωνές και χαμόγελα να αντηχούν στο χώρο.

Κάπου εκεί ήρθε η ώρα να φύγω. Ηδη το μάθημα που πήρα ήταν σημαντικό για μένα και κατευθύνθηκα προς την έξοδο. Περπατώντας ένιωσα και πάλι το ίδιο συναίσθημα που είχα μπαίνοντας και άρχισα να κοιτάω γύρω μου. Παρατηρώντας καλύτερα είδα αρκετά ζευγάρια μάτια να με κοιτούν επιφυλακτικά πίσω από τα παράθυρα. Ο φύλακας της εισόδου αντιλήφθηκε τι συμβαίνει και μου είπε ευγενικά: «Είναι κάποιοι που ντρέπονται και δεν θέλουν να έρχονται σε επαφή με τον κόσμο». Και τα παπούτσια; ρώτησα... «Μην ανησυχείτε, θα τα πάρουν, θα τους τα δώσουμε όταν φύγετε», ήταν η απάντηση.

Βγαίνοντας είδα ένα νεαρό ζευγάρι με δύο μεγάλες σακούλες πράγματα για τους πρόσφυγες να μπαίνει μέσα, να τις αφήνει και να φεύγει. Ετσι σιωπηλά όπως ήρθε! Τους έφτανε που έκαναν πράξη αυτό που μας είχε πει νωρίτερα η υπεύθυνη του Ελαιώνα: «Τη βοήθεια μας θέλουν οι πρόσφυγες για να νιώσουν λίγο καλύτερα, βοήθεια που πρέπει στο μέτρο του δυνατού να την παρέχουμε όλοι μας...». Υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα ξαναπάω κι ας μην είναι ακόμα στον Ελαιώνα η μικρή Μασουντέ. Είμαι σίγουρος ότι όπου και να πάει, θα βρεθούν κάποιοι να την βοηθήσουν να συνεχίσει το μπάσκετ της. Ενδεχομένως και με την ίδια μπάλα...

 

Τελευταία Νέα