To Weekend βρέθηκε εκεί... που γεννήθηκε η pizza μαργαρίτα!

To Weekend βρέθηκε εκεί... που γεννήθηκε η pizza μαργαρίτα!

bet365

To G-Weekend έφαγε εκεί που γεννήθηκε η Pizza μαργαρίτα και ζητά από τον... Μαραντόνα να μας συγχωρέσει που πλέον στο μυαλό μας όταν ακούμε τη λέξη «Νάπολη» φέρνουμε στο μυαλό μας τη «Brandi» κι όχι το όνομά του.

Αν σε κάποιο επιτραπέζιο κληθείς να βρεις λέξεις που σου έρχονται στο μυαλό ακούγοντας «Νάπολη», δεδομένα θα πεις: Μαφία, Νάπολι, Μαραντόνα, ιταλικός νότος, πίτσα μαργαρίτα.

Στο πρόσφατο ταξίδι μας, λοιπόν, στη μητέρα της «μαργαρίτα», ο Θεός (όχι ο Μαραντόνα) μας έστειλε στη... μήτρα απ' όπου γεννήθηκε αυτός ο θησαυρός για τον ουρανίσκο μας.

Παιχνίδι από παντού στη Novibet με κινητό και τάμπλετ.

Αφού προσγειωθήκαμε στο «Capodichino», πήραμε ταξί για το κέντρο της πόλης. Το δωμάτιό μας ήταν στη «Via Chiaia», μια από τις πιο πολυσύχναστες οδούς της πόλης. Τα άπειρα χιλιόμετρα που περπατήσαμε σέρνοντας τις βαλίτσες μας, λόγω του ότι το δωμάτιο δεν ήταν ακόμη έτοιμο, επιτάχυναν τον ρυθμό που η πείνα μάς έσπρωχνε όλο και πιο επιτακτικά σε κάποιο εστιατόριο.

Ο ταξιτζής, εκτός από το ότι πήρε μερικά ευρώ παραπάνω από την τιμή που είχαμε συμφωνήσει, μας είπε κάτι πολύ... πολύ, μα πάρα πολύ σημαντικό για τη συνέχεια του ταξιδιού μας: «Brandi, pizza margherita, the best». Οι πέντε πολύτιμες λέξεις που σχηματίστηκαν από τα χείλη του με τα σπαστά του αγγλικά.

Αφού, λοιπόν, αφήσαμε τα μπαγάζια μας στο δωμάτιό μας, σ΄έναν από τους στενούς δρόμους της περιοχής, κατηφορίσαμε για την «Brandi». ήταν μεσημέρι και ευτυχώς δεν χρειάστηκε να περιμένουμε για να βρούμε τραπέζι. Το βράδυ δεν υπάρχει περίπτωση να πας και να μην περιμένεις περίπου μία ώρα. Καλό είναι λοιπόν να έχεις κάνει κράτηση. Ετσι κινηθήκαμε και εμείς τις υπόλοιπες 3 φορές που το επισκεφτήκαμε σε διάστημα τριών ημερών.

Καθόμαστε στον εξωτερικό χώρο, κι η παραγγελιά μας είναι: πάστα με θαλασσινά και πίτσα γκρούντο. Έτσι νομίζαμε δηλαδή, διότι εν τέλει τα... πεινασμένα μας μάτια αντίκρισαν στο πιάτο απλά μία μπάλα μοτσαρέλα και... κάποιες φλούδες από προσούτο.

Αφού, λοιπόν, γίνεται αποκατάσταση της παραγγελίας φτάνει κι η πίτσα. Το τόσο αφράτο ζυμάρι, που αγκάλιαζε η κόκκινη σαλτσούλα και... κούμπωνε άψογα το προσούτο και τη μοτσαρέλα ήταν ό,τι καλύτερο έχουμε φάει ποτέ!

Όσο για την πάστα με τα θαλασσινά; Πραγματικά, δεν υπήρχε σύγκριση με κάτι άλλο στην Ελλάδα. Κι όχι λόγω της καραβίδας ή των κοχυλιών και των μυδιών ή των μικρών καλαμαριών. Η σάλτσα ήταν τόσο απλή, τόσο γευστική. Και δεν μύριζε τίποτα... ψαρίλα. Ήταν ειλικρινά μία από τις πιο ξεχωριστές εμπειρίες που ζήσαμε. Αφήστε, δε, που στο λογαριασμό είδαμε ότι δεν μας χρέωσαν την πίτσα. Οι άνθρωποι δεν ήθελαν να πληρώσουμε την... υποψία ότι μπορεί εκείνοι να μην κατάλαβαν καλά.

Οι (σχετικά) καλές τιμές, το καλό σέρβις και φυσικά οι απίστευτες γεύσεις αποτέλεσαν το κίνητρο για να μην αλλάξουμε μέρος για να... καταλαγιάζουμε την πείνα μας. Η πίτσα γκρούντο (σάλτσα ντομάτα, παρμεζάνα και προσούτο) υπήρχε σταθερά στην παραγγελία και από εκεί και πέρα κάναμε μερικές δοκιμές σε πάστα πομοντόρο ή πάστα με θαλασσινά. Όλα τέλεια!

Η σάλτσα νόμιζες ότι ήταν μια ζεστή ντομάτα κομμένη από το μποστάνι του κήπου σου. Όπως φρέσκα ήταν κι όλα τα υλικά τα οποία έμπαιναν στον ξυλόφουρνο για να φτάσουν στο τραπέζι σου σαν... αγίασμα.

Το τελευταίο βράδυ μιλάμε μ΄ ένα από τα μέλη της οικογένειας. «Πόσες πίτσες πουλάτε την ημέρα; Πάνω από 1.000;». Σχεδόν προσβεβλημένος από την ερώτησή μας, είπε «Σίγουρα, πάνω από 1.200». Προσέξτε, μόνο πίτσες. Βάλτε όλα τα υπόλοιπα. Όσο για την προτροπή μας να φέρει την «Brandi» στην Ελλάδα, έριξε ομίχλη στο τοπίο λέγοντας «ποιος ξέρει, γιατί όχι».

Η οικογένεια Μπράντι είναι αυτή που ανακάλυψε την πίτσα μαργαρίτα σύμφωνα με μία είδηση τον Ιούνιο του 1889, όταν ο σεφ της πιτσαρίας 'Μπράντι", Ραφαέλε Εσπόζιτο ήθελε να τιμήσει τη Μαργαρίτα της Σαβοΐας.

Πάντως, ο θρύλος θέλει να αποτελεί ψευδές αυτό το γεγονός μιας και λέγεται ότι η φιλόλογος Εμανουέλε Ρόκο το 1849 έκανε λόγο για συνδυασμούς σάλτσας με διάφορα συστατικά με βασιλικό, ντομάτα και λεπτές φέτες μοτσαρέλα.

Όπως και να έχει, στο Μπράντι να πας. Γιατί θα ξαναπάς και θα ξαναπάς. Και δεν θα μετανιώσεις ούτε για μία μπουκιά. Δεν είναι τυχαίο ότι τρώγοντας εκεί, παρατηρείς στις οθόνες να περνούν από μπροστά σου διάφοροι θρύλοι όπου έχουν φάει εκεί όπως οι Παβαρότι, Ορνέλα Μούτι κι άλλοι σπουδαίοι καλλιτέχνες, αθλητές και πολιτικοί. Η «Brandi» αποτελεί ένα γαστρονομικό σταυροδρόμι στο οποίο οφείλεις στον εαυτό σου μία στάση. Τουλάχιστον.

 

Τελευταία Νέα