Στα τσιμέντα, τα στενά, τα πέταλα, «μυρίζει» πάθος

Στα τσιμέντα, τα στενά, τα πέταλα, «μυρίζει» πάθος

bet365

Ο Νίκος Ιωαννίδης (Ισοβίτης) μεγάλωσε στις τσιμεντένιες κερκίδες της δεκαετίας του ’90, βίωσε για τα καλά μες το πετσί του μια οπαδική περίοδο, που μόνο εύκολη δε θα την έλεγες, αν μάλιστα την έχεις ζήσει και εσύ, μια εποχή γεμάτη παγίδες, αδρεναλίνη στο φουλ, εκδρομές, επεισόδια, αστυνομία, κυνηγητά στα στενά, ναρκωτικά, για νεαρά παιδιά όλων των δίχρωμων αποχρώσεων: ασπρόμαυρων, ερυθρόλευκων, κιτρινόμαυρων, πράσινων, μπλε.

Σε πρώτο πρόσωπο, ένα μέλος της πιο σκληρής κερκίδας των ελληνικών γηπέδων, που επί δέκα χρόνια δεν έχασε ματς, είτε αυτό ήταν εντός, είτε εκτός έδρας, περιγράφει όλα αυτά που δύσκολα βλέπουν το φως της δημοσιότητας και μένουν θαμμένα στα μυαλά όλων όσοι τα έζησαν στα λεωφορεία, τους δρόμους, τα πέταλα της ποδοσφαιρικής Ελλάδας.

Γράφει ο Νίκος στην ιστοσελίδα του, isovitis.gr, για το βιβλίο:

«Η έκδοση του «Μια Εποχή Στο Τσιμέντο» είναι η απόλυτη εξιλέωση. Αυτά που έγραφε ο μπαμπάς τόσα χρόνια τελικά «ήταν δουλειά». Οι μνήμες του, οι σκέψεις του, οι ιστορίες του, όλα αυτά μπήκαν σε τάξη, έδωσαν έμπνευση σε ανθρώπους που τον εμπιστεύτηκαν, τον αγάπησαν, βρήκαν για τις λέξεις του το πιο ιερό σπίτι κάθε λέξης που γράφτηκε ποτέ και τις έκαναν βιβλίο. Ο μπαμπάς δεν έλεγε ψέματα. Ο μπαμπάς δούλευε. Μπορεί να μην το ήξερε, μπορεί να το έκανε εν αγνοία του, αλλά δεν σας κορόιδευε, μικρές μου αγάπες. Ο μπαμπάς άφηνε στο ηλεκτρονικό χαρτί σταγόνες από αίμα και αποτυπώματα καμένων εγκεφαλικών κυττάρων της νιότης του πιστεύοντας πως απλώς προσπαθεί να επιβιώσει από τους εφιάλτες της οικονομικής καταστροφής, της ανέχειας, της έξωσης, της περιπλάνησης μέχρι να βρει νέα στέγη για τα ρούχα και τα παιχνίδια και τα όνειρά σας, της καθημερινής πάλης για να μην αντιληφθείτε ούτε μια μαύρη σκέψη του και σας χαλάσει το χαμόγελο την ώρα που σας αποχαιρετούσε στην πόρτα του σχολείου, να μη ζήσετε ούτε στιγμή την κόλαση που ζούσε τόσα χρόνια μέσα στο κεφάλι και το στομάχι του, να παραμείνετε αθώες ως να ταιριάξετε μόνες σας στον κόσμο που σας περιμένει να τον αλλάξετε. Αλλά, τελικά, ο μπαμπάς έκανε λάθος: Σας έλεγε αλήθεια.

Για το περιεχόμενο του βιβλίου, που έρχεται να ικανοποιήσει, μεταξύ άλλων, όλους τους υπέροχους κάγκουρες που μου γράψανε «βγάλε ένα βιβλίο, ρε φίλε», θα μιλήσουμε προσεχώς. Για μένα, προσωπικά και δίχως δεύτερη σκέψη, η έκδοση που θα είναι στα βιβλιοπωλεία τις επόμενες ημέρες δεν συμβολίζει τίποτε άλλο πέρα από την κάθαρσή μου στα μάτια των παιδιών μου. Και, ανεξάρτητα από την όποια αποδοχή του στο αναγνωστικό κοινό, πέρα από την όποια κριτική για το λογοτεχνικό μου ταλέντο, πέρα από τις πωλήσεις ή την εμπορική του επιτυχία ή αποτυχία ή ό,τι άλλο θα γραφτεί και θα ειπωθεί για το πιο όμορφο σύνολο λέξεων και σκέψεων που κατάφερα να γράψω στη ζωή μου, το μόνο που μετράει είναι η αυτοσυγχώρεσή μου. Μια σκιά είχε μείνει, την έδιωξα. Καθάρισα. Είναι η πιο μεγάλη ανάσα που πήρα από τη μέρα που μου κόψανε το οξυγόνο και τριγυρνάω με δανεικό».

Ο «Ισοβίτης» απαντά σήμερα στο Gazzetta Weekend Journal σε κάποια από τα παραπάνω ερωτήματα, που ο ίδιος θέτει, με αφορμή το πεζογράφημα «Μια Εποχή Στο Τσιμέντο», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τόπος.

Ο συγγραφέας ανατρεπτικός, βάζει τον αναγνώστη σε δεύτερες και τρίτες σκέψεις από το εξώφυλλο του βιβλίου. Σε μια σπάνια στιγμή της οπαδικής διαδρομής του αποθανατίζεται από το φίλο του, τον Παύλο, να πανηγυρίζει στο γήπεδο της Λιβαδειάς. Μες στις λάσπες, ούτε καν σε τσιμέντο, σ’ ένα όπου η ομάδα του δεν πέτυχε γκολ! Κάπως έτσι ήταν και η συμβίωση του με τον ΠΑΟΚ για μια ολόκληρη δεκαετία και η ζωή του μέχρι και σήμερα. Ανατρεπτική, δίχως καμία λογική ερμηνεία των πραγμάτων. «ΠΑΟΚ, είσαι…».

- Πως προέκυψε η ιδέα για το «Μια Εποχή Στο Τσιμέντο»;

«Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης πήρε κάποια κείμενα από την ιστοσελίδα μου, τα πήγε στις εκδόσεις Τόπος και την επόμενη μέρα μου ζήτησαν να εκδώσουμε το βιβλίο. Τόσο απλά. Οι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα από το ποδόσφαιρο, αλλά όπως μου είπαν, σημασία δεν έχει τι γράφεις, αλλά πως το γράφεις».

- Τι πραγματεύεται, τι περιγράφει, γιατί μιλάει το βιβλίο;

«Μια ολόκληρη δεκαετία στα γήπεδα. Το ημερολόγιο ενός τυχαίου οπαδού του ΠΑΟΚ, όχι από τα πρώτα ονόματα της εποχής ή αυτών που άκουγαν τα ματς από το ράδιο, που ήταν παρών σ’ όλα τα ματς, πιστός στρατιώτης. Από το πρώτο μου παιχνίδι στη θύρα 4, ένα ευρωπαϊκό ματς κόντρα στη Σεβίλλη το 1990 μέχρι και το μοιραίο βράδυ του 1999 στα Τέμπη. Εκείνο το ματς έγινε στις 3 Οκτωβρίου, τα Τέμπη ήταν 4 Οκτωβρίου. Αν δεν γνωρίζεις τι έχει κάνει ο ΠΑΟΚ μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία, έρχεται το βιβλίο να σου το μάθει μέσα από τα μάτια ενός οπαδού. Τι πέτυχε ο ΠΑΟΚ τη δεκαετία του ’90; Τίποτα… Αυτό!».

- Οντως, δεν πήρε τίποτα ο ΠΑΟΚ μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία. Δύσκολη εποχή…

«Ξερή εποχή. Παίρνεις, πάντως, μια ιδέα τι είναι εκδρομή στην Αθήνα, τι είναι εκδρομή στην επαρχία, τι είναι Τούμπα. Τι έγινε με την Παρί Σεν Ζερμέν και τα επεισόδια, την πρώτη εποχή του Αναστασιάδη. Χάνει, κερδίζει ο ΠΑΟΚ, εντάξει δεν τρέχει τίποτα, εμείς είμαστε εκεί. Το αποτέλεσμα δεν επηρέαζε τη ζωή μας. Ερχόταν η Κυριακή και ήξερες ότι θα πας στο γήπεδο. Ξέρει κανείς ότι τη σεζόν 1990-91 ο ΠΑΟΚ πήγαινε, καλή ώρα όπως τώρα, για πρωτάθλημα και μπαίναμε στα πούλμαν με στόχο να πάμε να πάρουμε το διπλό. Υπήρχε αγωνιστική, Ιανουάριο μήνα, που ήμασταν πρώτοι πάνω από Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και Απόλλωνα Αθηνών. Ποιος τα θυμάται αυτά…».

- Στοχεύεις κάπου μέσα από το βιβλίο;

«Όταν γράφεις δεν έχεις στόχο. Μέσα από το βιβλίο παίρνεις χαμπάρι τι ήταν η δεκαετία του ’90 για τον ΠΑΟΚτσή. Γιατί συνέχισαν να τον σέβονται ή να τον φοβούνται. Είχε προηγηθεί η δεκαετία του ’80, που ουσιαστικά έστρωσε το δρόμο στην επόμενη. Η δεκαετία του ΠΑΣΟΚ, τότε που ήμασταν όλοι πλούσιοι στο μυαλό μας, δε μας ένοιαζε τίποτα. Σπάγαμε, ρημάζαμε, λέγαμε «οκ, δεν τρέχει τίποτα», συνεχίζαμε το ίδιο βιολί.

Πολλοί επαναπροσδιορίζουν τα χρόνια που έζησαν με τον ΠΑΟΚ και τα εκτιμούν τώρα. Από ανθρώπους που λένε σήμερα, «χάσαμε τα χρόνια μας για τον ΠΑΟΚ», «τα χαραμίσαμε για τον ΠΑΟΚ». Όχι, ρε φίλε τίποτα δε χαράμισες. Δες τι ωραία ήταν. Έρχομαι με το βιβλίο ή τις αναρτήσεις στην ηλεκτρονική σελίδα να σου θυμίσω εκείνη την εποχή, που πολύ εύκολα άφηνες τον πατέρα σου, τη μάνα σου, τα παιδιά σου, το σχολείο ή τη δουλειά σου, για να κάνεις κάτι που το γούσταρες. Μην έρχεσαι τώρα και μου λες «έχασα τα νιάτα μου». Τίποτα δεν έχασες, μια χαρά ήταν, μια χαρά περνούσαμε…».

- Πάντως, τώρα, ο οπαδός δεν έχει την ευκαιρία καν να μπει στα λεωφορεία, να πάει μια εκδρομή για την ομάδα του. Κοπήκαν αυτά, άλλαξαν οι εποχές.

«Στο βιβλίο σου εξηγώ πόσο λάθος είναι αυτή η απόφαση. Μέσα σε κάθε λεωφορείο έχει πενήντα άτομα και απ’ αυτούς οι πέντε έρχονται στην εκδρομή για να κάνουν επεισόδια. Οι άλλοι 45 πάνε να δουν τον ΠΑΟΚ, ρε φίλε, κοινωνικά όμως έχουμε απορρίψει τους πέντε. Ο μ.ο. πήγαινε να δει ματς, πήγαινε δύο ώρες πριν το ματς, στο ΟΑΚΑ, στο Αλκαζάρ, έβλεπε τον ΠΑΟΚ και γυρνούσε σπίτι του. Δεν υπήρχε κανένα σχέδιο, να σπάσεις, να ρημάξεις. Τώρα αυτή η γενιά κλείνει ραντεβού για να πλακωθεί, όντως, είναι άλλη φάση, άλλη εποχή, γιατί λείπουν και οι ηγέτες από τις κερκίδες. Τότε υπήρχε στον ΠΑΟΚ, ο Μάκης, που σου ετοίμαζε ολόκληρο σχέδιο από το προηγούμενο βράδυ και ήξερες που θα πας, τι θα κάνεις, τι σε περιμένει».

Αυτό που βγαίνει μέσα από τα κείμενα είναι πως δεν ήμασταν χούλιγκαν, όσοι εκείνη την εποχή πηγαίναμε στα γήπεδα. Ο χούλιγκαν είναι κάτι άλλο. Εχει την ανάγκη να βγάλει από μέσα του απωθημένα, βρήκε το ποδόσφαιρο για να εκφραστεί, αλλά έναν χούλιγκαν του ποδοσφαίρου θα τον βρεις κι αλλού, σ’ άλλα κομμάτια της κοινωνίας, απλά είναι και εκεί για να σπάσει και να διαλύσει. Ο ΠΑΟΚτσής, ποδοσφαιρικός χούλιγκαν της δεκαετίας του ’90, είναι για μένα, επαγγελματίας, οικογενειάρχης, μαθητής, φοιτητής, αλλά πάει στο γήπεδο πρώτα για τον ΠΑΟΚ».

- Τελικά τι είχε γίνει εκείνο το βράδυ με την Παρί Σεν Ζερμέν;

«Στο βιβλίο υπάρχουν πολλές απαντήσεις, γιατί έτυχε να είμαι και στο πρώτο ματς στο Παρίσι και στην Τούμπα, δίπλα στο πορτάκι που άνοιξε και μπήκε μέσα στο γήπεδο ο κόσμος. Η ιστορία ξεκινάει από δυο, τρεις μαλάκες, ενώ το σκορ είναι 0-2, χάνουμε, αρχίζουν να λένε “τι είναι αυτά ρε θα φάμε πέντε, πάμε να το διακόψουμε”. Ετσι, ξεκινάει το "ντου" με την Παρί. Από αυτούς τους δύο τρεις. Δεν ήταν κάτι οργανωμένο, δεν υπήρχαν άνθρωποι που όπως μας έλεγαν τα υποκίνησαν και τα οργάνωσαν και στο τέλος κατηγορήθηκαν από το Βουλινό, ο Ξιφίας, ο Γιάννης, δεν τους είδα καν στο γήπεδο εκείνο το βράδυ. Το θυμάμαι σαν τώρα. Όπως, μπαίνουν μέσα οι πρώτοι δέκα, είκοσι, από τη διπλανή θύρα 4Α, τους φωνάζουν "γυρίστε πίσω ρε μαλάκες, τι κάνετε, θα διακοπεί το ματς”, αλλά όλοι ξέραμε ότι δεν υπήρχε γυρισμός. Αυτό όλο το σκηνικό, πάντως, απέχει πολύ από όσα διαβάσαμε την άλλη μέρα στις εφημερίδες της εποχής, έγραφαν για πρεζόνια, για ναρκομανείς, για στημένα επεισόδια, σου λέω δεν υπήρχε τίποτα απ’ όλα αυτά.

Όταν ήμασταν στο Παρίσι, δεν μας πείραξε άνθρωπος, επιστρέφοντας όμως πίσω στην Ελλάδα, διάβασα για σπασμένα πούλμαν των οπαδών, δεν ήθελε και πολύ για να φορτώσει ο κόσμος ενόψει του δεύτερου αγώνα. Όμως, δεν υπήρχε κανένα οργανωμένο σχέδιο, όπως ήθελαν να τα παρουσιάσουν τότε».

- Και τα χρόνια που ακολούθησαν μόνο εύκολα δε τα λες…

«Ακολουθεί μια πενταετία, από το 1992 μέχρι αρχές του 1997, όπου πας στον ΠΑΟΚ, απλά για να πας στον ΠΑΟΚ. Αυτό! Δεν υπήρχε τίποτα. Η φωτογραφία του εξωφύλλου είναι από ένα ματς Λεβαδειακός – ΠΑΟΚ, ήμασταν στην όγδοη ή ένατη θέση, κάναμε αποχή από τα ματς στην Τούμπα, αλλά μαζευτήκαμε και πήγαμε στη Λιβαδειά πεντακόσια άτομα, έτσι δίχως λόγο και κίνητρο. Ημασταν οπαδοί μιας ομάδας, που δεν υπήρχε. Το έζησα καλά αυτό, εκείνη την εποχή. Τι να πετύχεις και τι στόχο να έχεις; Να βγεις 2ος, και; Ευρώπη δεν έπαιζες, δεν υπήρχε τίποτα, έπρεπε να φτάσει το ’96 να ακουμπήσει η ομάδα τον πάτο, να κινδυνέψει για να αλλάξουν τα πράγματα.

Είναι μεγάλο κεφάλαιο η ομάδα στη ζωή του οπαδού;

«Για όλους εμάς, τα αποτελέσματα, οι νίκες, οι ήττες, ήταν δευτερεύοντα. Δε θα βρεις στο βιβλίο πολλά σκορ. Περιγράφω το πως ζούσαμε για τον ΠΑΟΚ, όχι απαραίτητα για τις εκδρομές, ας έπαιζε 30 ματς στην Τούμπα, εμείς θα ήμασταν εκεί, γιατί έτσι ρυθμίζαμε τις ζωές μας. Μια μέρα πήγα στην Τούμπα και λέω μέσα μου "τι ωραία που είναι εδώ" και συνεχίζω να πηγαίνω για μια ολόκληρη δεκαετία στον ΠΑΟΚ...».

Το βιβλίο είναι διαθέσιμο από τις εκδόσεις Τόπος. Περισσότερα στο: www.toposbooks.gr

 

Τελευταία Νέα