Λέοναρντ Κοέν: Ο σαμάνος

Λέοναρντ Κοέν: Ο σαμάνος

Ο Λέοναρντ Κοέν ήταν συνηθισμένος άνθρωπος. Με τις φοβίες, τις αγωνίες, τα άγχη, τις αναζητήσεις του. Η ειδοποιός διαφορά με όλους εμάς ήταν ότι έβρισκε απαντήσεις στα ερωτήματα του και τις μετουσιώνε σε τέχνη. Αν αποφάσιζες να του δώσεις έστω και λίγη σημασία, τότε θα μάθαινες πολλά για τη ζωή. Ο Κοέν ήταν καλλιτέχνης που ζητούσε το απόλυτο από την τέχνη του. Ζητούσε τη σοφία της και όποτε την ανακάλυπτε, τη φρόντιζε και την έδινε σε όσους ήταν πρόθυμοι να τη δεχτούν. Ο ίδιος συνέχιζε την αναζήτηση του. Τη διερεύνηση των αρχέγονων ερωτημάτων, την περιπλάνηση στις άχρονες και αχαρτογράφητες περιοχές της ανθρωπότητας. Ο Κοέν ήταν ένας σαμάνος χωρίς την αχλή της ασκητικής μοναδικότητας, αλλά με την καθαρότητα της αληθινής κοσμικότητας. Δεν έκανε θαύματα, τα εντόπιζε. Με τη μουσική και τους στίχους του, την ποίηση του, επιβαλλόταν ως συνοδός σε κάθε ανήσυχο, ευαίσθητο άνθρωπο. Ο Κοέν ιερουργούσε με τον δικό του τον τρόπο και όσοι εισέρχονταν στον ναό του, στην σκέψη του, λάμβαναν το σώμα (μουσική) και το αίμα (στίχοι) του. Ο θάνατος του είναι το τέλος αλλά και η δική μας αφετηρία για να ανακαλύψουμε τη ζωή (μας). Μοναδικός Θεός σε αυτή την πορεία η αλήθεια του απρόσμενου, του αυθόρμητου, του απόλυτου.

image

Γεννημένος ώριμος και ποιητής

Ο Κοέν ήταν πάντα ώριμος. Σαν να γεννήθηκε ώριμος. Φυσικά και υπήρξε νέος, αλλά ο κόσμος ποτέ δεν είδε τον μετριόφρων, επιτυχημένο ποιητή, μυθιστοριογράφο από το Μόντρεαλ. Είχε κλείσει τα 33 όταν αποφάσισε τη μεγάλη έκθεση με τον δίσκο “Songs of Leonard Cohen”. Το εξώφυλλο ήταν μια δική του φωτογραφία στιγμής στο χρώμα της κανέλας. Φορούσε σακάκι, πουκάμισο και γραβάτα. Καλά χτενισμένος και με πρόσωπο που “δήλωνε” ότι “θα με ξαναδείτε”. Η φωνή και τα λόγια του τον επιβεβαίωσαν. Και συνεχίζουν να το κάνουν.

Το φως της ζωής το είδε, το 1934, στον Καναδά, λίγο μεγαλύτερος από τον Έλβις και μικρότερος από τον Φίλιπ Ροθ. Ήταν το αγαπημένο παιδί της οικογένειας. “Ο μεγαλύτερος γιος του μεγαλύτερου γιου”. Ο ένας παππούς του ήταν ραββίνος και μελετητής του Ταλμούδ (σ.σ εξωβιβλική συλλογή εβραϊκών κειμένων). Ο άλλος ήταν εκδότης και φιλάνθρωπος. Ο πατέρας του, πέθανε όταν ο Λέοναρντ ήταν εννιά ετών, πωλούσε ρούχα. Ο Κοέν λάτρευε τη γλώσσα της συναγωγής. Έλεγε ότι “τα πάντα ήταν σημαντικά. Η απουσία του ανέμελου πάντα με είλκυε”. Στα 15 θα ανακαλύψει τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και την παρηγοριά της ποίησης για την οποία θα πει: “Η μοναξιά διαλύθηκε. Ένιωθες ότι ήσουν ένα πονεμένο πλάσμα στη μέση ενός κόσμου που πονάει και ο πόνος ήταν εντάξει. Μάλιστα ήταν ο μόνος τρόπος να αγκαλιάσεις τον ήλιο και το φεγγάρι”.

image

Τα πρώτα ποιήματα και η λύση των τραγουδιών

Ο νεαρός Λέοναρντ έγραφε ποιήματα, τραγουδούσε παραδοσιακά (φολκ) τραγούδια και μελετούσε (ανεπαρκώς) στο Πανεπιστήμιο McGill. Το 1956 εξέδωσε τα πρώτα του ποιήματα με τίτλο «Let Us Compare Mythologies», τα οποία αφιέρωσε στον πατέρα του. Η πορεία όμως δεν ήταν ανηφορική. Τουναντίον. Σε επετειακή έκδοση έγραψε: «Από τότε είναι μόνο κατηφόρα». Εκείνη την περίοδο βίωσε την «ψυχική βία» της κατάθλιψης για πρώτη φορά. Δεκαετίες αργότερα, όταν τα χειρότερα είχαν περάσει, την περιέγραψε ως «το παρασκήνιο της ζωής σου, παρασκήνιο οδύνης και ανησυχίας, αίσθηση ότι τίποτα δεν πάει καλά, ότι η ευχαρίστηση δεν είναι διαθέσιμη και οι στρατηγικές σου καταρρέουν».

Η περιέργεια και η ανυπομονησία τον χαρακτήριζαν, γι’ αυτό και μετακόμισε σε Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Ισραήλ, Κούβα, Ελλάδα, όπου και αγόρασε σπίτι στην Ύδρα. Τα ποιήματα δεν σταμάτησαν. Προστέθηκαν δύο μυθιστορήματα, για το ένα εκ των οποίων γράφτηκε ότι «είναι το πιο αποκρουστικό βιβλίο που γράφτηκε ποτέ στον Καναδά», μερικά βραβεία. Μαζί με αυτά πολλά LSD. Η σκέψη να γράψει τραγούδια τον απασχολούσε καιρό και όταν αποφάσισε να καταπιαστεί με αυτό εξήγησε ότι «είναι μια λύση στο πρόβλημα να τα βγάζεις πέρα ως συγγραφέας». Δεν ήταν όμως μόνο το οικονομικό, αφού το τραγούδι ήταν πιο κοινωνικό από την ποίηση.

image

“Πρόσεχε Ντίλαν!”

Τα πρώτα τραγούδια τα πούλησε στην τραγουδίστρια φολκ Τζούντι Κόλινς. Γνώρισε τους Νίκο (Nico) και Τζιμ Μόρισον και έπαιξε με τον Χέντριξ. Όταν έγραφε, έπαιζε στην κιθάρα μέχρι να νιώσει τη «σύλληψη» στη φωνή του. Τότε καταλάβαινε ότι είχε βρει κάτι σημαντικό. Περιγράφοντας τη διαδικασία της (προσωπικής) δημιουργίας έλεγε ότι «δεν είχα ποτέ μουσικά πρότυπα για να με βασανίζουν. Πίστευα ότι (η δημιουργία) είχε να κάνει με την αλήθεια. Πως το τραγούδι έχει να κάνει με την αφήγηση μιας ιστορίας».

Το ταλέντο (και στη μουσική) ήταν εκεί. Η έμπνευση ξεχείλιζε και θα ήταν άδικο να χαθεί. Γι' αυτό η μουσική βιομηχανία οφείλει πολλά στον Τζον Χάμοντ, τον άνθρωπο που έβρισκε καλλιτέχνες για την “Columbia”. Ήταν αυτός που επέμεινε να υπογράψει με τη δισκογραφική κι ας είχε αντιρρήσεις ο γενικός διευθυντής που απορούσε «Μα, έναν 32χρονο ποιητή; Είσαι τρελός;». Ο Χάμοντ, που είχε ανακαλύψει τους Μπίλι Χολιντέι, Μπομπ Ντίλαν, Αρίθα Φράνκλιν, δεν εγκατέλειψε. Μάλιστα, στις πρώτες ηχογραφήσεις του «Songs of Leonard Cohen» φώναζε ενθαρρύνοντας τον Κοέν «πρόσεχε Ντίλαν!». Ο Ντίλαν εκείνη την εποχή ήταν ο κατ' εξοχήν ποιητής της ροκ εν ρολ. Ο Κοέν ήταν ποιητής, αλλά δεν ήταν ροκ εν ρολ. Η ζωή του οριζόταν από τη λογοτεχνική πειθαρχία, το γαλλικό τραγούδι, την εβραϊκή λειτουργία. Το έργο του πρόβαλε και πρότεινε την υπομονή. Για τον Ντίλαν το τραγούδι ήταν ένα κομμάτι υγρού πηλού πριν καθορίσει άμεσα τη μορφή του. Για τον Κοέν μαρμάρινη πλάκα που απαιτούσε απέραντη αφοσίωση και φροντίδα.

image

“Ο βάρδος του δωματίου”

Ο Κοέν δεν σταμάτησε ποτέ να είναι ποιητής ή έχασε τον σεβασμό του για τις λέξεις. Μπορεί να βρεις μερικές εκκεντρικές μουσικές επιλογές αλλά κανέναν απερίσκεπτο στίχο. Τίποτα αναλώσιμο. Χρόνια μετά είχε μόνο μία συμβουλή να δώσει στους νέους συνθέτες: “Εάν μείνετε με ένα τραγούδι πάρα πολύ καιρό θα αποδώσει. Αλλά αρκετά μεγάλο διάστημα είναι πέρα από οποιαδήποτε λογική διάρκεια”. Υποστήριζε ότι αν ο αισθανθείτε ότι ο τραγουδοποιός έχει σπαταλήσει τόσο μεγάλο διάστημα για να βρει τις σωστές λέξεις, τότε το λιγότερο που μπορείτε να κάνετε είναι να δώσετε προσοχή.

Η δημιουργία του Songs of Leonard Cohen” ήταν ένα εξωφρενικό γρονθοκόπημα, αλλά τραγούδια όπως τα Suzanne”, “So Long Marianne”, “Hey That's No Way to Say Goodbye” θα του έδιναν τον τίτλο “ο βάρδος του δωματίου”, ένας διανοούμενος τυχοδιώκτης που έψαχνε αχτίδες φωτός σε σκοτεινά μέρη. Ο Μπόνο των U2” είπε ότι “βρίσκει σκιές στη μαυρίλα που τις νιώθεις σαν χρώματα”.

image

Ο “Captain Mandrax”

Ο Κοέν ήταν σπάνια, σαγηνευτική φιγούρα. Από το ξεκίνημα κατέστησε σαφές ότι σεξ, πνευματικότητα και βία διαπλέκονταν και ότι τα πράγματα δεν θα πήγαιναν κατ’ ευχήν. Ωστόσο, υπήρχε κάποια λάμψη σε αυτό. Πολλές οι γυναίκες στη ζωή του, μεταξύ των οποίων οι Τζάνις Τζόπλιν, Τζόνι Μίτσελ. Η πολυτάραχη ζωή του δεν τον άφησε ποτέ χωρίς υλικό που να μεταπλάθει σε τέχνη. Όπως είχε παραδεχθεί «έχω φτωχή φαντασία, γι’ αυτό και βλέπω τον εαυτό μου σαν δημοσιογράφο που μεταδίδει, όσο πιο πιστά μπορεί, από το μέτωπο». Η ζωή του δεν μπορούσε να τακτοποιηθεί. Ασχολήθηκε με τη Σαηντελογία, πειραματίστηκε ζώντας την απλή ζωή στο Τεννεσί και μετείχε στις εξερευνήσεις που απασχολούσαν τη φαντασία της γενιάς του εκείνη την περίοδο.

Υποχρεωμένος να ξεπεράσει το φόβο της δημόσιας έκθεσης και να πάει σε περιοδεία, φόρεσε κοστούμι-σαφάρι και συμπεριφερόταν σαν παρανοϊκός ναρκομανής στρατηγός που ηγείται βάναυσης εκστρατείας. Αποκαλούσε την μπάντα του «Ο Στρατός» (The Army) και τον βάφτισαν «Captain Mandrax». Έπαιζε σε ψυχιατρικές κλινικές και καλούσε χιλιάδες, εξαντλημένους γλεντζέδες να ανάψουν σπίρτα στη βροχή! Στο «Rolling Stone» είχε πει ότι οι συναυλίες είναι «σαν ταυρομαχίες. Είναι δοκιμασία του χαρακτήρα κάθε βράδυ».

image

Η κατάθλιψη και το...ανάρμοστο της αυτοκτονίας

Το άλμπουμ Songs from a Room” (1969) χαρακτηρίστηκε για την ευρυχωρία και το ζοφερό του ύφος, ενώ το Songs of Love and Hate” (1971) “σκότωνε”. Η κατάθλιψη του μεγάλωνε και γινόταν μολυσματική. Τον κατηγορούσαν, όπως έλεγε, ότι προκαλεί κατάθλιψη σε μια ολόκληρη γενιά! Μάλιστα, κατέτασσαν τη μουσική του στους τρόπους να κόψεις τις φλέβες σου!

Αν και δεν ήταν σε θέση να βγει σε περιοδεία το έκανε και ο κινηματογραφιστής Τόνι Πάλμερ κατέγραψε τα πάντα στο ντοκιμαντέρ Bird on a Wire”. Ο Κοέν στη σκηνή χαρακτήριζε τον εαυτό του “αηδόνι που έχει καταρρεύσει”, που πούλησε την ποίηση του για τη διασημότητα. Προσπάθησε να ξαναβρεί τον εαυτό του παίζοντας για τα ισραηλινά στρατεύματα στη διάρκεια του αραβοισραηλινού πολέμου το 1973 και επισκέφτηκε την Αιθιοπία πριν τον εμφύλιο. Η εγγύτητα με τη βία του έδωσε τη χαμένη δημιουργική έμπνευση και στη διάρκεια της προώθησης του LP New Skin for the Old Ceremony” (1974) είπε ότι ο “πόλεμος είναι θαυμάσιος”. Δεν το άφησε εκεί βέβαια και εξήγησε ότι “είναι τόσο οικονομικός όσον αφορά τις χειρονομίες και τις κινήσεις. Κάθε χειρονομία είναι ακριβής, κάθε προσπάθεια είναι στο μέγιστο. Κανείς δεν κοροϊδεύει”. [...]

Ο Κοέν δεν ήταν πια επιθυμητός από τις γυναίκες και αξιοζήλευτος από τους άνδρες. Το Death of a Ladie's Man” (1977) είναι γνωστό για τη χαοτική του γένεση παρά για τη μουσική του. Ο ίδιος είχε παραδεχθεί ότι δεν ήταν σε καλή πνευματική κατάσταση τότε. Αντίθετα, ήταν πολύ πιο χαρούμενος στο Recent Songs” (1979), το οποίο όμως δεν πούλησε. Η μητέρα του είχε πεθάνει, η γυναίκα του τον είχε αφήσει, τα χρήματα τελείωναν και η καριέρα του είχε βαλτώσει. Έκανε πλάκα με το ενδεχόμενο να αυτοκτονήσει λέγοντας ότι είναι πολύ μεγάλος για κάτι τέτοιο. Θα ήταν “ανάρμοστο” δήλωνε.

image

“Hallelujah”

Η καλλιτεχνική του επιστροφή ξεκίνησε με απρόσμενο τρόπο όταν αγόρασε ένα φτηνό μουσικό πληκτρολόγιο από το Μανχάταν. Οι προκαθορισμένοι μεταλλικοί ήχοι του έδωσαν νέο τρόπο σύνθεσης και με αυτούς στήριξε το άλμπουμ Various Positions” (1984). Ο Ουόλτερ Γιέτνικοφ της “Columbia” για το come back του Κοέν έκανε την εξής δήλωση: “Λέοναρντ, ξέρουμε ότι είσαι σπουδαίος, δεν ξέρουμε αν είσαι καθόλου καλός”. Ο δίσκος αγνοήθηκε, αν και το Hallelujah”, για το οποίο χρειάστηκε πέντε χρόνια να το γράψει, έγινε τραγούδι-ταυτότητα για τον Κοέν και αφορμή για πολλούς ανθρώπους να γνωρίσουν το έργο του. [...]

Με το I'm Your Man” (1988) βρήκε νέα φωνή. Κυριολεκτικά, αφού το βαρύτονο της έβγαινε υπόγεια και μεταφορικά, διότι το πάντα συγκρατημένο χιούμορ του δεν μπορούσε πια να αγνοηθεί. Στο τραγούδι Tower of Song” παραδέχεται ότι γεννήθηκε με το χάρισμα μια χρυσής φωνής και στις ζωντανές εμφανίσεις προκαλούσε γέλια. Το χιούμορ ήταν απαραίτητο για να ελεγχθεί το τρομαχτικό πεδίο στο οποίο κινούνταν το άλμπουμ: Φασισμός, Aids, Ολοκαύτωμα, σεξουαλική προδοσία, πολιτική ήττα και πεσιμισμός ανυψωμένος σε μορφή τέχνης. Μιλώντας στο LA Weekly” υποστήριζε ότι “αυτές είναι οι τελευταίες μέρες, είναι το σκοτάδι, η πλημμύρα. Η καταστροφή έχει ήδη συμβεί και το ερώτημα που αντιμετωπίζουμε είναι ποια είναι η κατάλληλη συμπεριφορά σε μια καταστροφή;

To “Ι'm Your Man” ήταν το πιο επιτυχημένο άλμπουμ του και η καλλιτεχνική του αξιοπιστία αδιατάρακτη. Στο I'm Your Fan” (1991), οι Νικ Κέιβ, REM, Pixies, τον τίμησαν με τη συμμετοχή τους. Μολαταύτα,η κατάθλιψη του επιδεινώθηκε και “βύθισε” τον κόσμο σε αυτή στο The Future” (1992). Ξεκίνησε να συνθέτει το ομώνυμο κομμάτι του τίτλου όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου και ο αρχικά ο τίτλος ήταν If You Could See What's Coming Next”. Ο Όλιβερ Στόουν αξιοποίησε την απαισιοδοξία του για το σάουντρακ της ταινίας “Γεννημένοι δολοφόνοι” στο οποίο όμως υπήρχε και νότα αισιοδοξίας. [...]

image

“Είμαι έτοιμος να πεθάνω”

Ο Κοέν, τη δεκαετία του '90, πέρασε πέντε χρόνια στο αυστηρό περιβάλλον του “Mount Baldy Zen Center”, όπου υπηρέτησε τον ιάπωνα μοναχό Kyozan Joshu Sasaki Roshi με τον οποίο είχε μελετήσει για πάνω από 20 χρόνια. Επέστρεψε στη μουσική με τα Ten New Songs” (2001), Dear Heather” (2004), τα οποία έγραψε μαζί με τις Σαρόν Ρόμπινσον και Ανζανί Τόμας. Ο Κοέν ακουγόταν πιο ήπιος, πιο ταπεινός, η φωνή του σκοτεινή και οικεία, παρά πυκνή και μοιραία.

Η κατάθλιψη, σταδιακά, υποχώρησε. Όχι και τα προβλήματα. Όταν έχασε τις οικονομίες του από τον ανέντιμο διευθυντή των επιχειρήσεων του, αναγκάστηκε να βγει και πάλι στον δρόμο για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια. Με τον τρόπο του κατάφερε να ευχαριστήσει το κοινό και να απολαύσει την αγάπη του. [...] Λίγο πριν το τελευταίο του άλμπουμ (You Want It Darker) κυκλοφόρησε το Old Ideas” (2012) και το Popular Problems” (2014). Επέστρεψε σε παλιά, γνώριμα μουσικά εδάφη, αλλά με πιο ευγενική ματιά και απαλότερο άγγιγμα. Την τελευταία του δουλειά την προλόγισε με συνέντευξη στο περιοδικό New Yorker” στο οποίο δήλωσε πως “είμαι έτοιμος να πεθάνω”. Αργότερα ανακάλεσε, ωστόσο αποδείχθηκε ότι έλεγε την αλήθεια, όπως έκανε πάντα.

image

“Αυτός είναι ο τρόπος, έτσι;”

Ο Κοέν δεν μιλούσε ποτέ για τη δική του σπουδαιότητα. Συχνά έλεγε ότι έπαιρνε ό,τι μπορούσε περισσότερο από τα περιορισμένα ταλέντα του και ήλπιζε πως οι γνώσεις που είχε σταχυολογήσει θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες στους ακροατές. Η σύνθεση τραγουδιών ήταν ο τρόπος του να δίνει νόημα σε ένα κόσμο γεμάτο σύγχυση και να διαλύει τη μοναξιά.

Το 1987 ο συγγραφέας Τζον Ουάιλντ τον ρώτησε τι είχε θέσει ως στόχο. “Πώς μπήκα εγώ σε αυτή τη φασαρία;” αναρωτιόταν γελώντας και συνέχιζε. “Δεν ξέρω. Τι ακριβώς κάνω σε όλο αυτό; Δεν γνωρίζω. Δεν έχω ιδέα. Νομίζω είναι σαν να σκουντάς τον διπλανό σου και του λες Αυτός είναι ο τρόπος, έτσι; Μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει. Προσπαθείς συνέχεια να επιβεβαιώσεις κάτι με τον άνθρωπο που κάθεται στην διπλανή θέση”.

Πηγή

-theguardian