Πάρτε τον κι ένα τηλέφωνο…

Βασίλης Τσίγκας
Πάρτε τον κι ένα τηλέφωνο…
Ο Βασίλης Τσίγκας γράφει για την «ημέρα του πατέρα», που όσο χαζό και αν ακούγεται, μπορεί να βοηθήσει σε κάτι.

Ναι, ΟΚ, είναι το λιγότερο σαχλές όλες αυτές οι επέτειοι. Η ημέρα του πατέρα, της μητέρας, της μπριζόλας, της πεολειχίας, του περιβάλλοντος, των μπέργκερ, του βατράχου κλπ. Και να εξυπηρετούσαν κάποια στιγμή μια λειτουργία, αυτή ευτελίστηκε με το πέρασμα των χρόνων.

Στην καλύτερη, λειτουργούν ως υπενθύμιση για κάποια πράγματα που προφανώς αξίζει να μνημονεύουμε όχι μία ημέρα το χρόνο, αλλά 365/365. Στη χειρότερη, είναι μπροστάρηδες επιχειρηματικών συμφερόντων για την οικονομική εκμετάλλευση συνειδήσεων και πορτοφολιών. Εγώ, ως ένας αφελής αισιόδοξος, θέλω να επικεντρωθώ στη πρώτη περίπτωση.

Σήμερα, λοιπόν, γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα του πατέρα, ό,τι στο διάολο και αν σημαίνει αυτό. Και οι διάφοροι εικονικοί τοίχοι γέμισαν με συγκινητικά μηνύματα και φωτογραφίες από παιδικά χρόνια, παραλίες, αγκαλιές και φιλιά. Ωραία πράγματα.

Σε καμία περίπτωση, δεν θέλω να υποδείξω τι πρέπει να κάνει ο καθένας. Αν πιστεύετε ότι μία φωτό κι ένα «σ’ αγαπώ μπαμπάκα μου» στο facebook αρκεί, τότε πάσο. Το μήνυμά μου γι’ αυτή την ημέρα είναι άλλο: πάρτε τον κι ένα τηλέφωνο ή ακόμα καλύτερα επισκεφτείτε τον.

Δεν τίθεται θέμα διαχωρισμού ή σύγκρισης ανάμεσα στην μαμά και τον μπαμπά (να με συμπαθάτε, αλλά δεν μου πηγαίνει η καρδιά να γράψω μητέρα και πατέρα). Στην καρδιά του καθενός μας, με τα καλά και τα κακά τους, είναι ένα. Είναι οι γονείς μας και όσο και αν κάποιοι δεν θέλουν να το παραδεχτούν, αυτοί φταίνε για όλες τις αρετές και τα ελαττώματά μας.

Ο μπαμπάς είναι συνήθως αυτός που έλειπε περισσότερο. Αυτός που ξεσπούσε περισσότερο. Αν θέλετε, αυτός που, καλώς ή κακώς, προκαλούσε τον περισσότερο φόβο. Αυτός που προσπαθούσε περισσότερο, γιατί μπορεί να μην ήξερε πώς να εκφράσει τα συναισθήματά του και μπορεί και να μην τα κατάφερνε στην τελική.

Ο μπαμπάς είναι συνήθως αυτός που θα πει «πριγκίπισσα» την κορούλα του και «παιχταρά» τον γιο του και θ’ ανοίξει την τεράστια αγκαλιά του για να χωθούμε μέσα. Και όταν περάσουν τα χρόνια, μπορεί να ξεχάσει και μερικά πράγματα, μπορεί να χαθεί μέσα στο ίδιο του το μυαλό.

Ο μπαμπάς είναι συνήθως αυτός που έχει την ευθύνη, το άγχος και τις προσδοκίες όλων να βρει τα προς το ζην για να μας μεγαλώσει. Κι αυτό είναι ένα βάρος δύσκολο, ασήκωτο ορισμένες στιγμές. Κι εμείς, όταν είμαστε οκτώ κι εννιά και δέκα, πώς να το καταλάβουμε;

Ο μπαμπάς είναι συνήθως αυτός που θα γυρίσει αργά το βράδυ στο σπίτι και δεν θα θέλει να μας ξυπνήσει. Αυτός, που βλέπαμε λίγο το πρωί πριν το σχολείο και προσπαθούσαμε σε δύο λεπτά να του εξηγήσουμε τα πάντα και μπορεί να χτυπούσε το τηλέφωνο απ’ τη δουλειά κι έπρεπε να το σηκώσει.

Ο μπαμπάς είναι συνήθως αυτός που κάποια στιγμή βγαίνει στη σύνταξη και μαραζώνει. Αυτός, που μπορεί να έχει τότε όρεξη να μας δει, να παίξει μαζί μας, να χαρεί, να μας πάρει μια αγκαλιά παραπάνω, αλλά εμείς έχουμε μεγαλώσει πια και δεν θέλουμε ή δεν προλαβαίνουμε.

Ο μπαμπάς είναι συνήθως αυτός που έχει τις περισσότερες τύψεις κι ενοχές. Για τα όσα έχασε γιατί έπρεπε να προλάβει ένα ακόμη γαμημένο deadline, για τα «σ’ αγαπώ» που δεν είπε, για τις αγκαλιές που δεν έδωσε. Είτε γιατί δεν προλάβαινε είτε γιατί δεν μπορούσε είτε γιατί δεν ήθελε.

Ο μπαμπάς είναι αυτός που θα γίνουμε εμείς, αν δεν είμαστε ήδη. Ο μπαμπάς μας είμαστε εμείς σε λίγα χρόνια, αν όχι τώρα.

Γι’ αυτό σας λέω, αν ο μπαμπάς σας είναι ακόμα εδώ τριγύρω, έστω και σε μία ακόμα σαχλή επέτειο σαν τη σημερινή, πάρτε τον ένα τηλέφωνο. Ρωτήστε τον τι κάνει. Βρείτε εσείς αυτά τα δύο-τρία λεπτά που αυτός μπορεί να μην είχε βρει στο παρελθόν.

Γιατί θα έρθει κάποια στιγμή η ημέρα, που δεν θα είναι εδώ τριγύρω και δεν θα μπορείτε. Και τότε, θα περιμένετε εσείς αυτό το ρημαδιασμένο το τηλεφώνημα…