Για αυτό σάρωσε στις εκλογές η ακροδεξιά στην Αυστρία

Gazzetta team
Για αυτό σάρωσε στις εκλογές η ακροδεξιά στην Αυστρία
Καθισμένοι μπροστά στις τηλεοράσεις τους οι Αυστριακοί παρακολούθησαν ένα αδιανόητο θέαμα την Κυριακή 24 Απριλίου.

Το ακροδεξιό κόμμα (FPÖ) βγήκε πρώτο μακράν στον πρώτο γύρο της προεδρικής εκλογής, αποκλείοντας για πρώτη φορά την είσοδο των σοσιαλ-δημοκρατών (SPÖ) και των χριστιανο-δημοκρατών (ÖVP), οι οποίοι συγκατοικούν στην εξουσία από το 2008. Τα δύο αυτά κόμματα πήραν 11,2% των ψήφων το καθένα.
Η ταπείνωση των δύο κομμάτων εξουσίας υπήρξε θεαματική. Σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής, αφού ακόμη και ένας πρώην καθηγητής πανεπιστημίου, ο Alexander Van der Bellen (20,4 %), ο οποίος στηρίχθηκε από τους Πράσινους, ανεξάρτητος, ήρθε δεύτερος! Και ποτέ ως σήμερα οι Πράσινοι (Die Grünen) δεν μπόρεσαν ως σήμερα να έρθουν στη 2η θέση στις εκλογές. O ακροδεξιός Χόφερ και ο der Bellen θα είναι οι δύο υποψήφιοι για τον δεύτερο γύρο.

Ο der Bellen:

Το ακροδεξιό FPÖ πραγματοποίησε το καλύτερο αποτέλεσμα στην ιστορία του, σε μια εθνική εκλογή στην χώρα των 8,5 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Σχεδόν θριάμβευσε: με 36,4% των ψήφων, ο Norbert Hofer πήρε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από τον Γιόργκ Χάιντερ, θρύλο της αυστριακής ακροδεξιάς. Κι όλα αυτά, παρότι ο Νόρμπερτ Χόφερ ήταν σχεδόν άγνωστος στο πλατύ κοινό όταν ξεκίνησε την προεκλογική του εκστρατεία.


Το σκορ του Χόφερ βγάζει νοκ άουτ δύο ιστορικές προσωπικότητες της δεξιάς και της αριστεράς στην Αυστρία: τον σοσιαλ-δημοκράτη υποψήφιο (SPÖ), Rudolf Hundstorfer, υπουργό Κοινωνικών Υποθέσεων και τον χριστιανο-δημοκράτη Andreas Khol (ÖVP), πρόεδρο της βουλής. Το μέγεθος της αποτυχίας τους ισοδυναμεί με σεισμό για τα δύο κόμματα, τα οποία μοιράστηκαν την προεδρία της δημοκρατίας εναλλάξ από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά.
Η κατάρρευση των δύο ιστορικών κομμάτων επιταχύνεται θεαματικά αν σκεφτεί κανείς ότι για πρώτη φορά έχασαν ψήφους από όλες τις κοινωνικές ομάδες, όπως για παράδειγμα από τους συνταξιούχους και τους συνδικαλιστές.
Η κατάρρευσή τους θέτει, επίσης, σε κίνδυνο την θητεία του καγκελάριου Βέρνερ Φάιμαν (SPÖ) και του αντικαγκελάριου Reinhold Mitterlehner (ÖVP), η οποία λήγει το 2018. Θα είναι πολύ δύσκολο να κρατηθούν στην θέση τους ως τις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Ολοι σήμερα αναζητούν στην Αυστρία τα αίτια του πολιτικού σεισμού που έγινε στη χώρα. Ο μόνος λόγος δεν μπορεί να είναι η απογοήτευση από την κρίση. Κι αυτό γιατί η Αυστρία είναι μια όαση ανάπτυξης στην περιοχή. Αυτή η εκλογική αναμέτρηση αποδεικνύει ότι η ακροδεξιά μπορεί να φτάσει ως την εξουσία ακόμη και σε χώρες σε καλή οικονομική κατάσταση.
Οι μετρήσεις της κοινής γνώμης έδειξαν ότι ο Νόρμπερτ Χόφερ, 45 ετών, οφείλει καταρχήν την επιτυχία του στη νεαρή του ηλικία, ενώ ο Andreas Khol είναι 74 ετών, ο Rudolf Hundstorfer, 64, και ο Alexander Van der Bellen, 72.
Ο ακροδεξιός υποψήφιος δείχνει φρέσκος, είναι χαμογελαστός και ενσαρκώνει ένα είδος ανανέωσης στις γενιές των πολιτικών. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Public Opinion Strategies, το 30 % των ψηφοφόρων του δήλωσαν ότι τον ψήφισαν γιατί είναι «νέος και δυναμικός» και γιατί οι άλλοι υποψήφιοι ήταν «πολύ γέροι».


Οι εκλογές έγιναν, κυρίως, σε ένα θυελλώδες κλίμα μετά την άφιξη των μεταναστών. Ο απερχόμενος πρόεδρος SPÖ, Χάινς Φίσερ, δεν βοήθησε τα πράγματα λέγοντας ότι ο αριθμός των αιτούντων άσυλο στην Αυστρία το 2015 «ξεπέρασε τον αριθμό των γεννήσεων». Αυτό γιγάντωσε τον φόβο των κατοίκων που πιστεύουν ότι η κυβέρνησή τους δεν κατάφερε να σταματήσει το κύμα των προσφύγων.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο δεύτερος γύρος των εκλογών που γίνεται στις 22 Μαίου, φαίνεται αβέβαιος. Το ακροδεξιό κόμμα δίνεται ως φαβορί για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές και ίσως αυτό φοβίσει τους ψηφοφόρους να του δώσουν όλα τα κλειδιά της εξουσίας.
Ο ίδιος ο ακροδεξιός ηγέτης Νόρμπερτ Χόφερ φάνηκε αρκετά απειλητικός, μετά τον θρίαμβό του. Προειδοποίησε ότι μπορεί να ρίξει την κυβέρνηση και δήλωσε ότι «Θα μείνετε έκπληκτοι από το τι μπορεί να συμβεί». Αφησε έτσι να εννοηθεί ότι η Αυστρία θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σε μια «μη φιλελεύθερη δημοκρατία», όπως είναι η Ουγγαρία και η Πολωνία.



Πηγή: iefimerida.gr