«Η υπερφορολόγηση των ακινήτων ανακόπτει την ανάκαμψη»

Gazzetta team
gazzetta default image fallback
Τι εκτιμούν αναλυτές της Alpha Bank.

Στοιχεία για το πώς ο συμπληρωματικός φόρος (ΦΑΠ) του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) οδηγεί σε μηδενισμό των συναλλαγών στην αγορά ακινήτων παρουσίασε η σήμερα Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων που έδωσε στη δημοσιότητα.

Η Alpha Bank υπογραμμίζει πως η ανάκαμψη της οικονομίας και η μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης εμποδίζονται καταλυτικά την τρέχουσα περίοδο από δύο πολύ σημαντικές και κρίσιμες φορολογικές στρεβλώσεις που προκύπτουν αφενός από την επιβολή από το 2014 του φόρου ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ) στην ακίνητη περιουσία άνω των 300 χιλ. ευρώ ταυτόχρονα με τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων και, αφετέρου, από την επιβολή της φορολογίας επί των ακινήτων με βάση αντικειμενικές αξίες που στις περισσότερες περιπτώσεις υπερβαίνουν σήμερα κατά πολύ τις πραγματικές αξίες αυτών των ακινήτων.

Όπως σημειώνεται στην ανάλυση, είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο από την νέα τεράστια πτώση των επενδύσεων σε ακίνητα (που οφείλεται κατά κύριο λόγο στις φορολογικές στρεβλώσεις που προαναφέρθηκαν), εκτιμάται αφαιρέθηκαν από τη μεταβολή του ΑΕΠ σε ετήσια βάση -1,26 ποσοστιαίες μονάδες στο πρώτο τρίμηνο2014 και περί τις -0,8 ποσοστιαίες μονάδες στο δεύτερο τρίμηνο 2014.

Στο σημείο αυτό οι αναλυτές υποστηρίζουν πως αν είχε σταματήσει έγκαιρα η «παράλογη» πτώση της αγοράς ακινήτων, με την από καιρό αναμενόμενη εκλογίκευση της υπέρμετρα υψηλής έως το 2013 φορολογίας επί των ακινήτων, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα ήταν γεγονός ήδη από το πρώτο τρίμηνο 2014 με εξαιρετικά ευνοϊκές επιπτώσεις στην αύξηση της απασχόλησης και επίσης στην αύξηση των φορολογικών εσόδων της χώρας.

Θέλοντας να καταδείξουν ότι τα όποια έσοδα ενδεχομένως έχουν βεβαιωθεί για το 2014 από τον ΦΑΠ σε μικρό ποσοστό μπορεί να εισπραχθούν, μετά από την περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων στην ελληνική οικονομία και την ταυτόχρονη υπερ-φορολόγηση επί πέντε συνεχόμενα έτη, οι αναλυτές της τράπεζας έφεραν το ακόλουθο παράδειγμα:

Από ένα οικόπεδο 2 στρεμμάτων μεγάλης αντικειμενικής αξίας, στο οποίο έως το 2013 δεν επιβαλλόταν καν φόρος ακινήτων, θα μπορούσε πράγματι να εισπραχθεί σχετικά ανώδυνα ο ΕΝΦΙΑ που προσδιορίστηκε στις 5,2 χιλ. ευρώ. Είναι, ωστόσο, πραγματικά εκτός λογικής να υποθέσει κανείς ότι ο ιδιοκτήτης αυτού του οικοπέδου θα πληρώνει από εδώ και πέρα όχι μόνο τις 5,2 χιλ. ευρώ ετησίως που του προκύπτουν από τον ΕΝΦΙΑ αλλά και επιπλέον 28 χιλ. ευρώ ετησίως που προκύπτουν από τον ΦΑΠ.

Η ανωτέρω φορολογική επιβάρυνση βασίζεται στην υπόθεση ότι η αντικειμενική αξία του ακινήτου διαμορφώνεται περί τα 2,8 εκατ. ευρώ, ωστόσο η τιμή στην οποία θα μπορούσε να πουληθεί το ανωτέρω οικόπεδο χωρίς την ετήσια επιβάρυνσή του από τον ΦΑΠ πιθανότατα δεν ξεπερνά τα 1,5 εκατ. ευρώ, ενώ μετά την ανωτέρω εξωπραγματική φορολογική επιβάρυνση του ιδιοκτήτη μέσω του ΦΑΠ η τιμή πώλησής του φυσιολογικά δεν θα υπερβαίνει τις 500 χιλ. ευρώ.

«Διότι ποιος λογικός επενδυτής θα αγόραζε ένα οικόπεδο (χωρίς απόδοση) που θα του στοίχιζε μόνο για τον ΦΑΠ και τον ΕΝΦΙΑ 332 χιλ. ευρώ στα επόμενα 10 χρόνια;», σημειώνεται στην ανάλυση και υπογραμμίζεται πως φόροι τέτοιου είδους ως είναι φυσικό, αντιστρατεύονται την πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση για προσέλκυση επενδύσεων σε κατοικία στην Ελλάδα από υπηκόους τρίτων χωρών.

Σύμφωνα με την Alpha είναι εμφανές ότι η κυριότερη επίπτωση από την επιβολή του ΦΑΠ επιπλέον του ΕΝΦΙΑ στις σημερινές αντικειμενικές αξίες είναι ο μηδενισμός των συναλλαγών και των επενδύσεων στην αγορά ακινήτων που ήδη καταγράφεται από τα στοιχεία. Ο ιδιοκτήτης του ακινήτου δεν πρόκειται να το πουλήσει κάτω από το ¼ της πραγματικής του αξίας, ενώ ο ενδεχόμενος αγοραστής του ακινήτου δεν πρόκειται να δώσει περισσότερα για την αγορά του με την ταυτόχρονη ανάληψη μιας εξωπραγματικής φορολογικής υποχρέωσης.

«Έχουμε σήμερα αποκαταστήσει όλες τις προοπτικές για την ανάκαμψη της οικονομίας μας και για την έξοδο από την κρίση και απειλούμε την προοπτική αυτής της ανάκαμψης με ένα φορολογικό μέτρο, τον συμπληρωματικό φόρο ή ΦΑΠ, που στην πραγματικότητα συμβάλλει στη μείωση των φορολογικών εσόδων αντί για την επιδιωκόμενη αύξησή τους», αναφέρει η ανάλυση της Alpha Bank .

Τέλος, υπογραμμίζεται πως η προτεινόμενη δήθεν ελάφρυνση του φορολογικού βάρους με την επιμήκυνση της περιόδου πληρωμής του φόρου αποφέρει αντίθετα αποτελέσματα καθώς το μόνο που εξασφαλίζει είναι ότι η φορολογική υποχρέωση το 2015 θα είναι πολύ μεγαλύτερη.

Πηγή: newsbeast.gr