Σάββατο κι απόβραδο!

Βασίλης Σκουντής Βασίλης Σκουντής
Σάββατο κι απόβραδο!
Η αυλαία της Basket League ανοίγει σήμερα και ο Βασίλης Σκουντής προσπαθεί επί ματαίω να ταξινομήσει τις σκέψεις του για το πρωτάθλημα, που (πρέπει να) είναι το πρωτάθλημα μας...

Θυμάμαι πριν από χρόνια και ζαμάνια, που τέτοια εποχή στα αντίστοιχα αφιερώματα των εφημερίδων έβγαινε ο Φαίδων Ματθαίου να παριστάνει τη φωνή της εθνικής μπασκετικής συνείδησης μας και να διαλαλεί με τη βροντώδη φωνή του...

«Βρε μασκαράδες, το πρωτάθλημα είναι πρωτάθλημα»!

Ναι, πράγματι, τότε το πρωτάθλημα ήταν πρωτάθλημα και όσο απλοϊκή ή αυτονόητη ηχεί σήμερα στ’ αυτιά μας αυτή η κουβέντα, τόσο νόημα είχε τότε που οι ελληνικές ομάδες δεν μπορούσαν να δουν όχι τον θρόνο της Ευρωλίγκας, αλλά ούτε καν την... τύφλα τους!

Τώρα βεβαίως τα κόζα άλλαξαν και δεν ξέρω εάν και κατά πόσο ισχύει το παλιό τσιτάτο του «Πατριάρχη», με το οποίο ήθελε να τονίσει τη σημασία του πρωταθλήματος και να υπογραμμίσει τα ιδιαίτερα στοιχεία του...

Τα γράφω όλα αυτά, διότι με την Ευρωλίγκα να διευρύνεται, να αναβαθμίζεται, να συρρικνώνει τους εταίρους της, αλλά ταυτοχρόνως να γιγαντώνει τον αριθμό των αγώνων και να τάζει λαγούς με πετραχήλια για το παρόν και το μέλλον, το πρωτάθλημα δεν είναι πρωτάθλημα!

Δεν είναι πρώτα απ’ όλα εκ της φύσεως της Ευρωλίγκας, καθότι με τα εγγυημένα συμβόλαια, ακόμη και αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και μπει σφήνα μια ομάδα ανάμεσα στους δυο συνήθεις υπόπτους, η ακόμη και αν καταφέρει να τους κλέψει τα σκήπτρα, πάλι με τον Πατρίκ θα νταλαβερίζεται και όχι με τον Τζόρντι!

Με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Basketball Champions League (Πατρίκ) Κομνηνό, εννοώ και όχι με τον ομόλογο του της Ευρωλίγκας (Τζόρντι) Μπερτομέου...

Αυτό το γνωρίζουν καλά ο (Μάκης) Αγγελόπουλος, ο Λάσκαρης και ο Πρέλεβιτς, αλλά το γνωρίζει ακόμη καλύτερα ο Αρης Βωβός-καλή του ώρα, όπου κι αν βρίσκεται-από το 2004 όταν το... Μαρουσάκι, μολονότι έπαιξε στον τελικό του πρωταθλήματος και θεωρητικώς δικαιούνταν να παίξει στην Ευρωλίγκα, βολεύθηκε με τον Μακεδονικό, τη Σολέ, τη Χρόνιγκεν, την Οστάνδη και τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις!

Αυτά είναι τα κουμπιά της Αλέξαινας (των εγγυημένων συμβολαίων), που λέει και η μάνα μου, ωστόσο υπάρχει ελπίς: υπάρχει στο βάθος, υπό την έννοια ότι τα πρώτα δέκα χρόνια (όσο δηλαδή ισχύει η δέσμευση των ομάδων με το διευθυντήριο της Βαρκελώνης) είναι δύσκολα!

Αλλά γαμώ το μου νιώθω άσχημα και ενοχικά για τη γκρίνια μου. Κανονικά θα έπρεπε να νιώθω όμορφα και (όπως όλα τα χρόνια) να μπανιαρίζομαι, να ξυρίζομαι, να χτενίζομαι, να φοράω τα καλά μου και να ετοιμάζομαι για τη σημερινή πρεμιέρα.

Το εννοώ αυτό και επειδή ακόμη και στα 53 μου είμαι υποχόνδριος και κολλημένος στις παλιές συνήθειες μου, νοσταλγώ στ’ αλήθεια τις πρεμιέρες, αλλά και κάθε, μα κάθε Σάββατο της παλιάς εποχής...

Ναι το Σάββατο που ως επί το πλείστον ήταν η ακραιφνής ημέρα του μπάσκετ, ενώ η Κυριακή ήταν αφιερωμένη στο ποδόσφαιρο και όλοι μπορούσαν να κάνουν τους λογαριασμούς και τα κουμάντα τους. Είχα βεβαίως και κάποιες Κυριακάδες το πρόγραμμα, που ήταν αναπόδραστες, διότι οι ομάδες της Αθήνας ανέβαιναν στη Θεσσαλονίκη και εκείνες της Θεσσαλονίκης κατέβαιναν στην Αθήνα και (για λόγους οικονομίας) έπαιζαν δυο κολλητά ματς...

Τούτου δοθέντος ο μπαγάσας ο Γκάλης κατάφερε μέσα σε ένα τέτοιο Σαββατοκύριακο να φύγει από την Αθήνα έχοντας βάλει (κόντρα σε ΑΕΚ και Έσπερο, θαρρώ) μια κατοστάρα πόντους!

Τριάντα πέντε χρόνια αργότερα χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Ο ΕΣΑΚΕ βγάζει πρόγραμμα με το... σταγονόμετρο και προς επίρρωσιν τούτου σημειώνω ότι αυτή τη στιγμή ξέρουμε μονάχα τι θα συμβεί στις πρώτες τέσσερις αγωνιστικές, ενώ παλαιότερα γνωρίζαμε χαρτί και καλαμάρι τη ροή και των 26 αγωνιστικών μόλις τελείωνε η κλήρωση και ο Κώστας Σιμωνίδης έβγαζε τα αντίτυπα στον παλιό πολύγραφο της ΕΟΚ!

Τα κρατώ αυτά τα αντίγραφα κιτρινισμένα και σκοροφαγωμένα στο αρχείο μου και δηλώνω τιμίως και ειλικρινώς πως όποτε τα ανασύρω (για να αντλήσω κάποια πληροφορία) παθαίνω μια ψυχολογία, κατά πως έλεγε και ο Μπιθικώτσης: τα κοζάρω για ώρα, χαϊδεύω τρυφερά το σκληρό χαρτί, βλέπω τα σκορ γραμμένα με στυλό δίπλα στο τυπωμένο πρόγραμμα των αγώνων και συγκινούμαι, που να πάρει η οργή...

Φοβάμαι κιόλας πως κάποια φορά ώρα θα μου φύγει ένα δάκρυ και θα μείνει αποτυπωμένο πάνω στο πρόγραμμα, σαν αυτό (το δάκρυ) που για κάποιον άγνωστο και μυστηριώδη λόγο είναι εμφανές πάνω στο αυθεντικό κείμενο που δακτυλογράφησε εκείνη την κρύα νύχτα του Δεκεμβρίου του 1891 στο δωμάτιο του στο πανεπιστήμιο του Σπρίνγκφιλντ ο Τζέημς Ναίσμιθ και περιλαμβάνει τους πρώτους 13 κανονισμούς του αθλήματος της καλαθοσφαιρίσεως.

Έγραψα πιο πάνω για τον Μπιθικώτση μα εδώ θαρρώ πως ταιριάζει περισσότερο (για να ντύσει την ιστοριούλα μου) η φωνή της Χαρούλας Αλεξίου πάνω στους στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου και στη μουσική του Γιάννη Σπανού...

Σάββατο κι απόβραδο και ασετιλίνη, στην Αριστοτέλους που γερνάς, έβγαζα απ’ τις τσέπες μου φλούδες μανταρίνι
σου `ριχνα στα μάτια να πονάς...

Ναι σας λέω! Σάββατο κι απόβραδο που όλοι οι τότε νεαροί και σημερινοί πενηντάρηδες που είχαμε προσηλυτισθεί στην μπασκετική «μασονία» δεν γερνάγαμε ακόμα, μα γυρνάγαμε στα πέριξ της οδού Αριστοτέλους και δη στην κοντινή (οδό) Μαυρομματαίων απ’ όπου συχνά άρχιζε ή ολοκληρωνόταν η περιφορά της κιβωτού μας.

Καφές, ένα ποτό ή ακόμη και βραδινό φαγητό στο εντευκτήριο του Πανελληνίου, πολλή κουβενταρία και πλάκα με τους συχωρεμένους Ηλία Βλαβάκη και Κώστα Τσαπόγα (που σαν τον Λούκι Λουκ είχε διαρκώς και μάλιστα δαγκωμένο στο στόμα του ένα τσιγάρο), τουμπεκί για να ακούσουμε τις διαλέξεις του Νίκου Αλέφαντου, ύστερα κουτσομπολιό στο περιβόητο δίχτυ πίσω από την κάτω μπασκέτα και πάει λέγοντας..

Εάν αυτός ήταν ο πρώτος σταθμός (για το ματς που έδειχνε η τηλεόραση στις 4.15 και από το ’85 και πέρα μπορεί κιόλας να το μετέδιδε η ταπεινότης μου), τις περισσότερες φορές ακολουθούσαν άλλοι δυο, εφόσον βόλευαν οι ώρες, μηδέ της Β’ Εθνικής (ή αργότερα της Α2)/ εξαιρουμένης και συνήθως αυτές οι ωραίες μπασκετικές βενγκέρες εξελίσσονταν σε παννυχίδες στου «Βαλέσα», στην πλατεία Ανοίξεως της Νέας Σμύρνης!

Θεός σχωρέστον κι αυτόν...

Εκεί άκουσα ένα Σάββατο βράδυ μετά από κάποιον αγώνα του Πανιωνίου τον συχωρεμένο τον Αντρέα Βαρίκα να λέει ότι ο «Μάτζικ Τζόνσον είναι ο (ΣΣ: ψηλός, σκληρός και άτεχνος πλέι μέικερ του Περιστερίου) Καττής του ΝΒΑ» . Εκεί είδα και τρόμαξα με τον Φάνη που καταβρόχθισε ακόμη και τα κάρβουνα της ψησταριάς! Εκεί ιερουργούσε ο Βούδας (Μάκης Δενδρινός) καπνίζοντας το ένα μετά το άλλο τα άφιλτρα Pall Mall και τον ακούγαμε σαν να ήταν στ’ αλήθεια ο Βούδας...

Λίγο πιο βόρεια, πάνω στη Μιχαλακοπούλου, στο σαλόνι του «Golden Age» κάθε δεύτερο ξημέρωμα Σαββάτου ιερουργούσε και μάλιστα σε πολύ πιο έντονο ύφος ένας άλλος Βούδας, ο Γιάννης Ιωαννίδης, που μας μάζευε όποτε ερχόταν ο Αρης για να παίξει στην Αθήνα και έκανε κήρυγμα, εξ ου και η ατάκα του Στιβ Γιατζόγλου...

«Πηγαίνετε εκεί και χάσκετε λες και μιλάει ο Βούδας»!

Ο Βούδας ή μήπως ο... Μιχαλολιάκος, ρε Στιβ;

Μ’ αυτά και μ’ αυτά πέρναγαν οι Παρασκευές και τα Σάββατα. Την Κυριακή το πρωί το πρόγραμμα είχε κάτι σε γυναίκες, τη Δευτέρα το βράδυ ομηρικές μάχες στην Α’ Κέντρου και η ζωή συνεχιζόταν αμέριμνα και ανέμελα...

Από το 1978 που ψωνίστηκα με το μπάσκετ ως χόμπι που έγινε επάγγελμα και κατάντησε ψύχωση, έχασα μόνο μια πρεμιέρα: εννοώ ότι μόνο μια φορά δεν ήμουν σε γήπεδο ανήμερα της έναρξης κι αυτό για λόγους ανωτέρας βίας, επειδή το ’86 άργησα να πάω διακοπές (λόγω του Μουντομπάσκετ και του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος υγρού στίβου), έμεινα στο χωριό μου μέχρι ν’ ανοίξουν τα πρώτα ρακοκάζανα και φεύγοντας για να μπω στο καράβι στο Ρέθυμνο και να γυρίσω πίσω τσούρησα με το αυτοκίνητο σε έναν γκρεμό!

Ευτυχώς κρατήθηκα πάνω σε μια ελιά σαν τον Λουί ντε Φινές σε μια ταινία και δεν έπαθα ούτε γρατσουνιά, αλλά μέχρι να με ανακαλύψουν και να με ...εξορύξουν πέρασε ώρα και δεν πρόλαβα να γυρίσω και να βρεθώ στο μπασκετικό στασίδι μου!

Τριάντα χρόνια αργότερα θα ‘θελα πάλι σήμερα να κάνω μια τέτοια βόλτα: δεν εννοώ τη βόλτα στο γκρεμό, αλλά τη βόλτα από γήπεδο σε γήπεδο και όλη αυτή την ιεροτελεστία που ακολουθούσαμε με θρησκευτική ευλάβεια και σημάδεψε τα χρόνια της νιότης και της αθωότητας μας...

Θα ‘θελα, μα δε γίνεται. Και άντε μαζευτήκαμε για ένα τέτοιο νοσταλγικό reunion οι δημοσιογραφικοί γαβριάδες εκείνης της εποχής, ποια περιφορά να κάνουμε; Άντε και πήγαμε στο Λαύριο (Λαύριο-Κύμη), ύστερα πώς να προλάβεις να κάνεις εξήντα τόσα χιλιόμετρα για να γυρίσεις στον... πολιτισμό και να πάρεις μια τζούρα από Παναθηναϊκό-Προμηθέα;

Ελα μου ντε!

Ελπίζω να μην παρεξηγηθώ ότι τάχα υπονοώ πως το ΟΑΚΑ έχει πολιτισμό, ενώ στη Λαυρεωτική ζουν πρωτόγονοι! Το γράφω αυτό απλώς και μόνο για να καταδείξω τις αντικειμενικές δυσκολίες του live, οπότε βάλε τη μια τη ΝΟVA και την άλλη τον OTE TV και βολέψου!

Γλιτώνεις κιόλας τα έξοδα της βενζίνης και τα διόδια της Αττικής οδού και συν τοις άλλοις έχεις και σφαιρική άποψη των δρωμένων από τις τηλεοπτικές συνδέσεις.

Αυτά που ξέραμε και θυμόμαστε, να τα ξεχάσουμε αυθωρεί και παραχρήμα. Κάποτε όλο το πρωτάθλημα παιζόταν μεταξύ Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ύστερα μπήκαν στο χάρτη η Πάτρα, η Λάρισα, η Κατερίνη, ο Βόλος. Τώρα στο πρωτάθλημα που αρχίζει σήμερα υπάρχουν τρεις ομάδες του λεγόμενου κέντρου (Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ), μία... συννυφάδα τους (Λαύριο) που για να της μιλήσεις στο τηλέφωνο βάζεις υπεραστικό πρόθεμα και για να την επισκεφτείς θα φας ένα δίωρο στο πήγαινε -έλα, δυο στην μπασκετομάνα Θεσσαλονίκη (Αρης, ΠΑΟΚ) και οκτώ στα πέριξ.

Το ότι Ελλάδα δεν είναι μόνο (και καλώς συμβαίνει αυτό) η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη το ξέραμε. Το ότι η Ελλάδα του μπάσκετ θα εκτεινόταν από το Ρέθυμνο μέχρι την Πάτρα-1, από την Πάτρα-2 μέχρι τα Τρίκαλα, από την Αμαλιάδα μέχρι την Κύμη και από την Λευκάδα μέχρι τη Ρόδο, ε, αυτό είναι απ’ τ’ άγραφα. Αυτό δεν θα το φανταζόταν ούτε ο... Ελευθέριος Βενιζέλος ο οποίος το1920, μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών ευαγγελιζόταν την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών»!

Αλλά καλύτερα έτσι παρά αλλιώς. Καλύτερα να ακούμε το μπίστιγμα της σπυριάρας καθ’ άπασαν την ελληνικήν επικράτειαν, παρά να στριμώχνονται οι μισές ομάδες μέσα σε ένα οικοδομικό τετράγωνο, που λέει ο λόγος, όπως συνέβαινε όταν έπαιζαν μαζί το Παγκράτι, η Δάφνη, ο Πανιώνιος, ο Μίλωνας και οι λοιποί γείτονες...

Αχ αυτά τα Σάββατα λοιπόν, που ν’ τα να σε χαρώ καρδιά μου! Εδώ και κάμποσα χρόνια με τον γιγαντισμό αλλά και τον ταυτόχρονο κατακερματισμό των ευρωπαϊκών διοργανώσεων χάθηκε η μπάλα! Το πρωτάθλημα εκτείνεται από το Σάββατο έως τη Δευτέρα, στο καπάκι παίζουν το Basketball Champions League και το Eurocup και ενώ κάποτε το Κύπελλο Πρωταθλητριών διεξαγόταν τις Πέμπτες, εδώ και τρία χρόνια έγιναν ρεζερβέ και οι Παρασκευές, χώρια που πέντε εβδομάδες σε αυτή τη σεζόν οι 16 εταίροι της Ευρωλίγκας θα βαράνε διπλοβάρδιες, αγκαζάροντας τις Τρίτες και τις Τετάρτες!

Διάβολε, ενώ κοτζάμ Πανάγαθος κατάφερε να δημιουργήσει ολόκληρο κόσμο μέσα σε επτά ημέρες, ετούτες της μπασκετικής κοσμογονίας της πέφτουν λίγες!

Και μ’ αυτά και μ’ αυτά, χάσαμε και εκείνη τη μαγεία που εξέπεμπαν οι άγιες Πέμπτες της δεκαετίας του ’80, με τις τηλεοπτικές μεταδόσεις των αγώνων του Αρη, που ανάγκαζαν τους θεατρώνες να κατεβάζουν τα ρολά, τους επιχειρηματίες της εστίασης να βαράνε μύγες και τους δρόμους απανταχού της Ελλάδας να είναι τόσο άδειοι ώστε να πιστεύει κανείς πως συντελέσθηκε πυρηνική καταστροφή από την οποία δεν γλίτωσαν ούτε οι κατσαρίδες!

Θα ‘θελα πολύ πίσω τις ρουφιάνες τις Πέμπτες μου και θα ‘θελα επίσης πίσω τα Σάββατα μου, αλλά ποιος τα ‘ χασε για να τα βρω εγώ ο καψερός...

Κατόπιν όλων αυτών, πάω τώρα να κάνω ένα μπάνιο, να ρίξω μια ξούρα, να βάλω τα καλά μου και να τραβήξω κατά Λαύριο μεριά, διότι (όπως έλεγε και ο Ματθαίου), το πρωτάθλημα είναι πρωτάθλημα!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σκουντής
Βασίλης Σκουντής

H φήμη ότι βγήκε από την κοιλιά της μάνας του κρατώντας ένα στυλό κι ένα χαρτί ελέγχεται ως εντελώς αναληθής. Αντιθέτως είναι περίπου… αληθής η φήμη ότι στην πρώτη έκθεση του στο δημοτικό έβαλε τίτλο, υπότιτλο, φωτογραφία, λεζάντα και έδωσε χαρακτηρισμό γραμματοσειράς!
Τα νομικά βιβλία του Σάκουλα ενέμειναν απλώς στο ράφι, αλλά στις… σακούλες. Ο προορισμός υπήρξε μοιραίος και αναπόδραστος. Μετά από 32 χρόνια και με τα μαλλιά του να έχουν από ετών προτιμήσει την ταπείνωση από το θάνατο, ο Βασίλης Σκουντής ταλαιπωρεί τους γύρω του και τον εαυτό του, επιμένοντας να γράφει, άλλωστε είναι το μόνο που έμαθε να κάνει (πιστεύει καλά, αλλά κι αυτό παίζεται!) στη ζωή του. Αν και ενίοτε παρασπονδεί, εν τούτοις στις φλέβες του τρέχει πάντοτε πορτοκαλί αίμα, θεωρεί τον εαυτό του απόγονο του Homo Βasketikus και (περπατώντας στην πέμπτη δεκαετία της ενασχόλησης του με τη δημοσιογραφία) γουστάρει που ακόμη δεν βαρέθηκε να κάνει το χόμπι του!

ΥΓ: Αν μετά από τόσα χρόνια δεν τον βαρεθήκατε, εκτός από το gazzetta.gr μπορείτε να τον υποφέρετε ακόμη καθημερινά στο Goal News και στον Sentra FM 103.3