Πήρε αυτό που άξιζε...

Πήρε αυτό που άξιζε...

Πήρε αυτό που άξιζε...
Ο Γιάννης Ντεντόπουλος επιμένει ότι ο Παναθηναϊκός δοκιμάζεται περισσότερο από την συσσωρευμένη απογοήτευση μετά τις πέντε συνεχόμενες απουσίες του από τα final4, παρά από την άσχημη γεύση που του άφησε ο τρόπος που αποκλείστηκε από την ανώτερη Φενέρμπαχτσε.

Παίξε νόμιμα στην Sportingbet με επιστροφή στοιχήματος στο Εφές – Ολυμπιακός αν ο Σπανούλης σκοράρει τουλάχιστον 15 πόντους (21+).

Η απογοήτευση είναι σαν την κούραση: δρα συσωρευτικά.Οι συναισθηματικές αντιδράσεις μετά από την «σκούπα» από την Φενέρμπαχτσε, δεν αφορούν σε αυτόν καθεαυτό τον αποκλεισμό, από μια ομάδα η οποία κατά γενική ομολογία, όπως άλλωστε παραδέχθηκε ο ίδιος ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος, ήταν καλύτερη και προκρίθηκε δίκαια. Περισσότερο έχει να κάνει γιατί ήταν ο πέμπτος συνεχόμενος, για μια ομάδα που είχε μάθει αλλιώς και δεν δέχεται ότι τα δεδομένα είναι πια διαφορετικά.

Αν εξετάσουμε μεμονωμένα τη φετινή πορεία, ο τελικός απολογισμός στην Ευρώπη, ήταν πολύ καλύτερος από εκείνον της ομάδας του 2008 και του 2010, η οποία με ( πάρα) πολύ μεγαλύτερο μπάτζετ, προπονητή τον κορυφαίο Ομπράντοβιτς και συνεργάτη του τον Ιτούδη, δεν προκρίθηκε καν στα play offs της διοργάνωσης. Παρ’ όλα αυτά η -μεταξύ άλλων- κατάκτηση των τίτλων που είχαν προηγηθεί, το 2007 στην Αθήνα και το 2009 στο Βερολίνο όχι απλά σκέπασε την στενοχώρια αλλά απορρόφησε και τον οποιοδήποτε κραδασμό, λειτουργώντας ως αφορμή συσπείρωσης. Αυτό στο οποίο λοιπόν μπορούμε να συμφωνήσουμε είναι ότι ενώ το (εκάστοτε) αποτέλεσμα είναι αντικειμενικό , βιώνεται υποκειμενικά.

Από την άλλη, είναι δεδομένο πως όταν τελειώνει μια διαδρομή, ισχύει ό,τι και με το φαγητό: σου μένει η γεύση από αυτό που έφαγες τελευταίο. Και στον Παναθηναϊκό Superfoods, έμεινε η πικρή γεύση , που συνοδεύεται από την ρετσινιά ότι έγινε η πρώτη ομάδα της ιστορίας που «σκουπίστηκε» παρότι μπήκε στη σειρά με πλεονέκτημα έδρας. Πώς χαρακτήρισε την τελευταία εμφάνισή του ο Καλάθης; Αυτή ακριβώς (η γεύση).

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, είναι ικανός να φτάσει κανείς στο σημείο να ισχυριστεί ότι καλύτερα θα ήταν να είχε μείνει πέμπτος κι ας έπαιζε με την Φενέρ με μειονέκτημα έδρας, οπότε ακόμη το ίδιο αποτέλεσμα θα του ερχόταν πιο μαλακά. Ή ακόμη να μην είχε προκριθεί καν στα play off οπότε δεν θα διακινδύνευε να υποστεί τίποτα απ’ όλα αυτά. Υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ότι τα πράγματα είναι «άσπρο» ή «μαύρο» και δεν υπάρχουν αποχρώσεις, ειδικά όταν πρόκειται για πρωταθλητισμό υψηλού επιπέδου, στον οποίο παίζει και ο αντίπαλος.

Μέσα από αυτό το πρίσμα, ο Τσάβι Πασκουάλ (και ο κάθε …Τσάβι Πασκουάλ) , θα έχει μόνο μια τύχη να κερδίσει την εμπιστοσύνη των οπαδών της ομάδας: να κατακτήσει την Euroleague με την πρώτη και όχι να έχει την ευκαιρία να κριθεί κάτω από πιο φυσιολογικές συνθήκες. Δηλαδή, μετά από την επόμενη σεζόν, που θα έχει την δυνατότητα να στελεχώσει την ομάδα με επιλογές της αποκλειστικά δικής του ευθύνης και αφού πρώτα την έχει υποβάλει στην προετοιμασία που θέλει αυτός. Θέλουμε δεν θέλουμε, το άλλοθι ότι ανέλαβε ενώ είχε ξεκινήσει η διαδρομή, είναι υπαρκτό και ίσχυσε πέρυσι και για τον Πεδουλάκη. Το ίδιο ισχύει και για κάποιους από τους παίκτες, οι οποίοι έχουν στοχοποιηθεί γιατί κάποιος πρέπει , ντε και καλά να φορτωθεί το ανάθεμα και να πάρει την ατομική ευθύνη, σε ένα άθλημα που είναι ομαδικό.

Κάνοντας λοιπόν ένα πολύ πρόχειρο απολογισμό, το προφανές είναι ότι ο Παναθηναϊκός, από την φετινή του συμμετοχή, πήρε αυτό που του άξιζε , με βάση το νέο format της διοργάνωσης και τις συγκυρίες που πάντα παίζουν το ρόλο τους. Κανείς δεν τον εμπόδισε να αρπάξει την 4η θέση και το πλεονέκτημα έδρας, πρώτα από την Μπασκόνια (με νίκη στην Βιτόρια) και μετά από την Φενέρμπαχτσε, η οποία πλήρωσε το μικρό rotation που έχει και την κατέστησε ευάλωτη σε φυσιολογικού επιπέδου, για μαραθώνιο 30 αγωνιστικών συν ένα τόσο σκληρό τουρκικό πρωτάθλημα, τραυματισμούς. Όπως κανείς δεν του φταίει που , στο πρώτο ματς των play offs, μέσα σε πέντε λεπτά έχασε μια διαφορά 16 πόντων σε μια φάση που έδειχνε να έχει την κατάσταση στα χέρια του. Από την στιγμή που έχασε δυο φορές στο ΟΑΚΑ, όπου η Φενέρ σούταρε συνολικά και στα δυο ματς 11 βολές (4+7) έναντι 37 δικών του, πώς είχε την απαίτηση να νικήσει στην “Ulker Arena” ή να επικαλείται το γεγονός ότι η τουρκική ομάδα στην έδρα της εκτέλεσε , σε ένα μόνο παιχνίδι 27 βολές (έναντι 15 δικών του); Δεν μπορεί στη μία περίπτωση να λαμβάνεται ως μέτρο αδικίας και στην άλλη όχι.

Τουλάχιστον , στην σειρά της ΤΣΣΚΑ με την Μπασκόνια, αν απομονώσουμε τις φάσεις των τελευταίων δευτερολέπτων, είναι πασιφανές ότι στο μεν δεύτερο παιχνίδι στη Μόσχα το καθαρό φάουλ που έγινε στον Χάϊνς, σφυρίχτηκε αβίαστα στο 1.1 πριν το φινάλε του δεύτερου αγώνα και έκρινε την αναμέτρηση, το δε καθαρότατο φάουλ που έκανε ο Κουρμπάνοφ πάνω στο τρίποντο του Λάρκιν και θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα , πνίγηκε σαν κουνέλι. Δεν λέμε ότι οι Βάσκοι ήταν καλύτεροι ομάδα και θα άφηναν έξω τους πρωταθλητές Ευρώπης, όμως είναι δεδομένο ότι τους στέρησαν την ευκαιρία να παλέψουν κι άλλο.

Επιστρέφοντας στην σειρά του Παναθηναϊκού με την Φενέρμπαχτσε, πολύ φοβάμαι ότι αν έλεγε κανείς στις ομάδες να ξαναπαίξουν τη σειρά αρχίζοντας από το 0-0 , πολύ λίγα πράγματα θα μπορούσε να αλλάξει ο Πασκουάλ για να αλλάξει την ρότα της. Το βασικό πρόβλημα της μίας ομάδας, του «τριφυλλιού» στην προκειμένη περίπτωση , απέναντι στην άλλη είναι το μπάσκετ που έπαιζε και αυτό είναι κάτι που δεν αλλάζει με διακόπτη, μέσα σε πέντε μέρες, όποια πρόσωπα κι αν ανακάτευε. Ενδεχομένως να έκανε περισσότερα πειράματα , χωρίς όμως εγγυημένο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, στο τελευταίο ματς αισθάνομαι ότι η απόφασή του να μην χρησιμοποιήσει τον Μπουρούση παρά για ελάχιστα λεπτά, ήταν μια ιδέα στην προσπάθειά του να αφαιρέσει από την Φενέρ την δυνατότητα να τον σημαδέψει στο “pick and roll”, όπως έκανε στα προηγούμενα μας, με απόλυτη επιτυχία. Ρίσκαρε. Αποδείχθηκε ότι κέρδισε κάτι στην άμυνα , η οποία δεν ήταν τόσο κακή, αλλά έχασε στην επίθεση που αποδείχθηκε, για μια ακόμη φορά, απέναντι στην συγκεκριμένη άμυνα, μονοδιάστατη και φτωχή.

Από την άλλη, αν ξανάρχιζε η σειρά, ίσως να ήταν πιο φρόνιμο, η ηγεσία του κλαμπ να περίμενε τα παιχνίδια με μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση και να αποφύγει την δημιουργία ενός κλίματος το οποίο αποδείχθηκε ότι γύρισε μπούμερανγκ, αφού το επίπεδο της ομάδας τη δεδομένη στιγμή , δεν άντεξε να σηκώσει. Πολλές φορές η κρίση έρχεται και με βάση τις προσδοκίες που δημιουργείς σε κάποιον που είναι πρόθυμος να τις πιστέψει χωρίς να τις κοσκινίσει. Μια ομάδα που είχε τέσσερα χρόνια σερί να πάει σε final4 , με μόνο έναν πραγματικά καλό μήνα απόδοσης δεν πάει να παίξει με φανφάρες απέναντι στον περσινό φιναλίστ που τυχαίνει να έχει προπονητή τον Ομπράντοβιτς. Ακόμη κι αν πρόκειται για τον «Εξάστερο».

Είναι δεδομένο λοιπόν ότι , ίσως και ο ίδιος ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος, θα επιβαλλόταν να αντιμετωπίσει την σειρά αρχίζοντας από το τέλος: δηλαδή με τον ψύχραιμο και ρεαλιστικό τρόπο που αντιμετώπισε τον αποκλεισμό, θέτοντας ως στόχο το πρωτάθλημα, το οποίο τα δυο τελευταία χρόνια πάει στα χέρια του Ολυμπιακού.

Όσο για τον τρόπο που θα κινηθεί το καλοκαίρι, αυτός πρέπει να είναι ξεκάθαρος. Δεν είναι δυνατόν κάθε χρόνο η (κάθε) ομάδα να διαλύεται με βάση το θυμικό. Ούτε να πηγαίνουν και να έρχονται προπονητές και παίκτες ανάλογα με την εκάστοτε φιλοσοφία που ακούγεται πιο ευχάριστη. Δεν μπορεί , η φετινή πορεία να μην έδειξε ότι έγιναν και πολλές σωστές επιλογές, τηρουμένων των αναλογιών και των οικονομικών δεδομένων της εποχής, ώστε να χρησιμοποιηθούν ως βάση για το επόμενο βήμα. Δεν μπορεί να ζητάει κανείς αποτέλεσμα για να πιστέψει. Πρώτα πρέπει να πιστέψει για να έρθει το αποτέλεσμα.

Παρεμπιπτόντως, θεωρώ ότι ο περισσότερος χρόνος, της τελευταίας πενταετίας, χάθηκε στην προσπάθεια να πειστούμε ότι μια ομάδα που θέλει να ξαναδιεκδικήσει την Euroleague, μπορεί να ξεκινήσει αγοράζοντας 17χρονα παιδιά, με την ψευδαίσθηση ότι έτσι θα δημιουργηθεί ο πάλε ποτέ ασυναγώνιστος ελληνικός κορμός. Είναι μια λογική η οποία στην πράξη έχει αποτύχει για όποιον δεν συμβιβάζεται ότι αν τον ακολουθήσει θα πρέπει να περιμένει ότι θα υποστεί και ήττες. Η μεγαλύτερη απόδειξη είναι ο ίδιος ο Παναθηναϊκός του Ομπράντοβιτς, ο οποίος όλον εκείνον τον ελληνικό κορμό που διέθετε, τον αγόρασε, δεν τον δημιούργησε.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Γιάννης Ντεντόπουλος
Γιάννης Ντεντόπουλος