Το ήθελαν και «έφαγαν» και τους… Τσετσένους!

Gazzetta team
Το ήθελαν και «έφαγαν» και τους… Τσετσένους!

bet365

Ο Γιάννης Σερέτης γράφει στο gazzetta.gr για τα «στημένα», πιστεύοντας πως θα εξελιχθεί σε τεράστια υπόθεση φοροδιαφυγής παρά σε «αθλητική» βρόμικη ιστορία, καθώς ήθελαν από «ψηλά» να προχωρήσει το θέμα.

· Είναι τρελό να πιστεύει κάποιος ότι θα καταδικαστούν όλοι όσοι κατηγορούνται στην υπόθεση με τα στημένα, η οποία πιθανότατα θα εξελιχθεί περισσότερο προς μια τεράστια υπόθεση φοροδιαφυγής παρά σε «αθλητική» βρόμικη ιστορία. Παρατηρώ, όμως, ότι ήδη το κόστος για πολλούς από τους εμπλεκόμενους στους διαλόγους είναι άμεσο και μεγάλο. Ο Μπουρούσης (από… σπόντα) αποχαιρετά, ο Μενδρινός κλήθηκε σε απολογία, οι διαιτητές και οι υπάλληλοι της ΕΠΟ ξηλώθηκαν, ο Μαρινάκης στιγματίζεται «χοντρά» για δεύτερη φορά και πολλοί ζητούν την παραίτησή του, άνθρωποι οι οποίοι ένιωθαν ατρόμητοι, βασιλιάδες, ανέγγιχτοι, που αισθάνονταν ως οι «γ…ω» και δ…ω» (οι πιο έξυπνοι χωρίς να το διαφημίζουν απλώς κάνοντας τη «δουλειά» τους, οι πιο ανόητοι με λεκτικό θράσος), τώρα αντιλαμβάνονται ότι τελικά ορισμένοι απ’ αυτούς που θεωρούσαν μακάκες σε ένα ανυπόληπτο κράτος, τελικά είχαν άντερα.

· Είχαν άντερα, παρότι το περιβάλλον στο οποίο δομήθηκε το σύστημα των στησιμάτων σε συνδυασμό με την προσπάθεια επίδρασης σε ορισμούς διαιτητών και σε παίκτες, δεν είχε μοναδικό πυλώνα του το εύκολο χρήμα που γλυκαίνει τόσο πολύ αυτή την εποχή, είτε πρόκειται για ένα χιλιάρικο είτε για ένα εκατομμύριο. Αλλά στηρίχθηκε και μάλιστα χωρίς να το πάρουν πολλοί χαμπάρι, και στον φόβο για το ξύλο και τα… χειρότερα. Στηρίχθηκε και στον τρόμο για τους… «Τσετσένους και τους Ρώσους» που κάποιος, όπως είχε ακουστεί στις περίφημες κασέτες που πήγαν στο αρχείο, δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει. Στα «πεσίματα» με διαφορετικές μορφές (σε μηχανάκια, αυτοκίνητα, μαγαζιά, φυσούνες) προς διάφορες κατευθύνσεις: παίκτες, διαιτητές, επόπτες, παράγοντες. Το βασίλειο της τρομοκρατίας από τους «εύσωμους κυρίους» δημιουργήθηκε γρήγορα και εύκολα.

· Η πιάτσα είναι πολύ μικρή. Μια κοινωνία χιλίων ανθρώπων πάνω κάτω. Και ο μπαγάσας ο Έλληνας, το στόμα του σπανίως το κρατάει κλειστό. Σχεδόν ό,τι συνέβαινε σ’ αυτό το πεδίο κυκλοφορούσε άμεσα. Κι αν δεν γινόταν γνωστό από τις εφημερίδες, οι οποίες προσπαθούσαν να τα γράψουν χωρίς να «φάνε» αγωγές (τα κανάλια στον… ύπνο τους ασφαλώς, αλλά και ο έντυπος Τύπος έγραφε τα μισά των μισών απ’ όσα μάθαιναν οι δημοσιογράφοι), οι αρμόδιοι, αυτοί που νοιάζονταν, είχαν τρόπο να το «κυκλοφορήσουν».

· Στόχος τους ήταν ένας: να διαχυθεί παντού η οσμή του φόβου - από τις ισχυρότερες. Να καταλάβουν όλοι ότι το σύστημα ήταν μπετόν, πανίσχυρο, αλώβητο. Ότι οι δουλειές θα γίνονταν. Έτσι ή… γιουβέτσι. Με το καλό ή με κάνα κάψιμο, με καμιά φυσούνα, με κάνα μαγκιόρικο τηλεφώνημα για αυτούς που «μασάνε» εύκολα και δεν χρειάζονταν τα… περαιτέρω. Και με πολλές «σπόντες». Με χτυπήματα εδώ και εκεί, προς συμμόρφωση και παραδειγματισμό. Δεν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια, είναι η αλήθεια. Η νίκη ήταν εύκολη. Το «άσε, πού να μπλέξω, το μόνο που δεν θέλω είναι να μπερδεύομαι, έχω οικογένεια», έγινε σλόγκαν στα χείλη πολλών. Το καταλαβαίναμε όσοι μιλούσαμε μαζί τους. Και η ζωή συνεχιζόταν.

· Μέχρι που βρέθηκαν 15-20 άνθρωποι (ούτε τα ονόματα των 10 δεν γνωρίζουμε), που πήραν την εντολή: «προχωρήστε και είμαστε μαζί σας». Είναι αφελές να πιστεύει κάποιος πως ό,τι έχει συμβεί ως τώρα στην υπόθεση και ό,τι θα συμβεί οφείλεται μόνο στο μεράκι, στον επαγγελματισμό και στην ακεραιότητα αυτών των 15-20 ανθρώπων. Εκατοντάδες σελίδες γράφει κάποιος αν καθίσει να καταγράψει τις «χοντρές» υποθέσεις στις οποίες η εκάστοτε κυβέρνηση (και η αστυνομία, τα υπουργεία, οι εισαγγελείς, οι δικαστές κ.ο.κ.) έκαναν τα στραβά μάτια. Ακόμη και σε περιπτώσεις που κάποιο από όλα τα «κομμάτια» (οι εισαγγελείς επί παραδείγματι) είχε λειτουργήσει υποδειγματικά και είχαν φτάσει την έρευνα πριν από το σημείο της απαγγελίας κατηγοριών.

· Ήθελαν από «ψηλά» να προχωρήσει το θέμα. Και όταν λέμε «από ψηλά», δεν εννοούμε ούτε τον Μπιτσαξή ούτε τον Πιλάβιο, οι οποίοι λοιδορήθηκαν πανταχόθεν επειδή έδειχναν έντιμοι αλλά άτολμοι και «λίγοι», μα τελικά (με μεγάλο πλεονέκτημα και όπλο τους την υποτίμησή τους από όλους) το πάλεψαν με τον μοναδικό τρόπο που θα μπορούσε να γίνει: αθόρυβα. Εννοούμε την κυβέρνηση. Και αυτό είναι το πιο τρανταχτό παράδειγμα για το περίφημο «δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω».

· Προ ημερών είχα διαβάσει ότι 14.000 Έλληνες οφείλουν ποσό άνω του ενός εκατ. ευρώ στο κράτος και περισσότεροι από 50.000 ποσό μεταξύ 100.000-1.000.000 ευρώ. Κάντε τους πολλαπλασιασμούς, βάλτε και το «δεν θέλω» και βγάλτε συμπέρασμα. Ας ανοίξουμε όλοι το κεφάλι λίγο περισσότερο με αφορμή αυτή την ιστορία και ας μη σταθούμε μόνο στο αν θα προκύψουν κυρώσεις για τον Ολυμπιακό και τους εμπλεκόμενους!

ΥΓ1. Είμαι πολύ περίεργος να ακούσω τους υποψήφιους για τη διαδοχή του Πιλάβιου αν παραιτηθεί (τώρα που είναι η μεγάλη ευκαιρία του να αναδειχθεί νικητής, αν συνειδητοποιήσει ότι είναι η μεγάλη ευκαιρία του να πει και ένα «άντε γεια» στα τηλεφωνήματα του καθένα, να αξιοποιήσει ακόμη περισσότερο τις διασυνδέσεις και το «πρόσωπο» που έχει σε UEFA και κυβέρνηση). Διαβάζω πολλά δημοσιογραφικά σημειώματα για τα «πρέπει» της παραίτησής του, για τα οποία υπάρχουν αρκετά σοβαρά επιχειρήματα, εφόσον διευθύνει μια προβληματική σε πολλά ζητήματα και εν μέρει διεφθαρμένη όπως αποδεικνύεται ομοσπονδία. Όμως ακόμη δεν έχω διαβάσει ούτε μία πρόταση για τον αντικαταστάτη του. Ούτε μισή! Από κανέναν! Ίσως διότι ορισμένα από τα ονόματα των υποψήφιων που είχαν κυκλοφορήσει από τα Χριστούγεννα στην πιάτσα, ήδη «καίγονται» λόγω της εμπλοκής τους στην υπόθεση. Ίσως διότι κάποια άλλα ονόματα υποψηφίων παραπέμπουν στο… ένδοξο –όχι και τόσο μακρινό– παρελθόν του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ίσως γιατί κάποια άλλα αντανακλούν απευθείας σε «κόκκινο» ορισμό. Και γι’ αυτό ουδείς έχει τα άντερα όχι μόνο να τα γράψει, αλλά και να επιχειρηματολογήσει υπέρ τους. Άντε βρες έντιμο «ψηλό» ή και κοντό τη σήμερον ημέρα για τη συγκεκριμένη θέση… Εγώ, πάντως, αν ήμουν στη θέση του θα είχα παραιτηθεί προ πολλού, δεν θα άντεχα. Όχι όμως τώρα!

ΥΓ2. Από τις 23 Νοεμβρίου του 2009 κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία το πιο επίκαιρο τούτη την εποχή βιβλίο. Ψάξτε το Σκίσε το Manual του Βασίλη Σαμπράκου. Δεν θα σας κουράσει, θα σας εξιτάρει! Η καλύτερη περίληψή του διά χειρός ίσως της κορυφαίας πένας αθλητικογράφου στην Ελλάδα: του Διονύση Βραϊμάκη, όπως την είχε γράψει εκείνες τις ημέρες: «Σε μια εποχή αντιηρωική ένας δημοσιογράφος-Μικρός Ήρωας αποφασίζει να δράσει πέρα από συμβάσεις, αναστολές και νουθεσίες.
Παίρνει, λοιπόν, την πένα του, το μεράκι του για δουλειά, τη σιχασιά του για ό,τι βλέπει και ζει εκ των έσω, ζαλώνεται το μαγνητόφωνο και την τηλεφωνική βεντούζα-κοριό, αφήνει το δημοσιογραφικό του πάθος χωρίς χαλινάρια και κηρύσσει πόλεμο στη διαφθορά του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Πριν φτάσει στην απόφαση για δράση, οι προκλήσεις τον περικυκλώνουν. Πρόεδροι του τάζουν αργομισθίες, ξένοι και Έλληνες μάνατζερ τον πλευρίζουν, κατασκευαστές αποτελεσμάτων τού ζητούν συνεργασία. Εκείνος αρχικά αντιστέκεται και στη συνέχεια αποφασίζει να κολυμπήσει στον βούρκο για να τον γνωρίσει καλά και να τον εξουδετερώσει.

Τι κάνει; Συνεργάζεται με το κύκλωμα και γίνεται ένα γρανάζι του συστήματος διαφθοράς. Με το δημοσιογραφικό του κύρος, τις γνωριμίες και τις προσβάσεις που έχει ως ρεπόρτερ, στήνει παιχνίδια και παράλληλα μαζεύει στοιχεία. Γίνεται συλλέκτης ρύπων, ηχογραφημένων δόλιων συνομιλιών, ένοχων ονομάτων. Στόχος του να τα αποκαλύψει όλα αυτά κάποια στιγμή. Και το κάνει αφού προηγουμένως εξαφανίζεται από προσώπου γης εγκαταλείποντας σπίτι, οικογένεια, φίλους, επάγγελμα.

Ηρωικό; Άκρως: Πραγματικό; Κάτι σαν πραγματικό… Ο Δημήτρης Αλεξάνδρου είναι ο ήρωας-δημοσιογράφος που παίζει το κεφάλι του για να καθαρίσει από την κοπριά το ελληνικό ποδόσφαιρο, και ο Βασίλης Σαμπράκος ο άνθρωπος που τον γέννησε συγγραφικά στο "Σκίσε το manual"».

 

Τελευταία Νέα