Δημήτρης Μητρόπουλος: Τα γυμνά χέρια

Δημήτρης Μητρόπουλος: Τα γυμνά χέρια

Τον αέρα να “σκίζεις” και στον απόηχο της ριπής σου να μένεις και να επιμένεις. Να ταξιδεύεις σε εκείνη τη μουσική, σε αυτές τις νότες που δεν έρχονται στην επιφάνεια με το (μουσικό) αυτί, αλλά με τα χέρια! Ναι, υπάρχουν μελωδίες, ήχοι, σύνολα, που τιθασεύονται με τα χέρια χωρίς να μεσολαβεί οποιαδήποτε επιφάνεια. Η μουσική ξεκινά στο μυαλό και δεν είναι παρά το μήνυμα που έρχεται σε μας ετεροχρονισμένα. Ο μόνος που το συναντά νωρίτερα είναι ο άνθρωπος με τα γυμνά χέρια. Αυτός που δεν χρειάζεται μουσικό όργανο παρά μόνο την επιθυμία του να αγγίξει τον κόσμο. Όχι να τον φτιάξει ξανά, όπως τα παιδιά. Αυτό είναι αδύνατο, αλλά να αφήσει το αποτύπωμα του εκεί που οι δυνάμεις του σύμπαντος συναντιόνται και φτιάχνουν την ύλη για να δημιουργηθούν ζωές, όνειρα, επιτεύγματα υπεράνθρωπα. Ο άνθρωπος με τα γυμνά χέρια θα εξηγήσει το προαιώνιο ερώτημα της ζωής και θα αποκαλύψει τον κρυμμένο σκοπό αυτής: Να ζούμε σκοτώνοντας κάθε όνειρο μας αφού το πραγματοποιήσουμε πρώτα! Όταν γίνει αυτό, όλα καθαρίζουν, ο ουρανός γίνεται απέραντο μουσικό τετράδιο και τα αστέρια παράγουν ήχους, γίνονται νότες και τότε τα γυμνά χέρια συλλαμβάνουν τη γλώσσα του κόσμου που μόνο ένας μουσικός μπορεί να καταλάβει, εξηγήσει. Τα γυμνά χέρια ήταν ελληνικά, ήταν του αξεπέραστου Δημήτρη Μητρόπουλου.

image

Μέτριος μαθητής

Ο διευθυντής ορχήστρας, πιανίστας και συνθέτης Δημήτρης Μητρόπουλος γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1896 (με το παλιό ιουλιανό ημερολόγιο) στην Αθήνα. Γιος του εμπόρου Ιωάννη Μητρόπουλου και της Αγγελικής (οικοκυρά, το γένος Αναγνωστοπούλου), μεγάλωσε στο περιβάλλον μιας μέσης αστικής οικογένειας, πήρε, όμως, καλή μόρφωση χάρις στην ανοιχτόμυαλη και φιλόδοξη μητέρα του. Τρεις από τους προγόνους του ακολούθησαν τον ιερατικό κλάδο. Κανείς δεν ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη μουσική. Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο Αθηνών (μέτριος μαθητής, του πεντέμισι). Γράφτηκε στο Ωδείον Αθηνών το 1910 όπου σπούδασε πιάνο με τον γερμανό πιανίστα Ludwig Wassehoven και ανώτερα θεωρητικά με τον βέλγο συνθέτη, βιολονίστα και διευθυντής ορχήστρας Armand Marsick. Πήρε δίπλωμα πιάνου το 1919 με άριστα παμψηφεί και ιδιαίτερη τιμητική διάκριση για την εξαιρετική επίδοση του. Συνέχισε τις σπουδές του ως υπότροφος του Ωδείου Αθηνών στις Βρυξέλλες (1920-21), όπου πήρε ιδιωτικά μαθήματα σύνθεσης από τον Paul Gibson και οργάνου από τον Alphonse Desmet. Από το 1921 έως το 1924 εργάστηκε ως μουσικός εκγυμναστής και βοηθός του Erich Kleiber στην Κρατική Όπερα του Βερολίνου Unter den Linden. Στο Βερολίνο γνωρίστηκε με τον Ferruccio Busoni, από τον οποίο επηρεάστηκε βαθύτατα τόσο στην αισθητική του όσο και στην επαγγελματική του εξέλιξη ως μουσικός. Σύχναζε στον “κύκλο” του ιταλογερμανού συνθέτη, δεν υπήρξε, όμως, (με τη στενή έννοια) μαθητής του.

image

Πολίτης του κόσμου, μαέστρος του κόσμου!

Η σταδιοδρομία του ως διευθυντής ορχήστρας ξεκινά στην Αθήνα όπου διηύθυνε διαδοχικά την Συμφωνική Ορχήστρα του Ελληνικού Ωδείου (1924-25), τη Συμφωνική του Συλλόγου Συναυλιών (1925-27) και τη Συμφωνική του Ωδείου Αθηνών (1927-1937). Το 1930 πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση στο εξωτερικό με την τριπλή ιδιότητα του μαέστρου, πιανίστα (διηύθυνε το Τρίτο Κοντσέρτο του Σεργέι Προκόφιεφ) και συνθέτη, προσκεκλημένος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου. Ακολούθησαν εμφανίσεις του με τη Γαλλική Ορχήστρα του Παρισιού, τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ακαδημίας της Σάντα Τσετσίλια, την Κρατική Φιλαρμονική της Μόσχας, την Κρατική Φιλαρμονική του Λένινγκραντ, την Ορχήστρα του Θεάτρου της Σκάλας του Μιλάνου, την Ορχήστρα των Συναυλιών Λαμουρέ, κ.α.

Το 1936 πήγε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ όπου διηύθυνε τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστόνης, προσκεκλημένος του μόνιμου διευθυντή της Sergei Kussevitzki. Επανήλθε τον επόμενο χρόνο για να διευθύνει την ίδια ορχήστρα, καθώς και τη Minneapolis Symphony Orchestra, της οποίας διετέλεσε μόνιμος αρχιμουσικός από το 1938 έως το 1949. Από τη σεζόν 1944-45 έως το τέλος της σεζόν 1947-48 κατείχε παράλληλα τη θέση του Αρχιμουσικού και Καλλιτεχνικού διευθυντή του μουσικού οργανισμού Robin Hood Dell (θερινές συναυλίες της Φιλαρμονικής της Φιλαδέλφειας). Το 1949 ανέλαβε ως συνδιευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης και από το 1951 η Φιλαρμονική του ανέθεσε τα καθήκοντα του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή (θα τα ασκήσει ως το 1957). Το 1951 η Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης πραγματοποίησε την πρώτη της μεταπολεμική εμφάνιση στην Ευρώπη με επικεφαλής τον Δημήτρη Μητρόπουλο και τον Bruno Walter. Διηύθυνε τη Φιλαρμονική σε τέσσερις ακόμη περιοδείες της.

image

Όρθιος μέχρι τέλους

Ο Μητρόπουλος έκανε το ντεμπούτο του ως μαέστρος όπερας θεατρικής παράστασης το 1950, στο πλαίσιο του 13ου Μουσικού Μαϊού της Φλωρεντίας , όπου διηύθυνε την “Ηλέκτρα” του Ρ. Στράους. Τον Ιούνιο του 1952 εμφανίστηκε πρώτη φορά στο Θέατρο της Σκάλας του Μιλάνου όπου διηύθυνε την πρώτη -για το θέατρο αυτό- της όπερας “Wozzeck” του Alban Berg. Από τη σεζόν 1953-54 εγκαινίασε τις εμφανίσεις του στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης. Μετά το τέλος της σεζόν 1957-58 μετείχε στη θερινή περιοδεία της σε πόλεις των ΗΠΑ. Για τη σεζόν 1957-58, η θέση του αρχιμουσικού μοιράστηκε ανάμεσα στον Μητρόπουλο και τον Leonard Bernstein. Από τη σεζόν 1958-59 ο Bernstein ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή. Ως το 1960 θα διευθύνει πλέον τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης ως προσκεκλημένος μαέστρος. Από το 1950, και κάθε χρόνο, ταξιδεύει στην Ευρώπη και μετέχει, επικεφαλής της ορχήστρας του ή ως προσκεκλημένος μαέστρος, στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Σάλτσμπουργκ, του Φεστιβάλ Αθηνών, του Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής της Βενετίας, του Μουσικού Μαΐου της Φλωρεντίας, των Διεθνών Μουσικών Εβδομάδων της Λουκέρνης, κ.α. Διευθύνει παραστάσεις όπερας στη Μετροπόλιταν, στη Σκάλα του Μιλάνου, στην Κρατική Όπερα της Βιέννης και σε άλλα λυρικά θέατρα. Δίνει συμφωνικές συναυλίες με ορχήστρες, όπως η Ορχήστρα του Θεάτρου της Σκάλας, η Φιλαρμονική της Βιέννης, η Φιλαρμονική του Βερολίνου, κ.α.

Τέλος του 1952 και αρχές του 1959 υπέστη δύο καρδιακά επεισόδια. Στις 2 Νοεμβρίου του 1960 ήρθε η μοιραία καρδιακή προσβολή πάνω στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, στη διάρκεια της Τρίτης Συμφωνίας του Γκούσταβ Μάλερ. Η σορός του -σύμφωνα με γραπτά εκφρασμένη επιθυμία του- αποτεφρώθηκε. Στις 6 Νοεμβρίου η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Οι αρχές του τόπου και ο λαός αποχαιρέτησαν τον μεγάλο μαέστρο σε μια πένθιμη τελετή που έγινε το απόγευμα στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού.

image

“Ο δημιουργός είναι τραγική μορφή”

Ο Δημήτρης Μητρόπουλος, η προσωπικότητα, η οπτική του γύρω από την τέχνη (του), η κοσμοθεωρία του, διακρίνονται καθαρά στα κείμενα του. Το 1951, στις 10 Ιουνίου, ο Κίμων Λώλος, δημοσίευσε στην εφημερίδα “Ελευθερία” διάλεξη που πραγματοποίησε ο έλληνας μαέστρος στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Παραθέτουμε απόσπασμα του διατηρώντας την ορθογραφία του.

“Ο δημιουργός, ο συνθέτης, είναι τραγική μορφή. Το έργο του δεν είναι ζωντανό αν δεν παιχτεί, αν δεν ερμηνευτή. Η επιτυχία του κρέμεται από την διανοητικότητα, από την αισθαντικότητα του εκτελεστή ή του μαέστρου. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να σκέπτονται και να ενεργούν την ίδια στιγμή. Ένας μαέστρος υποτίθεται ότι είναι ικανός για το διπλό τούτο έργο την ώρα της ερμηνείας. Απ' όση πείρα έχω, μπορώ να πω ότι ο συνθέτης δεν είναι πάντοτε ο κατάλληλος ερμηνευτής του έργου του. Ο συνθέτης είναι τόσο κοντά στο έργο του, τόσο ταυτισμένος μ' αυτό, ώστε να μη μπορεί να γίνει ένας αντικειμενικός εκτελεστής. Πολλές φορές προδίδει το ίδιο του το έργο.

Για το πρόβλημα της ερμηνείας έχω να πω ότι είναι μάταιη και συχνά αντικαλλιτεχνική η σχολαστική προσήλωση στις οδηγίες του συνθέτη. Ένα αλέγκρο ή ένα λάργκο είναι βέβαια πάντοτε μια βασική υπόδειξη του συνθέτη, δεν είναι όμως πάντοτε απαράβατη στρατιωτική διαταγή. Πολλές φορές ή υφή, το ύφος, το καθολικότερο μήνυμα του έργου επιβάλλουν μια κάποια δημιουργική παρέκκλιση. Ο μαέστρος που θέλει να υπηρετήσει και να προβάλει τον πυρήνα πιότερο παρά τα δευτερεύοντα στοιχεία του έργου, κάνει συνειδητά αυτές τις παρεκκλίσεις για χατίρι μιας ολοκληρωμένης και συνθετικής ερμηνείας. Υποτάσσει την ανάλυση στη σύνθεση. Τα χρονικά της μουσικής είναι γεμάτα από παραδείγματα τέτοιων παρεκκλίσεων ακόμη και από τους ίδιους τους συνθέτες. Θυμάμαι τα λόγια του Ρούμπινσταϊν, ότι ο Μπετόβεν συχνά δεν τηρούσε κατά γράμμα τις ίδιες του τις οδηγίες. Ο Μπραμς αυτοσχεδίαζε. Μου έτυχε να παρατηρήσω τον Ραχμάνινωφ ότι δεν σεβάστηκε τις οδηγίες του σε μια σύνθεση του. Α... μου αποκρίθηκε. Η διάθεση μου μού ζητάει να ξεχάσω τις επί μέρους οδηγίες μου.

Η επιθυμία μιας δημιουργικής ερμηνείας κρέμεται από την προσωπικότητα του μαέστρου και από τη φιλοσοφία του, δηλαδή από τη στάση του απέναντι στη ζωή και στα προβλήματα της. Ο πρωταρχικός σκοπός σε μια συναυλία δεν είναι η τελειότητα στην εκτέλεση αλλά η επικοινωνία. Η μετάδοση της ψυχής, του πάθους, του νοήματος κλπ του έργου στο ακροατήριο. Ο μαέστρος δεν είναι μόνος. Είναι διπλά πλαισιωμένος, από την ορχήστρα και από τους ακροατές. Για να δονήσει τους ακροατές με τους κραδασμούς του έργου του, πρέπει πρώτα να δονήσει τα άτομα της ορχήστρας και την ορχήστρα σαν σύνολο. Και δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει αλλιώς παρά μόνο αν κατέβει από το βάθρο του, αν κάνει τους μουσικούς να νοιώσουν ότι δεν είναι δικτάτορας, αλλά απόστολος. Η ερμηνεία είναι έργο ομαδικό, είναι σύμπνοια, δεν είναι έργο σκλάβων στην μπαγκέτα του μαέστρου. [...] Στην ιστορία της μουσικής είχαμε πάντοτε δύο είδη μαέστρων: Το μαέστρο-δικτάτορα και τον μαέστρο-σύντροφο. Προσωπικά προτίμησα πάντοτε να ανήκω στη δεύτερη κατηγορία. Πάσχισα να νιώσω ακόμη και τα σωματικά βάσανα του μουσικού της ορχήστρας”.

image

“Δεν αγνοήθηκε στην εποχή του”

Ο Πάνος Βλάχος, διευθυντής ορχήστρας, αρχιμουσικός της φιλαρμονικής του Δήμου Μάνδρας-Ειδυλλίας και ορχήστρας ωδείου Ι. Συγκελάκη, δέχτηκε να γράψει και να συνεισφέρει στο άρθρο μας για τον Δημήτρη Μητρόπουλο. Τον ευχαριστούμε.

“O Δημήτρης Μητρόπουλος, διευθυντής ορχήστρας, πιανίστας, συνθέτης και παιδαγωγός, δεν ανήκει στις περιπτώσεις εκείνων που αγνοήθηκαν στην εποχή τους· αντίθετα, αναγνωρίστηκε ως ένας από τους κορυφαίους αρχιμουσικούς της γενιάς του και τιμήθηκε με ανώτατες διακρίσεις τόσο από την ελληνική Πολιτεία όσο και από τα σημαντικά μουσικά ιδρύματα της Ευρώπης και της Aμερικής.

Ως γόνος μίας πραγματικά ιερατικής οικογένειας, με μια μητέρα, ιδιαιτέρως ευσεβή, ήταν ως παιδί εξαιρετικά φιλομόναχος. Επισκεπτόταν κοντινά μοναστήρια και ονειρευόταν να γίνει μοναχός. Μερικές φορές η φαντασία του ξεχείλιζε και ο Δημήτρης σχημάτιζε δικά του θρησκευτικά τάγματα έχοντας για μοναχούς τα άλλα παιδιά της γειτονιάς, τελώντας με επιμέλεια αυτοσχέδιες λειτουργίες όλο αφοσίωση και αυταπάρνηση. Άλλες φορές μπορούσε να τον δει κάποιος να κάνει αυτοσχέδια κηρύγματα σε όποιο ακροατήριο ρακένδυτων μπορούσε να συγκεντρώσει. Όταν οι γονείς του έψαχναν το παιδί τους, το πιο πιθανό είναι ότι θα το έβρισκαν ή να συνθέτει μουσική ή να προσεύχεται για τη σωτηρία των ψυχών των φίλων του, της οικογένειάς του ή του ιδίου.

Για τον Δημήτρη Μητρόπουλο τόσο ως διευθυντή Ορχήστρας όσο και ως προσωπικότητα έχουν γραφτεί τα πάντα. Έτσι δεδομένου του ότι για να αναφερθεί κανείς εκτενώς σε μία τόσο μεγάλη προσωπικότητα χρειάζονται εκατοντάδες σελίδες, ενδεικτικά παραθέτω κάποια αποσπάσματα από δικά του κείμενα αλλά και από αδιαμφισβήτητα γεγονότα που έχουν παραθέσει άλλοι από την προσωπική επαφή μαζί του τα οποία εκτιμώ πως περιγράφουν σε κάποιο βαθμό με σαφήνεια σημαντικές πτυχές του χαρακτήρα και των απόψεων του καλλιτέχνη τόσο για την τέχνη του όσο και για τη ζωή”.

(Αλληλογραφία από επιστολή του προς την Κ. Κατσογιάννη, Νέα Υόρκη, 24.3.1953)

O διευθυντής μιας ορχήστρας είναι ο μόνος πνευματικός ηγέτης, που συγχρόνως επιβάλλει τη θέλησή του τη στιγμή της δημιουργίας. Aυτό ασφαλώς του δίνει την εντύπωση πως είναι Θεός, και αυτός είναι ο λόγος που πολλοί μαέστροι διέπραξαν το αμάρτημα να επιτρέψουν στον εαυτό τους την τρομερή αυτή ιδέα. Kαι το τραγικό μέρος αυτής της απόλαυσης είναι ότι η δικτατορία τους είναι εφήμερη και πολύ λίγο απομένει μετά τον θάνατό τους. Προφανώς τίποτε άλλο, παρά μερικές χλωμές ανατυπώσεις σε δίσκους δεν απομένει από τις δημιουργίες τους,οι οποίες εδώ που τα λέμε, δεν είναι καν δικές τους. Aυτοί πάντοτε αναζωογονούν τις ιδέες κάποιου άλλου και απολαμβάνουν αυτή την ηδονή, ενόσω ο πραγματικός δημιουργός, ο συνθέτης, αν είναι καλός απολαμβάνει την αιωνιότητα

(Από συνέντευξη του Δ.Μ. στην εφημερίδα Αθηναϊκά Νέα, 16.9.1937)

Δεν σκέπτομαι να ξαναδιευθύνω την ορχήστρα στο ύπαιθρο. H κίνηση αυτή είναι ένας συνδυασμός πολλών διαφορετικών πραγμάτων: καλλιτεχνία, τουρισμός, φυσιολατρία, αξιοποίηση των αρχαίων μας μνημείων. Eίναι μια ωραία προσπάθεια θερμών νέων ιδεολόγων. Ωστόσο, εμένα ατομικά ενδιαφέρει και πρέπει να ενδιαφέρει ειδικά η καλλιτεχνική άποψη [και] πρέπει να σας πω ότι η αξία της υψηλής μουσικής υφίσταται μια κάποια μείωση όταν η εκτέλεση γίνεται σε ανοιχτό χώρο.

(Οδυσσέας Δημητριάδης, Η φιλία μου με τον Δημήτρη Μητρόπουλο)

1934, Λένινγκραντ. Καθημερινά πήγαινα στις πρόβες και ύστερα τρώγαμε μαζί, συζητούσαμε για τη μουσική και την Τέχνη, γενικότερα, αναλύαμε. Μιλούσαμε πολύ. Όταν όμως άκουσε ότι μετά το Ωδείο θέλω να πάω στην Ελλάδα, αφού είχα ελληνικό διαβατήριο ήταν κατηγορηματικός: "Σε καμία περίπτωση", μου είπε, "δεν θα βρεις δουλειά, αλλά και να βρεις θα πληρώνεσαι πολύ άσχημα. Είμαι αρχιμουσικός σε ορχήστρα στην Αθήνα, αλλά τα χρήματα δεν φτάνουν ούτε για το ενοίκιο του σπιτιού όπου μένω με τη μητέρα μου. Μόνο οι συναυλίες που δίνω στο εξωτερικό μου αφήνουν χρήματα. Στην Ελλάδα μένω επειδή είναι η πατρίδα μου. Σε συμβουλεύω να μείνεις εδώ"

(Από μαρτυρία φίλου, Καθηγητής κλαρινέτου στο Ωδείο Benedetto Marcello στη Βενετία και χρόνιος μουσικός σε Ορχήστρες όπως του θεάτρου La Venice)

Σε συζητήσεις με μαθητές σχετικά με τον τρόπο που θα πρέπει να παιχθεί ένα σόλο ήταν απόλυτος: εφ’ όσον το ήθελε έτσι ο Μητρόπουλος, έτσι θα το θελε και ο Βέρντι…!!!

image

Απλά, σπουδαίος

Το ερώτημα γιατί είναι σπουδαίος ο Δημήτρης Μητρόπουλος έρχεται αβίαστα. Άκοπα. Η απάντηση του δεν θα είναι ποτέ μία και εύκολη. Εξάλλου, ο ίδιος ό,τι έκανε, το έκανε με πάθος και πολλή δουλειά, αφοσίωση στη μουσική που ήταν και η ζωή του. Τα χαρακτηριστικά δεν είναι μοναδικά, ούτε τα συναντάμε μόνο σε αυτόν. Όχι. Εντούτοις, η προσωπικότητα και η συμπεριφορά του τα έκαναν να φαίνονται μόνο δικά του. Η πίστη του στην τέχνη του δεν χωρούσε κανέναν συμβιβασμό. Άγγιζε τον ασκητισμό. Άοκνος και συγκεντρωμένος σε αυτό που έπρεπε να δώσει στο κοινό: τη γλώσσα της μουσικής, αυτής που εξηγεί τη λειτουργία του κόσμου μας. Ο Μητρόπουλος είχε αποστολή και απέναντι στο έργο που είχε να επιτελέσει ήταν ταπεινός, αλύγιστος, αγκιστρωμένος στην ομορφιά και το μεγαλείο του αγνώστου, στη γοητεία του μυστηρίου της μελωδίας. Η διεύθυνση ορχήστρας δεν ήταν μόνο ο έλεγχος ενός συνόλου και η παραγωγή σχεδόν αψεγάδιαστης μουσικής, αλλά και η προσπάθεια τα πολλά πρόσωπα, όργανα, σώματα, να γίνουν ένα. Τα γυμνά χέρια ήταν προέκταση αυτού του σώματος που έπιαναν τις μουσικές φράσεις και τις έσερναν από το σύμφωνο ως το τελευταίο φωνήεν.

Πηγές

-dimitrimitropoulos.gr.

-Σπύρος Κρητικός