Παίζει ακόμα και το σενάριο να αποχωρήσει η Μέρκελ

Gazzetta team
Παίζει ακόμα και το σενάριο να αποχωρήσει η Μέρκελ
Η Άνγκελα Μέρκελ πρέπει να διαχειριστεί τώρα μια νέα εκλογική ήττα, λίγο καιρό μετά το αντίστοιχο αποτέλεσμα στο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου – Πομερανίας.

Προβληματισμό για την επόμενη ημέρα στη Γερμανία προκαλούν τα αποτελέσματα των περιφερειακών εκλογών στο Βερολίνο, καθώς το κόμμα της καγκελαρίου Μέρκελ γνώρισε άλλη μια ηχηρή εκλογική αποτυχία, λίγους μήνες πριν τις ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές του 2017.

Καταγράφοντας το χειρότερο ποσοστό στην ιστορία του, το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα συγκέντρωσε μόλις το 17,6% και παρόλο που κατάφερε οριακά να κρατήσει τη δεύτερη θέση, εντούτοις ο μεγάλος συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών – Χριστιανοδημοκρατών που κυβερνούσε έως τώρα, λαμβάνει και επισήμως τέλος, καθώς έλαβε κάτω από 50%. Οι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η περιφέρεια της γερμανικής πρωτεύουσας βαδίζει σε μια τρικομματική κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Αριστεράς.

Η Άνγκελα Μέρκελ πρέπει να διαχειριστεί τώρα μια νέα εκλογική ήττα, λίγο καιρό μετά το αντίστοιχο αποτέλεσμα στο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου – Πομερανίας, την ώρα που οι διαρροές ψηφοφόρων της προς το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) συνεχίζονται, κυρίως λόγω της πολιτικής της στο προσφυγικό.

«Με την απογοήτευση που εγκαθίσταται, ο φόβος για μια απώλεια της εξουσίας το 2017 θα μπορούσε να πάρει έκταση στους κόλπους της CDU» και «να αυξήσει την πίεση επί της κυρίας Μέρκελ για να εξηγήσει περισσότερο την πολιτική στρατηγική της», εκτιμά στην εφημερίδα Handelsblatt ο πολιτειολόγος Γκέρο Νοϊγκεμπάουερ.

Παρόλο που η επικεφαλής της γερμανικής Δεξιάς βρίσκεται πολιτικά στριμωγμένη στη γωνία και η στρατηγική της αμφισβητείται τόσο από το πιο συντηρητικό κομμάτι του CDU, όσο και από τους συνεργαζόμενους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει αν η Άνγκελα Μέρκελ βαδίζει πλέον προς το τέλος της θητείας της ή αν τελικά θα ανανεώσει την εντολή της για τέσσερα χρόνια στις εκλογές του 2017. Η ίδια μέχρι σήμερα έχει αποφύγει να ξεκαθαρίσει αν θα είναι εκ νέου υποψήφια.

Ωστόσο το γεγονός ότι οι Χριστιανοδημοκράτες κυβερνούν πλέον μόνο σε έξι από τα 13 γερμανικά κρατίδια, εκ των οποίων σε δύο ως ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος, δεν αποτελεί αισιόδοξο μήνυμα για το κυβερνών κόμμα και σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

Μέρκελ: Αν μπορούσα θα γυρνούσα το χρόνο πίσω

Σήμερα, αντί να αναχωρήσει για τη Νέα Υόρκη για τη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, η καγκελάριος επέλεξε να παραμείνει στο Βερολίνο για να μιλήσει το μεσημέρι στους δημοσιογράφους.

Στις δηλώσεις της, η κ. Μέρκελ αποδέχθηκε το μερίδιο της ευθύνης που της αναολογεί ως επικεφαλής του CDU για την ήττα στις τοπικές εκλογές και σημείωσε πως εάν μπορούσε θα γυρνούσε το χρόνο πίσω προκειμένου να υπάρξει καλύτερη προετοιμασία για το 1 εκ. προσφύγων που εισήλθαν στη Γερμανία από την αρχή της μεταναστευτικής κρίσης.

Παρά το γεγονός ότι η γερμανίδα καγκελάριος εμφανίστηκε με αυτοκριτική διάθεση -για παράδειγμα, δήλωσε πως εάν ήξερε εξαρχής πόσοι άνθρωποι ήθελαν να αλλάξει η πολιτική της στο μεταναστευτικό ενδεχομένως να το εξέταζε- την ίδια στιγμή υπερασπίστηκε την πολιτική της στο θέμα σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι το να «μπλοκάρουμε την είσοδο στους πρόσφυγες είναι κάτι που έρχεται σε αντίθεση τόσο με τις ηθικές αρχές του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος όσο και με τις προσωπικές μου πεποιθήσεις».

Υποστήριξε ωστόσο πως εργάζεται για διασφαλίσει πως η μεγάλης κλίμακας και χαώδης άφιξη προσφύγων -όπως συνέβη το καλοκαίρι του 2015- δεν θα επαναληφθεί. «Εάν η επιθυμία του γερμανικού λαού είναι η αποτροπή των μεταναστευτικών ροών χωρίς έλεγχο, τότε αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο παλεύω» σημείωσε μεταξύ άλλων η κ. Μέρκελ, εκφράζοντας ωστόσο τη πίστη της ότι η Γερμανία θα εξέλθει από αυτήν την περίπλοκη κατάσταση σε καλύτερη θέση από ότι ήταν πριν.

Σε ερώτημα για το αν θα βάλει εκ νέου υποψηφιότητα για την καγκελαρία η Α. Μέρκελ απέφυγε επιμελώς να απαντήσει.

«Σήμερα δεν είναι (ακόμη) η ημέρα για να δηλώσω εάν θα θέσω και πάλι υποψηφιότητα. Έτσι έχουν τα πράγματα» τόνισε. Τέλος, ερωτηθείσα για το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου ήταν έτοιμη να δώσει μάχη για να υποστηρίξει την πολιτική της, απάντησε: «Κάθε φορά που σηκώνομαι να μιλήσω είμαι έτοιμη να δώσω μάχη».

Μπορεί να το γυρίσει;

Από την άλλη πλευρά, αναλυτές εκτιμούν ότι η κατάσταση για την Α. Μέρκελ είναι σαφώς αναστρέψιμη. Όπως αναφέρει το Spiegel, οι δημοσκοπήσεις για τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2017 την φέρουν να έχει σταθερή απόσταση από τους δεύτερους Σοσιαλδημοκράτες της τάξης των 8-10 μονάδων, ενώ ο επικεφαλής του SPD Ζίγκμαρ Γκάμπριελ δεν δείχνει να μπορεί να την απειλήσει ως υποψήφιος καγκελάριος.

Όσον για το εσωτερικό του κόμματός, οι αντίπαλοί της δεν είναι εύκολο να βρουν έγκαιρα αντικαταστάτη της για τις εκλογές. Όπως αναφέρει το περιοδικό, «κάτι τέτοιο θα ήταν μεγάλο ρίσκο. Ένα “πραξικόπημα” κατά της Μέρκελ θα δίχαζε το κόμμα. Ακόμη και η αντικατάστασή της από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ή τον βαυαρό Χορστ Ζεεχόφερ μπορεί να έφερνε πίσω μερικούς ψηφοφόρους από το AfD, αλλά θα έδιωχνε τους κεντρώους ψηφοφόρους που εμπιστεύονται τη Μέρκελ. Αυτό το ξέρουν όλοι στο κόμμα, γι' αυτό και το πιθανότερο είναι πως θα συμπαραταχθούν μαζί της. Αρκεί βέβαια και εκείνη να βγει μπροστά».

"Η Μέρκελ εκμεταλλεύεται την αβεβαιότητα της CDU για το τι θα μπορούσε να συμβεί σε περίπτωση που έφευγε", συμπληρώνει και η εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung. Υπέρ της Μέρκελ είναι ακόμη το γεγονός ότι δεν έχει πλέον να αντιμετωπίσει σημαντικές τοπικές εκλογές πριν από τα τέλη Μαρτίου του 2017. "Είναι η μοναδική καλή είδηση για εκείνη", εκτιμά η εφημερίδα Die Welt.


Η αποτίμηση των εκλογών στο Βερολίνο από τον γερμανικό Τύπο (DW)

H Frankfurter Allgemeine εστιάζει στο πολιτικό πλήγμα που δέχθηκαν οι χριστιανοδημοκράτες (CDU), οι οποίοι όχι μόνο αποχωρούν, κατά πάσα πιθανότητα, από την κυβέρνηση, αλλά και βλέπουν τα ποσοστά τους να υποχωρούν κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες: «Είναι διπλά οδυνηρή η ταπείνωση του Βερολίνου για την CDU. (Η οποία) όχι μόνο δεν είχε βρει αντίδοτο για τη στρατηγική τού έως σήμερα κυβερνητικού της εταίρου να την προβάλλει ως αποδιοπομπαίο τράγο για κάθε πιθανή παράλειψη στην τοπική πολιτική, αλλά και διαπιστώνει ότι δεν μπορείς να κυβερνήσεις κόντρα στη σοσιαλδημοκρατία».

H συντηρητική Die Welt του Βερολίνου εκφράζει δυσαρέσκεια για τον διαφαινόμενο σχηματισμό κυβέρνησης με τη συμμετοχή σοσιαλδημοκρατών (SPD), Πρασίνων και της Αριστεράς (Die Linke). Σε σχόλιό της επισημαίνει ότι αυτή η κυβέρνηση θα ήταν «ικανή να αναδείξει ό,τι χειρότερο έχουν να επιδείξουν τα τρία καθ΄οιονδήποτε τρόπο αριστερά κόμματα. Είναι το τελευταίο που χρειάζεται αυτή τη στιγμή η πόλη. Αν και έχουν περάσει 27 ολόκληρα χρόνια από την πτώση του Τείχους, το Βερολίνο παραμένει μία διαιρεμένη πόλη: στο ανατολικό Βερολίνο πολλοί είναι εκείνοι που δεν έχουν αποδεχθεί τον ομαλό πραγματισμό του πολιτικού Κέντρου, αλλά αμφισβητούν το σύστημα συνολικά και απλουστευτικά. Άλλοι από αριστερά και άλλοι από δεξιά».

Ανησυχία για τα υψηλά ποσοστά της AfD

Σε μία πιο ήπια προσέγγιση η Süddeutsche Zeitung επισημαίνει ότι «η Γερμανία δεν γίνεται λιγότερο δημοκρατική, επειδή τώρα χρειάζονται τρία κόμματα αντί για δύο, προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση». Κατά τα άλλα, η εφημερίδα εστιάζει στα υψηλά ποσοστά του ξενοφοβικού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) και επισημαίνει: «Η επιτυχία της AfD αποτελεί μήνυμα αφύπνισης, που μας λέει ότι μία φιλελεύθερη κοινωνία δεν είναι αυτονόητη. Ούτε ο σεβασμός απέναντι στις μειονότητες (και όχι μόνο τους πρόσφυγες) είναι αυτονόητος. Όπως και δεν είναι αυτονόητο ότι η δημοκρατία αρέσει σε όλους».

Μία διαφορετική ματιά από την αυστριακή Der Standard: η εφημερίδα θεωρεί ότι στην πραγματικότητα η AfD δεν κατάφερε να πετύχει τον στόχο της, δηλαδή ένα ποσοστό αντίστοιχο με το 20% που είχε συγκεντρώσει πριν από δύο εβδομάδες στις τοπικές εκλογές του Μεκλεμβούργου. «Πρώτα το Σβερίν, τώρα το Βερολίνο. Αυτό ήταν το σύνθημα της AfD τις τελευταίες ημέρες πριν από την κάλπη. Ο στόχος ήταν να εδραιωθεί στη δεύτερη θέση και στη γερμανική πρωτεύουσα, όπως είχε γίνει πριν από 14 μέρες στο Μεκλεμβούργο-Πομερανία, όπου το κόμμα αναρριχήθηκε από το μηδέν στο 20,8%. Αλλά στο Βερολίνο η μέθη της νίκης δεν ήταν τόσο συναρπαστική. Γιατί το Βερολίνο είναι αλλιώς».

Οι προσδοκίες για το μέλλον

Ποιά εικόνα θα παρουσιάζει σε μερικά χρόνια η γερμανική πρωτεύουσα; Σε αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει η Berliner Zeitung, η οποία παράλληλα προεξοφλεί τη μετεκλογική συμμαχία των σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και της Αριστεράς: «Στα επόμενα πέντε χρόνια θα κριθεί αν το Βερολίνο εξελιχθεί σε αδηφάγο τέρας ή σε μία δημιουργική μητρόπολη. Θα μπορούσαμε να αποτελούμε πρότυπο για τη συμβίωση διαφορετικών πολιτισμών, για την παροχή βοήθειας προς τους πρόσφυγες και την ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία. Το Βερολίνο μπορεί να είναι μία πόλη ανεκτική και ασφαλής για τους κατοίκους της. Μία πόλη που θα προσφέρει στήριξη στον πολίτη, όταν τη χρειάζεται, αλλά θα τον αφήνει ήσυχο, όταν μπορεί να τα καταφέρει και μόνος του».

Τα τελικά αποτέλεσμα στην περιφέρεια του Βερολίνου:

Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD): 21,6% (-6,7%), 38 έδρες.

Xριστιανοδημοκρατικό κόμμα (CDU): 17,6% (-5,7%), 31 έδρες

Aριστερά (Die Linke): 15,6% (+3,9% ), 27 έδρες

Πράσινοι: 15,2% (-2,4%), 27 έδρες

Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD): 14,2% 25 έδρες

Φιλελεύθεροι: 6,7% (+4,9%), 12 έδρες

Πηγή: thetoc.gr