Αλέξης, Σοφία και σοφτ πορνό! (vid)

Miltos+
Αλέξης, Σοφία και σοφτ πορνό! (vid)
Η ρετρό ιστορία αυτής της Τρίτης μας πάει πίσω, σε παλιές κινηματογραφικές ταινίες και στη μόδα των βιντεοκλάμπ. Ο Μίλτος ο Νταλικέρης θυμάται τον Αλέξη, τη Σοφία και τη «Μαλίτσια»...

Στη δύσκολη ρετρό ιστορία της προηγούμενης Τρίτης, είχα αναφερθεί και σε μια αποτυχημένη απόπειρα δύο μελών της παλιοπαρέας, του φίλου μου του Φώτη και του υπογράφοντος τούτο το «πόνημα», να παρακολουθήσουν στον θερινό κινηματογράφο της γειτονιάς μας την περίφημη «Μαλίτσια» με την αισθησιακή Λάουρα Αντονέλι. Παρότι είχαμε καταφέρει να μπούμε στο σινεμά με «Δούρειο Ίππο» τον Κλιντ Ίστγουντ (έπαιζε δύο έργα, πρώτα ένα καμπόικο και μετά ένα ...γουέστερν - δηλαδή ένα σοφτ πορνό της εποχής), αρχικά ο πατέρας μου και εν συνεχεία ο Σαυρογιώργης, ο πατέρας του Φώτη, μας είχαν «εντοπίσει» και μας είχαν μαζέψει από το σινεμά στο δεκάλεπτο από την έναρξη της ταινίας. Ούτε υποψία από ζαρτιέρα δεν προλάβαμε να δούμε, έστω κι αν Φώτης ισχυριζόταν την επομένη πως μέχρι να πάει να τον μαζέψει ο δικός του πατέρας, που πήγε στο σινεμά καθυστερημένος, είχε δει τα μύρια όσα, μέχρι και τη σκωληκοειδίτιδα της Λάουρας Αντονέλι από την εσωτερική. «Είχε έναν σκαντζόχοιρο, έτσι, έτσι κι έτσι», έδειχνε ο Φώτης με τα χέρια του, τάχα πως η Λάουρα – «Μαλίτσια» κυκλοφορούσε ξεβράκωτη για να βλέπει ο Φώτης τον σκαντζόχοιρο που φύλαγε ανάμεσα στα μπούτια της.

Επί της ουσίας, «Μαλίτσια» πήγαμε να δούμε, «Μαλίτσια» δεν είδαμε, η «Μαλίτσια» μας έμεινε απωθημένο. Κι όταν άνοιξε το πρώτο βιντεοκλάμπ στη γειτονιά, πριν γίνουν μόδα στα μέσα των έιτις και γιομίσει ο τόπος, πηγαίναμε και χαζεύαμε τα εξώφυλλα, με την ελπίδα να βρούμε και εκείνο της «Μαλίτσια». Όχι πως αν είχε την ταινία θα τη βλέπαμε, καθώς κανείς από την παρέα δεν είχε τότε βίντεο στο σπίτι του. Όταν, όμως, ο Βαγγέλης ο Πατούσας έγινε ο «εκλεκτός» που ο πατέρας του, ο κυρ-Στέλιος, κουβάλησε στο σπίτι ένα «Τζέι Βι Σι 300» (το ίδιο πήραμε μετά από καιρό κι εμείς, γι΄ αυτό το θυμάμαι ακόμα), όλοι αρχίσαμε να βάζουμε με το νου μας.

Όσο κι αν βάζαμε, όμως, πρώτον γιατί η μάνα του Πατούσα, η κυρά-Φιλιώ, σπάνια έλειπε για ώρα από το σπίτι και δεύτερον -και κυριότερον- γιατί το βιντεοκλάμπ δεν είχε την ταινία, «Μαλίτσια», δεν είχαμε τύχη να δούμε όσα φανταζόμασταν. Μέχρι που έγινε το απόλυτο θαύμα. Το δεύτερο βιντεοκλάμπ που φύτρωσε στα μέρη μας, την είχε. Και οι γονείς του Πατούσα θα πήγαιναν στα Γιάννενα για κάποιες υποθέσεις. Και τα σχολεία την ίδια μέρα είχαν απεργία. Όλα βολικά. «Θα πάμε να νοικιάσουμε την ταινία και θα έρθουμε πρωί πρωί στο σπίτι σου να τη δούμε», του ανακοίνωσε ο Φώτης και βάλαμε μπροστά το σχέδιο. Την ταινία θα τη νοίκιαζε ο Πέτρος ο Αρμένης, που ήταν ψηλότερος, δυο χρόνια μεγαλύτερος και είχε καλύτερες πιθανότητες να του τη δώσουν. «Κι αν δεν του τη δώσουν;», εξέφρασα την αγωνία μου. «Γιατί να μην του τη δώσουν; Για να τις νοικιάζουν δεν τις έχουν τις ταινίες;», απάντησε με ένα από τα ατράνταχτα επιχειρήματά του ο Φώτης. «Κι αν είναι νοικιασμένη;», συνέχισα να αγωνιώ. «Τόσες μέρες ξενοίκιαστη είναι, σήμερα που τη θέλουμε εμείς θα νοικιάστηκε;», προσπάθησε να με ηρεμήσει ο Φώτης, ο οποίος πήγαινε καθημερινά στο νέο βιντεοκλάμπ για να τσεκάρει αν νοικιάστηκε η ταινία. Εγώ συνέχισα να έχω άγχη και αγωνίες, ο Φώτης συνέχισε να εφευρίσκει επιχειρήματα μέχρι που είδαμε τον Πέτρο να έρχεται από το βιντεοκλάμπ κρατώντας στα χέρια του το άγιο δισκοπότηρο. Είχε νοικιάσει τη «Μαλίτσια»!

Επικρατούσε ...κολλύριο ενθουσιασμού (καθότι θα ...μας έβγαιναν τα μάτια) και με όλη αυτή τη χαρά ζωγραφισμένη στα πρόσωπά μας πήγαμε κατευθείαν στου Πατούσα, χτυπήσαμε την πόρτα και περιμέναμε να μας ανοίξει την πόρτα του Παραδείσου, την πόρτα που από πίσω είχε το λατρεμένο «Τζέι Βι Σι 300» που θα μας έδειχνε επιτέλους τη χιλιολατρεμένη «Μαλίτσια». Και μας άνοιξε. Η κυρά-Φιλιώ...

«Καλώς τα παιδιά. Ελάτε, έχω φτιάξει κέικ», μας είπε μόλις μας είδε, εμένα, τον Πέτρο, τον Δεμπασκαλά και τον Φώτη, στο κατώφλι του σπιτιού της. Και μόλις πρόσεξε την κασέτα στα χέρια του Πέτρου, πρόσθεσε: «Φέρατε και ταινία βλέπω. Ωραία. Πάνω που σκεφτόμουν να πω του Στέλιου να πάει να νοικιάσει καμιά κασέτα, να περάσει η ώρα. Ήταν να πάμε στα Γιάννενα, αλλά έχει γενική απεργία σήμερα και τελικά έμεινε κι αυτός εδώ». Ο Πέτρος κράταγε στα χέρια του μια ωρολογιακή βόμβα που θα έσκαγε μόλις την έβαζε στο βίντεο. «Τι έργο είναι;», ρώτησε η κυρά-Φιλιώ μόλις μας έμπασε στη σαλοτραπεζαρία που είχε τοποθετημένη την έγχρωμη «Σάμπα» τηλεόραση και το ολοκαίνουργιο «Τζέι Βι Σι 300». Έλα ντε...

«Είναι μια περιπέτεια με τον Τσακ Νόρις», μας έβγαλε προς στιγμήν από τη δύσκολη θέση ο Φώτης (εννοείται με τον Τσακ Νόρις που από τότε ήξερε να αποφεύγει τις κακοτοπιές), ο οποίος μας έφερε σε ακόμα δυσκολότερη. Τι θα λέγαμε όταν έμπαινε το ταψί στο φούρνο - η κασέτα στο βίντεο; Πως ο Τσακ Νόρις έβγαλε βυζιά και φοράει γόβες; «Χάθηκε ο κόσμος να φέρνατε κανένα ελληνικό με τον Ψάλτη;», είχε τις ενστάσεις της η κυρά-Φιλιώ, η οποία προτιμούσε να κάνει στροφή στην ποιότητα. Χάθηκε ο κόσμος, θα χανόμασταν κι εμείς μαζί του.

Τότε εμφανίστηκαν κι ο Πατούσας με τον κυρ-Στέλιο, ο οποίος επίσης είχε προτιμήσεις: «Καλώς τα παιδιά. Τι θα δούμε; Ελπίζω να φέρατε κανένα πολεμικό». Μπόμπες να δουν τα μάτια σου, άμα λύσει η Λάουρα το σουτιέν! Ο Πατούσας δαγκωνόταν από πίσω, οι υπόλοιποι δεν τολμάγαμε ούτε να δαγκωθούμε. «Καθίστε. Δώσ΄ τη μου, Πετράκη, να τη βάλω στο βίντεο», είπε ο κυρ-Στέλιος, αλλά ο Φώτης συνέχισε τις καίριες παρεμβάσεις: «Άσε, κυρ-Στέλιο. Θα τη βάλω εγώ». Βούτηξε τη γαλάζια θήκη από τον Πέτρο, στήθηκε μπροστά στο βίντεο, την άνοιξε και... σαν να του πήρε ώρα να την ανοίξει. Κάτι φάνηκε να ψαχουλεύει προς στιγμήν και μετά γύρισε ξαφνικά προς το μέρος μας, παίζοντας το ρόλο του εκνευρισμένου. «Ντιπ άχρηστοι είναι σ΄ αυτό το καινούργιο βιντεοκλάμπ. Να μην ψωνίζετε αποκεί. Θα βάλετε μέσα καμιά τέτοια ταινία και θα χαλάσει το βίντεο. Κρίμα, καινούργιο μηχάνημα. Πάλι καλά που την άνοιξα και το είδα. Να, δείτε κι εσείς», είπε και μας έδειξε τα …άντερα της «Μαλίτσια» να κρέμονται από την κασέτα. Είχε κόψει την ταινία...

Αποτέλεσμα ήταν να δούμε το «Καμικάζι, αγάπη μου», με τον Ψάλτη. «Το είδαμε χθες βράδυ, αλλά έχει πλάκα και το ξαναβλέπω ευχάριστα», μας ενημέρωσε η κυρά-Φιλιώ κι αντί να την ακούσουμε με τα μπούτια της Λάουρα Αντονέλι, ακούσαμε τον Γαρδέλη να τραγουδάει στην Αλιμπέρτη «με λένε Αλέξη, σε λένε Σοφία, κρατώ μια κιθάρα, κρατάς μια καρδιά». Κι όχι μόνο αυτό. Ο Φώτης είχε καταστρέψει την κασέτα (που πληρώσαμε ρεφενέ όλοι εκτός από τον Φώτη) και κάθε μαζί της ελπίδα να δούμε επιτέλους τη «Μαλίτσια». Την οποία είδα χρόνια μετά, χωρίς να ενθουσιαστώ ομολογώ. Ίσως επειδή τότε είχα γνωρίσει τον Γκουσγκούνη!

Μέχρι να ξεχάσω τη «Μαλίτσια» που ...δεν είδα και τον Αλέξη με τη Σοφία που είδα, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...