Στα χέρια αυτού του τίμιου γίγαντα!

Βασίλης Σκουντής
Στα χέρια αυτού του τίμιου γίγαντα!

bet365

Ο Βασίλης Σκουντής 28 χρόνια μετά από τις πιο γνωστές «2 στις 2» βολές του Ελληνικού μπάσκετ, γράφει στο Gazzetta Weekend Journal για τον... εθνικό μας τίμιο γίγαντα, Αργύρη Καμπούρη!

Δεν το γράφω για να τον δικαιώσω μετά θάνατον (άλλωστε ο ίδιος δεν έδινε δεκάρα τσακιστή για την υστεροφημία του), αλλά εάν κάποτε παρέθετα κατά σειρά τις ατάκες που έχουν ακουστεί στη μετάδοση αγώνων μπάσκετ, σίγουρα θα έβαζα στο Νο 1 αυτή την οποία άρθρωσε ο Συρίγος βλέποντας τον Καμπούρη να ετοιμάζεται για να εκτελέσει εκείνες τις ιερές και καθαγιασμένες ελεύθερες βολές...

Είναι η ανατριχιαστική σκηνή του φιλμ που αποτυπώνει και συμπυκνώνει σε τέσσερα κλικ τις δέκα πέντε μέρες που άλλαξαν την ιστορία του ελληνικού μπάσκετ!

Ο Αργύρης κατευθύνεται αγέρωχος προς τη γραμμή, ρίχνει σάλιο στα ροζιασμένα (από το πηλοφόρι που κουβαλούσε τις οικοδομές) δάχτυλα του και ο Φίλιππας σπεύδει να δώσει τον τόνο του μεγαλείου της στιγμής: «Ο Αργύρης Καμπούρης κρατάει την πρόκριση στα χέρια του με δυο βολές που μπορούν να στείλουν την εθνική μας ομάδας στον ουρανό»...

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης, που έχει αποβληθεί νωρίτερα με πέντε φάουλ ορμάει μέσα στο γήπεδο σαν δράκος που βγάζει αφρούς για να γίνει η βροντώδης φωνή της συνείδησης του Καμπούρη: «Πήγαινε εκεί ρε και βάλ' τες»!

Ο Κώστας Πολίτης πιάνει τον Γιαννάκη από το χέρι και τον τραβάει στον πάγκο και να μη χρεωθεί με τεχνική ποινή...

Ο Νίκος Φιλίππου και ο γιατρός Κώστας Παρίσης είναι αγκαλιασμένοι με τον έναν να κοιτάζει μέσα στο γήπεδο και τον άλλο προς την εξέδρα...

Και κάπου εκεί, την ώρα της συγκλονιστικής απαντοχής και της ανείπωτης λαχτάρας, ακούγεται από το μικρόφωνο της ΕΡΤ ο Συρίγος...

«Τίποτα, τίποτα δεν μας σταματά. Η πρόκριση στα χέρια αυτού του τίμιου γίγαντα!»

Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία: μια ιστορία που γράφτηκε εκείνο το βράδυ με ανεξίτηλη μελάνη για να μένει χαραγμένη εις τους αιώνας των αιώνων περικλείοντας βεβαίως και ένα λάθος, που ο συχωρεμένος ο Συρίγος το επαναλαμβάνει δυο φορές, κάνοντας λόγο για την πρόκριση της Εθνικής!

Όλη η τελευταία επίθεση της Εθνικής είναι βγαλμένη από τα παραμύθια: μετά την πάσα του Ανδρίτσου, ο Ιωάννου σαν βετεράνος του πολέμου (με τον ιδρώτα να τρέχει πάνω του, με τη φανέλα έξω, με τις μπεζ επιγονατίδες στα δυο πόδια και με ένα σημάδι από κτύπημα κάτω από το μάτι) συγκλίνει στην κορυφή της ρακέτας σουτάρει, η μπάλα βρίσκει το σίδερο και αίφνης, ως από μηχανής θεός, ο εξ Αστυπάλαιας ορμώμενος «τίμιος γίγας» που δεν πηδούσε ούτε το... «Βήμα της Κυριακής» σηκώνεται στα ουράνια, γραπώνει το επιθετικό ριμπάουντ και δέχεται το φάουλ από τον Γκομπόροφ...

Ακόμη και τώρα, που έχουν περάσει 28 χρόνια από την αλησμόνητη νύχτα της 14ης Ιουνίου, η αλληλουχία των στιγμών με κάνει να ανατριχιάζω και να μακαρίζω την τύχη μου που με αξίωσε να ζήσω από κοντά (κοντύτερα δεν γινόταν: δίπλα από τον πάγκο της Εθνικής, με το μαρκούτσι στο χέρι για να ορμήσω αμέσως στον αγωνιστικό χώρο) τη μαγεία των στιγμών και να νιώθω ευλογημένος που ήμουν κι εγώ εκεί...

Με το που έβαλε ο Καμπούρης τις δυο βολές κι από Αργύρης πήρε προαγωγή κι έγινε... χρυσός, θυμάμαι ότι αλάλαξα από τη χαρά μου, τράβηξα από το χέρι τον (κάμεραμαν της ΕΡΤ) Πατσέλη και μπουκάραμε μέσα για να κάνουμε το ρεπορτάζ, το οποίο θα έπαιζε στη βραδινή εκπομπή (με παρουσιαστή τον Αλευρόπουλο) και έμελλε κιόλας να ντύσει το μεταγενέστερο και υπέροχο ντοκιμαντέρ με τίτλο «Ο δρόμος προς τη δόξα»...

Τις έβαλε και τις δυο ελεύθερες βολές ο Καμπούρης, όπως επρόκειτο να τις βάζει όλη τη νύχτα και για πολλές ακόμη νύχτες για πολλά χρόνια. Ύστερα αστόχησε ο Γιοβάισα, όπως έμελλε να αστοχήσει και πάλι (ντυμένος στα μπλε και έχοντας αλλάξει το όνομα του σε Ριγκοντό) μετά από 18 χρόνια στο Βελιγράδι...

«Είναι το τέλος» είπε με τον υποβλητικότερο τόνο της φωνής του ο Συρίγος. Ήταν όντως το τέλος και συνάμα ήταν το έπος!

Μια ώρα αργότερα το στούντιο, που είχαμε στήσει μέσα στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, ήταν πατείς με πατώ σε. Μέσα στο αδιαχώρητο η Μελίνα Μερκούρη φορώντας σαν εσάρπα την ελληνική σημαία, αγκάλιαζε τον Πολίτη και του εκμυστηρευόταν «Κώστα είμαι ερωτευμένη μαζί σου» κι αυτό ήταν το πρώτο σοκ που θα ζούσε ο Ευρωκόουτς. Αργά τη νύχτα κι αφού η αποστολή εδέησε με τα χίλια ζόρια να διασχίσει την κοσμοπλημμυρισμένη παραλιακή λεωφόρο και να φτάσει στο «Johns» θα ζούσε και το δεύτερο, αντικρίζοντας ξαφνικά την κατάκοιτη μάνα του, που σηκώθηκε από το κρεβάτι και έφτασε στο ξενοδοχείο για να αγκαλιάσει τον γιο της...

Εδώ και 28 χρόνια αυτές τις βολές ο Καμπούρης δεν τις έχει χάσει ποτέ! Τις εκτελεί κάθε χρόνο και τις βάζει με τον ίδιο τρόπο, στο ίδιο καλάθι, εκτοξεύοντας στον έβδομο ουρανό έναν λαό, που ρουφούσε για πρώτη φορά το νέκταρ ενός αθλητικού θριάμβου. Τις εκτελεί μέσα στην ίδια κατανυκτική ατμόσφαιρα, πρώτα με την αγωνία εάν θα τις βάλει και ύστερα μέσα στον πανζουρλισμό!

Το εννοώ αυτό, δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μου, ούτε προϊόν υπερβολής: για πολύ καιρό, όπου κι αν παιζόταν το βίντεο των τελευταίων δευτερολέπτων, υπήρχαν άνθρωποι που ως τηλεθεατές, ζητούσαν από τους διπλανούς τους να βγάλουν τον σκασμό, έβαζαν τα χέρια τους στα πρόσωπα τους και ξαναζούσαν εκείνες τις στιγμές, με την ίδια αγωνία σαν να ήταν η πρώτη φορά!

Ο μόνος ο οποίος εκείνη τη στιγμή (το «real time», εννοώ) που δεν είχε αγωνία ήταν ο ίδιος ο Αργύρης! «Ούτε αγχώθηκα, ούτε ένιωσα ότι πιέζομαι, ούτε φοβήθηκα, ούτε πανικοβλήθηκα. Αναίσθητος πήγα, αναίσθητος τις σούταρα, αναίσθητος τις έβαλα» μου εξομολογήθηκε το ίδιο βράδυ. «Γύρω μου γινόταν χαμός, αλλά κατάφερα να μείνω ψύχραιμος, να αυτοσυγκεντρωθώ και να τακτοποιήσω το θέμα»!

Πλάκα πλάκα ο Καμπούρης που τακτοποίησε αυτό το θέμα ήταν ο μοναδικός σέντερ μεταξύ όλων των ομολόγων του στις 24 ομάδες του Μουντομπάσκετ του 1986, ο οποίος (όντας βασικός αντί του απόντος Παναγιώτη Φασούλα) δεν είχε εκτελέσει ούτε μία ελεύθερη βολή!

Του της κράταγε κάβα η ρουφιάνα η μοίρα για να του τις χαρίσει μετά από έντεκα μήνες...

Σε αντίθεση με πολλούς παίκτες που δεν έχουν δει ποτέ σε βίντεο τα κατορθώματα τους, ο Καμπούρης δεν χόρταινε για πολύ καιρό να πατάει το play και να απολαμβάνει τη στιγμή. Για ασφάλεια μάλιστα, επειδή φοβόταν πως η πρωτότυπη κασέτα του τελικού θα χάλαγε, πήγε σε ένα βίντεο κλαμπ και ζήτησε να του τη μεταγράψουν σε πολλά αντίτυπα!

Ένα από αυτά τα αντίτυπα έβαλε στο βίντεο το 1995 όταν κάθισε να ξαναδεί τον τελικό, για πολλοστή φορά ο ίδιος, αλλά για πρώτη μαζί με τον γιο του, που τότε ήταν δυόμισι χρονών για να τον βάλει στο κλίμα. Το πιτσιρίκι παρακολουθούσε εντυπωσιασμένο τις σκηνές κι όταν οι κάμερες έφυγαν από τον μπαμπά του και στράφηκαν στον αγωνιστικό χώρο, στον πάγκο και στις εξέδρες όπου ο κόσμος παραληρεί, παραξενεύτηκε και επειδή δεν μπορούσε να καταλάβει πώς συνέβη αυτό σηκώθηκε και τον έψαχνε πίσω από την τηλεόραση!

Για να πω την αμαρτία μου ήθελα κι εγώ ένα ενθύμιο από τότε, πέρα από τις συγκλονιστικές εικόνες τις οποίες κρατώ άσβεστες στη μνήμη μου. Αποζητούσα κάτι πιο χειροπιαστό κι αφού την μπάλα του τελικού (την μπάλα που είχε διαλέξει ο Γκάλης στην προπόνηση πριν από τον ημιτελικό με τη Γιουγκοσλαβία, επειδή χάθηκε η προηγούμενη και την κλείδωνε κάθε ενδεχόμενο σε ένα μυστικό ντουλάπι στα αποδυτήρια) πρόλαβε να τη μαζέψει ο Μένιος Σακελλαρόπουλος, ζήτησα τη φανέλα του Αργύρη, τάχα μου τάχα μου για τις ανάγκες μιας επετειακής εκπομπής...

Καλοκάγαθος όπως είναι ο Καμπούρης μου την έδωσε μετά χαράς και όντως η λευκή φανέλα με το Νο 7 χρησιμοποιήθηκε σε ένα αφιέρωμα και ύστερα (εγώ ο πονηρός) την πήρα στο σπίτι μου και την έκανα κορνίζα!

Πέρασαν καμιά δεκαριά χρόνια και κάποια στιγμή που συναντηθήκαμε τυχαία σε ένα γήπεδο, γύρισε ο Αργύρης με εκείνο το μειλίχιο ύφος του και με ρώτησε: «Ρε συ Βασίλη, φέρε μου εκείνη τη φανέλα που σου είχα δώσει»!

Με το που το άκουσα ένιωσα σαν βρεγμένη γάτα ή λες και άνοιξε η γη να με καταπιεί. Την άλλη μέρα κιόλας η φανέλα με το Νο 7, φρεσκοσιδερωμένη από τη μάνα μου, διπλωμένη μέσα σε ένα ωραίο περιτύλιγμα βρισκόταν στα χέρια του κατόχου της και από τότε νιώθω ένα κενό μέσα μου κι ο τοίχος του σπιτιού μου ένα κενό έξω του!

Το φιλοσοφώ πάντως και αυτοσαρκάζομαι σκεπτόμενος ότι τουλάχιστον εγώ είμαι πιο τίμιος από τους Άγγλους οι οποίοι επιμένουν να κρατάνε τα Ελγίνεια μάρμαρα, που μας άρπαξε ο Τόμας Μπρους!

 

Τελευταία Νέα