Στη Μιανμάρ παίζουν μπάλα στον δρόμο, μέχρι να πάρουν πίσω τη δημοκρατία (pics & vids)

Κωνσταντίνος Κωλαΐτης
Στη Μιανμάρ παίζουν μπάλα στον δρόμο, μέχρι να πάρουν πίσω τη δημοκρατία (pics & vids)

bet365

Οι παίκτες της εθνικής Μιανμάρ κάνουν «όπλο» την αποχή από τις επίσημες διοργανώσεις και στέκονται στο πλευρό των μαχόμενων συμπολιτών τους, απέναντι στο πραξικόπημα του στρατού που ανέτρεψε για ακόμη μια φορά τη δημοκρατική κυβέρνηση.

Το φιλικό με την Ιορδανία, που είχε προγραμματιστεί για τις 22 Ιανουαρίου, δεν διεξήχθη ποτέ. Το ματς οδηγήθηκε στην αναβολή, γεγονός που παρέτεινε την πρώτη αγωνιστική υποχρέωση της εθνικής Μιανμάρ στο 2021. Η ομάδα του Γερμανού ομοσπονδιακού coach, Άντουαν Χέι, είχε ολοκληρώσει κατευχήν το πρόγραμμά της στο 2020, διαγράφοντας μια ευχάριστα αντιφατική πορεία συγκριτικά με την κάκιστη εκκίνηση στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου: Τρεις σερί νίκες, μία σε ανεπίσημο επίπεδο κόντρα στο Νεπάλ και δύο διαδοχικές απέναντι σε Τατζικιστάν και Μονγκολία στα μέσα Νοεμβρίου, σκόρπισαν ξαφνικά ελπίδες ότι μπορούν να πετύχουν την έκπληξη και να προκριθούν στον τέταρτο γύρο (ενάμισι βήμα πριν από τα διηπειρωτικά play-offs που οδηγούν στο Μουντιάλ).

Το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου, όμως, οι 23 τρέχοντες διεθνείς, όπως και κάθε ένας και μία από τους 53,5 εκατομμύρια κατοίκους της χώρας, ξύπνησαν στο σκοτάδι. Εν μια νυκτί, το μελανό πέπλο της δικτατορίας, της στρατιωτικής «χούντας» επανήλθε και ζωντάνεψε τις βαθιά ριζωμένες μνήμες ενός κράτους που από το 1948, όταν και κήρυξε την ανεξαρτησία του από τη βρετανική κατοχή, έχει ζήσει με δημοκρατικούς όρους για μόλις 25 από τα 73 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι και σήμερα.

Το πραξικόπημα του «Τατμαντό»

Όπως είχε συμβεί και το 1962, στο πραξικόπημα που διήρκεσε σχεδόν μισό αιώνα, ο στρατός της Μιανμάρ ανέτρεψε την εκλεγμένη από τον λαό κυβέρνηση, της οποίας ηγείτο την τελευταία πενταετία η εμβληματική πολιτική φυσιογνωμία της χώρας, Άουν Σαν Σου Τσι, λίγες μέρες, μάλιστα, πριν από την επίσημη ορκωμοσία.

Ο επικεφαλής του «Τατμαντό», όπως αποκαλούνται στα Βιρμανικά οι Ένοπλες Δυνάμεις, Μιν Αν Χλενγκ, ακύρωσε το εκλογικό αποτέλεσμα με την καταγγελία της νοθείας και έβαλε τη χώρα σε καθεστώς εκτάκτου ανάγκης για έναν χρόνο. Ταυτόχρονα, ανήγγειλε και τη διεξαγωγή νέων εκλογών με τη λήξη του πραξικοπήματος. Κανείς, όμως, από τους πολίτες της χώρας δεν έχει σκοπό να περιμένει έναν ολόκληρο χρόνο, υπό το στίγμα της ανελευθερίας και του εφιάλτη της στρατιωτικής διοίκησης.

Από τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου, η λαϊκή «θάλασσα» κατέκλυσε τους δρόμους της πρωτεύουσας Νέπιντο, αλλά και της μεγαλύτερης πόλης της χώρας, Γιανγκόν. Εκατομμύρια διαδηλωτές μάχονται υπέρ της ανάκτησης της δημοκρατίας, της αποφυλάκισης της Σου Τσι, η οποία βρίσκεται υπό οικιακή κράτηση· Διόλου πρωτόγνωρη συνθήκη, άλλωστε, για τη στεφανωμένη με τις δάφνες του Νόμπελ Ειρήνης 76χρονης πρωθυπουργού, καθώς μέχρι την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 2010 είχε φυλακιστεί για χρόνια από τον στρατό, σε απομονωμένη περιοχή της χώρας. Πάντοτε την καταδίωκαν για τις πολιτικές πεποιθήσεις και τον ειρηνικό τρόπο με τον οποίο πότιζε το θυμικό των πολιτών με τις αξίες της δημοκρατίας. Πλέον, η φαιδρή κατηγορία με την οποία κρατείται από το «Τατμαντό» είναι η παράνομη κατοχή… walkie-talkie και η παραβίαση των περιοριστικών μέτρων του κορονοϊού. Παράλληλα με την Άουν Σαν Σου Τσι, έχουν συλληφθεί πάνω από 40 κυβερνητικά στελέχη και ήδη η αυταρχική εξουσία έχει επιδράσει στο επίπεδο των διαδηλωτών.

Η στρατιωτική διοίκηση απέκλεισε τα παγκόσμια social media στη χώρα, για να «φιμώσει» τις καμπάνιες και τις αντιδράσεις των πολιτών. Μέχρι σήμερα, οι συλληφθέντες διαδηλωτές ξεπερνούν τους 500, ενώ μόλις την Παρασκευή (19/2), ανακοινώθηκε και ο πρώτος νεκρός. Μία 20χρονη διαδηλώτρια, η οποία βρισκόταν επί 10 ημέρες σε κώμα μετά από τραύμα που δέχθηκε στο κεφάλι από αστυνομικό. Δυστυχώς, το ιστορικό «αίματος» και θυμάτων της χούντας τις περασμένες δεκαετίες είναι ευρύ. Στις διαδηλώσεις του 1988, έναν χρόνο πριν η χώρα μετονομαστεί από Βιρμανία σε Μιανμάρ, πάνω από 3.000 σκοτώθηκαν από το καθεστώς. Πολύ πιο πρόσφατα, το 2007 στο πλαίσιο της «επανάστασης του σαφρόν», της οποίας πρωτοστάτησαν Βουδιστές μοναχοί διαμαρτυρόμενοι για τις διογκωμένες οικονομικές ανισότητες που είχε επιφέρει η στρατιωτική διοίκηση, οι ζωές που χάθηκαν ήταν πολλαπλάσιες συγκριτικά με το 1988. Εντούτοις, ο επίσημος αριθμός νεκρών που ανακοίνωσε η διοίκηση, ήταν 13 άτομα...

Όπως καταλαβαίνει κανείς, η χούντα του Τατμαντό έχει προκαλέσει τραύματα στην κυριολεκτική έννοια, μα και πληγές που άπαντες πάλευαν να επουλώσουν, δίνοντας «μάχη» με τον χρόνο για να μπουν έστω και καθυστερημένα στον δημοκρατικό δρόμο άλλων ασιατικών κι όχι μόνο κρατών με δεκαετίες στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ασφαλώς, σε τέτοια έκρυθμη κατάσταση, το ποδόσφαιρο φαντάζει ένας χώρος εκτός του πεδίου των στοιχειωδών αναγκών.

Για αυτό και οι διεθνείς της Μιανμάρ προτίμησαν να αποβάλουν τον μανδύα του ποδοσφαιριστή και να συμπεριφερθούν με το ένστικτο του πολίτη, που είναι πάνω από όλα. Τα «λιοντάρια» της Νοτιανατολικής Ασίας έδωσαν το δικό τους σύνθημα στις διαδηλώσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη τις τελευταίες εβδομάδες, απειλώντας ευθέως την ποδοσφαιρική ομοσπονδία πως δεν πρόκειται να αγωνιστούν στα προσεχή και κρίσιμα παιχνίδια του Μαρτίου κόντρα σε Ιαπωνία, Κιργιστάν και Τατζικιστάν, όσο κοντά κι αν βρίσκονται στον στόχο της 2ης θέσης (στο -1 από τις δύο τελευταίες). Μαζί τους, μάλιστα, βρέθηκαν και δεκάδες χιλιάδες απλοί φίλαθλοι, οι οποίοι εμφανίστηκαν με φανέλες των αγαπημένων τους ομάδων της Premier League και έγραψαν σε πλακάτ συνθήματα ομόνοιας προς τους οπαδούς των «μισητών», αντίπαλων συλλόγων.

«Διαδηλώνουμε για να περάσουμε το μήνυμα. Δεν πρόκειται να παίξουμε για την εθνική ομάδα κάτω από τη στρατιωτική δικατορία. Θα παίζουμε μπάλα στον δρόμο, μέχρι να πάρουμε πίσω τη δημοκρατία», δήλωσε on-camera ο τερματοφύλακας-διαδηλωτής της Μιανμάρ στους δρόμους του Νέπιντο, Κιο Ζιν Χτετ, ενώ ο πρώην διεθνής συμπαίκτης του, Τίχα Σίτου, έστειλε κι εκείνος το δικό του μήνυμα στους συμπολίτες του:

«Είμαστε ποδοσφαιριστές, αλλά είμαστε και πολίτες της Μιανμάρ. Ο κόσμος βασίζεται ο ένας στον άλλον αυτή τη στιγμή και εμείς οι αθλητές συμμετέχουμε ενεργά σε αυτή την επανάσταση».

Ο ποδοσφαιρικός και κοινωνικός πνεύμονας της Μιανμάρ είναι φανερό ότι έχει εγκλιματιστεί σε όρους δημοκρατίας, μέσα στο προοδευτικό ρεύμα της περασμένης δεκαετίας. Ειδικότερα στην πορεία του αθλήματος στη χώρα, δεν είναι τυχαίο ότι μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 2011, το βιρμανικό ποδόσφαιρο έκανε βήματα μπροστά. Για μία εθνική ομάδα με μοναδική συμμετοχή σε μεγάλη διεθνή διοργάνωση τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 (2η θέση στο Κύπελλο Ασίας το 1968 η μεγαλύτερή της διάκριση σε επίπεδο ανδρών), η συμμετοχή στο Μουντιάλ Κ-19 του 2015 υπό τις οδηγίες του Γερμανού ομοσπονδιακού, Γκερντ Τσάιζε, αποτέλεσε ιστορική τομή.

Ωστόσο, το νέο στρατιωτικό πραξικόπημα διέταξε «οπισθοχώρηση». Και θέτει εκ νέου σε κίνδυνο την αθλητική, ποδοσφαιρική ή μη, και πολύ περισσότερο την πολιτικοκοινωνική υπόσταση μιας χώρας που πάσχισε για να εκδιώξει τον βραχνά της χούντας. Φυσικά, πρέπει να επισημανθεί ότι ο στρατός δεν απώλεσε ουσιαστικά ποτέ τη δύναμή του την τελευταία δεκαετία, δρώντας ανεξάρτητα με αποκορύφωμα το 2017, όποτε και οδήγησε πάνω από μισό εκατομμύριο μουσουλμάνους της φυλής Ροχίνγκια στα σύνορα προς το Μπαγκλαντές, σε ένα από τα πιο βίαια και πρόσφατα παραδείγματα εθνοκάθαρσης στον πλανήτη.

Μπροστά σε αυτή την αλόγιστη, καταχρηστική εξουσία, η μπάλα απέδρασε από τα γήπεδα και πλέον, κυλάει στους δρόμους, ανάμεσα σε πλήθος διαδηλωτών. Κάθε γκελ και μία «κραυγή» διαμαρτυρίας. Αν το πρώτο πραξικόπημα της Μπούρμα κράτησε 48 ολόκληρα χρόνια, αυτό που ξημέρωσε την 1η Φεβρουαρίου για τους κατοίκους, τους ποδοσφαιριστές, τους απλούς εργαζόμενους, τους καλλιτέχνες και κάθε άλλη κοινοτική ομάδα της Μιανμάρ, θα τους κρατήσει στον δρόμο, να παίζουν μπάλα για όσο χρειαστεί. Μέχρι να πάρουν πίσω τη δημοκρατία. Και ήδη η χούντα έχει χάσει τα... αποδυτήρια.

Πηγές: BBC, DW Sports

 

Τελευταία Νέα