Καλή χρονιά! (pic)

Καλή χρονιά! (pic)

bet365

Το 2021 ξεκινά και το G-Weekend Journal σας προσφέρει μια ιστορία με λίγη από τη μαγεία των εορτών. Χρόνια Πολλά και να είστε όλοι καλά!

Το παγωμένο φως έσπαγε το σκοτάδι. Ο σταθερός ρυθμός εκπομπής του, έδινε κάτι απόκοσμο στο δωμάτιο. Καθόταν στη μεγάλη, λευκή πολυθρόνα. Δεν είχε αλλάξει ρούχα. Τα πιάτα ήταν ακόμη στο τραπέζι. Τα ποτήρια μισογεμάτα, άδεια, γεμάτα. Το λευκό τραπεζομάντηλο είχε χάσει τη λάμψη του. Η μυρωδιά του καπνού από τσιγάρα δεν έλεγε να φύγει. Το ίδιο θα γινόταν και με τον λεκέ από κόκκινο κρασί στο πουκάμισο του. Βρισκόταν στην κατάσταση μεθυσμένος-νηφάλιος. Ήθελε να σηκωθεί, να βγάλει τα ρούχα και να πέσει για ύπνο. Ήθελε όμως να περιμένει για να δει το ξημέρωμα του νέου έτους. Δεν το είχε ξανακάνει. Αν το έλεγε στους φίλους του, μάλλον θα τον κορόιδευαν. Είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ήταν παιδί.

Το σκέφτηκε και χαμογέλασε πονηρά. Σαν σκανταλιάρικο παιδί. Αναρωτήθηκε: λες να έρθει κι αυτός; Δίπλα του είχε το μπουκάλι με το κρασί. Το τελευταίο από τα έξι που είχε αγοράσει για το ρεβεγιόν. Γέμισε το ποτήρι. Άγγιζε, πολύ διακριτικά είναι η αλήθεια, την περιοχή του μεθυσμένου. Σε δύο ώρες θα έβλεπε το πρώτο φως του καινούργιου χρόνου. Έστρεψε το βλέμμα στο χριστουγεννιάτικο δέντρο και μετά στις σκιές που δημιουργούσαν τα λαμπιόνια. Του φάνηκε ότι ο ψεύτικος Άγιος Βασίλης κουνήθηκε. Ιδέα του θα ταν.

Το χριστουγεννιάτικο δέντρο έμπαινε στη θέση του πάντα την ίδια ημερομηνία: 1η Δεκεμβρίου. Η συνήθεια τον ακολουθούσε από τότε που στόλιζε με τους γονείς του. Για να πάει καλά ο τελευταίος μήνας του χρόνου, έλεγε η μητέρα του. Ο πατέρας του ακολουθούσε. Δεν είχε όρεξη να φέρει αντίρρηση. Αδιάφορα του ήταν τα Χριστούγεννα. Ο μεγαλύτερος αδερφός του περίμενε το ξημέρωμα της πρώτης μέρας του νέου έτους για να πάρει το δώρο του. Ήξερε ότι ο μπαμπάς φέρνει τα δώρα και το είχε πει και στον αδερφό του. Δυσκολεύτηκε να το πιστέψει και έφτασε στην έκτη δημοτικού για να το αποδεχτεί. Μέσα του, πάντως, κράτησε τη λαχτάρα, την αγωνία της συνάντησης με τον Άγιο Βασίλη. Κάθε χρόνο έλεγε ότι θα ξενυχτήσει για να τον δει, αλλά κάθε φορά τα βλέφαρα έκλειναν και ο ήλιος έκανε τα αποκαλυπτήρια το πρωί. Τώρα, πια, το μόνο που τον περίμενε το πρωί ήταν το αμάζευτο τραπέζι και τα παυσίπονα για τον πονοκέφαλο. Το θέμα του δώρου είτε το τακτοποιούσε μόνος του είτε το φρόντιζαν άλλοι για κείνον. Πότε οι γονείς, κι ας ήταν πια 70, οι φίλοι, οι σχέσεις του… Το είχε απωθήσει βαθιά στη μνήμη του. Τώρα όμως καθόταν στην πολυθρόνα και περίμενε. Κοίταξε επίμονα το δέντρο. Πήγε προς αυτό και κάθισε μπροστά του. Σε μια ώρα ξημέρωνε. Ήπιε μια γερή γουλιά κρασί. Άλλο λίγο και θα ήταν μόνο μεθυσμένος.

Δεν πρόλαβε να πιεί άλλο. Το αλκοόλ τον είχε ζαλίσει και πλέον είχε περάσει στην κατάσταση ξύπνιου-ύπνου. Σκιές, ρυθμικά φώτα κι ένα περίεργο πουλί να πετά μες στο σπίτι. Πορτοκαλί και κίτρινο, με ασημί ρίγες. Πλαστικό, αλλά με το πιο όμορφο κελάηδισμα. Το είδε να περνά μπροστά του, άπλωσε το χέρι βαριεστημένα. Έγειρε και έπεσε δίπλα από το δέντρο. Τέντωσε το πόδι και άκουσε το κουδούνισμα του ψεύτικου Άγιου Βασίλη καθώς έπεφτε. Το μόνο που είδε πριν κλείσει τα μάτια του ήταν το μπουκάλι με το κρασί. Όρθιο και χρυσοκόκκινο. Ο ήλιος είχε βγει πια και το φως του τον ξύπνησε. Με δυσκολία σήκωσε το κορμί του. Το κεφάλι του πονούσε. Είδε το αμάζευτο τραπέζι. Τίποτε δεν είχε αλλάξει. Αυτός δεν είχε έρθει. Πήρε τα παυσίπονα, έφτιαξε καφέ και ετοιμάστηκε για το συγύρισμα. Πήγε να πάρει το μπουκάλι και το είδε πεσμένο. Το λίγο κρασί που είχε μείνει πότιζε το χαλί. Έτριψε τα μάτια του και δίπλα από τον πεσμένο Άγιο Βασίλη είδε μια χριστουγεννιάτικη κάρτα. Δεν τη θυμόταν. Παιδική ήταν. Του θύμισε αυτή που είχε φτιάξει για τον παππού του. Την άνοιξε και διάβασε: καλή χρονιά να χουμε άνθρωπε! Τελικά, είχε έρθει.

 

Τελευταία Νέα