«Στον Άρη ένας αγώνας δεν τελειώνει όταν φεύγεις από το γήπεδο»!

«Στον Άρη ένας αγώνας δεν τελειώνει όταν φεύγεις από το γήπεδο»!

bet365

Σε ένα ταξίδι στο παρελθόν αλλά και στο… μέλλον, ο προπονητής του Άρη, Σάββας Καμπερίδης, μίλησε στο gazzetta.gr για τις εμπειρίες που απεκόμισε στους «κίτρινους», θυμήθηκε χαρακτηριστικά των συνεργασιών του με προπονητές όπως οι Βαγγέλης Αγγέλου, Δημήτρης Πρίφτης, Παναγιώτης Γιαννάκης και άνοιξε τον φάκελο του Άρη της επόμενης χρονιάς.

Η αλήθεια είναι ότι ο καλαθοσφαιριστής Σάββας Καμπερίδης είχε αρκετά χαρίσματα. Εξαιρετική διείσδυση, decent σουτ από μέση απόσταση, μεγάλο άλμα, του έλειψε όμως το πλέον απαραίτητο στοιχείο. Υγεία. Στην πραγματικότητα, δεν τον λες και πιο… τυχερό άνθρωπο στον κόσμο καθώς με το άκουσμα του αριθμού των τραυματισμών που τον ταλαιπώρησαν στη διάρκεια της καριέρας του, θαρρείς ότι ακούς παραγγελία σε εστιατόριο. «Έπαθα χιαστό στο δεξί γόνατο, τέσσερις φορές μηνίσκο και μία φορά χόνδρο. Ο πρώτος σοβαρός τραυματισμός ήταν το 2003 στη ΜΕΝΤ και μέχρι το 2012 όπου σταμάτησα το μπάσκετ έκανα συνολικά πέντε χειρουργεία, συν το σύνδρομο κοιλιακών προσαγωγών που αντιμετώπισα το 2011».

Το ερώτημα που προκύπτει μάλλον αντανακλά στις αντοχές του. Συνήθως, στον δεύτερο ή τρίτο πολύ σοβαρό τραυματισμό, ο δρόμος που ανοίγει διάπλατα είναι αυτός της αποχώρησης. Γιατί ζωτικά όργανα που απαιτούνται για να παίξεις μπάσκετ είναι αδύνατο να επανέλθουν στην αρχική κατάστασή τους κι ένας σοβαρός τραυματισμός είναι ο σταθερός συνοδοιπόρος κάθε αθλητή. Το μυαλό του παίκτη θέλει να τον ξεχάσει, αλλά αυτός δεν φεύγει ποτέ. Υπάρχει όμως και η δύναμη της ψυχής την οποία, συνήθως, υποτιμούμε. Στην προκειμένη περίπτωση, όταν το 2005 πραγματοποιήθηκε ένα παιδικό όνειρο, δεν θα μπορούσε να επιτρέψει στον εαυτό του να μην το ζήσει. Τότε άφησε την Τούμπα και το «κλουβί» της ΜΕΝΤ και πέρασε το κατώφλι του θρυλικού Παλέ για τον Άρη.

«Όλα άρχισαν στα Μαυροσκούφεια. Έπαθα ένα σοβαρό διάστρεμμα. Στην πραγματικότητα ήταν ‘μικρή’ ρήξη συνδέσμων στον αστράγαλο. Κανονικά έπρεπε να μείνω εκτός με νάρθηκα στο πόδι. Σε επτά μέρες έπαιξα σε δύο παιχνίδια κι όταν γυρνούσα σπίτι, κυριολεκτικά, έκλαιγα από τον πόνο. Έβαζα ένα μικρό νάρθηκα, τον τύλιγα με tape, ούτως ώστε το πόδι να μην τρίβεται δεξιά ή αριστερά του παπουτσιού, για να μπορέσω να παίξω. Τα παπούτσια ξεχείλωσαν από την έντονη πίεση που δέχονταν και τα πέταξα.

Τότε ένιωθα τη μεγάλη ευκαιρία που είχα στην καριέρα μου στον Άρη. Θυμάμαι ότι το πρώτο επίσημο παιχνίδι ήταν με τον Πανελλήνιο και δεν υπήρχε περίπτωση να το χάσω. Μετά ήταν το ΠΑΟΚ-Άρης το οποίο έβλεπα από μικρό παιδί. Δεν γινόταν να το χάσω κι αυτό. Το πρόβλημα μεταφέρθηκε και στο δεξί γόνατο. Δεν έλεγα σε κανέναν τίποτε, έπαιζα σαν να μη συνέβαινε τίποτε, μετά από ένα σημείο το αντιμετώπισα με θεραπείες για να φτάσουμε στον ευρωπαϊκό αγώνα με τον Πανιώνιο. Όταν όλοι πανηγύριζαν την πρόκριση, εγώ ετοιμαζόμουν για το χειρουργείο».

Η μπασκέτα στο κλειστό του Βότση

Για να καταλάβει κανείς τη συμπεριφορά του Καμπερίδη και κυρίως να αντιληφθεί τους λόγους για τους οποίους κατάπινε τον πόνο σα να ήταν… καραμέλες, είναι αναγκαίο να συνυπολογίσει ό,τι είχε προηγηθεί. Για ένα παιδί το οποίο άρχισε την καριέρα του από τον Ναύαρχο Βότση, το να φτάσει να παίξει στον Άρη δεν ήταν απλά κάτι μεγάλο, αλλά σπουδαίο. Ο Ναύαρχος Βότσης εδρεύει στην ευρύτερη περιοχή της Καλαμαριάς. Το κλειστό γήπεδό του έχει μια ιδιαιτερότητα. Το χαρακτηριστικό αυτού του συνοικιακού γηπέδου ήταν (… ίσως να παραμένει) η μπασκέτα η οποία βρίσκεται στη είσοδο των αποδυτηρίων. Ολίγον «κοντύτερη» από την απέναντι και για κάποιον λόγο «ρουφήχτρα» όταν χρησιμοποιείται το ταμπλό. «Σ’ αυτή κάρφωσα για πρώτη φορά. Είχα ένα συμπαίκτη δε ο οποίος μονίμως χρησιμοποιούσε το ταμπλό και δεν έχανε σουτ», θυμήθηκε.

Ο Σάββας Καμπερίδης άρχισε την καριέρα του από τον Ναύαρχο Βότση, σ’ ένα ταξίδι δίχως σαφή προορισμό. «Δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα έφθανα στο σημείο να αγωνιστώ σε ομάδες με σπουδαία ιστορία όπως ο Άρης και ο Ηρακλής. Από την άλλη πλευρά, οι διαδοχικοί τραυματισμοί μου άφησαν μια στεναχώρια γιατί πραγματικά δούλεψα πάρα πολύ και μέσα μου παραμένει το απωθημένο, ένα ερωτηματικό, το οποίο θα μείνει αναπάντητο. Αν δηλαδή μπορούσα να πετύχω περισσότερα πράγματα. Από τη μία πλευρά νιώθω ευλογημένος γιατί άρχισα από μια μικρή ομάδα, από την άλλη είναι και οι τραυματισμοί».

Την ίδια εποχή ένιωσε τα πρώτα ερεθίσματα για την προπονητική κι αυτό έγινε εξ’ ανάγκης. Εκείνη την εποχή, μέσα δεκαετίας του ’90, ο άλλοτε παίκτης (κυρίως) των Ηρακλή και Ολυμπιακού, Γιώργος Παυλίδης, ήταν από τα πλέον ξακουστά ονόματα στις παιδικές ηλικίες και αγωνιζόταν στον Απόλλωνα Καλαμαριάς. «Όταν ξεκίνησα στον Ναύαρχο Βότση και αντιμετωπίζοντας παιδικές ή εφηβικές ομάδες οι οποίες παραδοσιακά ήταν δυνατές, μας κέρδιζαν πολύ εύκολα κι αυτό μ’ είχε πεισμώσει. Καθαρά από εγωισμό έψαξα τρόπους για να τους κερδίσουμε. Ήθελα να κερδίσω τον Γιώργο Παυλίδη, τον Νίκο Χατζηβρέττα… Ο Παυλίδης έπαιζε στον Απόλλωνα Καλαμαριάς και χάναμε 30 πόντους. Μια φορά τους κερδίσαμε 72-69 και επί σαράντα λεπτά έπαιξα άμυνα τον Παυλίδη από μπροστά για να μην πάρει την μπάλα. Πάντα είχα μια λογική, αλλά όταν γνώρισα τον Δημήτρη Νικολαΐδη και ζήτησα να κάνω προπονήσεις μαζί του, τότε συνάντησα έναν διαφορετικό τρόπο δουλειάς. Όσο περνούσαν τα χρόνια και αντιλαμβανόμουν ότι πλησίαζε η στιγμή να σταματήσω, ωρίμασε ακόμη περισσότερο η σκέψη ότι δεν θα μπορούσα να μείνω μακριά από το άθλημα». Μεσολάβησε η καριέρα σε Αίαντα Ευόσμου, ΜΕΝΤ, Άρη, Ηρακλή, Ιωνικό Λαμίας, Ίκαρους Σερρών, για να έρθει η πρόσκληση του Βαγγέλη Αγγέλου.

«Σε θέλω τίγρη και ζέβρα μαζί»

Η σχέση του με τον (… κατά τον Γιωργή Μπουσβάρο) «τρέλαρχο», αρχικά, υπήρξε απολύτως επαγγελματική. Στην πραγματικότητα όμως, ο Βαγγέλης Αγγέλου μπορεί να έχει φίλους ή εχθρούς. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υφίσταται και με τον Σάββα Καμπερίδη συνέβη το πρώτο. «Το 2012 είχα πάει μαζί με τον κόουτς Ροδόπουλο στην Αμερική για περίπου 3-4 εβδομάδες. Επιστρέφοντας, σε σεμινάριο στο ΣΕΠΚ στη Μίκρα, μοιραστήκαμε τις εμπειρίες μας με τους υπόλοιπους συναδέλφους και στο περιθώριο εκείνου του σεμιναρίου, τον Νοέμβρη του ίδιου χρόνου, ο Παρασκευάς Μουρατίδης μου είπε ότι ο Βαγγέλης Αγγέλου ήθελε να συναντηθούμε. Κάναμε το ραντεβού, συμφωνήσαμε κι έτσι άρχισα στον Άρη».

Αυτό που σίγουρα δε θα ξεχάσει ποτέ, ήταν η πρώτη φράση του Αγγέλου. «Με τον κόουτς είσαι πάντα σε εγρήγορση. Είναι έντονα τα συναισθήματα γιατί από τη μία πλευρά νιώθεις την πίεση και από την άλλη καταλαβαίνεις ότι έχεις τη στήριξή του, κυρίως όμως ότι προσπαθεί να σε εξελίξει. Η εκπαίδευση αρχίζει από την πρώτη μέρα. Θυμάμαι ότι στην πρώτη συνάντησή μας μου είπε ‘ο Άρης είναι ομάδα έκτακτης ανάγκης. Από εσένα θέλω να είσαι τίγρης και ζέβρα μαζί’. Ο Αγγέλου είναι αυθεντικός. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι εκφράζεται έντονα υπό την έννοια ότι όταν χαίρεται… χαίρεται με την ψυχή του και όταν λυπάται, επίσης το καταλαβαίνεις στο πρόσωπό του. Δεν είναι δύσκολος χαρακτήρας. Πρέπει να είσαι σε εγρήγορση, να τρέξεις και να μάθεις να διαχειρίζεσαι. Συνεργάστηκα δύο φορές μαζί του, του οφείλω πολλά κι έχω άριστη σχέση. Μου κόλλησε το ‘κουσούρι’ του καθώς κι εγώ γράφω στα τζάμια του γραφείου. Δουλεύει ασταμάτητα και τα δύο μεγαλύτερα χαρίσματά του είναι το πάθος και η εργατικότητά του. Επίσης, δεν έχει κόμπλεξ με τους ανθρώπους που είναι γύρω του, ίσα-ίσα που θα προσπαθήσει να τους βοηθήσει και δεν θα κρατήσει κάτι για τον εαυτό του».

«Ο Πρίφτης δεν ήθελε δικό του γραφείο»

Από την εγρήγορση, στην ηρεμία. Αυτή η μετάλλαξη της όλης κατάστασης ήρθε όταν ο Βαγγέλης Αγγέλου μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη για λογαριασμό της Αναντολού Εφές και τον διαδέχθηκε (λίγο μετά) ο Δημήτρης Πρίφτης. Είχε μεσολαβήσει ο Μίλαν Μίνιτς ο οποίος… «είναι δάσκαλος, ακόμη και τώρα μου δίνει συμβουλές και μου στέλνει σημειώσεις». Ο τρόπος δουλειάς με τον Δημήτρη Πρίφτη ήταν διαφορετικός καθώς… «είναι διαφορετικός χαρακτήρας. Πιο ήπιος αλλά εξίσου απαιτητικός. Ο ίδιος δουλεύει τόσο πολύ όπου, θέλοντας και μη σε αναγκάζει να είσαι εργατικός. Έχει άλλον τρόπο προσέγγισης των παικτών. Άλλη προπονητική φιλοσοφία, διαφέρει και στην προσωπική επαφή. Άλλο το σχολείο με τον Αγγέλου και άλλο με τον Πρίφτη. Ο Πρίφτης είναι ο μοναδικός πρώτος προπονητής που γνώρισα στον Άρη ο οποίος δεν χρησιμοποίησε το γραφείο του πρώτου προπονητή. Καθόταν στο ίδιο γραφείο μαζί με τους βοηθούς του, έτσι έδινε το στίγμα της δουλειάς του. Ένιωθες συνυπεύθυνος και αντιλαμβανόσουν πόσο σε υπολόγιζε».

«Βλέποντας τον Γιαννάκη, ένιωθα ότι ήθελε να μπει και να παίξει»

Μετά τον Δημήτρη Πρίφτη, διατήρησε ρόλο άμεσου συνεργάτη, αυτή τη φορά με τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Στην αρχή δεν το πίστευε ούτε ο ίδιος καθώς οποίος ανήκει στη συνομοταξία αυτών που μεγάλωσαν με τον παίκτη-θρύλο του ελληνικού μπάσκετ. «Ήρθε σε εξαιρετικά δύσκολη περίοδο για την ομάδα, μπήκε μπροστά με την προσωπικότητα και το κύρος του και διαχειρίστηκε προβλήματα τα οποία κανονικά δεν ανήκουν στον προπονητή. Προσωπικά, μεγάλωσα με τον Γιαννάκη και τον Γκάλη, οπότε ήταν πολύ ιδιαίτερο να είμαι συνεργάτης μ’ έναν από τους παιδικούς ήρωες μου. Το χαρακτηριστικό του κόουτς ήταν ότι το πάθος που έβλεπες στον 28χρονο αθλητή, το έβλεπες και στον 59χρονο προπονητή. Υπήρξαν στιγμές όπου ένιωσα ότι ήταν έτοιμος να μπει και να παίξει 2-3 φάσεις».

Ακολούθησε η συνεργασία με τον Γιάννη Καστρίτη ο οποίος παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε… γαϊδουρινή υπομονή και θαυμαστή ψυχραιμία. «Έχει πολλά στοιχεία του Πρίφτη, αλλά διαθέτει τη δική του προσωπικότητα. Είναι άνθρωπος με επίπεδο, πολύ καλός στο να κάτσει και να ακούσει, ενώ αφουγκράζεται το πρόβλημα του άλλου, τις ανάγκες του. Υπήρξε τρομερά ψύχραιμος στη διαχείριση εξαιρετικά δύσκολων στιγμών στην ομάδα και του βγάζω το καπέλο». Ο κύκλος των πρώτων προπονητών με τους οποίους συνεργάστηκε σε συλλογικό επίπεδο έκλεισε με τον Ηλία Ζούρο στο Περιστέρι. «Είναι δάσκαλος. Ένας παίκτης άνω των 35 ετών δύσκολα αλλάζει, αλλά ο Ηλίας Ζούρος έχει τον τρόπο να βελτιώσει ακόμη και τον 36χρονο Ξανθόπουλο γιατί πάντα νιώθει ότι, όχι μόνο έχει υποχρεώσει να το κάνει αλλά ότι μπορεί να του δώσει κάτι παραπάνω το οποίο δεν το είχε στην καριέρα του. Μου έδωσε πολλές ελευθερίες, η συμπεριφορά του ήταν άψογη απέναντί μου, εισέπραξα τον σεβασμό του και του οφείλω το γεγονός ότι ενίσχυσε την αυτοπεποίθησή μου μέσα από την εμπιστοσύνη που μου έδειξε. Προς την ίδια κατεύθυνση με βοήθησε και ο Γιώργος Λημνιάτης με τον οποίον ήμασταν στην Εθνική Νέων Ανδρών. Περάσαμε ένα μαγικό τρίμηνο, είναι εξαιρετικός προπονητής και είχαμε τρομερή συνεργασία».

«Δεν περίμενα ότι η πρώτη μου φορά θα ήταν με τον Άρη»

Αν υπάρχει κάτι για το οποίο μετάνιωσε στην καριέρα του, ίσως είναι το γεγονός ότι το 2017 δεν ακολούθησε τον Δημήτρη Πρίφτη στην Ούνιξ Καζάν. «Δεν ξέρω πώς θα μπορούσαν να είχαν καταλήξει τα πράγματα αν είχα ακολουθήσει τον Δημήτρη Πρίφτη. Αν το έκανα, προφανώς θα ήταν μια σωστή κίνηση. Γενικώς όμως δεν έχω παράπονο από τη διαδρομή μου». Αυτή η αμφιβολία, ενδεχομένως, να διατηρείται στο μυαλό του. Δεν την είχε όταν κλήθηκε να αποφασίσει για κάτι πιο σοβαρό. Την ανάληψη καθηκόντων πρώτου προπονητή στον Άρη, στις αρχές του περασμένου Δεκέμβρη. Από τη μία πλευρά, του παρουσιάστηκε η δυνατότητα αποτίναξης του τίτλου του δεύτερου προπονητή και από την άλλη, ο φόβος να «καεί» το χαρτί του. «Δεν ένιωσα αυτόν τον φόβο γιατί γενικώς δεν είμαι άνθρωπος ο οποίος θα κοιτάξει πολύ μακριά, οπότε δεν υπήρχε ο χώρος στη σκέψη μου για να το σκεφτώ. Στο μυαλό μου ήταν ότι, μου ανατέθηκε μια δουλειά και πρέπει να την κάνω έχοντας παράλληλα την επιθυμία της βελτίωσης. Προφανώς πίστευα ότι θα μου δοθεί η ευκαιρία να εξελιχθώ σε πρώτος προπονητής, πιθανόν να ένιωσα και την ανάγκη, αλλά δεν έβαλα ποτέ χρονοδιάγραμμα και σίγουρα δεν περίμενα ότι ο Άρης θα ήταν η ομάδα η οποία θα μου έδινε την πρώτη ευκαιρία. Αν ήταν άλλη ομάδα, πιθανότατα θα είχα αποφύγει να πάρω τη δουλειά. Ζυγίζεις το επίπεδο του Άρη, συνυπολογίζεις τα χρόνια τα οποία δούλεψες στην ομάδα αλλά και τις σχέσεις με άτομα εντός της ομάδας τα οποία εκτιμώ αλλά κι έχω προσωπική σχέση όπως ο Ζάλλογος, ο Σπυρίδης, ο Νικητάκης ή ο Λευτέρης Μποχωρίδης. Τους θεωρώ φίλους μου και αποφάσισα να δώσουμε τη μάχη όλη μαζί. Δεν σκέφτηκα τις συνέπειες».

Η πρόσληψη του Σάββα Καμπερίδη επισημοποιήθηκε μετά την εντός έδρας ήττα από τον Πανιώνιο για τη δέκατη αγωνιστική. Ο Άρης ήταν στην τελευταία θέση της βαθμολογίας, σε απόσταση ενός βαθμού από τους τρεις (τότε) προτελευταίους. «Είδα μια ομάδα με κατεστραμμένη ψυχολογία, έντονη αμφιβολία και απαισιοδοξία για το μέλλον. Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που έπρεπε να διορθώσουμε. Να αφουγκραστούμε τους παίκτες, να δούμε τι προβλημάτιζε τον καθένα, τι πίστευε ο καθένας ότι μπορούσε να δώσει στην ομάδα κι αυτό έγινε μέσα από συζητήσεις. Μετά ήρθε η ανομοιογένεια που έβγαζε η ομάδα γιατί υπήρχαν παιδιά με διαφορετική κουλτούρα και σε πολύ διαφορετική φάση της καριέρας τους. Αυτό έγινε γιατί κάποιοι παίκτες ήταν λύσεις της τελευταίας στιγμής καθώς η ομάδα χτίστηκε αργά. Είμαι σίγουρος ότι αν οι συνθήκες ήταν διαφορετικός, θα είχε δημιουργηθεί διαφορετικό ρόστερ το περασμένο καλοκαίρι».

«Στον Άρη ένας αγώνας δεν τελειώνει όταν φεύγεις από το γήπεδο»

Στους επόμενους τέσσερις αγώνες (οι τρεις ήταν εκτός έδρας με ΑΕΚ, Προμηθέα και ΠΑΟΚ), η ομάδα βρήκε μόλις μία νίκη. Εντονότερη πίεση, ομοίως και αμφιβολία. Ειδικά στον Άρη κι αυτό μπορούν να το αντιληφθούν μόνο όλοι έχουν δουλέψει σ’ αυτή την ομάδα. «Ήταν ψυχοφθόρα διαδικασία γιατί ο Άρης είναι μια ομάδα με πολύ κόσμο και ειδικά εμείς που είμαστε άνθρωποι της πόλης το καταλαβαίνουμε καθημερινά. Όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά το καταλαβαίνεις σε όποιο μέρος κι αν βρεθείς. Από τον φούρνο, το σούπερμαρκετ… παντού. Στον Άρη, ένας αγώνας δεν τελειώνει όταν φεύγεις από το γήπεδο, αλλά συνεχίζεται για πολλές ημέρες. Όπως συμβαίνει με όλες τις μεγάλες ομάδες, έτσι και ο Άρης, είναι ομάδα των άκρων. Υπάρχουν απαιτήσεις».

Ακολούθησαν τρεις νίκες στους επόμενους τέσσερις αγώνες, κυρίως όμως ήταν προφανές ότι η ομάδα είχε αλλάξει ρότα και σε συνδυασμό με την κατάσταση των υπολοίπων της ουράς, αυξήθηκαν και οι πιθανότητες επιβίωσης αλλά ήρθε η διακοπή του Πρωταθλήματος. «Πιστεύω ότι θα τα καταφέρναμε και δεν το λέω εκ του ασφαλούς. Η ομάδα ήταν σε καλό μομέντουμ, είχαμε βρει χημεία και είχαμε αρχίσει να παίζουμε καλά. Χάσαμε δύο παιχνίδια στις λεπτομέρειες από τον Παναθηναϊκό και τον Κολοσσό, ειδικά μετά την ήττα στη Ρόδο και παρότι ήταν οδυνηρή, είπα τα παιδιά στα αποδυτήρια ότι με την εμφάνιση που είχαμε κάνει, δείξαμε ότι μπορούσαμε να τα καταφέρουμε».

«Υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα έπαιζε ξανά»

Παραμονή του εντός έδρας αγώνα με τον Παναθηναϊκό και σα να μην έφτασαν οι τόσες κρίσεις που χρειάστηκε να διαχειριστεί το σύνολο λόγω των αρνητικών αποτελεσμάτων, ήρθε κι αυτή με τον Κεν Μπράουν ο οποίος την κοπάνησε, διαμαρτυρόμενος για τον αγωνιστικό ρόλο του και τις σχέσεις του με τους συμπαίκτες του. «Υπό διαφορετικές συνθήκες, η διαχείριση του ζητήματος που προέκυψε με τον Κεν θα ήταν διαφορετική. Οφείλαμε να αφουγκραστούμε τις ανάγκες της ομάδας, τι ήταν καλύτερο γι’ αυτήν. Αν συμπεραίναμε ότι το καλύτερο ήταν να μην παίξει, δεν θα ξανάπαιζε. Αυτό το αντιλαμβάνεσαι από τους συνεργάτες σου αλλά και από τους υπόλοιπους παίκτες. Αν ένιωθαν ότι δεν θα μπορούσαν να εμπιστευτούν ξανά τον Κεν, δεν θα τον έβαζα. Όλοι αντιλήφθηκαν την ανάγκη της παρουσίας του και τελικώς έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει».

Αυτό το σκηνικό συνδυάστηκε με την αντίδραση του κόσμου. Εδώ και τουλάχιστον τρία χρόνια, ο Αρειανός έχει πετύχει κάτι σπάνιο για τη νοοτροπία του. Στη διάρκεια των αγώνων, κλειδαμπαρώνει στην ψυχή του όλα τα συναισθήματά του. Λες και παθαίνει μια μορφή αμνησίας. Δεν λογαριάζει που βρίσκεται η ομάδα του, ξέρει ότι παλεύει για την επιβίωση, αλλά αρνείται να την εγκαταλείψει. Αυτό είναι και το πιο τρανό στοιχείο για την κατάρριψη ενός μύθου. Δηλαδή, ότι συνεχίζει να ζει με το παρελθόν γιατί αυτό πλέον δεν υφίσταται. Αυτό που επιζητά (γι’ αρχή) είναι μια κανονικότητα. «Υπάρχει διαφορά του κινδυνεύω από το εκπροσωπώ επάξια μια ομάδα. Έχουν υπάρξει παιχνίδια στα οποία χάσαμε αλλά ο κόσμος αναγνώρισε και χειροκρότησε την προσπάθεια και άλλα όπου κάθε κύτταρο του οργανισμού σου καταλάβαινε τη δυσαρέσκεια. Προφανώς και με σταματούσε ο κόσμος. Από τη μία ένιωθες την πικρία και από την άλλη έβλεπες τη στήριξή του».

«Πρέπει να χτίσουμε αξιοπιστία»

Για να φθάσουμε στο σήμερα. Αυτή τη στιγμή ο Άρης δεν έχει απλά να ανέβει βουνό αλλά… κοτζαμάν Ιμαλάια. Το πρόβλημα ξεκινάει από το οικονομικό και επεκτείνεται σε όλους τους τομείς. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει περιθώριο λάθους καθώς υπάρχει η ποινή απαγόρευση μεταγραφών. «Όταν έχεις περιορισμό επιλογών σημαίνει ότι δεν υπάρχει το περιθώριο λάθους. Πρέπει να γίνει ομάδα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Το βασικό πρόβλημα είναι η αξιοπιστία. Όταν μια ομάδα στα προηγούμενα χρόνια δεν είναι αξιόπιστη, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να αποδείξει ότι πλέον είναι. Εφόσον το καταφέρουμε, αυτή θα είναι η πρώτη μεγάλη νίκη. Η δε αξιοπιστία δεν χτίζεται με λόγια, αλλά με πράξεις. Γενικώς η αγορά απαιτεί μόνο πράξεις. Προς αυτήν την κατεύθυνση συμφωνήσαμε με τους ανθρώπους στην ομάδα να λειτουργήσουμε με πράξεις, να μην λέμε πολλά και να προσπαθήσουμε να πείσουμε τη αγορά για το επίπεδο της αξιοπιστίας μας».

«Θέλω παίκτες που θα νιώθουν»

Αν η αποκατάσταση δεσμών αξιοπιστίας με την αγορά είναι ο πρώτος στόχος, η στελέχωση ομάδας η οποία θα εκφράζει τον προπονητή και κυρίως τον κόσμο είναι ο δεύτερος. Ο Σάββας Καμπερίδης εξήγησε γιατί ένας παίκτης πρέπει να έρθει στον Άρη. «Αν ο αθλητής έχει γνώμονα τη βελτίωσή του μέσα από την παρουσία του σε μια ομάδα η οποία έχει τεράστια δυναμική και μέσα από την οποία θα σφυρηλατηθεί σε καθεστώς πίεσης ούτως ώστε να τεστάρει τις δυνάμεις του για να φθάσει στο σημείο να αλλάξει επίπεδο, τότε ναι, πρέπει να έρθει στον Άρη. Αν περιμένει να πάρει ένα μεγάλο συμβόλαιο, ο Άρης δεν μπορεί να μπει σε καμία διαδικασία πλειστηριασμού γιατί δεν έχει αυτή τη δυνατότητα. Ο Άρης όμως είναι ένα μεγάλο σχολείο και όσοι παίκτες έχουν περάσει από την ομάδα (αγωνιστικά) βγήκαν κερδισμένοι. Όλα τα παιδιά είχαν τις καλές και τις κακές στιγμές τους, όλων όμως η καριέρα εξελίχθηκε».

Χρησιμοποίησε μάλιστα τις περιπτώσεις δύο παικτών, καταθέτοντας τις σκέψεις του για τον Άρη που θα ήθελε να φτιάξει. «Θα ήταν σημαντικό για μένα αν μπορούσα να φτιάξω μια ομάδα η οποία θα βασίζεται σε Έλληνες παίκτες. Να δω δηλαδή αν μπορούμε να επαναλάβουμε αυτό που πετύχαμε με τον Μποχωρίδη και τον Βεζένκοφ, με παιδιά τα οποία θα εξελίσσονται μέσα από την ομάδα και η δε ομάδα μέσα από τη δική τους εξέλιξη. Παιδιά τα οποία θα ταυτίζονται με την ομάδα, θα αντιλαμβάνονται τι σημαίνει να παίζουν σ’ αυτή την ομάδα και δεν θα έρχονται για έναν χρόνο. Δεν είμαι υπέρ των fast track συνεργασιών διότι δεν αφήνουν την παραμικρή παρακαταθήκη. Οι μεγάλες ομάδες οφείλουν να έχουν συνέχεια, να κάνουν τον κύκλο τους και να μην αλλάζουν κάθε χρόνο».

«Γιατί δεν είναι ρίσκο η Ευρώπη…»

Πολλοί ένιωσαν έκπληξη όταν ο Άρης δήλωσε πρόθεση συμμετοχής τόσο στο BCL όσο και στο Eurocup. Λογάριασαν τα έξοδα συμμετοχής, κυρίως όμως το επίπεδο ανταπόκρισης της ομάδας στις απαιτήσεις των δύο αγώνων την εβδομάδα. «Όταν θέλεις να δημιουργήσεις καλή ομάδα πρέπει να προσελκύσεις παίκτες ποιότητας αλλά και φιλόδοξους. Αυτοί θέλουν δύο αγώνες την εβδομάδα. Αυτό θέλει προεργασία. Η αρχή γίνεται από τώρα, με το πρόγραμμα μεταβατικών προπονήσεων και στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τον πρώτο επίσημο αγώνα, εκεί χτίζεις φιλοσοφία και χαρακτήρα. Τα διπλά παιχνίδια δίνουν ρυθμό και παράλληλα εκπαιδεύουν τους παίκτες γιατί τους μαθαίνουν να προσπερνούν εύκολα τόσο τις καλές όσο και τις κακές στιγμές. Βοηθούν στη διαχείριση συναισθημάτων γιατί δεν υπάρχει χρόνος για δεύτερες και τρίτες σκέψεις. Αυτό πρέπει να υποστηρίζεται από το τεχνικό τιμ. Θεωρώ ότι στον Άρη υπάρχει ένας από τους καλύτερους γυμναστές στην Ευρώπη, ένα εξαιρετικό τιμ αποκατάστασης και πιστεύω ότι υπάρχει η γνώση και η διάθεση για να διαχειριστούμε τομείς όπως η κούραση».

«Δεν εκτιμήσαμε την αξία αυτών που είχαμε»

Στην πραγματικότητα, ο Σάββας Καμπερίδης φαντάζεται μια «μίξη» των ομάδων των σεζόν 2014-15 και 2015-16, τις οποίες θεωρεί καλύτερες των τελευταίων χρόνων στον Άρη. «Αδικώντας την περίοδο 2014-15 όπου πραγματικά κάναμε μαγικά γιατί με πολύ χαμηλό μπάτζετ φθάσαμε στην τετράδα λόγω της εξαιρετικής χημείας των παικτών, θεωρώ ότι η χρονιά 2015-16 ήταν η καλύτερη. Επίσης το κλίμα στην ομάδα ήταν εξαιρετικό και δεν ήταν τυχαίος ο αριθμός των νικών. Νομίζω ότι εκείνη τη σεζόν, αν είχαμε πάρει τον Μίλαν Μιλόσεβιτς θα μπορούσαμε να είχαμε διεκδικήσει τίτλους. Δεν το λέω εκ του ασφαλούς αλλά λόγω και του χαρακτήρα του παίκτη».

Στο τέλος εκείνης της σεζόν έγιναν λάθη απ’ όλες τις πλευρές. Οικονομικά, τα πόδια απλώθηκαν περισσότερο απ’ όσο μπορούσε να καλύψει το πάπλωμα, δεν βγήκε επίσης και το αγωνιστικό στοίχημα, ασχέτως του ότι στο φινάλε υλοποιήθηκε ο στόχος της 4αδας. «Την επόμενη σεζόν (2016-17) αποδείχθηκε ότι κάναμε λάθος. Χάσαμε τους παίκτες που είχαμε την περίοδο 2015-16, εμπιστευτήκαμε κάποιους άλλους και δεν βγήκε. Ίσως θα έπρεπε να εκτιμήσουμε περισσότερο την ποιότητα των παικτών που είχαμε. Προφανώς δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε τον Οκάρο Ουάιτ αλλά θα μπορούσαμε να επιλέξουμε τον ΜακΝιλ αντί του Τζένκινς, ενώ ήταν στο χέρι μας να κρατήσουμε τον Χάγκινς. Η ομάδα της περιόδου 2015-16 δημιούργησε πολλές προσδοκίες παρά το μέτριο μπάτζετ. Για την ακρίβεια, έπαιξε και απέδωσε σε πολλαπλάσιο βαθμό σε σχέση με το μπάτζετ της κι αυτό καλλιέργησε την επιθυμία δημιουργίας μιας άλλης ομάδας η οποία θα πετύχαινε κάτι αντίστοιχο σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό. Στην πραγματικότητα, αυτό έφερε επιπλέον πίεση στην ομάδα και θεωρώ ότι εκεί μπορεί να μην πήραμε τις καλύτερες αποφάσεις».

Από εκείνη τη σεζόν έμειναν πολλές εικόνες αλλά και μια ομάδα στο viber την οποία αποτελούν όλα τα μέλη της. «Είναι αλήθεια ότι επικοινωνούμε συχνά. Είναι ισχυρό το δέσιμο μεταξύ των παικτών αλλά και των προπονητών που πέρασαν από την ομάδα τη διετία 2015-17. Θυμάμαι ότι, στην πρώτη χρονιά του Δημήτρη Πρίφτη στον Άρη κι επειδή είχε δουλέψει πολύ όμορφα στην Καβάλα, ερχόμενος στην ομάδα είχε πει ότι πρέπει να απογαλακτιστώ από την Καβάλα γιατί είχε δεθεί πολύ έντονα. Δε νομίζω ότι θα εμείς μπορέσουμε ποτέ να απογαλακτιστούμε από την ομάδα αυτής της διετίας γιατί ζήσαμε έντονες στιγμές».

 

Τελευταία Νέα