«Λευκές πορείες», ο αργός θάνατος των Ελλήνων του Πόντου!

«Λευκές πορείες», ο αργός θάνατος των Ελλήνων του Πόντου!

bet365

Το G-Weekend τιμά την «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο», θυμίζοντας το αρρωστημένο σχέδιο των Τούρκων για την εξάλειψη, με βασανιστικό τρόπο, του άμαχου πληθυσμού της περιοχής

Υπάρχουν στιγμές που κομπιάζεις και οι λέξεις φαντάζουν «φτωχές» ώστε να αποτυπώσουν ανάγλυφα τις σκέψεις αλλά και τα συναισθήματα που σε κυριεύουν. Οσα χρόνια και να περάσουν, ότι και αν μεσολαβήσει, τα όσα διαδραματίστηκαν τη δεκαετία 1913-1923 στη Θράκη, τη Μικρά Ασία και τον Πόντο θα αποτελούν κηλίδα στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Ηταν τότε που οι Νεότουρκοι αποφάσισαν να εξοντώσουν οτιδήποτε διαφορετικό εντός της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας τους και να μεγιστοποιήσουν το εθνικό τους στοιχείο στα εδάφη που θεωρούσαν δικά τους, παρότι κατοικούνταν από Ελληνες, Αρμένιους και άλλες εθνικότητες.

Οι μέθοδοι που μεταχειρίστηκαν μοιάζουν βγαλμένες από την Κόλαση του Δάντη, αφού στόχος τους ήταν η εκτόπιση και η εξαφάνιση όλων των ξένων πληθυσμών σε τέτοιο βαθμό, ώστε στο μέλλον να μην υπάρχει τίποτα που να τους θυμίζει. Μόνο ιστορίες και μοιρολόγια, που θα μνημονεύουν τις χαμένες πατρίδες και τα χιλιάδες θύματα ενός αρρωστημένου σχεδίου.

Ηταν 24 Φεβρουαρίου του 1994 λοιπόν, όταν η 19η Μαΐου ορίστηκε ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο», καθώς τότε στα 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα και δόθηκε η διαταγή για την 3η και πλέον αιματηρή φάση των διωγμών. Μακριά από το μέτωπο της Ιωνίας, ο μετέπειτα ηγέτης και αναμορφωτής της γειτονικής χώρας ενορχήστρωσε τα αιματηρά του πλάνα, που βρήκαν καθολική απήχηση από τους συμπατριώτες του. Αλλωστε το σύνθημα που τους ενέπνεε ήταν ξεκάθαρο και έλεγε «Η Τουρκία στους Τούρκους» και για αυτό καλούνταν να εναντιωθούν στην αυτοδιάθεση των λαών που κυριαρχούσε μετά τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Στη Σαμψούντα, την Κερασούντα, την Τραπεζούντα και όπου αλλού άκμαζε το ελληνικό στοιχείο υπήρξε μόνο φωτιά και θάνατος, ενώ η Αμάσεια αποτέλεσε τον τόπο μαρτυρίου για όλους τους επιφανείς συμπατριώτες μας που έχασαν την ζωή τους στα λεγόμενα «Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας». Ο Τοπάλ Οσμάν και το σώμα του έσπειρε, με τις ευλογίες του Κεμάλ, την καταστροφή και δεν είναι τυχαίο πως έμεινε στην ιστορία ως «Η ύαινα του Πόντου», μέχρι που εκτελέστηκε από το καθεστώς που υπηρέτησε πιστά, αλλά μπροστά στη διεθνή κατακραυγή, έστω και καθυστερημένη, αναζητούσε τρόπο να καλύψει τα ανοσιουργήματά του.

Στη Σάντα, το Σούλι του Πόντου, οι Ελληνες αντιστάθηκαν μέχρι εσχάτως, ενώ οι Τούρκοι της εποχής φωτογραφίζονταν με καμάρι δίπλα στα άψυχα σώματα όσων μαρτύρησαν στα χέρια τους. Ποδοπατούσαν παιδιά, τα πετούσαν στα βράχια ώστε να ανοίξουν τα κεφάλια τους, αποκεφάλιζαν άνδρες, τους έγδερναν, τους άνοιγαν με ξιφολόγχες τα σωθικά, ξέσκιζαν τις κοιλιές εγκύων, σε άλλες έκοβαν τα στήθη αφού πρώτα τις βίαζαν, ενώ πάρα πολλοί κάηκαν ζωντανοί σε σχολεία ή εκκλησίες. Φρίκη παντού…

Αλλά σε κάθε αρρωστημένο σχέδιο που τίθεται σε εφαρμογή, υπάρχει πάντα και ο αργός θάνατος, που επιτρέπει στον εκτελεστή να ικανοποιήσει τα πιο κτηνώδη αισθήματά του. Για τους Τούρκους οι Ελληνες, όπως και οι Αρμένιοι, έπρεπε να εξοντωθούν και για αυτό κατά τη διάρκειά του Α' Παγκοσμίο Πολέμου χιλιάδες οδηγήθηκαν σε ορυχεία, μεταλλεία, εργοστάσια και έργα οδοποιίας, σε σύγχρονα καταναγκαστικά έργα δηλαδή, με το πρόσχημα πως θα υπηρετήσουν εκεί τη στρατιωτική τους θητεία.

Ελάχιστοι επέζησαν από τις κακουχίες, όμως οι δήμιοι αναζητούσαν κάποιον τρόπο για μαζική θανάτωση των πληθυσμών, χωρίς όμως να γίνει αντιληπτό από τους Ευρωπαίους. Την «απάντηση» έδωσαν Πρώσοι στρατιωτικοί, που συνέδραμαν τον Κεμάλ στην αναδιοργάνωση των δυνάμεών του και πρότειναν τις «Πορείες Θανάτου». Μέσω αυτών δεκάδες χιλιάδες άφησαν την τελευταία τους πνοή, βίωσαν τη φρίκη και αγκάλιασαν τον θάνατο. Ηταν, συγνώμη για την έκφραση, η «Τελική Λύση» των Τούρκων για τους Ελληνες, αντίστοιχη εκείνης που πήραν μερικές δεκαετίες μετά οι Γερμανοί εναντίον των Εβραίων και δεν είναι τυχαίο πως ορισμένοι τις αναφέρουν ως «λευκή γενοκτονία» ή «λευκές πορείες».

Σταδιακά λοιπόν οι Τούρκοι άρχισαν να συγκεντρώνουν τους κατοίκους των χριστιανικών περιοχών σε αστικά κέντρα που έλεγχαν, κυρίως τον άμαχο πληθυσμό αφού οι άνδρες είτε βρίσκονταν στα βουνά και αντιστέκονταν, είτε είχαν στρατολογηθεί από χρόνια στον Οθωμανικό στρατό και υπέφεραν στα καταναγκαστικά έργα. Δεν τους επέτρεψαν να πάρουν μαζί παρά μόνο ένα αντικείμενο που θα μπορούσαν να κουβαλήσουν. Ούτε ρούχα ή τρόφιμα… τίποτα. Οι περισσότεροι πίστευαν πως θα έφευγαν για λίγες ημέρες, όμως εν αγνοία τους είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή το μακάβριο σχέδιο των κεμαλικών.

Στις πόλεις στοιβάζονταν σε αποθήκες και άλλα ετοιμόρροπα οικήματα, χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής. Παράλληλα πολλοί εκτελούνταν ή βασανίζονταν, ενώ μικρά αγόρια και όμορφες κοπέλες αρπάζονταν από τις οικογένειές τους και αποστέλλονταν σε πλούσιους Τούρκους, για να ικανοποιήσουν τις ακόρεστες ορέξεις τους. Τους επόμενους μήνες αρκετοί πέθαναν από τις κακουχίες αφού υποσιτίζονταν και ύστερα άρχισαν, ανά χιλιάδες, το ταξίδι τους προς το άγνωστο…

Οι Οθωμανοί μάλιστα υπολόγιζαν τα πάντα και δεν είναι τυχαίο πως οι πορείες ξεκινούσαν είτε σε εποχές που επικρατούσε αφόρητη ζέστη ή το ακριβώς αντίθετο, πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και χιονόπτωση. Οι Ελληνες των παραθαλάσσιων περιοχών περπατούσαν καθημερινά προς και μέσα στα βουνά της Ανατολίας, όπου ασυνήθιστοι σε πολικές συνθήκες ήταν βέβαιο πως δεν θα αντέξουν, σε συνάρτηση φυσικά και την κακή κατάσταση που βρίσκονταν. Το αντίθετο δρομολόγιο προς τη θάλασσα ακολούθησαν όσοι διέμεναν στα ορεινά.

Ρακένδυτοι, πεινασμένοι και άρρωστοι περνούσαν μέσα από τουρκικά χωριά, όπου πολλές φορές η πομπή των μελλοθανάτων σταματούσε για εκτελέσεις, ώστε να ικανοποιηθεί η δίψα των ντόπιων για αίμα. Οποιος λύγιζε και έπεφτε ξυλοκοπούνταν και αφήνονταν να ξεψυχήσει στην άκρη του δρόμου, ενώ διανυκτέρευαν στην ύπαιθρο, χωρίς στέγη ή κάλυψη. Αλλωστε οι συνοδοί τους επέλεγαν δύσβατα μονοπάτια όχι μόνο για να τους εξοντώσουν σωματικά, αλλά και για να μην υποπέσουν στην αντίληψη Δυτικών που εκείνο το διάστημα βρίσκονταν στην Τουρκία, ως έμποροι, διπλωμάτες ή στρατιωτικοί.

Ζωντανοί νεκροί, έτρωγαν ότι έβρισκαν στο έδαφος και υπήρξαν μαρτυρίες όπου μητέρες άφηναν ετοιμοθάνατο κάποιο παιδί τους για να μπορέσουν να σώσουν τα υπόλοιπα, αφού αδυνατούσαν να τα κουβαλήσουν όλα ή να τα ταΐσουν με γάλα! Οσοι ξεψυχούσαν έμεναν άταφοι στο σημείο που σωριάζονταν και τα άγρια ζώα των περιοχών κατασπάραζαν τα κορμιά τους, ενώ οι γυναίκες έπεφταν συνεχώς θύματα βιασμού. Καταγράφηκαν περιπτώσεις όπου μητέρες μαζί με τα παιδιά τους αυτοκτόνησαν σε γκρεμούς για να γλιτώσουν την ατίμωση και τα μαρτύρια, ενώ άλλες άπλωναν στο κορμί τους περιττώματα ζώων, ώστε να μην πλησιάζουν οι Τούρκοι λόγω της κακοσμίας που εξέπεμπαν.

Την ίδια στιγμή οι συνοδοί τους ικανοποιούσαν τα σαδιστικά τους ένστικτα. Πολλές φορές στον δρόμο τους βρίσκονταν λουτρά και οι Τούρκοι ανάγκαζαν τους Ελληνες να μείνουν εντός τους για αρκετή ώρα σε θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών και αμέσως μετά τους έβγαζαν έξω στο χιόνι για να αρρωστήσουν, ενώ υπήρξαν και στιγμές τους άφηναν για ώρες γυμνούς σε ανάλογες πολικές συνθήκες, δήθεν για να υποβληθούν σε ιατρικό έλεγχο.

Το μαρτύριο όσων συμμετείχαν σε αυτές τις πορείες κράτησε για πολλούς μήνες και ελάχιστοι διασώθηκαν. Ας μην λησμονούμε πως στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν υπήρχε τερματικός σταθμός, αλλά σκοπός ήταν να εξοντωθούν όλοι! Οσοι επέζησαν συνέβη επειδή οι Τούρκοι τους έστειλαν στην Ελλάδα με την ανταλλαγή πληθυσμών, ενώ υπήρξαν και ορισμένοι που κατάφεραν να καταφύγουν σε χώρες όπως η Συρία. Ως η πλέον θανατηφόρα πορεία εκείνων των χρόνων αναφέρεται μία που ξεκίνησε από την Τρίπολη του Πόντου και μετά από ένα χρόνο κατέληξε στην Καππαδοκία, όπου περίπου 13.000 Ελληνες άρχισαν το ταξίδι τους για το άγνωστο και μόλις 600 έμειναν ζωντανοί για να το διηγηθούν στις μετέπειτα γενιές.

Περισσότεροι από 300.000 συμπατριώτες μας του Πόντου βρήκαν φρικτό θάνατο εκείνα τα χρόνια και δεκάδες χιλιάδες ξεψύχησαν στις «Πορείες Θανάτου», ξέχωρα από όσους πήραν τον δρόμο για την μητροπολιτική Ελλάδα και εγκατέλειψαν για πάντα τις πατρογονικές τους εστίες. Το αίμα τους πότισε τη γη, που για αιώνες αποτελούσε την πατρίδα των προγόνων τους.

 

Τελευταία Νέα