Σεπτεμβριανά, η δεύτερη Αλωση της Πόλης! (pics)

Γιώργος Ντυμένος
Σεπτεμβριανά, η δεύτερη Αλωση της Πόλης! (pics)

bet365

Πριν από 63 χρόνια, το 1955, οι Τούρκοι ξεκίνησαν ένα πογκρόμ διώξεων κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, που ουσιαστικά αποτέλεσε την αρχή για την οριστική αποχώρησή τους από τις πατρογονικές εστίες τους

Συχνά πυκνά τα τελευταία χρόνια, κυρίως εν μέσω διεθνών κρίσεων, έρχεται στο προσκήνιο η «Συνθήκη της Λωζάνης», η οποία υπογράφτηκε στις 24 Ιουλίου του 1923 και σε μεγάλο βαθμό, διαμόρφωσε το status quo των Βαλκανίων.

Μερικούς μήνες πριν, στα τέλη του Γενάρη του ίδιου έτους, μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας είχε συμφωνηθεί το πλαίσιο ανταλλαγής πληθυσμών, από το οποίο εξαιρέθηκαν οι Χριστιανοί της Κωνσταντινούπολης και των νήσων Ιμβρου, Τενέδου και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.

Για τα παραπάνω υπήρξαν αντιδράσεις, κυρίως από συμπατριώτες μας που είχαν εγκαταλείψει τη Μικρά Ασία και άλλες περιοχές μετά από διώξεις που υπέστησαν και οι οποίες κορυφώθηκαν με την Καταστροφή της Σμύρνης το 1922. Ωστόσο η χώρα μας στο διάστημα των 100 ετών που πέρασαν από τότε, σέβεται την υπογραφή της και ουσιαστικά τηρεί τα συμφωνηθέντα.

Αντίθετα στην άλλη πλευρά του Αιγαίου παρατηρείται συνεχής καταπάτησή τους και με την ανοχή όλης της υφηλίου, για την Τουρκία το σχετικό έγγραφο δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κουρελόχαρτο που απλά βρίσκεται σε κάποιο συρτάρι του Υπουργείου των Εξωτερικών της.

Χωρίς ίχνος κάποιας εθνικιστικής κορώνας ή άλλου ανάλογου συναισθήματος, καλό είναι να μην ξεχνάμε την ιστορία, αφού μας έχει διδάξει να είμαστε επιφυλακτικοί με τον γείτονά μας. Αλλωστε είναι νωπές ακόμη οι μνήμες στους μεγαλύτερους, από τα Σεπτεμβριανά του 1955, που ουσιαστικά έθεσαν το τέλος της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης, που πλέον μετά βίας αριθμεί περίπου 2.500 ψυχές μαζί με τους κατοίκους των δύο νήσων, ενώ τότε ξεπερνούσε τις 200.000.

Στη διπλανή χώρα ποτέ δεν κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλό τους. Το σύνθημα «η Τουρκία στους Τούρκους» ήταν κυρίαρχο στη ρητορική των κεμαλικών όταν αναρριχήθηκαν στην εξουσία και από τα 1920 ξεκίνησε η συστηματική εκδίωξη όλων των εθνοτήτων από τα εδάφη τους. Οι Ελληνες και οι Αρμένιοι, κατά πρώτο λόγο, βίωσαν διωγμούς, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια, ταπεινώσεις και εκατοντάδες χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους, με ποικίλους «αρρωστημένους» τρόπους.

Με την πάροδο των χρόνων, την αύξηση των δημοκρατικών ελευθεριών, αλλά και την γενικότερη άνοδος του επιπέδου ζωής, γεννήθηκαν ελπίδες πως το παρελθόν θα περάσει στη λήθη της ιστορίας. Μάταια όμως, κάτι που αποδείχθηκε περίτρανα εκείνες τις «μαύρες» ημέρες του 1955.Οχι στον Μεσαίωνα π.χ όταν η αξία της ανθρώπινης ζωής ήταν αισθητά μειωμένη, όπως και η έννοια του πολιτισμένου κράτους. Αλλά λίγο μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η ανθρωπότητα θρήνησε εκατομμύρια νεκρούς και όλοι αναγνώριζαν πως ποτέ άλλοτε δεν πρέπει να συμβεί κάτι ανάλογο.

Στα τέλη της δεκαετίας του '50 η ελληνική κοινότητα της Πόλης άνθησε οικονομικά. Αλλωστε εκείνα τα χρόνια ο πληθυσμός της δεν ξεπερνούσε τα δύο εκατομμύρια, ενώ η πραγματοποίηση εκλογών στην Τουρκία, επέτρεψε σε συμπατριώτες μας βουλευτές να βρεθούν στο κοινοβούλιό της. Την ίδια στιγμή όμως άρχισε να διογκώνεται το κυπριακό ζήτημα, που δυστυχώς παραμένει άλυτο μέχρι και σήμερα. Στο νησί της Αφροδίτης πίεζαν για την ένωσή τους με την «μητέρα» Ελλάδα, κάτι που επεδίωκε και η κυβέρνηση Παπάγου. Ηταν η αφορμή για την επερχόμενη... θύελλα που θα ξεσπούσε.

Ο Αντνάν Μεντερές που βρίσκονταν στον πρωθυπουργικό θώκο βρήκε το πώς θα στρέψει την προσοχή της κοινής του γνώμης εκεί που ήθελε. Με την ανοχή των μεγάλων δυνάμεων, η Τουρκία ζήτησε και απέκτησε λόγο για το μέλλον της Κύπρου – ας μην ξεχνάμε πως ήταν μέλος του ΝΑΤΟ και η στρατηγική της θέση εκείνο το διάστημα ήταν πολύ σημαντική καθώς βρίσκονταν μια ανάσα από την ΕΣΣΔ – και ακολούθησε επιθετική, προς τους Ελληνες, πολιτική.

Τα «μαύρα σύννεφα» επιδεινώθηκαν όταν τον Απρίλιο του 1955 ξεκίνησε ο απελευθερωτικός αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α. και καθημερινά στον Τύπο της Τουρκίας φιλοξενούνταν «πύρινα» άρθρα για τις δήθεν σφαγές που ελάμβαναν χώρα στη Λευκωσία, τη Λάρνακα και άλλες πόλεις του νησιού. Παράλληλα υπήρχαν ψευδείς αναφορές πως οι Ελληνες της Κωνσταντινούπολης χρηματοδοτούσαν τους Κύπριους, ενώ κατηγορούσαν ευθέως την Αθήνα πως βοηθούσε υλικά τον στρατηγό Γρίβα. Σα να μην έφτανε αυτό, ζητούσαν από το Φανάρι να αφορίσει όσους πήραν τα όπλα, ότι δηλαδή είχε συμβεί και το 1821, όταν απαγχονίστηκε ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’.

Υπό αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση Μεντερές άρχισε να ενορχηστρώνει ένα σχέδιο που έμελλε να αλλάξει τη ροή της ιστορίας., ενώ ο ίδιος προσωπικά στήριξε και επεδίωξε την πόλωση. Μόλις στα τέλη Αυγούστου, μία εβδομάδα πριν τις διώξεις, με έναν πύρινο λόγο ανέφερε πως οι ελληνοκύπριοι σχεδίαζαν μαζικές δολοφονίες τουρκοκύπριων, με την ανοχή και σύμπραξη της χώρας μας και όλου του ελληνισμού. Παραμονές μάλιστα και της συνδιάσκεψης του Λονδίνου που είχε προγραμματιστεί για τις 29 του μηνός, με τη συμμετοχή της Αγγλίας, της Τουρκίας και της πατρίδας μας, με θέμα την εξεύρεση λύσεως για το κυπριακό.

Στις 28 υπήρξαν αναφορές για λεηλασίας σε Ορθόδοξους ναούς της Κωνσταντινούπολης, αλλά άπαντες θεώρησαν πως πρόκειται για ένα μεμονωμένο γεγονός. Ομως ήταν η αρχή του κακού…

Την επομένη λοιπόν ξεκίνησε στη «Γηραιά Αλβιώνα» η συνδιάσκεψη και οι διπλωματικές αντιπροσωπείες των εμπλεκομένων πλευρών αντάλλαζαν απόψεις και πρότειναν λύσεις. Βρισκόμασταν στις πρώτες πρωινές ώρες της 6ης Σεπτεμβρίου, όταν οι Τούρκοι ανέφεραν πως στη Θεσσαλονίκη είχε εκραγεί βόμβα δίπλα στο προξενείο που διατηρούσαν στην πόλη και πιο συγκεκριμένα στο σπίτι που θωρείται ότι γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ.

Η ελληνική πλευρά ενημερώθηκε άμεσα από την Αθήνα για τα τεκταινόμενα και έκανε λόγο πως πρόκειται για συμβάν μικρής σημασίας και έκτασης, για το οποίο έχει ήδη αναλάβει η αστυνομία, αλλά αδυνατούσε να κατανοήσει το οργανωμένο σχέδιο της Τουρκίας που βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη.

Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας παρατηρήθηκαν, στο ραδιόφωνο της γειτονικής χώρας, οι πρώτες αναφορές για τα τεκταινόμενα και στις 4 το απόγευμα η εφημερίδα Ιstanbul Ekspress κυκλοφόρησε με έκτακτη έκδοση και τίτλο «Το σπίτι του Ατατούρκ καταστράφηκε από βόμβα». Στο πρωτοσέλιδό της φιλοξενούσε φωτογραφίες της οικίας που έδειχνε κατεστραμμένη, όμως η αλήθεια ήταν πως το κτίσμα είχε υποστεί μικρές υλικές ζημιές κυρίως σε τζάμια.

Το υλικό που δημοσιεύτηκε ήταν παραποιημένες εικόνες που είχε τραβήξει λίγες ημέρες πριν ένας επαγγελματίας φωτογράφος για λογαριασμό της συζύγου του πρόξενου, με την αιτιολογία πως τις ήθελε για ενθύμιο επειδή σύντομα θα αποχωρούσε.

Η Ιstanbul Ekspress υπολογίζεται πως εκείνη την ημέρα πούλησε περίπου 300.000 φύλλα, αντί του μέσου όρου της που ήταν κάτω από τα 25.000 και μόλις τότε στην Ελλάδα αντιλήφθηκαν την σκευωρία που είχε στηθεί. Ωστόσο ήταν πάρα πολύ αργά…

Σε διάστημα λίγων μόνο ωρών ένα μαινόμενο πλήθος που ξεπερνούσε τους 60.000 Τούρκους, βρέθηκε «αυθόρμητα» στην πλατεία Ταξίμ και άρχισε να κατευθύνεται προς τις ελληνικές συνοικίες. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι η συντριπτική του πλειοψηφία μεταφέρθηκε οργανωμένα από την ενδοχώρα και πάρα πολλοί συμμετείχαν στα έκτροπα έναντι αμοιβής, ενώ οι υπόλοιποι (κυρίως οι επικεφαλείς κάθε ομάδας καθώς χωρίζονταν σε γκρουπ των 20 με 30 ατόμων) προέρχονταν από ακροδεξιές οργανώσεις και συνδικάτα.

Παράλληλα εισέρχονταν στους χώρους συνάθροισης συμπατριωτών τους και τους παρότρυναν να συμπράξουν μαζί τους, αφού σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, όλο το έθνος αγανάκτησε με την μεγάλη «πρόκληση» των Ελλήνων. Μάλιστα στους γύρω δρόμους υπήρχαν φορτηγά με τσεκούρια, αξίνες και μπιτόνια βενζίνης ώστε να τα προμηθευτούν και να υλοποιήσουν τον μακάβριο σκοπό τους.

Από εκείνο το χρονικό σημείο μέχρι το πρωί της 7ης Σεπτεμβρίου οπότε επενέβη ο στρατός καθώς η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη, ο ελληνισμός της Πόλης βίωσε την 2η Αλωση της ιστορίας του από τους Οθωμανούς. Παρότι οι «διαδηλωτές» είχαν σαφείς εντολές να μην προβούν σε δολοφονίες, ο απολογισμός του πογκρόμ που εξαπολύθηκε είναι τρομακτικός. Ακόμα και τώρα δεν υπάρχει ξεκάθαρο νούμερο για όσους έχασαν τη ζωή τους, αλλά οι πιο μετριοπαθείς κάνουν λόγο για 15 με 20 νεκρούς, ενώ ορισμένοι ανεβάζουν τον σχετικό αριθμό στους 90. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τους τραυματίες που πάντως ήταν πάνω από 1.000, ενώ προκαλεί σοκ το πόσες γυναίκες βιάσθηκαν, καθώς μόνο οι επίσημες καταγγελίες ξεπέρασαν τις 300.

Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως εκείνα τα χρόνια, δεν ήταν απλό για μία κοπέλα να αναφερθεί σε ένα ζήτημα ταμπού της εποχής και για αυτό προβάλει ως μαθηματικά βέβαιο πως ήταν περισσότερες. Οι ιερωμένοι επίσης βίωσαν φρικτά βασανιστήρια, όπως περιτομή, ξύρισμα χωρίς νερό, ενώ σε ορισμένους έβγαλαν τα ρούχα και τους διαπόμπευσαν γυμνούς στους δρόμους. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Μητροπολίτη Ηλιουπόλεως Γεννάδιου, ο οποίος παραφρόνησε από τον ξυλοδαρμό που υπέστη και πέθανε λίγο αργότερα.

Οσο για την υλική ζημιά, ισοδυναμούσε ουσιαστικά με την απόλυτη καταστροφή. Η καταγραφή που επιχειρήθηκε αποτυπώνει το μέγεθός της, αφού 1004 σπίτια έγιναν στάχτη, 2500 υπέστησαν σοβαρές ζημιές, 4348 καταστήματα ισοπεδώθηκαν ή λεηλατήθηκαν, 27 φαρμακεία και 11 νοσοκομεία κατέστησαν ανενεργά, 26 σχολεία γκρεμίστηκαν συθέμελα, όπως και όλα τα ξενοδοχεία ή εστιατόρια που είχαν ελληνικά ονόματα (πάνω από 120). Μάλιστα ανάλογα περιστατικά έλαβαν χώρα και σε άλλα αστικά κέντρα της Τουρκίας όπως τη Σμύρνη, ενώ με μικρά σκάφη οι «διαδηλωτές» μεταφέρθηκαν στη Χάλκη και τα Πριγκιποννήσια.

Στις περίπου 9ώρες όπου οι Ελληνες έγιναν μάρτυρες στη δική τους «Νύχτα των Κρυστάλλων», η αστυνομία της Κωνσταντινούπολης ήταν φυσικά απούσα. Σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστά αρκετά χρόνια μετά, οι άνδρες της είχαν διαταγή να βρίσκονται μεν στα τμήματά τους, αλλά να μην επέμβουν. Ελάχιστες εξαιρέσεις υπήρξαν, οι οποίες όμως ως επί το πλείστον αφορούσαν περιπτώσεις οργάνων της τάξεως που δεν είχαν ενημερωθεί για το τι θα συμβεί.

Πάντως ακόμη και εκείνες τις στιγμές, παρατηρήθηκαν περιστατικά που σου δίνουν το δικαίωμα να ελπίζεις σε ένα καλύτερο αύριο. Σε πολλούς δρόμους που εξελίσσονταν οι αγριότητες κατοικούσαν και Τούρκοι, οι οποίοι βγήκαν έξω από τα σπίτια τους και προστάτεψαν εκείνα των Ελλήνων, ορισμένοι μάλιστα κρατώντας όπλα. Αλλοι έκρυψαν γείτονές τους, ενώ επειδή οι δικές τους οικίες δεν κινδύνευαν - την προηγουμένη ημέρα οι ιδιοκτησίες των Ελλήνων είχαν σημαδευτεί με έναν κόκκινο σταυρό ή με τα γράμματα GRM, που προέρχονται από τα αρχικά των τουρκικών λέξεων «Μη Μουσουλμάνος Ελληνας» - στάθηκαν μπροστά σε σπίτια Ελλήνων και ισχυρίστηκαν ότι ήταν δικά τους και «σταμπαρίστηκαν» από λάθος. Αλλά ήταν τόσο λίγοι…

Οι Τούρκοι μπροστά στη διεθνή κατακραυγή ανέφεραν πως τα έκτροπα προήλθαν και εκτελέστηκαν από κουμουνιστές και δεν υπήρξε κάποιο πογκρόμ κατά των Ελλήνων. Μάλιστα προχώρησαν σε συλλήψεις αριστερών, οι οποίοι όμως αθωώθηκαν μετά από δίκη που έγινε το 1957. Οσο για την Αθήνα, ο στρατάρχης Παπάγος ήταν άρρωστος και η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν «άχρωμη» και μάλλον τυπική.

Την στιγμή που χιλιάδες συμπατριώτες μας είδαν το βιός τους να γίνεται στάχτη και έμειναν στους δρόμους μόνο με τα ρούχα που φορούσαν και χωρίς περιουσία. Παρότι η ελληνική πλευρά εκτίμησε τις ζημιές σε 500.000.000 δολάρια Αμερικής και οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί σε 200.000.000, η Τουρκία κατέβαλε ελάχιστα χρήματα σε πολύ λίγους δικαιούχους ύστερα από μεγάλο χρονικό διάστημα και στο δικό της νόμισμα, το οποίο είχε ήδη υποτιμηθεί.

Δείγμα της αναλγησίας που υπήρξε ήταν ότι φορολόγησε κανονικότητα τους πληγέντες. Πλέον πάρα πολλοί άρχισαν να παίρνουν τον δρόμο για την μητροπολιτική Ελλάδα, αφού αντιλαμβάνονταν πως δεν υπήρχε για εκείνους δυνατότητα να μείνουν άλλο στις πατρογονικές τους εστίες. Αλλωστε ακολούθησε και μπαράζ απολύσεων Ελλήνων από επιχειρήσεις που διατηρούσαν Μουσουλμάνοι, όπως π.χ. στον κλάδο του επίπλου όπου 2.000 συμπατριώτες μας έμειναν εν μία νυκτί χωρίς δουλειά. Κάτι ανάλογο συνέβη σε όλα τα επαγγέλματα, ενώ από καιρό είχε θεσμοθετηθεί ο αποκλεισμός τους από κάθε δημόσιο οργανισμό. Οι απελάσεις του 1964 ουσιαστικά θα κλείσουν τη δεκαετία του τρόμου και θα εκμηδενίσουν το ορθόδοξο στοιχείο της Πόλης.

Μετά τα όσα συνέβησαν, η «Συνθήκη της Λωζάνης» αποτελούσε και επίσημα πλέον απλά ένα... χαρτί, ενώ η μόνη «ποινή», αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτός ο όρος, που επιβλήθηκε στην Τουρκία, ήταν να αποδώσει τιμές στην ελληνική σημαία, σε εκδήλωση που έγινε στη Σμύρνη, όταν η χώρα μας αρνήθηκε να συμμετάσχει σε κοινά γυμνάσια με τους υπόλοιπα μέλη τη Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Νωρίτερα οι ΗΠΑ είχαν σπεύσει να ζητήσουν από όλους αυτοσυγκράτηση.

Ορισμένες λεπτομέρειες για το πογκρόμ της 6ης Σεπτεμβρίου του 1955 έγιναν γνωστές στη δίκη του Αντνάν Μεντερές, ο οποίος ανατράπηκε με στρατιωτικό πραξικόπημα και το 1961 καταδικάστηκε για εσχάτη προδοσία με την ποινή του θανάτου δια απαγχονισμό. Ανάλογη τύχη περίμενε και αρκετούς συνεργάτες του, ενώ κατά τη διάρκεια των καταθέσεων που υπήρξαν αφέθηκε να εννοηθεί πως τα πάντα ήταν σχεδιασμένα με προτροπή ξένων μυστικών υπηρεσιών, ώστε να διαταραχθούν οι σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας και να μην υπάρξει λύση στο κυπριακό. Ομως η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο, αφού το αρχικό πλάνο προέβλεπε μόνο εκφοβισμό των Χριστιανών και όχι δολοφονίες ή σοβαρούς τραυματισμούς.

Οσο για τη βόμβα που αποτέλεσε την πηγή του κακού, αποδείχθηκε από τις ελληνικές αρχές πως την τοποθέτησαν ο από κοινού ο Χασάν Ουκάρ και ο Οτκάν Ενγκίν, στέλεχος του τουρκικού προξενείου και φοιτητής στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα.

Ο πρώτος χαρακτηρίστηκε ηθικός αυτουργός και εκείνος που έδωσε στον δεύτερο τον εκρηκτικό μηχανισμό. Μετά την ομολογία του, ο 21χρονος τότε Εντγκίν αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, αλλά κατάφερε να διαφύγει στην Τουρκία (λέγεται πως πέρασε τα σύνορα στο πορτ παργκάζ ενός αμαξιού Τούρκου διπλωμάτη). Η δίκη του έγινε ερήμην και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 3,5 ετών, όμως η πατρίδα του ουδέποτε συναίνεσε στην έκδοσή του. Μάλιστα αναρριχήθηκε στην ιεραρχία των τοπικών αξιωμάτων και έφτασε να γίνει Νομάρχης σε περιοχή της Καππαδοκίας. Πλέον ήταν ξεκάθαρο πως εκτέλεσε εντολές και έπρεπε να… ανταμειφθεί. Κατά... τύχη, στο πέρασμα του χρόνου και άλλοι «πρωταγωνιστές» της ιστορίας (όπως π.χ. δημοσιογράφοι της εφημερίδας που «αποκάλυψε» το γεγονός ή υπεύθυνοι στα αντίστοιχα τμήματα ασφαλείας και του στρατού), πήραν κυβερνητικές θέσεις ή έτυχαν μεγάλης προβολής.

Τα όσα συνέβησαν πριν από 63 χρόνια έθεσαν τις βάσεις για να τερματιστεί η ελληνική παρουσία στην Κωνσταντινούπολη και η εκεί ορθόδοξη παροικία να αποτελεί πλέον μία αναφορά στο ρου της ιστορίας.

*Οι περισσότερες φωτογραφίες που υπάρχουν και αποτυπώνουν το μέγεθος της καταστροφής, προέρχονται από τον Μ. Καλούμενο που κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη και με κίνδυνο της ζωής του, έστειλε το υλικό στην Ελλάδα.

 

Τελευταία Νέα