Πάσχα αν δεν (τα) «τσουγκρίσουμε» τι νόημα έχει;

Πάσχα αν δεν (τα) «τσουγκρίσουμε» τι νόημα έχει;

bet365

Το Πάσχα στο χωριό δεν το αλλάζει κανείς με τίποτα! Μέσω το G-Weekend, η Αργυρώ Γιαννουδάκη γράφει για τις δικές της... μέρες αγάπης. Όταν μαζεύεται όλη η οικογένεια και υπάρχουν ένα σωρό υπέροχοι λόγοι για... καυγά. Πρώτος και καλύτερος ο οβελίας.

(Άσχετο αλλά θέλω να το βγάλω από μέσα μου, από μικρή όταν άκουγα την λέξη οβελίας σκεφτόμουν το Οβελιξ).

Ας επανέλθουμε στο εορταστικό κλίμα... Κάθε Πάσχα τα τελευταία χρόνια τείνω ένα βήμα πιο κοντά στο να γίνω χορτοφάγος. Αυτές οι σκέψεις με κατατρώνε από την ώρα που γίνεται η παραλαβή του πτώματος έως και τον τεμαχισμό του μετά το πέρας του ψησίματος.

Συνήθως το αρνί μας το φέρνει στο σπίτι μας στα Χανιά, ο Τάσος, φίλος του αδερφού μου, ο οποίος έχει δικά του ζώα. Κλασικά πρέπει να το κατεβάσω στο υπόγειο να το κρεμάσω κάπου και να «το σκεπάσεις καλά με ένα πανί μην το φτύσει καμία μύγα». Αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία η μαμά μου θα έρθει να ελέγξει αν το έχω κάνει σωστά. «Ρε μάνα αφού με βάζεις να το κάνω τι έρχεσαι να ελέγξεις και δεν το κάνεις μόνη σου;» «Μπορώ; Αφού ξέρεις πονάνε τα χέρια μου».

Μ.Σάββατο μεσημέρι, κάνουμε μία μίνι μετακόμιση και ετοιμαζόμαστε για το χωριό φορτώνοντας δύο αμάξια λες και έχουμε τελεσίγραφο ότι πρέπει να εκκενώσουμε το σπίτι, γιατί επίκειται εισβολή του εχθρού. Εννοείται ότι φορτώνεται και τρίτο αυτοκίνητο, αυτό του αδερφού μου, ο οποίος φτάνει την επομένη, θα αναλύσω σχετικά παρακάτω.

Παιδιά, Ανίψια, ρούχα καλά, ρούχα για το χωριό, παπούτσια καλά για την εκκλησία, παπούτσια πρόχειρα για παιχνίδι, λαμπάδες, σοκολατένια αυγά, καλιτσούνια, κουλουράκια της λαμπρής, σαλατικά, γκαζόσες, μπύρες, γιαούρτια για το τζατζίκι, αρνιά, κάρβουνα και πάει λέγοντας μέχρι το απόγευμα είναι στο χωριό και αρχίζει το ξεφόρτωμα.

Εννοείται ότι αρνί από το πορτμπαγκάζ κρεμιέται σε ειδικό δωμάτιο, αφού προηγουμένως έχουμε κάνει καταδρομική για να «φάμε» τις μύγες.

Το βράδυ όσοι έχουν καταφέρει να μείνουν ξύπνιοι από μεγάλους και παιδιά πάμε στην Ανάσταση, κανένα 10λεπτο πριν από το Χριστός Ανέστη. Ανάβουμε λαμπάδες, λέμε χρόνια πολλά, εκτοξεύουμε τον Ιούδα στο φεγγάρι (για το θέμα της καύσης του Ιούδα θα αφιερώσω σχετικό κείμενο) και επιστρέφουμε στο σπίτι, αφού πρώτα έχουμε κοντέψει να γίνουμε παρανάλωμα του πυρός μέσα στο αυτοκίνητο, προκειμένου να φέρουμε το Αγιο Φως στο σπίτι, για να σταυρώσουμε την πόρτα.

Παραδοσιακά ο πατέρας μου προτού ξεκινήσει η σταύρωση της πόρτας με το κερί θα πει: «Το σταυρό να τονε κάνεις στον ίδιο ντόπο να μην κάνεις ολόμαυρη την πόρτα».

Η συνέχεια έχει γαρδούμπα, τα έντερα και τις κοιλιές, τυλιγμένα σαν σαν μικρά κοκορετσάκια, των οποίων το μαγείρεμα μοιάζει με την μαγειρίτσα, που τρώνε στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Ευτυχώς έχω ξεκαθαρίσει και το αίτημα έχει γίνει δεκτό, ότι ουδεμία σχέση θέλω να έχω με το πλύσιμο και το μαγείρεμα, ωστόσο καρτερικά ακούω την γκρίνια της μάνας μου, η οποία αφού τρώει μισή ζωή να τα πλύνει και να τα τυλίξει, λέει χαρακτηριστικά όταν τελειώσει με περηφάνεια: «Έφαγα τα χέρια μου να τα πλύνω, αλλά είναι πεντακάθαρα. Πεθαίνω από τη μέση μου».

Αφότου πέσουν τα φιλιά της καληνύχτας, το ραντεβού ανανεώνεται το πρωί της επομένης.

Το ραντεβού αυτό είναι πάντα στις 8 «άντε το πολύ 8:30 να ξεκινήσουμε», αλλά ο αδελφός μου δεν το έχει πετύχει ποτέ... Παλιότερα διότι ως θαμώνας των κέντρων διασκέδασης περίμενε ως τις 9-10 να ξεθυμάνει το αλκοόλ, τα τελευταία χρόνια διότι τραγουδάει (από χόμπι) ο ίδιος.

Το διάστημα 8-10 ψέλνει όλη η οικογένεια περιμενοντας τον Γιάννη... με πρώτο και καλύτερο τον πατέρα μου. Ήδη οι τόνοι έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν. Ο Γιάννης εμφανίζεται καθησυχαστικός επισημαίνοντας: «Πάλι τα ίδια αφού το αρνί είναι μικρό, μέχρι το μεσημέρι θα είναι έτοιμο».

Και εδώ ακριβώς καλέ αναγνώστη αρχίζει το πάρτι! Σούβλες, αυτά τα σίδερα που καρφώνουν το αρνί πάνω στη σούβλα, πένσες, σύρμα, μπαλαντέζα, ο μηχανισμός της ηλεκτρικής σούβλας, στάκα (κρέμα πρόβειου γάλακτος) αλατοπίπερα, ρίγανη, μπαίνουν σε πρώτη γραμμή.

Ο μηχανισμός της ηλεκτρικής σούβλας λαδώνεται μαζί με τις αλυσίδες, με ένα σπρέι που βρωμάει και στερεώνεται με σύρμα, διότι κάτι έχει σπάσει και διαφορετικά αντί να γυρνάει η σούβλα, γυρνάει ο μηχανισμός.

Στη συνέχεια το πτώμα παίρνει θέση σε ένα πλαστικό τραπέζι και ένας κόμπος ανεβαίνει στο λαιμό μου. «Το κακόμοιρο το αρνάκι, πόσο μικρό ήταν... Καλά τα λες, όταν το τρως όμως τα ξεχνάς. Αν έπρεπε να το σφάξω εγώ για να το φάω θα το έκανα; ΠΟΤΕ!», καταλήγω συνεχίζοντας τη σκέψη μου ότι αν ο καθένας ήταν αναγκασμένος να σφάζει το ζωντανό που καταναλώνει, η ζήτηση κρέατος θα έπεφτε κατακόρυφα, προς όφελος του περιβάλλοντος.

Στο μεταξύ και ενώ έχω ολοκληρώσει το ταξίδι στις σκέψεις μου, έχουμε αλείψει το αρνάκι που με κοιτάει, με την στάκα και από πάνω αλατοπίπερα και ρίγανη για να κολλήσουν, λέει.

Στη συνέχεια γίνεται η τοποθέτηση στη σούβλα. Αφού με χίλια ζόρια έχει περάσει η σούβλα και έχει ολοκληρωθεί το δέσιμο με σύρμα, διαδικασία στην οποία παραδοσιακά συμμετέχουμε εγώ, ο αδερφός μου (με διαλείμματα γιατί ανάβει και κάρβουνα) και η μάνα μου, θα διαπιστώσουμε στο τελικό τεστ πριν ανέβει στη σούβλα ότι το αρνί παραμένει ακίνητο και το μόνο γυρίζει είναι η σούβλα εντός του.

Ε, ναι κάθε χρόνο ξεχνάμε να βάλουμε τα σίδερα που πιάνουν πάνω στα πόδια... Κάπου εδώ η αδρεναλίνη χτυπάει κόκκινο, γιατί η μόνη λύση είναι να ξαναβγεί το αρνί!

Άντε και το ξαναβάζουμε σωστά, άντε τώρα να το ξαναδέσεις με το σύρμα. «Όχι, δεν το σπρώχνεις πολύ! Πίεσε το να ακουμπήσει η ραχοκοκαλιά στη σούβλα για να το σφίξω», «Δεν μπορώ άλλο πονάνε τα χέρια μου», «Φύγε άστο θα το σπρώξω εγώ», «Ναι, σε είδαμε κι εσένα», «Συγγνώμη, θα πάρω 10 κάμψεις για τιμωρία που δεν μπορώ καλύτερα», «Ρε μα είσαι στα καλά σου; Πού το περνάς το σύρμα, πέρασες και το δάκτυλο μαζί», «Εντάξει πέρασε στρίψ' το τώρα να σφίξει με την πένσα», «Καλό είναι άστο», «Τι καλό μωρέ θα φύγει» «Ορίστε τώρα έκοψε, αφού στο είπα καλό ήταν»

Μετά από καμία ώρα αφού έχουμε γίνει ροντέο και με τον μπαμπά μου που δίνει αυστηρά πάντα εντολές (αλλά δεν μπορεί να βοηθήσει λόγω ΣΚΠ γιατί «δεν πάνε τα χέρια μου»), το αρνί ανεβαίνει στην ψησταριά, έχοντας το τυλίξει προηγουμένως με λαδόκολλα για να μην μας καεί (σ.σ. ναι εμείς έτσι το κάνουμε στην οικογένεια για να μην μας καεί). Κάθε χρόνο, αφότου ανέβει το αρνί στη σούβλα μέσα στα επόμενα 2 λεπτά βαράει συναγερμός, γιατί έχει τοποθετηθεί πολύ χαμηλά και οι λαδόκολλες αρπάζουν.

Ο Γιάννης «ψέλνει» γιατί καίγεται και δεν μπορεί να το ανεβάσει, η μάνα μου δεν καίγεται, αλλά δεν μπορεί να το ανεβάσει γιατί είπαμε πονάνε τα χέρια της. Κάπου σε αυτό το σημείο η ώρα είναι περίπου 1 το μεσημέρι, η τάξη αποκαθίσταται και προσπαθούμε να εντοπίσουμε αν όλα τα παιδιά είναι στο σπίτι.

Το επόμενο δίωρο μέχρι να κατέβει το αρνί, ο Γιάννης ψήνει λουκάνικα και «μπατζέντες» (σ.σ. πανσέτες) για ορεκτικό. Όταν το αρνί είναι έτοιμο ένα κύμα αγαλλίασης μας πλημμυρίζει. Από την τεράστια πιατέλα που μας κοιτάζει τεμαχισμένο και καλοψημένο πια, παίρνουμε όλοι θέση γύρω του στο τραπέζι δίνουμε τα φιλιά μας και ευχόμαστε καλά να 'μαστε και το χρόνου να ξανασμίξουμε.

Χρόνια πολλά σε όλους με υγεία!

 

Τελευταία Νέα