Μεταπτυχιακό και προπονητική στην πρώτη κατηγορία!

Θάνος Σαρρής
Μεταπτυχιακό και προπονητική στην πρώτη κατηγορία!
Ο Γιώργος Παυλογιάννης βρέθηκε στα 23 του στο προπονητικό τιμ της Ουμέα, στην πρώτη κατηγορία μπάσκετ της Σουηδίας και μιλάει στο Gazzetta Weekend Journal για τις διαφορές στη νοοτροπία και την επιστημονική προσέγγιση στον αθλητισμό!

Τα τελευταία χρόνια είναι όλο και περισσότερα τα παιδιά που ολοκληρώνοντας το πρώτο πτυχίο τους στην Ελλάδα, αναζητούν τη συνέχεια των σπουδών στο εξωτερικό, ιδανικά σε συνδυασμό με μια δουλειά. Αυτό συμβαίνει και στην αθλητισμό. Προπονητές, αθλητικοί επιστήμονες, φυσικοθεραπευτές, αναλυτές, έχουν το εξωτερικό στο μυαλό τους από τα πρώτα χρόνια των σπουδών, καθώς τα περιθώρια εξέλιξης σε ακαδημαϊκό και επαγγελματικό επίπεδο είναι σαφώς μεγαλύτερα. Ο Γιώργος Παυλογιάννης ήταν αποφασισμένος από τα πρώτα του χρόνια στα ΤΕΦΑΑ της Θεσσαλονίκης.

Ο νεαρός προπονητής τελείωσε πέρυσι τα ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης ακριβώς στα τέσσερα χρόνια και μάλιστα έχοντας τον υψηλότερο βαθμό. Ήταν εκείνος που είπε τον όρκο, δείχνοντας ότι για εκείνον οι σπουδές στα ΤΕΦΑΑ δεν ήταν απλά μια τυχαία επιλογή στο μηχανογραφικό, αλλά πάθος και μεράκι. Φρόντισε να μάθει όσο το δυνατόν περισσότερα και ο τομέας της ψυχολογίας στον αθλητισμό ήταν εκείνος που τον γοήτευσε από νωρίς. «Ήμουν πολύ κοντά στην αθλητική ψυχολογία. Είχα μια τάση προς τα εκεί και ξεκίνησα να επικεντρώνομαι σε αυτό από το τελευταίο έτος της σχολής. Έψαξα έτσι μεταπτυχιακά στο εξωτερικό και βρήκα εδώ, στο Ούμεο της Σουηδίας, όπου σπουδάζω αθλητική ψυχολογία», τονίζει στο Gazzetta Weekend Journal ο Παυλογιάννης. Δεν έμεινε όμως στις σπουδές!

«Ταυτόχρονα, είδα ότι υπάρχει μια ομάδα μπάσκετ στην πόλη, η οποία παίζει στην υψηλότερη κατηγορία της Σουηδίας και επεδίωξα μια επαφή. Στη Θεσσαλονίκη είχα εργαστεί στην ομάδα του Μαντουλίδη και στη ΧΑΝΘ, οι οποίες έχουν πολύ καλά μπασκετικά προγράμματα στο αναπτυξιακό κομμάτι. Αυτό βοήθησε στο βιογραφικό μου και σε συνδυασμό με τις επαφές που είχα με προπονητές στην Ελλάδα, μεγάλα ονόματα του χώρου, κατάφερα να έχω διαφορετικοί αντιμετώπιση. Μίλησαν κι εκείνοι για συστάσεις όταν χρειάστηκε και παρότι είμαι μόλις 23 ετών με πήραν. Τώρα ζω πολύ νωρίς στη ζωή μου μια πολύ ωραία κατάσταση στον επαγγελματικό αθλητισμό. Είμαι δεύτερος βοηθός προπονητή , βοηθάω στο σκάουτινγκ της ομάδας και γενικά σε κομμάτια της προπόνησης, ενώ έχω και την αναπτυξιακή ομάδα, η οποία παίρνει μέρος στην τρίτη τη τάξει κατηγορία της Σουηδίας. Σε αυτή είμαι πρώτος προπονητής, έχω παιδιά από 15 μέχρι 22 ετών. Η κατηγορία είναι κανονική, όμως εμείς όπως και άλλες ομάδες, παίζουμε με νέα παιδιά για να τους δώσουμε την ευκαιρία», εξηγεί.

Η αναπτυξιακή ομάδα σε «κανονική» κατηγορία, με τα παιδιά να παίρνουν από μικρή ηλικία εμπειρίες και αγωνιστικό χρόνο. Θα μπορούσε να λειτουργήσει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα; «Σίγουρα θα μπορούσε να βοηθήσει», απαντά ο Παυλογιάννης στο gazzetta.gr. «Στις χαμηλότερες ελληνικές κατηγορίες ελάχιστες ομάδες επιλέγουν να κατέβουν με τέτοιου είδους ρόστερ. Μια ομάδα που το κάνει είναι ο Μαντουλίδης, ο οποίος παίζει Γ' Εθνική με την εφηβική του ομάδα και με ελάχιστες προσθήκες 2-3 ανδρών. Αν αυτό γινόταν περισσότερο στην Ελλάδα, ίσως βλέπαμε καλύτερα αποτελέσματα και στην εξέλιξη».

Πώς είναι όμως το μπάσκετ στη Σουηδία; «Το επίπεδο των ομάδων και του μπάσκετ γενικότερα είναι πολύ καλύτερο από ό,τι περίμενα. Γενικά στην Ελλάδα επειδή είναι σε πολύ καλό επίπεδο το μπάσκετ, ίσως δεν έχουμε πλήρη γνώση του τι γίνεται σε αυτές τις χώρες τις Σκανδιναβίας. Γίνεται καλή δουλειά και στις μικρές και στις μεγάλες ομάδες. Γενικότερα στις μικρότερες ηλικίες δεν αντιμετωπίζουν τον αθλητισμό με τον επαγγελματισμό και την έννοια του πρωταθλητισμού που υπάρχει στην Ελλάδα. Το έχει αυτό γενικά το σουηδικό σύστημα. Γυμναστική, αθλητισμός, δια βίου μάθηση και υγεία, όχι σώνει και καλά για να το πάνε επαγγελματικά. Τα γήπεδα είναι καλά, υπάρχει κόσμος που τα γεμίζει. Δεν το μπάσκετ το πιο δημοφιλές άθλημα, όπως το χόκεϊ και το ποδόσφαιρο, αλλά σίγουρα έχει τον κόσμο ενώ επενδύονται χρήματα και δημιουργούνται συνεχώς εγκαταστάσεις».

Για τον Γιώργο, το ακαδημαϊκό κομμάτι δεν μπαίνει σε δεύτερη μοίρα επειδή βρήκε μια δουλειά. «Όσο μπορώ να βαδίζω παράλληλα και στους δύο δρόμους θα το κάνω. Με ενδιαφέρει πολύ η ακαδημαϊκή πορεία και έχω στο μυαλό μου το διδακτορικό είτε στην Ελλάδα είστε στην Ευρώπη είτε στην Αμερική, κοιτάζω διάφορες επιλογές. Όμως και η προπονητική στο μπάσκετ είναι το πάθος μου και θέλω συνέχεια όσο μπορώ να συνδυάζω».

Η ψυχολογία στον τομέα του αθλητισμού είναι πολυεπίπεδη, όμως υπάρχουν κάποιες βασικές αρχές που εξηγούν πράγματα, τα οποία γίνονται στο εξωτερικό και όχι στην Ελλάδα. «Συμφωνώ ότι ψυχολογία είναι ένα ευρύ πεδίο στον αθλητισμό. Αν μπορούσαμε να το συγκεκριμενοποιήσουμε, θα σου έλεγα ότι σίγουρα στις νεανικές ηλικίες πρέπει να υπάρχουν σωστά κίνητρα και ρεαλιστικού στόχοι, είναι πολύ σημαντικό για να μπορέσουμε να κρατήσουμε τα παιδιά στον αθλητισμό. Στο επαγγελματικό επίπεδο στις μέρες μας οι περισσότερες ομάδες διαθέτουν αθλητικό ψυχολόγο ξεχωριστό στο προπονητικό τους τιμ, ο οποίος δουλεύει με την ομάδα κανονικά. Δεν έχει φτάσει αυτό ακόμα σε όλες τις ομάδες της Ευρώπης, αλλά πιστεύω ότι είναι το μέλλον»

Στη Σουηδία, πάντως, φαινόμενα με γονείς στα κάγκελα να κάνουν παρατηρήσεις στους προπονητές ή να δίνουν διαφορετικές οδηγίες στα παιδιά και να πλακώνονται με άλλους γονείς δεν υπάρχουν. «Όχι, δεν το έχω βιώσει αυτό το φαινόμενο με τους γονείς αυτούς του 7 μήνες που είμαι εδώ. Δεν έχω δει γονείς να παρεμβαίνουν στην δουλειά μου ή σε κάποιου συναδέλφου, ούτε έχω ακούσει κάτι αντίστοιχο. Υπάρχει επικοινωνία με τους γονείς, κάνουμε συγκεντρώσεις, αλλά το ίδιο γινόταν και με τους γονείς από την Ελλάδα. Δεν νομίζω ότι γίνεται κάτι παραπάνω, είναι ίσως η νοοτροπία τους. Δεν τους ενδιαφέρει ο πρωταθλητισμός στις μικρές ηλικίες, θέλουν να αθλούνται, να μαθαίνουν τα παιδιά τους από αυτό και να είναι υγιείς».

Τέλος, ρωτήσαμε τον Γιώργο για το ζήτημα της κατάρτισης των προπονητών και κατά πόσο θα ήταν διαφορετικό το επίπεδο αν υπήρχαν περισσότεροι με ανώτατο επίπεδο μόρφωσης. «Πολύ καλή ερώτηση και τελειώνοντας τα ΤΕΦΑΑ θα τα ταχθώ καλώς ή κακώς προς αυτή την κατεύθυνση. Το ιδανικό ναι, θα ήταν οι προπονητές και γενικά οι άνθρωποι του αθλητισμού να έχουν ένα επιστημονικό υπόβαθρο, ώστε να υπάρχει μεγιστοποίηση της απόδοσης των παικτών μέσ από ένα επιστημονικό πρόγραμμα και επίσης να ελαχιστοποιούνται τα ψυχολογικά και σωματικά προβλήματα. Πρέπει να ξέρεις με ποιον τρόπο να προσεγγίσεις τον αθλητή. Βέβαια, δεν αποκλείω ότι κάποιος, έχοντας υπάρξει αθλητής υψηλού επιπέδου και έχοντας βγάλει σχολή προπονητικής δεν μπορεί να φτάσει σε αυτό το επίπεδο, όπως για παράδειγμα ο Ζιντάν στο ποδόσφαιρο. Το ιδανικό όμως θα ήταν να υπάρχει επιστημονικό υπόβαθρο. Γενικά γίνεται φέτος μια προσπάθεια από φοιτητές του ΤΕΦΑΑ ενάντια στην υποβάθμιση ή εξίσωση των πτυχίων τους. Θέλω να πω ότι τα ΤΕΦΑΑ είναι μια επιστημονική σχολή, στην οποία σε τέσσερα χρόνια μαθαίνουμε πράγματα για να γίνουμε προπονητές. Δεν θεωρώ ούτε εγώ ότι μπορεί να εξισωθεί με μια σχολή κάποιων μηνών ή κάποιων εβδομάδων»...

 

Τελευταία Νέα