Οδυσσέας Ελύτης: Ο ποιητής του φωτός

Οδυσσέας Ελύτης: Ο ποιητής του φωτός

Ο Οδυσσέας Ελύτης βρήκε το πρώτο αποτύπωμα του ανθρώπου. Αυτό με το οποίο όλα ξεκίνησαν, εξελίχθηκαν, πέθαναν και “κρεμάστηκαν” στον ουρανό. Ο ποιητής κοίταξε βαθιά μέσα του, έψαυσε την καρδιά του και κατάλαβε ότι η αρχή της Δημιουργίας είναι ο Λόγος. Ο λόγος που κινεί τα πάντα. Ο λόγος που λυτρώνει, δίνει δύναμη, παρηγορεί, μεταφέρει συναισθηματικό, πολιτικό, θρησκευτικό, βιβλικό φορτίο. Ένας λόγος καθαγιασμένος, ιερός, που χωρίς αυτόν η αστρική σύνδεση με τη μόνιμη πηγή ζωής, τον ήλιο, θα ήταν αδύνατη.

Ο Ελύτης υπήρξε τυχερός που γεννήθηκε στην Ελλάδα, γιατί το φως, το γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας, το ευλογημένο και σκληρό χώμα, έγιναν το καλύτερο πεδίο για να αναδειχθεί το σφρίγος, η ρώμη, η ομορφιά, η μεταμορφωτική δύναμη του ελληνικού λόγου. Ο Ελύτης φρόντισε να τον ξανακάνει παγκόσμιο και να μας μάθει ότι η ριπή του ανέμου, η ζεστασιά της ηλιαχτίδας, η καθαρότητα του μπλε και το δίκαιο του τόπου που πατάμε και τιμάμε, έχουν φωνή, ακούγονται, μεταφέρονται και κάνουν τον κόσμο να γυρνά και να μη σταματά. Ο Ελύτης με ατσάλινα ποιητικά φτερά “έσυρε” τις ακτίνες του ήλιου και μας έδειξε τι είναι η ζωή, πώς ξεκίνησε, πώς μεγάλωσε και γιατί είναι πάνω από τον θάνατο. Το φως του ήλιου, στον λόγο του ποιητή του φωτός.

image

Κομιστής της ανατροπής

Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, τελευταίο από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του καταγόταν από τον συνοικισμό Καλαμιάρης της Παναγιούδας Λέσβου και είχε εγκατασταθεί στην πόλη του Ηρακλείου από το 1895, όταν σε συνεργασία με τον αδελφό του ίδρυσε ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας.

Το 1914 ο Παναγιώτης Αλεπουδέλης μετέφερε τα εργοστάσια του στον Πειραιά και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο Οδυσσέας Ελύτης εγγράφηκε το 1917 στο ιδιωτικό σχολείο Δ.Ν. Μακρή, όπου φοίτησε για επτά χρόνια, έχοντας μεταξύ άλλων δασκάλους του τον Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο και τον Ι.Θ. Κακριδή. Τα πρώτα καλοκαίρια της ζωής του πέρασαν στην Κρήτη, στη Λέσβο και στις Σπέτσες. Το Νοέμβριο του 1920, μετά την πτώση του Βενιζέλου, η οικογένεια του αντιμετώπισε διώξεις, με αποκορύφωμα τη σύλληψη του πατέρα του, εξαιτίας της προσήλωσης της στις βενιζελικές ιδέες. Ο ίδιος ο Βενιζέλος είχε στενές σχέσεις με την οικογένεια και φιλοξενείτο συχνά στην οικία της στο κτήμα του Ακλειδιού στη Μυτιλήνη.

Το φθινόπωρο του 1924 εγγράφηκε στο Γ' Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών και άρχισε να συνεργάζεται στη “Διάπλαση των Παίδων” χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα. Την ίδια εποχή έκανε ορειβατικές εξορμήσεις στα βουνά της Αττικής και αντιδρώντας στην ίδια του τη διάθεση για διάβασμα στράφηκε στον αθλητισμό. Την άνοιξη του 1927 ωστόσο έπαθε υπερκόπωση και αδενοπάθεια που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τις φίλαθλες τάσεις του καθηλώνοντας τον στο κρεβάτι για περίπου τρεις μήνες. Ακολούθησαν ελαφρά συμπτώματα νευρασθένειας και περίπου την ίδια περίοδο στράφηκε οριστικά προς τη λογοτεχνία, γεγονός που συνέπεσε με την εμφάνιση αρκετών νέων λογοτεχνικών περιοδικών.

Το καλοκαίρι του 1928 πήρε το απολυτήριο του Γυμνασίου και, μετά από πιέσεις των γονιών του, αποφάσισε να σπουδάσει χημικός, αρχίζοντας φροντιστήριο για τις εισαγωγικές εξετάσεις του επόμενου έτους. Παράλληλα, ήρθε σε επαφή με το έργο του Καβάφη, του Κάλβου, με την αρχαία λυρική ποίηση και ανακάλυψε τον Πολ Ελιάρ και τους άλλους γάλλους υπερρεαλιστές. Ο Ελύτης προσπαθεί να βρει τον δρόμο του. Περιγράφει αυτή την περιπέτεια και πώς ξεκίνησε με τους “Προσανατολισμούς”. «Βρήκα τον δρόμο μου πολύ δύσκολα. Είναι κάτι που οι νέοι δυσκολεύονται να καταλάβουν. Πιστεύουν ότι η ποιητική έκφραση είχε ανέκαθεν τον χαρακτήρα που έχει σήμερα. Τους είναι αδύνατον να φανταστούν τι σημαίνει να ανατρέπεις κάτι που βρίσκεις και να βάζεις κάτι άλλο στη θέση του, αλλά όχι οτιδήποτε. Κάτι άλλο που θα είναι ικανό να σταθεί και να αντικαταστήσει το παλιό. Ανάμεσα στα 17 και στα 23 μου χρόνια επηρεάστηκα από πολλούς ποιητές. Κάθε ποιητής που διάβαζα ως ένα σημείο με επηρέαζε. Είχα όμως την προνοητικότητα να μη δημοσιεύω και έτσι ψάχνοντας προχώρησα και μόλις στα 1934 αισθάνθηκα ότι ήμουν κάτοχος πια ορισμένων εκφραστικών τρόπων που δεν έμοιαζαν με τίποτα άλλο. Έτσι σίγα σιγά άρχισαν να σχηματίζονται οι Προνατολισμοί».

Παραιτείται από τις προθέσεις του χημικού για να γραφτεί στα 1930 στη Νομική. Το 1933 ιδρύεται η “Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα” στο πανεπιστήμιο, με τη συμμετοχή των Κ. Τσάτσου, Π. Κανελλόπουλου, του Ι. Θεοδωρακόπουλου και του Ι. Συκουτρή. Ο Ελύτης ήταν ένας από τους εκπροσώπους των φοιτητών, συμμετέχοντας στα “Συμπόσια του Σαββάτου”.

Η φιλία του με τον Γιώργο Σαραντάρη τον έφερε σε επαφή με τον κύκλο των “Νέων Γραμμάτων”. Το περιοδικό, με διευθυντή τον Ανδρέα Καραντώνη, εισήγαγε στην Ελλάδα τις σύγχρονες δυτικές καλλιτεχνικές τάσεις και γνώρισε στο αναγνωστικό κοινό κυρίως νεότερους ποιητές. Έγινε το πνευματικό όργανο της γενιάς '30 που φιλοξένησε στις στήλες του όλα τα νεωτεριστικά στοιχεία, κρίνοντας ευνοϊκά και προβάλλοντας τις δημιουργίες των ελλήνων ποιητών. Ήταν οι Γιώργος Κατσίμπαλης, Γιώργος Σεφέρης που πήραν κάποια χειρόγραφα του Ελύτη με το πρόσχημα να τα μελετήσουν καλύτερα, και τα στοιχειοθέτησαν κρυφά παρουσιάζοντας τα αργότερα στον ίδιο. Η δημοσίευση έγινε στο 11ο τεύχος των “Νέων Γραμμάτων” τον Νοέμβριο του 1935. Το Πάσχα του 1935 μαζί με τον Εμπειρίκο θα επισκεφτεί τη Λέσβο. Έρχεται σε επαφή με το έργο του ζωγράφου Θεόφιλου. Το 1936 στην “Α' Διεθνή Υπερρεαλιστική Έκθεση των Αθηνών” παρουσίασε για πρώτη φορά ζωγραφικούς του πίνακες με την τέχνη του κολάζ. Το 1936 γνωρίστηκε με τον Νίκο Γκάτσο ενώ το 1937 υπηρέτησε τη θητεία του στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών στην Κέρκυρα. Το 1939 εγκαταλείπει τη Νομική. Τυπώνονται οι “Προσανατολισμοί”. Τον επόμενο χρόνο μεταφράστηκαν για πρώτη φορά ποιήματα του σε ξένη γλώσσα.

Με την έναρξη του πολέμου κατατάχθηκε ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση Στρατηγείου Α' Σώματος Στρατού. Στις 13 Φεβρουαρίου 1941 μετατέθηκε στη ζώνη πυρός ενώ στις 26 Φεβρουαρίου μεταφέρθηκε με σοβαρό κρούσμα κοιλιακού τύφου στο νοσοκομείο Ιωαννίνων. Ο πόλεμος του ΄40 του έδωσε έμπνευση και για άλλα έργα. Την περίοδο 1945-46 διορίστηκε για ένα μικρό διάστημα διευθυντής προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Συνεργάστηκε με την “Αγγλοελληνική Επιθεώρηση”, την “Ελευθερία” και την “Καθημερινή” όπου διατηρούσε ως το 1948 στήλη τεχνοκριτικής. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στην Ελβετία, για να εγκατασταθεί στη συνέχεια στο Παρίσι. Το καλοκαίρι του 1950 ταξίδεψε στην Ισπανία, ενώ κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Λονδίνο συνεργάστηκε με το BBC. Λίγο νωρίτερα είχε ξεκινήσει να συνθέτει το “Άξιον Εστί”. Τα ταξίδια και οι διακρίσεις συνεχίστηκαν. Η δικτατορία επιβάλλει σιωπή και το 1969 ο Ελύτης φεύγει για το Παρίσι. Εκεί αρχίζει να γράφει το “Φωτόδεντρο”. Το 1971 επιστρέφει και τον επόμενο χρόνο αρνήθηκε να παραλάβει το “Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας” που είχε θεσπίσει η χούντα. Στις 10 Δεκεμβρίου 1979 τιμάται με το βραβείο Νόμπελ. Από το 1979 έως τις 18 Μαρτίου 1996 (ημερομηνία θανάτου του) δεν σταμάτησε να εργάζεται, να ταξιδεύει, να τιμάται.

image

Το Άξιον Εστί

Το ποιητικό έργο του Ελύτη περιλαμβάνει πολλές μεγάλες στιγμές. Εντούτοις, το “Άξιον Έστί” αποτελεί την κορωνίδα του. Την κορυφαία στιγμή της δημιουργίας του και ίσως αυτή που τον οδήγησε στο Νόμπελ. Η σύλληψη και η εκτέλεση είναι κομμάτια μιας τέλειας ποιητικής σύνθεσης. Η αρχιτεκτονική του ποιητικού λόγου είναι μελετημένη μέχρι την τελευταία λέξη. Η ποιητική αφήγηση καθηλωτική, ιερή και με στόχευση υψηλή: την ποιητική ανασύνθεση του κόσμου. “Η ΓΕΝΕΣΙΣ”, “ΤΑ ΠΑΘΗ”, “ΤΟ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ”, τα τρία στάδια όπου ο Ελύτης μας εξομολογεί, βαπτίζει, λυτρώνει και μας παραδίδει καθαρούς και ελεύθερους στον κόσμο.

Ο Οδυσσέας Ελύτης άρχισε να γράφει το “Άξιον Εστί” τον Νοέμβριο του 1950 στο Παρίσι και το ολοκλήρωσε το 1959. Να πώς περιγράφει ο ίδιος τη γέννησης του αριστουργήματος:

«Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η παραμονή μου στην Ευρώπη μ' έκανε να βλέπω πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. Εκεί αναπηδούσε πιο ανάγλυφα το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή. Σιγά σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν μέσα μου. Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται να παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της Ελλάδας ανάμεσα στα έθνη ήταν ό,τι η μοίρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους και βέβαια εννοώ τους ανθρώπους τους χρήματος και της εξουσίας. Αυτό ήταν ο πρώτος σπινθήρας. Ήταν το πρώτο εύρημα, και η ανάγκη που ένιωθα για μια δέηση μου έδωσε το δεύτερο. Να δώσω δηλαδή σ' αυτή τη διαμαρτυρία μου για το άδικο τη μορφή μιας εκκλησιαστικής λειτουργίας. Έτσι γεννήθηκε το Άξιον Εστί».

Το έργο εκδόθηκε τον Μάρτιο του 1960 από τις εκδόσεις “Ίκαρος”, αν και φέρεται τυπωμένο τον Δεκέμβριο του 1959. Λίγους μήνες αργότερα απέσπασε το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Η λογοτεχνική κριτική αρχικά αδιαφόρησε, αλλά στη συνέχεια υπογράμμισε την αισθητική του αξία, καθώς και την τεχνική του αρτιότητα. Η γλώσσα του επαινέθηκε για την κλασική ακρίβεια της φράσης, ενώ η αυστηρή δόμηση του χαρακτηρίστηκε ως άθλος που “δεν αφήνει να διαφανεί πουθενά ο παραμικρός βιασμός της έκφρασης”.

image

Το Νόμπελ

Το 1979, στις 10 Δεκεμβρίου, η Σουηδική Ακαδημία τον τιμά με τον Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η διαμόρφωση της ποιητικής του πορείας ήταν προορισμένη για αυτήν την κορυφή. Όχι χαριστικά φυσικά, αλλά σαν φυσική εξέλιξη μιας ποίησης ασύνορης, εθνικής και οικουμενικής την ίδια στιγμή. Ενός ποιητικού λόγου μοναδικού, με ευδιάκριτη υπογραφή που δεν είναι απλά σημάδι αναγνώρισης, αλλά και κιβωτός αναδημιουργίας.

Η Ακαδημία του απένειμε το Νόμπελ για “την ποίηση του, που με φόντο την ελληνική παράδοση, με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργία”. Στην ομιλία του παραλαμβάνοντας το βραβείο είχε πει ανάμεσα σε άλλα:

«Τι αντιπροσωπεύει η ποίηση σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση. Και ακριβώς η φετινή απόφαση σας να τιμήσετε στο πρόσωπο μου την ποίηση μιας μικρής χώρας δείχνει σε πόσο αρμονική ανταπόκριση βρίσκεστε με τη χαρισματική αντίληψη της τέχνης, την αντίληψη ότι η τέχνη είναι η μόνη εναπομείνουσα πολέμιος της ισχύος που κατάντησε να έχει στους καιρούς μας η ποσοτική αποτίμηση των αξιών. [...] Στα μάτια των πολλών η προσήλωση μου στην ελληνικότητα από το ένα μέρος και από τ' άλλο σ' ένα μοντέρνο επαναστατικό κίνημα έμοιαζε με αντίφαση, στο βάθος όμως δεν ήταν. Τη στιγμή ακριβώς που ψάχναμε να βρούμε το αληθινό πρόσωπο της Ελλάδας, να το καθαρίσουμε από τις παραποιήσεις που του είχε επιφέρει η Αναγέννηση, βγήκανε οι επαναστατημένοι κληρονόμοι της Αναγγένησης και κτυπήσανε το κακό. Ήταν για μας μια απροσδόκητη βοήθεια. Έτσι μπορέσαμε να δούμε την πραγματική μας ταυτότητα. Και πρέπει να καταλάβουμε καλά ότι αυτό που θαυμάζουμε στην ελληνική τέχνη της ακμής δεν είναι εκείνο που συνέχισαν οι δυτικοί με τις κολόνες και τις μετόπες των ανακτόρων τους, είναι η ελληνικότητα του να βλέπεις και να αισθάνεσαι πράγματα. [...] Θέλω να πω ότι μια αυλή σπιτιού, με τα πέτρινα σκαλάκια, τους ασβεστωμένους τοίχους, με τα γεράνια στον ντενεκέ ή ένας περίβολος μοναστηριού με το πηγάδι, τις καμάρες, τα κελιά είναι πολύ πιο κοντά στο πνεύμα που γέννησε τους Απόλλωνες ή τις Νίκες ή τις Θεομήτορες και τους Οσίους παρά οι ποιμενικές σκηνές και τα ροζ αγγελάκια που έκαναν οι μετρ της Αναγέννησης».

image

Ο μελοποιημένος Ελύτης

Ο Ελύτης και το έργο του δεν θα μπορούσαν να μην μπουν στη βάσανο της κριτικής για τη σχέση του με τη μουσική. Το “αιώνιο” ερώτημα αν πρέπει δύο τέχνες να συμπορεύονται. Ο ποιητής κατανοούσε τις ενστάσεις για τη μοναδικότητα της καθεμιάς, όμως διαφωνούσε με τους ξεχωριστούς δρόμους. Η Τέχνη είναι μία και καμία έκφραση της δεν την ξεπερνά. Φυσικά, η μελοποίηση του “Άξιον Εστί” δεσπόζει στον “μουσικό Ελύτη”. Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης γράφει για τους λόγους που ο ποιητής άσκησε τόσο έντονη έλξη στη μουσική. «Η ευγονία αυτή επικυρώνει την ασκητική και αποκλειστική αφοσίωση του στην ενάσκηση της ποίησης, χωρίς άλλον επαγγελματικό περισπασμό. Η έκπληξη διπλασιάστηκε, σε ποιοτικό τώρα επίπεδο, όταν εξ επαφής διαπιστώθηκαν η πολυμέρεια και η πολυτροπία του εξελισσόμενου ποιητικού έργου, στο εσωτερικό της οποίας παρατηρούνται γενναία άλματα από τον εύκρατο υπερρεαλισμό προς τον προκλητικό μεταμοντερνισμό. Εντυπωσιάζουν ακόμη: οι εναλλακτικοί πειραματισμοί στη προσωδία, στη στιχοποιία, στη στροφική σκευή (και ανασκευή), αλλά και το πέρασμα από τον έμμετρο στον πεζόμορφο ρυθμό, από τον εσωστρεφή μονόλογο στον δραματοποιημένο διάλογο, από το ολιγόστιχο ποίημα στη γεωμετρημένη μεγάλη σύνθεση, από τη ρητορική έξαρση στη φραστική απογύμνωση. Προέχει βέβαια το ευρύτατο φάσμα του, εμπρόθετου συνήθως, θεματολογίου, σε συνδυασμό μάλιστα με αυτό που ονομάζω ποιητική ιδεολογία. Που πάει να πει: ποίηση που παράγει ιδέες, ιδέες που παράγουν ποιήματα. Τα σήματα της αμφίδρομης αυτής ιδεολογίας συστήνουν, κατά τη γνώμη μου, την ποίηση του Ελύτη κατά βάση ως: φυσιοκρατική, μεθιστορική και γλωσσοκεντρική».

Οι συνθέτες που “άγγιξαν” το έργο του Ελύτη είναι η αφρόκρεμα της ελληνικής μουσικής: Μίκης Θεοδωράκης, Μάνος Χατζιδάκις, Θόδωρος Αντωνίου, Γιώργος Κουρουπός, Λίνος Κόκκοτος, Νότης Μαυρουδής, Ηλίας Ανδριόπουλος, Μιχάλης Τρανουδάκης, Αγγελική Ιωννάτου, Δημήτρης Λάγιος, Γιάννης Μαρκόπουλος, Δημήτρης Παπαδημητρίου, κ.α.

image

Η ποίηση του, η γλώσσα του

Ο Οδυσσέας Ελύτης είναι ποιητής (σ.σ η ιδιότητα αυτονομείται, αλλά ακολουθεί πάντα τον φορέα της, στο διηνεκές) κατ’ επιλογήν. Όχι γιατί δεν είχε τη δυνατότητα να κάνει κάτι άλλο. Εξάλλου, θα μπορούσε άνετα να είναι νομικός ή κριτικός λογοτεχνίας, μεταφραστής, επιμελητής, κ.α. Η επιλογή αφορά το αίσθημα ευθύνης απέναντι στον τόπο και κυρίως τη γλώσσα του. «Ο Ελύτης», όπως σημειώνει ο Βασίλης Κ. Καλαμαράς, πολιτικός επιστήμονας, δημοσιογράφος, «είναι η γλώσσα του». Η χρήση της κτητικής αντωνυμίας είναι η καθολική αναγνώριση της μεγαλύτερης και μοναδικής, με την έννοια του ατομικού πρώτα απ’ όλα και μετά της αξιοσύνης, προσφοράς του ποιητή. Όσα βίωσε, ένιωσε, ονειρεύτηκε, πίστεψε, έγιναν ο αγωγός για να πάρει την ελληνική γλώσσα και στην ουσία να την ανανεώσει. Να της αφαιρέσει καθετί περιττό και να της προσθέσει την αρχαιοελληνική σοφία, την ταπεινότητα του μεγαλείου του ελληνικού πνεύματος και το κάλλος του ελληνικού τοπίου.

Ο Ελύτης, μέλος της ποιητικής γενιάς του ’30, επηρεάζεται από τον υπερρεαλισμό, αλλά γρήγορα καταλαβαίνει ότι δεν αρκεί για να ξανακάνει παγκόσμια τη φωνή της ελληνικής ποίησης. Αυτό θα συνέβαινε μόνο αν το νέο λογοτεχνικό ρεύμα υπηρετούσε τον αρχαιοελληνικό λυρισμό και τη βυζαντινή-θρησκευτική παράδοση του τόπου. Όλα αυτά με μία «νέα» γλώσσα, εμβαπτισμένη στον Όμηρο, τη Σαπφώ, τον Σολωμό, τον Παπαδιαμάντη και με απαράμιλλη αρχιτεκτονική. Τα ποιήματα του είναι οικοδομήματα που ενώνουν γη και ουρανό, θάνατο και ζωή, σκοτάδι και φως.

Όπως σημειώνει και ο Θωμάς Γκόρπας (ποιητής), το ποιητικό έργο του Ελύτη δεν μπορεί να αναλυθεί. Μόνο να χαρακτηριστεί, σημειωθεί. Και πώς να αναλύσεις τον πλούτο των εικόνων του; Στα ποιήματα του νιώθεις την αιγαιοπελαγίτικη αύρα, το υγρό χώμα, τις σκληρές κορυφές των βουνών, τη ζεστασιά του ήλιου.

Η ποιητική παραγωγή ξεκινά με τους «Προσανατολισμούς» (εκδ. 1940) και το κοινό γνωρίζει τα νιάτα, την ομορφιά, τη ρώμη του νέου ποιητή. Μέχρι το «Άξιον Εστί» (εκδ. 1959) ο λόγος του είναι εξωστρεφής, έντονος, σκληρός και ευαίσθητος. Με ακρίβεια θα φτάσει στην κορυφαία δημιουργική στιγμή με το μεγάλο συνθετικό ποίημα (σ.σ Άξιον Εστί). Η συνέχεια θα μας δώσει τον ερωτικό Ελύτη με «Το Μονόγραμμα», «Τα ρω του έρωτα» αλλά και τον νοσταλγικό Ελύτη με «Το φωτόδεντρο και Η δέκατη τέταρτη ομορφιά» (εκδ. 1971) για το οποίο ο ποιητής Ευγένιος Αρανίτσης θα γράψει ότι «αποτελεί το μείζον ποίημα του Ελύτη». Η συνέχεια θα μας δώσει το σκηνικό ποίημα «Μαρία Νεφέλη» (εκδ. 1978) και το εσωστρεφές και φιλοσοφικό «Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας» (εκδ. 1982). Κάπως έτσι θα συνεχίσει μέχρι το τέλος.

Τα πάντα στον Ελύτη εκκινούν, αλλά δεν τελειώνουν ποτέ, από το φως. Τα ποιήματα του ακολουθούν την αστρική, κυκλική κίνηση του ήλιου. Έτσι κι αλλιώς όλοι παιδιά του ήλιου είμαστε σε αυτόν τον τόπο. Ο Οδυσσέας Ελύτης λοιπόν, κάτω από μια αχτίδα φωτός γεννήθηκε, με τους στίχους τη στερέωσε γερά στο γόνιμο ελληνικό έδαφος και μας έδωσε την κοσμογονία του: Το «Ελυτικό Σύμπαν».

Στοιχεία αντλήθηκαν από το βιβλίο «Οδυσσέας Ελύτης, λέσχη αθανάτων, Ελευθεροτυπία».

image
image
image