Η 6χρονη που αψήφησε τον όχλο και πήγαινε με συνοδεία στο σχολείο: Η απίστευτη ιστορία της Ρούμπι Μπρίτζες (pics & vids)

Gazzetta team
Η 6χρονη που αψήφησε τον όχλο και πήγαινε με συνοδεία στο σχολείο: Η απίστευτη ιστορία της Ρούμπι Μπρίτζες (pics & vids)
Έξι χρονών κοριτσάκι πήγαινε με συνοδεία Ομοσπονδιακών στο σχολείο. Για έναν χρόνο έκανε μάθημα μόνη της και απ΄έξω άκουγε ρατσιστικές κραυγές. Τώρα, θέλει ισότητα για το ίδιο σχολείο, που είναι 100% μαύροι.

Όταν, αυτή τη χρονιά, η Ρούμπι Μπρίτζες είδε μερικά βίντεο με τον εαυτό της- 6 ετών ήταν- από τις 14 Νοεμβρίου του 1960, σα να… τρομοκρατήθηκε. Ήταν η στιγμή που άλλαξε τη ζωή της, αλλά και την ιστορία της Αμερικής. Ήταν τότε που έγινε το πρώτο μαύρο παιδί σε ένα δημοτικό σχολείο μόνο με λευκούς στη Λουιζιάνα.

Ξεφύλλιζε τις φωτογραφίες από την πρώτη εκείνη μέρα στο δημοτικό σχολείο «William Frantz» στη Νέα Ορλεάνη. Ένα μικρό κορίτσι με τη νέα στολή της, με λευκές κάλτσες και λευκές κορδέλες στα μαλλιά της, πλαισιωμένο από… τέσσερις τεράστιους ομοσπονδιακούς πράκτορες με κοστούμια. Κάτι δεν κολλάει καλά εδώ…

Στην είσοδο του σχολείου είχε μαζευτεί ένα πλήθος με αν μη τι άλλο άγριες διαθέσεις, αποτελούμενο κυρίως από γονείς, άλλα και παιδιά, δημοσιογράφους και φωτογράφους. Φώναζαν ονόματα και ρατσιστικά συνθήματα, κάποιοι κρατούσαν και πλακάτ. Ένα έγραφε: «Το μόνο που θέλω για τα Χριστούγεννα είναι ένα καθαρό λευκό σχολείο».

Μια γυναίκα σήκωσε ένα μικροσκοπικό φέρετρο που είχε… μια μαύρη κούκλα μέσα σε αυτό.

Το Αρκάνσας ακολούθησε η Λουιζιάνα

Πολλοί περίμεναν πως θα συνέβαινε αυτό… Βλέπετε, τρεις μήνες πριν γεννηθεί η Μπρίτζες, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ είχε εκδώσει μια απόφαση ορόσημο κατά του Συμβουλίου Παιδείας, όπου απαγόρευε τον διαχωρισμό των σχολείων σε εθνικό επίπεδο. Στο Νότο όμως αρνούνταν πεισματικά να συνετιστούν. Όταν εννιά παιδιά Αφροαμερικάνων γράφτηκαν στο σχολείο «Little Rock» στο Αρκάνσας το 1957, προκλήθηκαν μεγάλες αναταραχές σε σημείο, να κληθούν με εντολή του Κυβερνήτη, τα Ομοσπονδιακά Στρατεύματα να συνοδεύσουν τα παιδιά στο σχολείο. Τρία χρόνια αργότερα από τις αναταραχές του Αρκάνσας ήταν η σειρά της Λουιζιάνας. Η Μπρίτζες ήταν ένα από τα έξι μαύρα παιδιά που πέρασαν τα τεστ για να φοιτήσουν στο (λευκό) σχολείο, αλλά δύο από τα παιδιά το εγκατέλειψαν, ενώ τα τρία άλλα πήγαν σε διαφορετικό σχολείο. Έτσι η Μπρίτζες έμεινε μόνο της.

«Δεν υπήρχε κάτι να το φοβάμαι»

Βλέποντας την φωτογραφία από εκείνη τη μέρα, πολλοί ίσως να πουν πως διακρίνεται μία αποφασιστικότητα, ακόμα και περιφρόνηση στο πρόσωπο της Μπρίτζες, αλλά δεν ήταν έτσι… «Δεν γνώριζα ότι πήγαινα σε ένα σχολείο με λευκούς μόνο», εξιστορεί η ίδια: «Οι γονείς μου δεν μου το εξήγησαν ποτέ. Είδα ένα πλήθος ανθρώπων… Ζώντας εδώ στη Νέα Ορλεάνη και έχοντας συνηθίσει «Mardi Gras», την τεράστια γιορτή που λαμβάνει χώρα στην πόλη κάθε χρόνο, πραγματικά σκέφτηκα ότι ήταν εκείνη την μέρα. Δεν υπήρχε κάτι (στο μυαλό της) για να το φοβάμαι».

Τι σκέφτεται όμως 60 χρόνια μετά; «Είχα αισθήματα που δεν ξαναβρήκα. Τώρα νιώθω πολύ διαφορετικά. Ήταν διαφορετικό. Ως μητέρα και γιαγιά πλέον, δεν θα μπορούσα να στείλω το παιδί μου και το εγγόνι μου, σε ένα περιβάλλον σαν αυτό».

Φυσικά η Μπρίτζες, μπορεί να κατανοήσει απόλυτα τις ενέργειες τότε των γονιών της να τη στείλουν στο σχολείο. Είχαν μεγαλώσει ως καλλιεργητές, ως αγρότες στην περιοχή του Μισισιπή και το 1958 μετακόμισαν στη Νέα Ορλεάνη. «Δεν τους επιτρεπόταν να πηγαίνουν σχολείο καθημερινά. Κανένας από αυτούς δεν είχε επίσημη εκπαίδευση. Τότε έπρεπε ή να ασχοληθούν με τις καλλιέργειες ή να εργαστούν, το σχολείο ήταν πολυτέλεια. Έτσι ήθελαν πραγματικές ευκαιρίες για τα παιδιά τους, αυτά που δεν τους επέτρεπαν να έχουν».

Απολύθηκαν και οι δύο γονείς της

Βέβαια, οι γονείς της, πλήρωσαν το τίμημα για την απόφασή τους, να τη στείλουν στο σχολείο. Η μητέρα της, που ήταν οικιακή βοηθός απολύθηκε ενώ τη δουλειά του έχασε και ο πατέρας της- βετεράνος του πολέμου της Κορέας- που εργαζόταν ως βοηθός σε βενζινάδικο. Η NAACP μάλιστα, η Εθνική Ένωση για τους Μαύρους Ανθρώπους του είχε συστήσει να μην βγει από το σπίτι για να αναζητήσει νέα δουλειά, για… τη δική του ασφάλεια. Μία οικογένεια δέκα ανθρώπων εξαρτιόνταν αποκλειστικά από δωρεές.

Το τοπικό κατάστημα αρνήθηκε να τους εξυπηρετήσει και οι παππούδες της ακόμη, αναγκάστηκαν να μετακομίσουν από το αγρόκτημά τους στο Μισισιπή. Οι γονείς της τελικά χώρισαν… «Θυμάμαι που έγραψα μια επιστολή για τον Άγιο Βασίλη και του ζητούσα να επιστρέψει τη δουλειά στον πατέρα μου. Δεν είχε δουλειά γιατί εγώ πήγαινα σχολείο. Ένιωθα ευθύνη γι αυτό».

Έμεινε μόνο μία δασκάλα

Η ζωή στο σχολείο δεν εύκολη για την Μπρίτζες. Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους, χρειαζόταν Ομοσπονδιακή προστασία να τη συνοδεύει, καθώς κάθε μέρα μαζεύονταν στην είσοδο διαδηλωτές-γονείς που φώναζαν, συμπεριλαμβανομένης και της γυναίκας που κρατούσε εκείνο το φέρετρο με τη μαύρη κούκλα. «Είχα εφιάλτες με αυτό. Κάθε βράδυ ονειρευόμουν εκείνο το φέρετρο να πετάει γύρω από την κρεβατοκάμαρά μου».

Ήταν αναγκασμένη να παίρνει μαζί της στο σχολείο το δικό της κολατσιό, γιατί φοβόντουσαν μην την δηλητηριάσουν και στη συνέχεια όλοι οι γονείς, δεν ξαναπήγαν τα λευκά παιδιά τους στο σχολείο. Όλοι οι δάσκαλοι αναγκάστηκαν να διδάξουν την Μπρίτζες. Εκτός από μία… Την Μπάρμπαρα Χένρι, που είχε μετακομίσει από τη Βοστώνη. Τον πρώτο χρόνο, η Henry έκαμε μάθημα μόνο με τη Bridges, ήταν μόνο οι δυο τους στη τάξη… «Γνωρίζαμε ότι έπρεπε να είμαστε εκεί ο ένας για τον άλλον», λέει η Μπρίτζες τώρα.

Ο δεύτερος σύμμαχος

Η Μπάρμπαρα Χένρι, δεν ήταν η μόνη σύμμαχος-στήριγμα για την Μπρίτζες είχε και τον Ρόμπερτ Κόουλς, έναν επίσης λευκό, ψυχίατρο για παιδιά που είχε παρακολουθήσει τις επεισοδιακές σκηνές έξω από το σχολείο που λάμβαναν χώρα καθημερινά και υποστήριζε την Μπρίτζες και την οικογένειά της. Επισκέπτονταν μάλιστα το σπίτι τους σε εβδομαδιαία βάση. Ο Κόουλς μελετούσε τις επιπτώσεις της διάκρισης ανάμεσα στους μαθητές, ενώ αργότερα γνωστοποιήθηκε πως ένας συγγενής του, ήταν αυτός που είχε στείλει τη στολή για το σχολείο στην Μπρίτζες, καθώς η οικογένειά της δεν θα μπορούσε να την αντέξει οικονομικά.

«Όλα ήταν… εξαιτίας μου»

Τα πράγματα άλλαξαν σταδιακά. Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους, κάποιοι λευκοί γονείς άφησαν τα παιδιά τους να επιστρέψουν στο σχολείο, αλλά τα κράτησαν μακριά από την Μπρίτζες. «Ο διευθυντής, που ήταν πολιτικά της αντιπολίτευσης, θα έπαιρνε τα παιδιά και θα τα έκρυβε, προκειμένου να μην έρχονταν ποτέ σε επαφή μαζί μου». Προς το τέλος του πρώτου έτους, ωστόσο, με την επιμονή της δασκάλας Μπάρμπαρα Χένρι, επιτράπηκε επιτέλους στην Μπρίτζες να συμμετάσχει σε μια μικρή τάξη με άλλα εξάχρονα παιδιά.

«Ένα μικρό αγόρι μου είπε τότε: Η μαμά μου, είπε να μην παίζω μαζί σου γιατί είσαι νέγρα», θυμάται η Μπρίτζες: «Από τη στιγμή που το είπε, ήταν σαν να ήρθαν όλα μαζί στο μυαλό μου. Όλα τα μικρά κομμάτια που είχα συλλέξει, όλα ταίριαξαν και στη συνέχεια κατάλαβα: Ο λόγος για τον οποίο δεν υπάρχουν παιδιά εδώ, είναι εξαιτίας μου και του χρώματος του δέρματός μου. Και δεν είναι η Mardi Gras. Όλα έβγαζαν νόημα, ήταν μια… αφύπνιση. Συχνά λέω σήμερα ότι ήταν πραγματικά η πρώτη μου εισαγωγή στον ρατσισμό».

Στη συνέχεια η Μπρίτζες συνειδητοποίησε και κάτι άλλο. Ήταν ο τρόπος που είχε μεγαλώσει: «Αν οι γονείς μου, μου είχαν πει «μην παίζεις μαζί του, είναι λευκός, είναι Ασιάτης, είναι Ισπανόφωνος, είναι Ινδός, είναι οτιδήποτε…», δεν θα έπαιζα μαζί του». Το μικρό αγόρι, δεν είχε γνώση ότι ήταν ρατσιστής απέναντί μου. Απλά εξηγούσε γιατί δεν μπορούσε να παίξει μαζί μου. Αυτό με οδηγεί στο σημείο να πω ότι ο ρατσισμός είναι «μάθημα συμπεριφοράς». Το μεταδίδουμε στα παιδιά μας και περνάει από τη μια γενιά στην άλλη».

Ο Κόουλς την έκανε… βιβλίο

Μέχρι τη στιγμή που η Μπρίτζες επέστρεψε στο σχολείο για τη δεύτερη χρονιά, η όλη κατάσταση είχε σχεδόν ομαλοποιηθεί. Δεν υπήρχαν διαμαρτυρίες, η Μπρίτζες μπήκε σε τάξη κανονικού μεγέθους με άλλα παιδιά, κυρίως λευκά αλλά και με μερικούς ακόμη Αφροαμερικανούς. Η συνολική κατάσταση είχε βελτιωθεί, αν και η Μπρίτζες ήταν αναστατωμένη που η Μπάρμπαρα Χένρι είχε φύγει από το σχολείο. Φυσικά παρέμειναν δια βίου φίλοι.

Η Μπρίτζες είχε στο μυαλό της να φύγει, όταν τελείωσε το σχολείο από τη Λουιζιάνα, να δει τι υπάρχει έξω από την κοινότητά της. «Αρχικά υπέβαλα αίτηση για δουλειά ως αεροσυνοδός και στη συνέχεια έγινε ταξιδιωτικός πράκτορας για την American Express για 15 χρόνια».

Στα μέσα της δεκαετίας του '30, η Μπρίτζες είχε ικανοποιήσει την επιθυμία της και παντρεύτηκε με το Μάλκολμ Χολ το 1984 αποκτώντας τέσσερις γιους. Αλλά ένιωθε… ανήσυχη: «Ρώτησα τον εαυτό μου: Τι κάνω; Κάνω κάτι με νόημα; Ήθελα πραγματικά να μάθω ποιος ήταν ο σκοπός μου στη ζωή». Το 1993, ο αδερφός της Μπρίτζες πυροβολήθηκε σε δρόμο της Νέας Ορλεάνης. Για ένα διάστημα φρόντιζε τις τέσσερις κόρες του, οι οποίες φοίτησαν επίσης στο δημοτικό σχολείο «William Frantz». Το 1995, ο Κόουλς, ο δεύτερος σύμμαχός της που ήταν πλέον καθηγητής του Χάρβαρντ, δημοσίευσε το παιδικό βιβλίο «The Story of Ruby Bridges», «η ιστορία της Ρούμπι Μπρίτζες».

Οι άνθρωποι στη Νέα Ορλεάνη δεν είχαν μιλήσει ποτέ πραγματικά για την ιστορία της, όπως για χρόνια, οι άνθρωποι στο Ντάλας δεν μίλησαν για τη δολοφονία του Κένεντι. «Πρέπει να καταλάβετε ότι δεν είχαμε τον «Μήνα Μαύρης Ιστορίας» κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου. Δεν υπήρχε ένα βιβλίο να το πάρω και να διαβάσω ιστορία. Να διαβάσω για τον… εαυτό μου.

Το βιβλίο έγινε «μπεστ σέλερ» ενώ η Disney έκανε μια βιογραφία της, στην οποία ενήργησε ως σύμβουλος. «Νομίζω ότι όλοι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι εγώ, η Ρούμπι Μπρίτζες, ήμουν στην πραγματικότητα το ίδιο κοριτσάκι στον πίνακα του Norman Rockwell»!

Η αγκαλιά από τον Ομπάμα

Τα έσοδα από το βιβλίο βοήθησαν την Μπρίτζες να δημιουργήσει το ίδρυμά της, δημιούργησε προγράμματα τέχνης στο σχολείο «William Frantz» και συνέχισε να περιοδεύει σε σχολεία σε ολόκληρη τη χώρα λέγοντας την ιστορία της. Όταν το 2005, ο τυφώνας Κατρίνα έπληξε τη Νέα Ορλεάνη και το σχολείο υπέστη σοβαρές ζημιές, έβγαλαν την απόφαση οι αρχές να το κατεδαφίσουν, αλλά… «Ένιωσα ότι αν κάποιος έσωζε το σχολείο, θα ήμουν εγώ» και έτσι έκανε…

Όταν εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ ο Μπάρακ Ομπάμα, την κάλεσε στον Λευκό Οίκο και αφού την πήρε μια αγκαλιά, της είπε: «Ξέρεις, είναι δίκαιο να πούμε ότι αν δεν ήταν αυτή τη στιγμή, ίσως να μην ήμουν εδώ σήμερα».

Κατά μία ειρωνεία της ζωής, στο σχολείο της Νέας Ορλεάνης πλέον, το 100% των μαθητών είναι μαύροι. Ο λευκός πληθυσμός είχε ήδη αρχίσει να απομακρύνεται στα μέσα της δεκαετίας του '60, λόγω των ζημιών που υπέστη από τον τυφώνα Μπέτσι το 1965, αλλά και ως απάντηση στα μεταβαλλόμενα δημογραφικά στοιχεία της περιοχής. Σήμερα είναι μία από τις πιο φτωχές πόλεις, με σχετικά υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας.

Η Μπρίτζες το βλέπει ως την επόμενη μάχη: «Ακριβώς όπως αυτοί οι άνθρωποι ένιωθαν ότι ήταν άδικο και εργάστηκαν τόσο σκληρά κατά τη διάρκεια του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων για να αλλάξουν αυτοί οι νόμοι, πρέπει να το κάνουμε ξανά. Να βρούμε από πού ξεκινάει αυτό.

Να έχουν την ευκαιρία τα παιδιά μας να μάθουν το ένα για το άλλο. Να μεγαλώσουνε μαζί, να παίξουνε μαζί, να μάθουνε μαζί. Ο περισσότερος χρόνος που περνούν τα παιδιά μακριά από το σπίτι είναι στο σχολείο. Ξέρω ότι υπάρχουν αμφιβολίες και από τις δύο πλευρές για αυτό, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να γίνουμε Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εκτός εάν εμείς, οι άνθρωποι, είμαστε ενωμένοι».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ