Ιστορίες του παλιού κινηματογράφου vol. 35 (pics & vids)

Σινέ Νοσταλγία Σινέ Νοσταλγία
Ιστορίες του παλιού κινηματογράφου vol. 35 (pics & vids)
Το Σινέ «Νοσταλγία» ήρθε στο Gazzetta Plus με σκοπό να σας ξεναγεί κάθε εβδομάδα στις πιο αγαπημένες στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου! To ταξίδι στις πιο αγαπημένες ελληνικές ταινίες, που έχουν «ντύσει» όλες μας τις αναμνήσεις συνεχίζεται...

ME THN EΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΗΣ Bergmann Kord

Ο «κομμένος» Μίκης Θεοδωράκης και η «στροφή» του Δαλιανίδη στον Ξαρχάκο

Πέρα από την αναμφισβήτητη τόλμη που διέθεταν τόσο ο Φιλοποίμην Φίνος, όσο και ο Γιάννης Δαλιανίδης, είναι σαφές ότι είχαν και έναν μοναδικό τρόπο να αφουγκράζονται τον παλμό και τα «θέλω» του κινηματογραφικού κοινού, κάτι που αποδεικνύει και η αποδοχή των καινοτομιών που λάνσαραν στον ελληνικό κινηματογράφο. Το 1968 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την ελληνική κοινωνία, η οποία στέναζε κάτω από το χουντικό καθεστώς που της είχε επιβληθεί. Κάθε τι που θύμιζε ελευθερία ήταν εκείνη την εποχή μαγικό. Όπως και η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, η οποία βέβαια παραμένει μαγική διαχρονικά. Εκείνη τη χρονιά λοιπόν, ο Γιάννης Δαλιανίδης αποφασίζει να χρησιμοποιήσει μουσική του Μίκη στην ταινία «Γυμνοί στο δρόμο», την οποία σκηνοθέτησε ο ίδιος, γράφοντας και το σενάριο. Είχε ήδη μιλήσει με τον Θεοδωράκη, ωστόσο τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως ήθελε. Παραμονές της έναρξης των γυρισμάτων, έγινε η απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Γιώργου Παπαδόπουλου από τον Αλέκο Παναγούλη και έτσι η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη απαγορεύτηκε αυστηρά. Τότε, ο Δαλιανίδης απευθύνθηκε στον Σταύρο Ξαρχάκο, ο οποίος έγραψε υπέροχα τραγούδια για την ταινία, όπως «Τα Ρολόγια», που ερμήνευσε ο Νίκος Κούρκουλος και αργότερα ηχογράφησε και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Η ταινία «Γυμνοί στο δρόμο» αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Γειτονιά των Αγγέλων», το οποίο είχε ανέβει αρχικά στο θέατρο, το 1963, από την Τζένη Καρέζη και τον Νίκο Κούρκουλο. Εκτός από τον Νίκο Κούρκουλο, στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Ζωή Λάσκαρη, Χρόνης Εξαρχάκος, Ανδρέας Μπάρκουλης, Βαγγέλης Σειληνός, Σοφία Ρούμπου, Μαρία Φωκά, Έλλη Ξανθάκη, Κία Μπόζου, Νίκος Παπαναστασίου, Δήμητρα Σερεμέτη, Πόπη Γιαμαρέλου, Νάσος Κατακουζηνός, Λεωνίδας Νικολαϊδης, Ελπιδοφόρος Γκότσης, Κώστας Τσιάνος, Βαγγέλης Παύλου, Τούλα Λιακοπούλου, Έφη Αρβανίτη, Όλγα Λούη, Κόκα Στυλιανού κ.α. Η υπόθεση του έργου, όπως μας ενημερώνει η Finos Film ήταν η εξής: Η πλούσια κόρη του ιδιοκτήτη μιας περιοχής που κατοικείται από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, συναντά ένα βράδυ τον Ανδρέα, έναν εργάτη που μένει στην περιοχή τους, και τον ερωτεύεται. Ο κεραυνοβόλος έρωτας είναι και για τους δύο πολύ δυνατός, αλλά ο Ανδρέας έχει να αντιμετωπίσει τόσο τις κοινωνικές προκαταλήψεις, όσο και την καχυποψία του Χρήστου, του αδελφού της αγαπημένης του. Ο Χρήστος θα προσπαθήσει να χωρίσει το ζευγάρι, αλλά τα σχέδιά του θα έχουν τραγικά αποτελέσματα. Πρόκειται για άλλη μια ταινία, όπου η σφραγίδα του Δαλιανίδη είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Γεμάτη υπέροχη μουσική και τραγούδια, εξαιρετικές χορογραφίες, νευρώδες σενάριο, ενδιαφέρουσα φωτογραφία. Παρά τη δύσκολη συγκυρία που επέλεξε να κάνει πρεμιέρα, η εμπορική της πορεία ήταν πολύ καλή. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 24 Μαρτίου του 1969 και στην πρώτη της προβολή έκοψε 335.054 εισιτήρια. Στο τραγούδι εμφανίζεται η Μαρινέλλα, ενώ τις χορογραφίες είχε επιμεληθεί ο Βαγγέλης Σειληνός.

Ένα συνηθισμένο σενάριο, ο Νέστορας Μάτσας και το «Κορίτσι της Κυριακής» που ακόμα μαγεύει

Μία νεαρή πόρνη, ερωτεύεται έναν φτωχό νέο και παλεύει να ξεφύγει από την προηγούμενή ζωή της και τον δυνάστη αδερφό της. Πρόκειται για ένα σενάριο που εκ πρώτης όψεως δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας, αφού ανάλογες καταστάσεις βίωνε διαρκώς η ελληνική κοινωνία στην μεταπολεμική Ελλάδα της φτώχειας, της ανέχειας και της ανεργίας. Τι πιθανότητες είχε μια τέτοια ταινία να σημειώσει εμπορική επιτυχία και μάλιστα εκείνη την εποχή; Εκ πρώτης όψεως, λίγες. Εάν όμως στην όλη εξίσωση προσθέσει κανείς το σενάριο και τη σκηνοθεσία του Νέστορα Μάτσα, αλλά και μερικά σπουδαία ονόματα ηθοποιών, όπως τους Γιώργο Φούντα, Ξένια Καλογεροπούλου, Μαίρη Χρονοπούλου, Φαίδων Γεωργίτση, Δέσπω Διαμαντίδου, Νότη Περγιάλη και Κατερίνα Γώγου, η εικόνα αλλάζει άρδην. Αυτό ήταν και το σκεπτικό της εταιρείας παραγωγής Θ. Δαμασκηνός-Β. Μιχαηλίδης όταν αποφάσισε να δώσει σάρκα και οστά στο παραπάνω σενάριο, αναθέτοντάς το στον Νέστορα Μάτσα, εν έτη 1964. Και κάπως έτσι γυρίστηκε η ταινία «Το κορίτσι της Κυριακής», το οποίο ενσάρκωνε η Ξένια Καλογεροπούλου, σε έναν ακόμα ρόλο που σημάδεψε την καριέρα της. Το αποτέλεσμα σε ένα βαθμό δικαίωσε τους δημιουργούς της ταινίας, η οποία έκοψε 112.364 εισιτήρια στην πρώτη προβολή της και ήρθε στην 50η θέση ανάμεσα στις 93 ταινίες της σεζόν 1964-1965. Η υπόθεση, όπως μας ενημερώνει η Καραγιάννης-Καρατζόπουλος ΑΕ – που είχε αναλάβει τη διανομή της -, ήταν η εξής: «Μια πεταλουδίτσα της νύχτας, η Μαρίνα, αφού το ’σκασε απ’ το ορφανοτροφείο, κάνει πιάτσα στο λιμάνι του Πειραιά. Γνωρίζεται μ’ ένα νεαρό μουσικό, τον Ορφέα, που γυρίζει στα λαϊκά κέντρα και παίζει μπουζούκι. Ανάμεσά τους αναπτύσσεται ένας παράφορος έρωτας. Σε μια έφοδο της αστυνομίας στα κέντρα του λιμανιού, η Μαρίνα συλλαμβάνεται και, ως ανήλικη, οδηγείται ξανά στο αναμορφωτήριο. Ο Ορφέας τη βοηθά να δραπετεύσει και καταφεύγουν στο νεκροταφείο σκαφών του Περάματος. Ο φυγόδικος αδελφός της Μαρίνας, ο Μίλτος, ένας επαναστατημένος τύπος, μαθαίνει πού κρύβεται η αδελφή του, τη βρίσκει, κλέβει τις οικονομίες της και διαφεύγει στο εξωτερικό». Με την μαεστρική καθοδήγηση του Μάτσα, οι ερμηνείες των εξαιρετικών ηθοποιών του καστ απογειώνονται και δημιουργούν ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα, που μέχρι σήμερα βλέπεται με ενδιαφέρον. Έστω κι αν το «Κορίτσι της Κυριακής» αποτελεί μια ακόμα ελληνική ταινία που τα ιδιωτικά κανάλια δεν έκαναν τον κόπο να προβάλλουν. Και συνιστά μια ακόμα απόδειξη της δύναμης του σεναρίου, το οποίο μπορεί να πάρει μια απλή υπόθεση και να την εξελίξει σε ένα κινηματογραφικό αριστούργημα. Το «Κορίτσι της Κυριακής» βέβαια σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί κινηματογραφικό αριστούργημα, ωστόσο διεκδικεί επάξια μια θέση στις ποιοτικές παραγωγές της δεκαετίας του 1960. Η μουσική ήταν του αξέχαστου Γιώργου Μητσάκη και η φωτογραφία του Ανδρέα Αναστασάτου.

Το κινηματογραφικό ντεμπούτο της Ειρήνης Παππά, ο στριμωγμένος οικονομικά Φίνος και η βοήθεια εξ Αφρικής

Είχαν περάσει μόλις 4 χρόνια από την απελευθέρωση και 3 χρόνια από το τέλος του εμφύλιου πολέμου. Η Ελλάδα βρίσκονταν σε τραγική κατάσταση. Φτώχεια, ανεργία, εγκληματικότητα συνέθεταν ένα εκρηκτικό κράμα, το οποίο συνέθετε τον ιστό της ελληνικής κοινωνίας. Ο Φιλοποίμην Φίνος βρίσκονταν σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση, ωστόσο το μεράκι του για τον κινηματογράφο παρέμενε ζωντανό. Χωρίς τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους όμως, οι παραγωγές με τις υψηλές προδιαγραφές που έθετε ο ίδιος, δεν ήταν δυνατόν να υλοποιηθούν. Το 1948 ωστόσο, ο Περικλής Βανάκος, πατέρας της Τζέλλας Φίνου, συζύγου του Φίνου, επιστρέφει από την Αφρική στην Ελλάδα και αποφασίζει να χρηματοδοτήσει μια ταινία του γαμπρού του, με τον τίτλο «Χαμένοι Άγγελοι». Γι’ αυτό και στους τίτλους της ταινίας εκτός από την Finos Film εμφανίζεται ως παραγωγός και η εταιρεία Τζέλλα Φίλμ, η οποία ήταν της συζύγου του, Τζέλλας. Η ταινία πήγε εξαιρετικά και ήρθε πρώτη σε πωλήσεις ανάμεσα στις μόλις 8 ταινίες της σεζόν 1948-1949, κόβοντας 107.508 εισιτήρια. Πρεμιέρα στους κινηματογράφους έκανε δε, στις 22 Δεκεμβρίου του 1948. Η ταινία «Χαμένοι Άγγελοι» έχει ιστορική αξία για τον ελληνικό κινηματογράφο, αφού σε αυτή έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο η σπουδαία ελληνίδα ηθοποιός, διεθνούς εμβέλειας, Ειρήνη Παππά. Από την άλλη πλευρά, ήταν η πρώτη απόπειρα μεταφοράς του αμερικάνικου υπόκοσμου με ελληνικά δεδομένα, η οποία μάλιστα ήταν επιτυχής, δεδομένης της αποδοχής της από τους σινεφίλ της εποχής. Ήταν η περίοδος που στα μάτια των χαροκαμένων και απογοητευμένων Ελλήνων κάθε τι αμερικάνικο φάνταζε μυθικό. Όπως και οι αμερικάνικες ταινίες. Μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία της ταινίας είχε σαφώς και ο Νίκος Τσιφόρος, ο οποίος ήταν ο σεναριογράφος και ο σκηνοθέτης της. Εκτός από την Ειρήνη Παππά, στην ταινία πρωταγωνιστούσαν σπουδαίοι ηθοποιοί της εποχής, όπως οι Σμαρούλα Γιούλη, Χρήστος Τσαγανέας, Άννα Χριστοφορίδου, Μίμης Φωτόπουλος, Νίκος Καζής, Περικλής Χριστοφορίδης, Θόδωρος Μορίδης, Νίκος Ρίζος, Γιάννης Ιωαννίδης, Γιώργος Βλαχόπουλος, Βαγγέλης Πρωτόπαππας, Αλέκος Λεμός, Νίκος Φέρμας κ.α. Σύμφωνα με την Finos Film, η υπόθεση της ταινίας ήταν η εξής: «Η Έλλη ζει μαζί με την άρρωστη μητέρα της και έναν μικροαπατεώνα, τον Λουκά, ο οποίος ενώ συνδέεται με την μητέρα της, δεν δείχνει καθόλου ενδιαφέρον για εκείνην. Ο αρραβωνιαστικός της Έλλης, αν και σπουδάζει γιατρός, τα βράδια τραγουδά σε κοσμική ταβέρνα για να επιβιώσει. Εκεί κάποιο βράδυ έρχεται ένας επιχειρηματίας με τη φιλενάδα του, τη Λιάνα, που γλυκοκοιτάζει τον αρραβωνιαστικό της Έλλης. Ο επιχειρηματίας προτείνει στον Λουκά να αναθέσει στην Έλλη να μεταφέρει πακετάκια με ναρκωτικά στους πελάτες του και εκείνη το κάνει νομίζοντας πως είναι φάρμακα». Στην ταινία εμφανίζονται να τραγουδούν ο σταρ της εποχής Γιάννης Βέλλας – ο ίδιος έγραψε και τη μουσική της -, αλλά και ο Μανώλης Χιώτης, ο οποίος εκείνη την περίοδο έκανε τα πρώτα του βήματα στο μουσικό στερέωμα της χώρας. Το μοντάζ έκανε ο ίδιος ο Φιλοποίμην Φίνος, ενώ η φωτογραφία ήταν του σπουδαίου Ζόζεφ Χεπ.

Περιμένουμε σχόλια, απόψεις και παρατηρήσεις στο mail μας

Σινέ Νοσταλγία
Σινέ Νοσταλγία