Ο Ιάπωνας που έπεζησε από δύο ατομικές βόμβες: Έφυγε τραυματίας από τη Χιροσίμα και πήγε στο νοσοκομείο του Ναγκασάκι

Ο Ιάπωνας που έπεζησε από δύο ατομικές βόμβες: Έφυγε τραυματίας από τη Χιροσίμα και πήγε στο νοσοκομείο του Ναγκασάκι
Το να επιβιώσεις από μια ατομική βόμβα είναι τύχη, αλλά το να επιβιώσεις από δύο και μάλιστα την ίδια χρονιά είναι πραγματικά κάτι παραπάνω από θαύμα.

Στις 6 Αυγούστου 1945, η πυρηνική βόμβα ουρανίου «Λιτλ Μπόι» έπεσε στη Χιροσίμα από το αμερικάνικο βομβαρδιστικό αεροπλάνο Ενόλα Γκέι, σκοτώνοντας άμεσα περί τους 70.000 ανθρώπους.

Τρεις ημέρες μετά την έκρηξη της «Little Boy» στη Χιροσίμα, το Ναγκασάκι υπέστη με τη σειρά του τηναπόλυτη καταστροφή την 9η Αυγούστου 1945. Οι δύο βόμβες, τεράστιας ισχύος άνευ προηγουμένη, γονάτισαν την Ιαπωνία και την 15η Αυγούστου 1945, ο αυτοκράτορας Χιροχίτο ανακοίνωνε στους υπηκόους του τη συνθηκολόγηση με τους συμμάχους, γεγονός που σήμανε το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Όσοι βρισκόταν κοντά στο σημείο της έκρηξης πέθαναν αμέσως ενώ τα πτώματά τους μετατράπηκαν σε κάρβουνα. Σχεδόν όλα τα κτίρια σε ακτίνα 1 μιλίου από το σημείο μηδέν της έκρηξης ισοπεδώθηκαν ενώ όλα τα εύφλεκτα υλικά, όπως το χαρτί, άρπαξαν φωτιά σε ακτίνα 2 χιλιομέτρων.

Ωστόσο, ο Tsutomu Yamaguchi κατάφερε να επιβιώσει και να διηγηθεί τη δική του απίστευτη ιστορία.

Εκείνη την καταστροφική ημέρα, όταν η πρώτη βόμβα έπεσε, ο Γιαμαγκούτσι ήταν μόλις 29 ετών. Πήγαινε με τα πόδια στη δουλειά του και την επόμενη μέρα επρόκειτο να επιστρέψει στο σπίτι του για να δει την οικογένεια του.

Ο Γιαμαγκούτσι έφτανε στην μπροστινή αυλή του εργοαστασίου της Mitsubishi, όταν το αμερικανικό αεροπλάνο έριξε την ατομική βόμβα πάνω από την πόλη.

Ο 29χρονος τότε άνδρας είδε το μικρό αντικείμενο να αιωρείται από το αεροπλάνο και πρόλαβε να πηδήξει σε ένα μικρό χαντάκι. Αμέσως, ο θόρυβος της έκρηξης του «τρύπησε» τα αυτιά.

Η έκκρηξη ήταν τόσο δυνατή που εκτοξεύτηκε προς τα πίσω, με τα αυτιά του να βουίζουν και τα μάτια του να παλεύουν να ανοίξουν. Βρισκόταν σε απόσταση μικρότερη των δύο χιλιομέτρων από το σημείο που χτύπησε η βόμβα με αποτέλεσμα να αποκτήσει βαριά εγκαύματα σ όλο του το σώμα. Ωστόσο, το χαντάκι τον έσωσε!

«Δεν ήξερα τι είχε συμβεί», δήλωσε αργότερα στους The Times. «Νομίζω ότι λιποθύμησα για λίγο. Όταν άνοιξα τα μάτια μου, όλα ήταν σκοτεινά και δεν μπορούσα να δω πολλά. Ήταν σαν την αρχή μιας ταινίας στον κινηματογράφο πριν αρχίσει η εικόνα, όταν τα κενά καρέ απλά αναβοσβήνουν χωρίς ήχο».

Ο Γιαμαγκούτσι σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το εργοστασίου της Mitsubishi, αλλά το κτίριο είχε εξαφανιστεί! Δεν υπήρχε απολύτως τίποτα. Μετά από αρκετή ώρα κατάφερε να βρει δύο συναδέλφους του που και αυτοί είχαν επιζήσει. Πέρασαν τη νύχτα σε ένα αυτοσχέδιο καταφύγιο, ενώ γύρω τους ακόμα έκαιγαν οι φωτιές.

Το παράδοξο της όλης υπόθεσης είναι ότι ο σιδηροδρομικός σταθμός της πόλης δεν είχε υποστεί καμία ζημιά και παρέμεινε λειτουργικός. Έτσι, ο Γιαμαγκούτσι κατευθύνθηκε γρήγορα προς το σταθμό και μπήκε στο πρώτο τρένο με προορισμό το Ναγκασάκι....

Μόλις έφτασε (8 Αυγούστου), πήγε αμέσως στο νοσοκομείο και συνειδητοποίησε την έκταση των τραυμάτων του, τα οποία περιλάμβαναν σοβαρά εγκαύματα σε όλο το σώμα και συμπτώματα ήπιας πυρηνικής δηλητηρίασης.

Μία ημέρα αργότερα, ο Γιαμαγκούτσι κλήθηκε από μια επιτροπή της Mitsubishi προκειμένου να δώσει λεπτομερή αναφορά για το τι τι είχε δει στη Χιροσίμα. Ενώ προσπαθούσε να επαναφέρει στη μνήμη του όλες εκείνες τις φριχτές εικόνες, μια ελαφρώς μεγαλύτερη βόμβα πλουτωνίου εξερράγη στο Ναγκασάκι.

Αυτή τη φορά ήταν οι τοίχοι από οπλισμένο σκυρόδεμα που του έσωσαν τη ζωή. Ο Γιαμαγκούτσι έτρεξε γρήγορα να βρει τη γυναίκα και τον γιο του, με τις θερμοκρασίες στο έδαφος της πόλης να φτάνουν τους 4.000C! Το σπίτι της οικογένειας καταστράφηκε, αλλά η σύζυγος και ο γιος του δεν ήταν μέσα και έτσι γίτωσαν.

Η ραδιενέργεια που είχε χτυπήσει τον 29χρονο άνδρα ήταν ισχυρή και του δημιουργήσε ένα σωρο προβλήματα, αλλά με την πάροδο του χρόνου συνέχισε να αγωνίζεται και σταδιακά ανάρρωσε.

Και μετά από όλα όσα πέρασε, ο Γιαμαγκούτσι κατάφερε τελικά να ζήσει μια μακρά ζωή και άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 93 ετών το 2010.