Μυτίδης στο Gazzetta: «Δεν θέλαμε μόνο την άνοδο, αλλά και να δείξουμε πως είμαστε η καλύτερη ομάδα» (vids)

Μυτίδης στο Gazzetta: «Δεν θέλαμε μόνο την άνοδο, αλλά και να δείξουμε πως είμαστε η καλύτερη ομάδα» (vids)

bet365

Ο Κύπριος φορ μας μίλησε για την πορεία του Λεβαδειακού και τόνισε πως στόχος τους δεν ήταν μόνο το «εισιτήριο» για τη Super League 1 αλλά και να επιβεβαιώσουν πως έχουν την καλύτερη ομάδα της κατηγορίας.

Την επιστροφή του στη μεγάλη κατηγορία πανηγύρισε ο Λεβαδειακός, καθώς με δύο νίκες (1-0) υπερτέρησε της Βέροιας στο μπαράζ των πρωταθλητών της Super League 2 και πήρε το «εισιτήριο» της ανόδου.

Εκ των πρωταγωνιστών του ήταν ο Νέστορας Μυτίδης, ένας παίκτης που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς ο Κύπριος φορ μετρά πάνω από 30 συμμετοχές στην Εθνική του ομάδα και έχει... φάει τα γήπεδα με το... κουτάλι.

Ο 31χρονος στράικερ μίλησε στο Gazzetta για την πορεία των Βοιωτών, το «μυστικό» που τους έστειλε στα σαλόνια αλλά και για την «υπόσχεση» που είχε δώσει στον Γιάννη Κομπότη και κυρίως τον εαυτό του την οποία τήρησε στο ακέραιο.

-Τι διαφορετικό είχε ο Λεβαδειακός από όλες τις άλλες ομάδες της κατηγορίας και αρχικά έκοψε πρώτος το νήμα στον Ομιλο και μετά πήρε και την άνοδο;
«Θεωρώ πως είχαμε αρκετά πλεονεκτήματα, ξέχωρα από πολύ καλό υλικό. Τα περισσότερα παιδιά συνεχίζαμε από πέρσι, ενώ υπήρχαν και αρκετά που ήταν από πρόπερσι στην ομάδα. Ετσι είχαμε ομοιογένεια και διατηρήθηκε ο βασικός κορμός. Παράλληλα είχαμε και αριθμητικά μεγάλο ρόστερ, έτσι μπορούσαμε να διαχειριστούμε τα σερί ματς που υπήρξαν. Την ίδια στιγμή τα όσα έγιναν τα τελευταία δύο χρόνια που δεν πήραμε την άνοδο μας βοήθησαν ώστε να είμαστε κυνικοί στο πώς διαχειριζόμαστε τα παιχνίδια. Να έχουμε μεγαλύτερη προσήλωση στον στόχο της ανόδου»

-Πότε κατάλαβες μέσα στη σεζόν ότι δεν χάνεται η πρωτιά στον όμιλο;

«Δεν συνέβη ποτέ αυτό, γιατί βρισκόμασταν συνεχώς υπό πίεση. Ο Λεβαδειακός ήταν το φαβορί του ομίλου, αλλά δεν έφτανε να ήμασταν απλά πρώτοι αλλά και να δείχνουμε συνέχεια πως είμαστε η καλύτερη ομάδα. Ετσι δεν υπήρχαν περιθώρια εφησυχασμού. Από τη στιγμή που βρεθήκαμε στην κορυφή δεν πέσαμε από εκεί και αυτό μας βοήθησε σε επίπεδο αυτοπεποίθησης μας, αλλά και να πατήσουμε γερά στα πόδια μας. Ομως δεν χαλαρώσαμε ούτε μία στιγμή».

-Ηταν μια από τις παραγωγικότερες σεζόν της καριέρας σου καθώς σημείωσες 10 γκολ. Ηταν θέμα της δικής σου ατομικής ποιότητας ή σε βοήθησαν οι συμπαίκτες σου;

«Φυσικά και ήταν ομαδική δουλειά. Χωρίς τους συμπαίκτες σου δεν μπορείς να βάλεις γκολ. Με ρώτησες παραπάνω για τις διαφορές μας από τις άλλες ομάδες και ακόμη μία είναι πως είχαμε πολλούς παίκτες με ευχέρεια στο σκοράρισμα. Δεν στηριζόμαστε σε έναν-δυο ποδοσφαιριστές αλλά αρκετά παιδιά μπορούσαν να βάλουν γκολ».

-Ποιος ήταν αυτός με τον οποίο είχες καλύτερη συνεργασία και γιατί;

«Κοίτα, δεν το έχω σκεφτεί....Εχω πάρει ασίστ από πολλά παιδιά. Τον Πολέτο, τον Λινάρδο, τον Βήχο, τον Κωνσταντινίδη, τον Μουτίνιο, στον Συμελίδη... Τώρα που το σκέφτομαι μπορεί μου έχουν δώσει ασίστ και 10 διαφορετικοί (σ.σ. γέλια). Με όλα τα παιδιά είχαμε πολύ καλή συνεργασία στο γήπεδο».

«Μου έλεγαν πως είχαν χρόνια να δουν τόσο κόσμο στο γήπεδο της Λιβαδειάς»

-Ηταν το πιο δύσκολο πρωτάθλημα στο οποίο συμμετείχες ποτέ, με δεδομένο ότι ακόμα και ο πρωταθλητής κάθε ομίλου έπρεπε να δώσει μπαράζ; Πώς χαρακτηρίζεις τη δομή του και θα ήθελες να πεις κάτι σε αυτούς που το έφτιαξαν;

«Κοίτα δεν μπορώ να απευθυνθώ στους διοργανωτές. Αυτό όμως που μπορώ να πω είναι ότι σε σχέση με πέρσι που ήμουν και πάλι στο Λεβαδειακό και συμμετείχαν 12 ομάδες, το φετινό πρωτάθλημα δεν ήταν τόσο ανταγωνιστικό. Αν θυμάσαι την περασμένη σεζόν τέσσερις ομάδες 'πάλευαν' για την άνοδο μέχρι και το τελευταίο λεπτό. Φέτος ήταν πολύ ψυχοφθόρο να παίζεις 32 αγώνες, να τερματίζεις πρώτος και να μην ανεβαίνεις κατηγορία. Στην ουσία δεν είσαι πρωταθλητής αλλά νικητής ομίλου. Από συνολικά 34 ομάδες προβιβάζονταν μόνο μία και ακόμη μία πάει στα μπαράζ, κάτι που θεωρώ πως είναι άδικο. Το πρωτάθλημα είχε ορισμένες ιστορικές και δυνατές ομάδες, αλλά και κάποιες που δεν θα έπρεπε να συμμετάσχουν».


-Στο δεύτερο μπαράζ ήταν εντυπωσιακή η εικόνα του γηπέδου Πόσο σας «έφτιαξε» ο κόσμος;

«Ολοι μας εντυπωσιαστήκαμε με αυτό που είδαμε. Και εγώ. Υπήρχαν άνθρωποι που μου έλεγαν πως είχαν πολλά χρόνια να δουν τόσους πολλούς φιλάθλους και δεν ήταν μόνο η ποσοτική τους παρουσία αλλά και ο παλμός που είχε η εξέδρα. Το πάθος που μας μετέδιδε. Αυτό μάλιστα δεν συνέβη μόνο στο δεύτερο ματς αλλά και στο πρώτο που παίξαμε στη Βέροια. Δεν το περιμέναμε και ελπίζω κόσμος να συνεχίζει να στηρίζει την ομάδα με αυτόν τον τρόπο».

«Πέρσι συμφώνησα να ανανεώσω, πήγα προετοιμασία και μετά υπέγραψα γιατί υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ μας»

-Ποια είναι η σχέση σου με τον ιδιοκτήτη του club Γιάννη Κομπότη;

«Θυμάμαι πως πρώτη φορά μιλήσαμε το καλοκαίρι του 2020, όταν με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πως με θέλει στην ομάδα με σκοπό να ανεβούμε κατηγορία. Δεν το σκέφθηκα πολύ. Ηξερα πως ο Λεβαδειακός έχει μακρά παράδοση στη μεγάλη κατηγορία και όταν έφυγα από την Παναχαϊκή είπα στον εαυτό μου πως θα συνεχίσω στη Super League 2 μόνο για χάρη μίας ομάδας που κάνει πρωταθλητισμό. Για αυτό και είπα το 'ναι' και ήρθα στον Λεβαδειακό. Στις αρχές της περασμένης σεζόν αντιμετώπισα ένα πρόβλημα τραυματισμού και δυστυχώς δεν μπόρεσα να βοηθήσω όσο θα ήθελα, ενώ και δεν καταφέραμε να πάρουμε την άνοδο. Οταν μιλήσαμε ξανά το περασμένο καλοκαίρι του είπα πως είχα έρθει με μόνο ένα σκοπό, την άνοδο και έμεινα χωρίς να συζητήσουμε πολύ. Να σου δώσω να καταλάβεις υπάρχει τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη μεταξύ μας πως είχα συμφωνήσει να ανανεώσουμε τη συνεργασία μας, πήγα προετοιμασία και μετά υπέγραψα, τον Αύγουστο που επιστρέψαμε. Θεωρώ πως από την πρώτη στιγμή που ήρθα στην ομάδα έκανα τη σωστή επιλογή».

-Πώς βλέπεις το μέλλον σου; Θα συνεχίσεις στον Λεβαδειακό;

«Από τη στιγμή που ήρθα στην ομάδα ο στόχος ήταν ένας. Και από δικής μου πλευράς και από της ομάδας. Να επιστρέψει ο Λεβαδειακός στη Super League. Από τη στιγμή που ο στόχος επετεύχθη το συμβόλαιο μου τελειώνει και είμαι έτοιμος για νέες προκλήσεις».

-Εχεις παίξει σε υψηλό επίπεδο σε Ελλάδα και Κύπρο. Ποιες διαφορές θα εντόπιζες μεταξύ των δύο πρωταθλημάτων;

«Στην Κύπρο θεωρώ πως παίζεται πιο επιθετικό ποδόσφαιρο και οι εκεί άμυνες είναι περισσότερο ανοικτές. Στην Ελλάδα δεν θα έλεγα πως είναι η ποιότητα που υπάρχει και οι περισσότεροι παίκτες σε κάθε ομάδα αριθμητικά. Αυτό που νιώθω είναι πως οι άμυνες είναι πιο 'σφιχτές' και βρίσκεις πιο δύσκολα το γκολ. Αυτό νομίζω πως είναι η μεγάλη διαφορά των δύο πρωταθλημάτων».

@Photo credits: INTIME
 

SUPERLEAGUE 2 Τελευταία Νέα